Βύζας ή Βύζαντας ονομάζεται ο γενάρχης των Μεγαρέων και κατά μια παράδοση γιος του βασιλιά Νίσου και της νύμφης Κερόεσσας, κόρης του Δία[2].

Βύζας
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΦιδάλεια
ΓονείςΠοσειδώνας[1] και Κερόεσσα

Ο μύθος Επεξεργασία

Επικεφαλής μιας αποικιακής επιχείρησης που είχε οργανώσει η πόλη των Μεγάρων, οδήγησε τους Μεγαρείς αποίκους στην περιοχή του Βοσπόρου. Εκεί οι Μεγαρείς ίδρυσαν μια νέα πόλη, στην οποία έδωσαν το όνομα του ιδρυτή της, το Βυζάντιο.

Σύμφωνα με τον Στράβωνα (64Π.Χ.-23 μ.Χ.), οι Μεγαρείς έφτασαν εκεί υπακούοντας σ' ένα χρησμό, που είχαν λάβει από το μαντείο των Δελφών. Ο χρησμός αυτός αποκαλούσε «τυφλούς» τους συμπολίτες τους, που λίγα χρόνια πριν, το 685π.Χ., είχαν ιδρύσει στη ασιατική ακτή του Βοσπόρου τη Χαλκηδόνα. Πράγματι, κατά μιαν έννοια ήταν «τυφλοί», καθώς δεν είχαν αντιληφθεί ότι η περιοχή, που βρισκόταν ακριβώς απέναντι από το σημείο, που οι ίδιοι είχαν αποικήσει ήταν ιδανικότερη για τη διεξαγωγή του εμπορίου και την αλιεία.

Σε αυτή την περιοχή, η οποία συγχρόνως διακρινόταν για τη γεωπολιτική της θέση, ο Βύζας θεμελίωσε μια από τις πιο σημαντικές πόλεις στην ιστορία της ανθρωπότητας. Υπήρξε και ιδρυτής των Υβλαίων Μεγάρων και Σελινούντα στη Σικελία καθώς και της Ηράκλειας στον Πόντο.

Το ταξίδι του Βύζαντος και η ίδρυση του Βυζαντίου εντάσσονται σε μια γενικότερη κίνηση των παράκτιων ελληνικών πόλεων. Η κίνηση αυτή, γνωστή ως δεύτερος ελληνικός αποικισμός εκδηλώθηκε από τον 8ο έως τον 6ο αιώνα π. Χ (ο πρώτος ελληνικός αποικισμός είχε ήδη πραγματοποιηθεί από τον 11ο έως τον 9ο π. Χ. αιώνα).

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 «Визант» (Ρωσικά)
  2. Ακύλα Μήλλα, Πέρα, Το Σταυροδρόμι της Ρωμιοσύνης, εκδόσεις Μίλητος, Αθήνα 2006, ISBN 9608033047, σελ. 15