Πειρατεία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: br:Morlaer; διακοσμητικές αλλαγές
Templar52 (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 9:
Οι λέξεις «πειρατεία» και «πειρατής» προέρχονται από το [[Αρχαία ελληνική γλώσσα|αρχαίο ελληνικό]] [[ρήμα]] ''πειράω-ῶ'', το οποίο σημαίνει ''προσπαθώ'', ''δοκιμάζω''. Η πρώτη γραπτή εμφάνισή τους (''τοῖς πειραταῖς'') γίνεται σε ένα [[Αθήνα|αθηναϊκό]] ψήφισμα της [[Ελληνιστική περίοδος|ελληνιστικής περιόδου]] προς τιμήν του [[Στρατηγός|στρατηγού]] [[Επιχάρης|Επιχάρους]], ο οποίος κατά το [[Χρεμωνίδειος πόλεμος|Χρεμωνίδειο πόλεμο]] διακρίθηκε στη φύλαξη των ακτών της πόλης.<ref name=deSouza>Philip De Souza, ''[http://books.google.gr/books?id=SOK-Jh1Zuk4C Piracy in the Graeco-Roman World]'', σελ. 3. Εκδότης Cambridge University Press, 2002, ISBN 978-0-521-01240-9</ref>
 
Αυτό δεδεν σημαίνει ότι η πειρατεία ήταν ανύπαρκτη πριν τα ελληνιστικά χρόνια - τουναντίον, από τις απαρχές της ιστορίας είχε ενδημικό χαρακτήρα σε πολλά μέρη της [[Μεσόγειος Θάλασσα|Μεσογείου]]. Η αρχαία ελληνική γραμματεία βρίθει αναφορών από τα [[Όμηρος|ομηρικά]] κιόλας [[έπος|έπη]], για ομάδες που επέδραμαν από θαλάσσης εναντίον ξένων πλοίων ή παραλιακών πόλεων με σκοπό τον προσπορισμό πλούτου και σκλάβων. Χρησιμοποιούσε όμως τη λέξη «ληστής», τόσο για την κατά ξηράν όσο και για την κατά θάλασσαν ληστεία.
 
Κατά το [[Μεσαίωνας|μεσαίωνα]] εμφανίσθηκε στη [[Δυτική Ευρώπη]] ένας νέος εννοιολογικός διαχωρισμός, όσον αφορά το ηθικό και νομικό περιεχόμενο της πειρατείας. Ως ''πειρατής'' περιγραφόταν πια ο παράνομος που λήστευε πλοία τόσο σε καιρό ειρήνης όσο και πολέμου, ενώ ως ''[[κουρσάρος]]'' (από τo [[γαλλική γλώσσα|γαλλικό]] corsaire) ο ιδιώτης που εξουσιοδοτείτο από τις αρχές ενός κράτους να διαπράττει πειρατικές ενέργειες εναντίον εχθρικών, (προς το κράτος εντολέα), πλοίων και πόλεων σε καιρό πολέμου («κούρσα»). Βεβαίως ο κουρσάρος της μιας αντιμαχόμενης πλευράς, όσες εξουσιοδοτήσεις κι αν διέθετε, συνέχιζε να θεωρείται πειρατής για την άλλη.
 
Με την εμφάνιση των εναερίων μεταφορικών μέσων κατά τον [[20ός αιώνας|20ό αιώνα]] δημιουργήθηκε ακόμα ένας όρος: η [[αεροπειρατεία]], δηλαδή η ανάληψη του ελέγχου ενός [[Πολιτικό Αεροσκάφος|πολιτικού αεροσκάφους]] (ή τμήματός του) από άτομα διαφορετικά από το νόμιμο πλήρωμά του, ή ακόμα και η χρήση ενός αεροσκάφους από το νόμιμο πλήρωμά του, αλλά με διαφορετικό σκοπό από αυτόν που είναι εντεταλμένο.