Εις άτοπον απαγωγή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
small cap "reductio" |
Dada (συζήτηση | συνεισφορές) αναδιατ. + μ. προσθ. |
||
Γραμμή 1:
Η '''απαγωγή σε άτοπο''' ([[λατινικά]] ''reductio ad absurdum'', [[καθαρεύουσα]] '' εις άτοπον απαγωγή'' ή ''εἰς ἄτοπον ἀπαγωγή'') είναι μορφή [[απαγωγή (Φιλοσοφία)|απαγωγικού]] [[λογική|λογικού]] [[επιχείρημα|επιχειρήματος]] που χρησιμοποιείται ευρύτατα. Η δομή του επιχειρήματος είναι τέτοια ώστε για να αποδειχθεί πως μία πρόταση είναι αληθής ή ψευδής, ξεκινώντας από την υπόθεση πως είναι ψευδής ή αληθής αντίστοιχα, καταλήγουμε σε ένα συμπέρασμα που αποτελεί [[αντίφαση]]. Τότε, εφόσον ο λανθασμένος λογικός συμπερασμός προκύπτει από ένα έγκυρο επιχείρημα, η αρχική υπόθεση θα πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση ψευδής. Αποτελεί μία από τις σημαντικότερες και συχνότερα χρησιμοποιούμενες μεθόδους έμμεσης [[Μαθηματική απόδειξη|μαθηματικής απόδειξης]]. Ωστόσο, η απαγωγή σε άτοπο δεν χρησιμοποιείται αποκλειστικά στα [[μαθηματικά]] και την [[Συμβολική λογική|τυπική λογική]].
Χρησιμοποιήθηκε από τον [[Αριστοτέλης|Αριστοτέλη]] σε συνδυασμό με την [[αρχή αποκλειόμενου μέσου]] και την [[αρχή μη-αντίφασης]]. Σημαντική πηγή επιχειρημάτων εις άτοπο απαγωγής αποτελούν οι πλατωνικοί διάλογοι καθώς και οι αντινομίες του [[Ιμμάνουελ Καντ|Καντ]].
Συνήθως η αντίθετη της προς απόδειξη πρότασης δεν είναι άμεσα ή φανερά λανθασμένη η ίδια. Αλλά οδηγεί σε [[Αν και μόνο αν|ισοδύναμα]] συμπεράσματα που αυτά είναι σαφώς λανθασμένα.
==Πηγές==
*Westley C. Salmon, ''Logic'', Prentice Hall, 1973
{{Μαθηματικά-επέκταση}}
|