Περίκλειστο και αποσπασμένο έδαφος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
link to ποταμός
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 3:
Η λέξη ''enclave'' που μεταφράζεται ως περίκλειστον έδαφος εμφανίστηκε στη γλώσσα της [[διπλωματία]]ς μάλλον αργά στην [[Αγγλική γλώσσα|Αγγλική]], το 1868, προερχόμενη από τη [[Γαλλική γλώσσα|Γαλλική]], την ''[[lingua franca]]'' της διπλωματίας, με νόημα κληροδοτημένοι από την ύστερη [[Λατινική γλώσσα|λατινική λέξη]] ''inclavatus'' που σημαίνει 'κλειδωμένος μέσα". Το αντίθετο του περίκλειστου εδάφους είναι το '''αποσπασμένο έδαφος''', ''exclave'', (κράτους)
 
Τα περίκλειστα εδάφη ή ''περίκλειστα τμήματα'' (ενκλάβια) δημιουργούνται για διάφορους [[ιστορία|ιστορικούς]], [[πολιτική|πολιτικούς]] και [[γεωγραφία|γεωγραφικούς]] ή γεωφυσικούς λόγους. Ορισμένες περιοχές, για παράδειγμα, ορίστηκαν ως περικλειστα εδάφη εξαιτίας της αλλαγής της κοίτης [[Ποταμός|ποταμών]].
 
Εξαιτίας του γεγονότος ότι δημιουργούνται διάφορα προβλήματα και απαιτούνται πολύπλοκοι διακανονισμοί σε ζητήματα επικοινωνίας, ενέργειας και διέλευσης, ο αριθμός των περίκλειστων εδαφών διαρκώς μειώνεται. Από την άλλη πολλά αποσπασμένα εδάφη (''εξκλάβια'') κρατών σήμερα χαρακτηρίζονται για τα [[κίνημα ανεξαρτησίας|κινήματα ανεξαρτησίας]] τους, ιδιαίτερα αν βρίσκονται μακράν του μητροπολιτικού εδάφους.