Εύα (Γνωστικισμός): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Fefeli (συζήτηση | συνεισφορές)
κατ
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 9:
Η παράγωγος φύση της Εύας προϋποθέτει μια οντολογική διάκριση και μια κατωτερότητα εξαρχής. Έτσι ο [[Παύλος (απόστολος)|Παύλος]] ο πρωιμότερος χριστιανός [[Θεολογία|θεολόγος]], μπορεί να ισχυριστεί: «διότι ο μεν ανήρ δεν χρεωστεί να καλύπτη την κεφαλή αυτού επειδή είναι εικών και δόξα του Θεού, η δε γυνή είναι δόξα του ανδρός. διότι ο ανήρ δεν είναι εκ της γυναικός αλλ’η γυνή εκ του ανδρός. Επειδή δεν εκτίσθη ο ανήρ για την γυναίκα, αλλ’ η γυνή δια τον άνδρα ». (''Α΄ προς Κορινθίους'' 11:8-9). Σχεδόν ως ύστερη σκέψη, δεδομένης της αποτυχίας όλων των άλλων πλασμάτων να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του αρσενικού ανθρώπου, ο Θεός δημιούργησε το θήλυ με σαφή σκοπό να γίνει σύντροφος του Αδάμ.
 
Ο Αμβρόσιος, ο επίσκοπος Μιλάνου στα τέλη του [[4ος αιώνας|4ου αιώνα]], διερευνά την Εύα εκτενώς στο έργο του ''Παράδεισος''. Η Εύα, η «πρώτη που εξαπατήθηκε», ήταν «υπεύθυνη για την εξαπάτηση του άνδρα». Έτσι ο Αδάμ «έπεσε εξαιτίας του λάθους της γυναίκας του και όχι εξαιτίας δικού του λάθους». Στις αρχές του 5ου αιώνα ο Αυγουστίνος τουεπίσκοπος ΊπποΙππώνος δηλώνει σαφώς την κατανόησή του για την κατωτερότητα της Εύας: «Μήπως όλα αυτά έγιναν επειδή ο άνδρας δεν ήταν σε θέση να καταλάβει τα ψεύδη του ερπετού ότι η γυναίκα χρησιμοποιήθηκε από τον όφι εξαιτίας της περιορισμένης κατανόησής της, και επίσης ότι ζούσε σύμφωνα με το πνεύμα της σάρκας και όχι σύμφωνα με το πνεύμα του νου;».
 
Η Εύα συμβολίζει την αδυναμία, τον αισθησιασμό, τον πειρασμό και την ατίμωση. Δεύτερη στην τάξη της δημιουργίας, ο σκοπός της ήταν να υπηρετεί τον Αδάμ. Ελλείψει σοφίας και φρόνησης οι ενέργειές της στον Κήπο οδήγησαν στην πτώση όλης της ανθρωπότητας. Η Εύα κατάστρεψε την ελπίδα της ανθρωπότητας για τον παράδεισο επί της γης και, χωρίς την εμφάνιση του Χριστού, την ελπίδα της αιώνιας ζωής. Ο Αυγουστίνος και ο Αμβρόσιος ερμήνευσαν τη σημασία της Εύας στο ίδιο γενικό χρονικό πλαίσιο ως αντίδραση στη μυθολογική ανάπτυξη των Γνωστικών, σύμφωνα με την οποία η Εύα έπαιζε έναν πολύ κεντρικό ρόλο στη δημιουργία. Εντούτοις, αυτοί οι δύο πρώτοι ορθόδοξοι χριστιανοί θεολόγοι, με τις ερμηνείες τους για την πρώτη γυναίκα, συνέβαλαν στη δημιουργία μιας άποψης για την Εύα και τη θηλυκότητα που διατηρήθηκε στις επόμενες γενεές στις χριστιανικές κοινωνίες. Η Εύα στη συγκεκριμένη άποψη συνδέει τη γυναίκα με ό,τι είναι δευτερεύον και κακό, καθοδηγούμενο και αδύναμο. Αυτό το αδύναμο και καθοδηγούμενο πλάσμα οδήγησε ολάκερη την ανθρωπότητα στην Πτώση. Αν και πολλοί Χριστιανοί –ιδιαίτερα αυτοί που γεννήθηκαν προς το τέλος του εικοστού αιώνα- καταλαβαίνουν ότι μια τέτοια άποψη είναι τουλάχιστον ανεπαρκής και λανθασμένη, οι σύγχρονοι μελετητές της Βίβλου, των οποίων τον αντίκτυπο δεν μπορούμε να υποτιμήσουμε στο σύγχρονο Χριστιανισμό, συνεχίζουν να κατηγορούν την Εύα και συνεπώς όλες τις γυναίκες για την εξορία της ανθρωπότητας από τον Παράδεισο. Τέτοιες πεποιθήσεις παραμένουν ενσωματωμένες στα εκκλησιαστικά συστήματα και τα δόγματα παγκοσμίως.