Ο Βεσελεήλ ήταν πρόσωπο της Παλαιάς Διαθήκης, ήταν σύγχρονος αλλά νεότερος του Μωυσή, από τη φυλή του Ιούδα. Ήταν ένας άνθρωπος γεμάτος από το πνεύμα και τη σοφία του Θεού (Ιεχωβά). Το όνομά του σημαίνει κάτω από τη σκιά του Θεού. Ο πατέρας του ήταν ο Ουρί, και παππούς του ο Ωρ, του Χάλεβ (Χελουβαϊ), του Εσρών, του Φαρές, του Ιούδα.[1]

Ο Θεός τον επέλεξε για να κατευθύνει το έργο της κατασκευής της Σκηνής του Μαρτυρίου και των εξαρτημάτων της, της Κιβωτού και του χάλκινου θυσιαστηρίου όπως επίσης και τα ενδύματα του Αρχιερέα και των ιερέων. Ήταν πολύ καλός σε κάθε τεχνική εργασία, στο χρυσάφι, στο ασήμι και στον χαλκό, κατεργαζόταν πέτρες και ξύλο, και σχεδίαζε επινοήματα και κατασκευές κάθε είδους.[2] Ο παππούς του ο Ωρ αναφέρεται πως μαζί με τον Ααρών κρατούσαν τα χέρια του Μωυσή σταθερά, ωσότου οι Ισραηλίτες κατάφεραν να νικήσουν τους Αμαληκίτες. Ο Ωρ πρέπει να ήταν κοντά στην ηλικία του Μωυσή (80 ετών) και του Ααρών (83 ετών) το 1513 π.χ., ίσως και λίγο μεγαλύτερος. Αυτό φαίνεται και από το ότι όταν ο Μωυσής ανέβηκε στο βουνό για να πάρει τις εντολές από τον Ιεχωβά, άφησε στη θέση του ως κριτές τον Ααρών και τον Ωρ.[3]

Επομένως, ο Βεσελεήλ πρέπει να ήταν σχετικά νέος όταν ανέλαβε αυτόν τον διορισμό. Αν ο παππούς του ο Ωρ ήταν γύρω στα 80-90 χρόνια του, ο πατέρας του ο Ουρί γύρω στα 60-70 χρόνια του τότε λογικά ο ίδιος δεν μπορεί να ήταν πάνω από 40 ετών όταν ο Ιεχωβά του ανέθεσε αυτό το σπουδαίο έργο. (το 1513 π.χ.) Πέθανε πριν το 1473 π.χ. και έτσι δεν μπήκε στη γη της επαγγελίας, εφόσον ήταν πάνω από 20 ετών τότε που η σύναξη του λαού στασίασε κατά του Ιεχωβά και δεν τον εμπιστεύθηκε ότι θα μπορούσε να δώσει στο λαό τη νίκη απέναντι στους ισχυρούς κατοίκους της γης.[4]

Έζησε το διάστημα 1550 π.χ.-1473 π.χ. κατά προσέγγιση.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Έξοδος 35:30. 1 Χρονικών 2:4,5,9,18-20.
  2. Έξοδος 35:31, 32
  3. Έξοδος 24:14
  4. Αριθμοί 14:29,30

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Ενόραση στης Γραφές 1ος τόμος σελ. 498 εκδ. Β.&Φ. εταιρία Σκοπιά
  • Ταμείο-ερμηνευτικόν λεξικόν των Αγιων Γραφών 1ος τόμος σελ. 678 εκδ. Ινστιτούτον της Βίβλου 1977