Με τον όρο γραμματισμός (ή εγγραμματισμός[1], ή σπανιότερα "αλφαβητισμός" και "εγγραμματοσύνη[2]") αποδίδεται ο όρος "literacy". Στις πρώτες μεταφράσεις ο όρος αποδίδεται και ως "παιδεία"[3],[4] ενώ σε κάποιες περιπτώσεις η απόδοση αυτή συναντάται και στις μέρες μας.[5] Οι σύγχρονες χρήσεις του όρου δεν αναφέρονται απλά σε ικανότητες γραφής και ανάγνωσης, αλλά στην εξοικείωση του ατόμου με συνθετότερα συστήματα επικοινωνίας και κώδικες, τα οποία και μπορεί να διαχειριστεί. Γι' αυτό η έννοια του "γραμματισμού" είναι πρόσφορη για χρήσεις στις νέες τεχνολογίες πληροφόρησης και επικοινωνίας (πληροφοριακός γραμματισμός, τεχνολογικός γραμματισμός, ψηφιακός γραμματισμός "μιντιακός" γραμματισμός (media literacy)). Στη διεθνή βιβλιογραφία θα βρει κανείς δεκάδες χρήσεις του όρου, για θέματα που συνιστούν συστήματα κωδίκων και κουλτούρες της καθημερινότητας, με τις οποίες αποκτά κανείς οικειότητα καθώς "γραμματίζεται" σε αυτές. Η θεωρία του γραμματισμού διακρίνεται για τους θεωρητικούς τύπους που εισάγει, όπως π.χ. τον "λειτουργικό" και τον "κριτικό" γραμματισμό.[6] Ωστόσο, μεγάλη βαρύτητα δίνεται στον "γλωσσικό γραμματισμό", καθώς στο σχολικό περιβάλλον συναντούν οι μαθητές τη γλώσσα - πρώτη ή δεύτερη - που θα χρησιμοποιούν στη συνέχεια. Στην προσχολική και πρωτοσχολική ηλικία, ο γραμματισμός χαρακτηρίζεται ως "αναδυόμενος"[7], χωρίς να αποκλείεται κάποια "ανάδυση" γραμματισμού σε άλλες συνθήκες και ηλικίες.

Γραμματισμός

Στις πρώτες του χρήσεις διεθνώς ο όρος γραμματισμός αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να διαβάζει και να γράφει. Αντίστοιχα στην ελληνόγλωσση βιβλιογραφία γινόταν λόγος για την έλλειψη της ικανότητας του ατόμου να γράφει και να διαβάζει υπό τον όρο "αναλφαβητισμός"[8][9][10][11]. Το δέκατο ένατο αιώνα στις δυτικού τύπου κοινωνίες ως εγγράμματο άτομο θεωρείτο εκείνο το οποίο ήταν σε θέση να διαβάζει και να γράφει το όνομα του. Στη σύγχρονη εποχή, σύμφωνα με την UNESCO[12] η έννοια του γραμματισμού αφορά την ικανότητα του ατόμου να κατανοεί και να παράγει ένα σύντομο κείμενο για γεγονότα της καθημερινής του ζωής. Δε θα μπορούσε να θεωρηθεί η έννοια του γραμματισμού ως στατική από τη στιγμή που με τη πάροδο του χρόνου, έχει σημειωθεί ένας προοδευτικός επαναπροσδιορισμός και κατά συνέπεια επέκταση του περιεχομένου της ως συνάρτηση τόσο της αλλαγής των κοινωνικό-πολιτισμικών συνθηκών όσο και της κατανόησης αυτών των αλλαγών.[13]

Ο γραμματισμός, επομένως, συνήθως θεωρείται ότι αναφέρεται όχι μόνο στην ικανότητα κατανόησης των γραπτών και τυπωμένων κειμένων αλλά και των κοινωνικο-γνωστικών αλλαγών που προκύπτουν από το γραμματισμό αλλά και από την ύπαρξη εγγράμματου πληθυσμού. Ωστόσο, ταυτόχρονα, ο γραμματισμός υποδηλώνει μια αξιολόγηση της χρησιμότητας αυτής της ικανότητας. Ο γραμματισμός δεν μπορεί να κριθεί ξεχωριστά από την κατανόηση των κοινωνικών περιστάσεων και των ειδικών ιστορικών παραδόσεων που επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το γραμματισμό σε κάθε κοινωνία.[14]

Κριτικός γραμματισμός

Επεξεργασία

Το αφηρημένο επιστημολογικό σχήμα στο οποίο εδράζεται ο κριτικός γραμματισμός είναι ότι τα κείμενα δεν αποτελούν ουδέτερες ιδεολογικές κατασκευές αλλά εγκαθιδρύουν αλήθειες και σχέσεις, προσπαθώντας ρητά ή άρρητα να προωθήσουν μια συγκεκριμένη οπτική γωνία και συγκεκριμένες σχέσεις εξουσίας. Ο κριτικός γραμματισμός στοχεύει να φέρει στην επιφάνεια τα παραπάνω, θέτοντας επιπλέον τα κεντρικά ερωτήματα: (α) ποιες κοινωνικές ομάδες ευνοούνται από την προβολή μιας αντίθετης ή εναλλακτικής οπτικής και (β) πώς οι άνθρωποι κατανοώντας καλύτερα τον κόσμο και ιδιαίτερα την εξουσία, την ανισότητα και την αδικία στις ανθρώπινες σχέσεις που υποδηλώνονται στον γραπτό λόγο μπορούν να μετασχηματίσουν την κοινωνία βάσει των αρχών της ισότητας και της δημοκρατίας.[15]

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Barton, David (2009). Εγγραμματισμός. Εισαγωγή στην οικολογία της γραπτής γλώσσας. Αθήνα. ISBN 978-960-02-2334-7. 
  2. Ong, Walter (1997). Προφορικότητα και εγγραμματοσύνη. Η εκτεχνολόγηση του λόγου. Ηράκλειο. ISBN 960-524-029-7. 
  3. McLuhan, Marshal (1990). Media. Οι προεκτάσεις του ανθρώπου. Αθήνα. 
  4. Papert, Seymour (1991). Νοητικές Θύελλες. Αθήνα. ISBN 9789600260861. 
  5. Wilson, Carolyn κ.α. (2014). Παιδεία στα μέσα και την πληροφορία. Οδηγός σπουδών των εκπαιδευτικών (PDF). Paris. ISBN 978-92-3-001242-7. 
  6. Baynham, Mike (2000). Πρακτικές Γραμματισμού. Αθήνα. σελ. 19. ISBN 960-375-392-0. 
  7. Τάφα Ευφημία, Ευφημία (2009). Αναδυόμενος Γραμματισμός. Αθήνα. ISBN 9789609405058. 
  8. Κεραμίδας, Α. (1965). Ο αναλφαβητισμός εις την Ελλάδα. Αθήναι. 
  9. Συλλογικό, ΥΠΕΠΘ (1961). Επιμόρφωσις και αναλφαβητισμός. Αθήναι. 
  10. Σιπητάνου, Αθηνά (1998). Ο αναλφαβητισμός στην Ελλάδα : Η διαχρονικότητα και οι μεταλλαγές του προβλήματος. Θεσσαλονίκη. ISBN 9789603434689. 
  11. Σωτηρίου, Κ.-Δ. (1946). Ο αναλφαβητισμός και η αγραμματοσύνη στην Ελλάδα. Αθήναι. 
  12. Montoya, Silvia (2018). Defining Literacy (PDF). Hamburg. σελ. 2. 
  13. Παπαδημητρίου (επ.), Φωτεινή (2012). Διεπιστημονικές προσεγγίσεις του γλωσσικού γραμματισμού : από τη γνωστική προσέγγιση στο διευρυμένο πλαίσιο των νέων γραμματισμών. Αθήνα. σελ. 11. ISBN 9789604582679. 
  14. Cook-Gumperz, Jenny (2008). Η κοινωνική δόμηση του γραμματισμού. Αθήνα: Εκδ. Επίκεντρο. σελ. 53. ISBN 978-960-458-152-8. 
  15. Τεντολούρης, Φ., & Χατζησαββίδης, Σ. (2014). «Λόγοι του κριτικού γραμματισμού και η 'τοποθέτησή' τους στη σχολική πράξη: προς μια γλωσσοδιδακτική αναστοχαστικότητα. Μελέτες για την ελληνική γλώσσα, 34, 395-405» (PDF).  line feed character in |title= at position 57 (βοήθεια)