Αττικισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: Ο '''αττικισμός''' ως φαινόμενο ξεκίνησε από Έλληνες λογίους και δασκάλους του 1ου αι. που πίστευαν ... |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1:
Ο '''αττικισμός''' ως φαινόμενο ξεκίνησε από Έλληνες λογίους και δασκάλους του 1ου αι. που πίστευαν –αδιαφορώντας για τη φυσική εξέλιξη της ζωντανής καθομιλούμενης- ότι η ορθή γλώσσα ήταν η [[Αττική διάλεκτος|Αττική]] και ότι η γλώσσα της εποχής τους, η [[Κοινή]], ήταν γεμάτη παραφθορές κάποιας πρότυπης γλωσσικής μορφής{{fn|1}}. Την άποψη αυτή υιοθέτησαν εκτός από τους λόγιους και άλλοι μορφωμένοι, με αποτέλεσμα να κυκλοφορήσουν και εγχειρίδια με οδηγίες για τη ορθή χρήση της Αττικής. Ένα τέτοιο γράφτηκε και από τον γραμματικό [[Φρύνιχος|Φρύνιχο]], [[Λεξικογραφία|λεξικογράφο]] της [[ρωμαϊκή αυτοκρατορία|ρωμαϊκής εποχής]]{{fn|2}}.
Οι αττικιστές εισήγαγαν συνειδητά τη διγλωσσία στον ελληνικό κόσμο, καθώς επέβαλαν μια απομίμηση της κλασικής
Mετά τις κατακτήσεις του [[Αλέξανδρος ο Μέγας|Μεγάλου Αλεξάνδρου]], το κράτος των Μακεδόνων βασιλέων του υιοθέτησε την αττική διάλεκτο για τις διοικητικές, εμπορικές και διπλωματικές του ανάγκες. Η αττική διάλεκτος διαμορφώνεται σταδιακά σε νέα μορφή ελληνικής γλώσσας, την Ελληνιστική ή Κοινή, η οποία καθόρισε αργότερα τη γλώσσα των μεσαιωνικών χρόνων και τη [[νεοελληνική γλώσσα]].
Οι κοσμοϊστορικές πολιτικές αλλαγές, η επικράτηση νέας
Ενώ, αρχικά, για τη γραπτή και προφορική μετάδοση της διδασκαλίας του [[Χριστιανισμός|Χριστιανισμού]] χρησιμοποιήθηκε η Κοινή, στην οποία άλλωστε γράφτηκαν και η Παλαιά και Καινή Διαθήκη, αργότερα οι Τρεις Ιεράρχες χρησιμοποίησαν τον αττικισμό στον επίσημο εκκλησιαστικό λόγο ως προσπάθεια συμφιλίωσης και εξοικείωσης με την ελληνική παιδεία{{fn|4}}, αλλά και ως μέσο έκφρασης των ανώτερων τάξεων που εισχωρούσαν αθρόα στη νέα θρησκεία{{fn|5}}. Στη συνέχεια, κατά τους [[Βυζαντινή αυτοκρατορία|Βυζαντινούς χρόνους]] η διγλωσσία, μεταξύ γραπτής-ομιλούμενης, αττικής–κοινής συνετέλεσε στη χωριστή εξέλιξη των γλωσσικών μορφωμάτων. Ο μεν γραπτός λόγος οδηγήθηκε σε μία προοδευτική στρυφνότητα στη σύνταξη, ο δε προφορικός, ξέφρενος, απλοποιήθηκε φωνητικά και μορφοσυντακτικά, ενώ συγχρόνως εισήχθησαν νέες λέξεις δάνειες εξαιτίας του εκχριστιανισμού διαφόρων λαών. Προς το τέλος αυτής της ιστορικής περιόδου, σε αντίθεση με την αρχή της, υπάρχουν περισσότερες πηγές λόγω γραπτών λογοτεχνικών κειμένων στη δημώδη και σε μια νέα ελληνική γλώσσα που διαμορφώθηκε σταδιακά και εξαπλώθηκε στο μεγαλύτερο τμήμα της επικράτειας του ελληνικού «θέματος»{{fn|6}}.
==Παραπομπές σημειώσεις==
|