Πολιτική της Μιανμάρ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
MystBot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ r2.7.1) (Ρομπότ: Προσθήκη: fr:Politique de la Birmanie
μ Επιμέλεια
Γραμμή 2:
 
== Προϊστορία ==
Στις [[2 Μαρτίου]] του [[1962]] ο στρατηγός [[Νε Ουίν]] (Ne Win) κατέλυσε το δημοκρατικό πολίτευμα και εγκαθίδρυσε δικτατορία. Το πραξικόπημα πραγματοποιήθηκε αναίμακτα αλλά στιγματίστηκε από την στυγερή εν ψυχρώ δολοφονία του δεκαεπτάχρονου γιου του πρώην προέδρου Sao Shwe Thaik από στρατιώτη . Η χώρα απέκτησε σοσιαλιστικό προσανατολισμό και όλες οι ξένες εταιρείες κρατικοποιήθηκαν. Από το [[1962]] έως το [[1974]] κυβερνήθηκε από το επαναστατικό Συμβούλιο με επικεφαλής το στρατηγό [[Νε Ουίν]]. Σε μια προσπάθεια να παγιώσει την δύναμή του, ο στρατηγός Γουίν και όλο το συμβούλιο παραιτήθηκε αναλαμβάνοντας πολιτικές θέσεις και θεσπίζοντας παράλληλα μονοκομματικό σύστημα. Από το [[1974]] έως και το [[1988]] η Μιανμάρ κυβερνήθηκε από το Κόμμα Σοσιαλιστικού Προγράμματος της Μπούρμα αφού συντάχθηκε νέο σύνταγμα και η χώρα μετονομάστηκε σε «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ενωσης της Βιρμανίας». Το [[1981]] ο [[Νε Ουίν]] μεταβίβασε την εξουσία στον στρατηγό Σαν Γιου. Το [[1988]] ονομάστηκε πάλι σε «Ένωση της Βιρμανίας». Στις [[8 Αυγούστου]] του ίδιου χρόνου ο λαός εξαθλιωμένος καθώς ήταν ξεσηκώθηκε εναντίον της κυβέρνησης. Οι ταραχές που ακολούθησαν, και που προκλήθηκαν κυρίως από φοιτητές, ήταν οι μεγαλύτερες στην ιστορία της χώρας, διήρκεσαν έξι εβδομάδες και υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια αυτών σκοτώθηκαν τρείςτρεις χιλιάδες πολίτες. Κατά τη διάρκεια των αναταραχών ο [[Νε Ουίν]] παραιτήθηκε και ο "Εθνικός σύνδεσμος για τη Δημοκρατία" (NLD), η δημοκρατική αντιπολίτευση, ανέλαβε την διακυβέρνηση. Αμέσως όμως πραγματοποιήθηκε νέο στρατιωτικό πραξικόπημα από το στρατηγό Σο Μαούνγκ με αποτέλεσμα το Κρατικό Συμβούλιο Αποκατάστασης του Νόμου και της Τάξης (SLORCΓ) να αναλάβει την εξουσία. Για να εκτονωθεί η κρίση κηρύχθηκε στρατιωτικός νόμος. Τον επόμενο χρόνο, και συγκεκριμένα στις [[18 Ιουνίου]] [[1989]], το ''Κρατικό Συμβούλιο Αποκατάστασης του Νόμου και της Τάξης'' μετονόμασε το κράτος σε [[Μιανμάρ|Ένωση της Μιανμάρ]] καθώς και το όνομα της πρωτεύουσας αποαπό Γιανγκόν σε Ρανγκούν. Ο [[Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών]] αναγνώρισε μετά από λίγο καιρό το νέο όνομα.
 
Το [[1990]] προκηρύχθηκαν εκλογές στις οποίες το καθεστώς ηττήθηκε. Νικήτρια ήταν η βραβευμένη με το Νόμπελ ειρήνης [[Αούνγκ Σαν Σου Κι]], αλλά το SLORC αρνήθηκε να παραδόσειπαραδώσει την εξουσία θέτοντας το κόμμα NLD αμέσως εκτός νόμου και συλλαμβάνταςσυλλαμβάνοντας τα στελέχη του. Το [[1997]] το SLORC μετονομάστηκε σε Κρατικό Συμβούλιο Ειρήνης και Ανάπτυξης (SPDC). Τον Ιούλιο του [[1997]] η Μιανμάρ εντάχθηκε στην ASEAN. To [[2003]] ανακοίνωσαν έναν χάρτη επτά σημείων για να τερματιστεί το στρατιωτικό καθεστώς, χωρίς όμως να δώσουν κάποιο συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.<ref>[http://www.e-tipos.com/newsitem?id=25352 Δημοψήφισμα για νέο σύνταγμα το Μάιο στην Μιανμάρ]</ref> Στις [[6 Νοεμβρίου]] [[2005]] η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στην νεόκτιστη πόλη [[Νάι Πι Τάου]] (Naypyidaw) που σημαίνει "Πόλη των Βασιλιάδων".
 
Η στάση των δικτατορικών κυβερνήσεων απέναντι στις μειονότητες που αποτελούν το 40% του συνολικού πληθυσμού ήταν πάντα εχθρική. Το [[1981]] με νόμο απαγορεύθηκε στις μειονότητες να λαμβάνουν δημόσια αξιώματα ενώ με συνεχείς επιδρομές ο στρατός συνέβαλε στη διαρκή εξαθλίωσή τους αναγκάζοντάς πολλούς από αυτούς να εγκαταλείψουν την χώρα. Το 1976 υπολογίζεται ότι ήλεγχαν το 40% της χώρας αλλά γρήγορα η εξουσία του στρατού επιβλήθηκε και πάλι.
Γραμμή 10:
== Γενικές εκλογές 1990 ==
 
Οι γενικές εκλογές πραγματοποιήθηκαν στις [[27 Μαΐου]] του [[1990]] και ήταν οι πρώτες μετά αποαπό αυτές του [[1960]]. Σε αυτές πρώτο αναδείχθηκε το κόμμα του Εθνικού Συνδέσμου για τη Δημοκρατία (NLD) με ηγέτιδα την [[Αούνγκ Σαν Σου Κι]], το οποίο κέρδισε και την πλειοψηφία των εδρών της βουλής. Παρ'ολα´όλα αυτά το Κρατικό Συμβούλιο Νόμου και Αποκατάστασης της Τάξης (SLORC) αρνήθηκε να παραδόσειπαραδώσει την εξουσία, μη δεχόμενο τα αποτελέσματα. ΑντιΑντί αυτού συνέλλαβεσυνέλαβε τα περισσότερα μέλη του NLD ενώ μερικά άλλα κατάφεραν να διαφύγουν στο εξωτερικό. Επίσης εξελέγη και συντακτική συνέλευση για την εκπόνηση συντάγμτοςσυντάγματος χωρίς νομοθετική εξουσία, η οποία όμως δεν λειτούργησε λόγω απαγόρευσης αποαπό το στρατιωτικό καθεστώς. Στις 18 Δεκεμβρίου του 1990 σχηματίστηκε κυβέρνηση αποαπό τους αντιπροσώπους που εκλέχτηκαν με πρωθυπουργό τον Σέι Ουίν, α΄ ξάδερφο της [[Αούνγκ Σαν Σου Κι]]. Η έδρα της κυβέρνησης βρίσκεται στο Rockville του Μαριλαντ στις [[ΗΠΑ]].
 
{| class="wikitable" style="text-align:center;"
Γραμμή 30:
|style="text-align:left;"|Εθνικό Δημοκρατικό κόμμα για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (NDP)||128,129||1%||4
|-
|style="text-align:left;"|Εθνικός Σύνδεσμος για τη Δημοκρατία των ΤσίνΤσιν (CNLD)||51,187||0.4%||3
|-
|style="text-align:left;"|Εθνική Συνέλευση για τη δημοκρατία του Κατσίν (KSNCD)||13,994||0.1%||3
Γραμμή 38:
|style="text-align:left;"|Union Poah National Organisation (UPNO)||35,389||0.3%||3
|-
|style="text-align:left;"|ΔημοκρατίκηΔημοκρατική οργάνωση για την εθνική ενότητα των Καρέν (DOKNU)||16,553||0.1%||2
|-
|style="text-align:left;"|Εθνικός Σύνδεσμος για τη Δημοκρατία του Καγιαχ (KSNLD)||11,664||0.1%||2
Γραμμή 60:
Τον Αύγουστο του [[2007]] με αφορμή την συμπλήρωση 19 χρόνων από την άγρια καταστολή των λαϊκών συγκεντρώσεων οι Βουδιστές μοναχοί, άτομα ιερά στην Μιανμάρ, οργάνωσαν διαδηλώσεις σε μεγάλες πόλεις της χώρας διαμαρτυρόμενοι για το ανελεύθερο καθεστώς. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου οι διαδηλώσεις κορυφώθηκαν λόγω των οικονομικών μεταρρυθμίσεων της κυβέρνησης που αφορούσαν την απόφαση της στρατιωτικής κυβέρνησης να αποσύρει την επιδότηση στα καύσιμα με αποτέλεσμα την εκτίναξη των τιμών αλλά και λόγω των ξυλοδαρμών τριών βουδιστών μοναχών από την αστυνομία. Στις [[22 Σεπτεμβρίου]] χιλιάδες Βουδιστές κατέβηκαν στους δρόμους ενώ 500 από αυτούς κατάφεραν υπό την επίβλεψη της αστυνομίας να πλησιάσουν στο σπίτι της βραβευμένης με το Νόμπελ ειρήνης [[Αούνγκ Σαν Σου Κι]], η οποία βρίσκεται για πάνω από τον Μάιο του [[2003]] σε κατ'οίκον περιορισμό. Δύο μέρες αργότερα τουλάχιστον 20.000 μοναχοί διαμαρτυρήθηκαν στους δρόμους της Ρανγκούν.
 
Στις [[24 Σεπτεμβρίου]] πραγματοποιήθηκε η μεγαλύτερη διαδήλωση όλων των χρόνων στην ιστορία της Μιανμάρ όταν 100.000 πολίτες και Βουδιστές κατέβηκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν κατά των οικονομικών μέτρων της κυβέρνησης αλλά και για την φτώχεια που ταλανίζει την χώρα.<ref>[http://www.e-tipos.com/newsitem?id=10616 Εκατό χιλιάδες στους δρόμους της Μιανμάρ]</ref> Το στρατιωτικό καθεστώς θορυβημένο από αυτή την εξέλιξη ανακάλεσε την 22η Μεραρχία από το κρατίδιο της Καρέν για τη Ρανγκούν. Η 22η Μεραρχία είχε χρησιμοποιηθεί για να καταστείλει και τις λαϊκές εξεγέρσεις του [[1988]] γι'´αυτό και η κίνηση αυτή προκάλεσε αίσθηση προοικονομώνταςπροκαταλαμβάνοντας τις προθέσεις της στρατιωτικής κυβέρνησης. Την επόμενη μέρα επιβλήθηκε νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας μεταξύ 9 μ.μ. και 5 π.μ. ενώ η πόλη Ρανγκούν τέθηκε υπουπό άμεσο στρατιωτικό έλεγχο. Παράλληλα τμήματα στρατού παρατάχθηκαν σε όλη την πόλη.
 
Παρ'´όλες τις προειδοποιήσεις ο λαός ξανακατέβηκε στους δρόμους. Αν και η διεθνής κοινότητα με μηνύματα ζήτησε ψυχραιμία και αυτοσυγκράτηση από το δικτατορικό καθεστώς αυτό δεν φάνηκε να τα έλαβε υπόψιν του. Στις [[26 Σεπτεμβρίου]] και ενώ ο λαός διαδήλωνε, ένα τμήμα διαδηλωτών προσπάθησε να σπάσει τον κλοιό των αστυνομικών. Αυτοί απάντησαν με ρίψη δακρυγόνων και με ξυλοδαρμό Βουδιστών. Οι αστυνομικοί και οι στρατιώτες ξυλοκόπησαν άγρια τους διαδηλωτές ενώ ακολούθησαν και αρκετές συλλήψεις. Στις [[27 Σεπτεμβρίου]] ο λαός διαδήλωσε για ακόμη μια φορά για να διαλυθεί αμέσως βίαια από το στρατό, ο οποίος πυροβολούσε στα τυφλά. Επίσης ο στρατός προχώρησε σε εκατοντάδες συλλήψεις Βουδιστών μοναχών αλλά και σε εφόδους σε μοναστήρια, τα οποία και κατέλαβε. Την επομένη φοιτητές κατέβηκαν στους δρόμους χωρίς όμως αυτή τη φορά να έχουν τους Βουδιστές στο πλευρό τους αφού όλα σχεδόν τα μοναστήρια είχαν καταληφθεί από το στρατό.
 
Κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων υπολογίζεται ότι σκοτώθηκαν πάνω από 30 πολίτες, μεταξύ των οποίων και ένας Ιάπωνας δημοσιογράφος. Επίσης συνελήφθησαν χιλιάδες άτομα τα οποία μέχρι και σήμερα κρατούνται στις φυλακές. Είναι χαρακτηριστικό ότι εκατοντάδες άνθρωποι αγνοούνται από την μέρα των επεισοδίων.
Γραμμή 293:
== Διεθνείς σχέσεις & επικρίσεις ==
 
Το στρατιωτικό καθεστώς της [[Μιανμάρ]] διατηρεί πολύ καλές σχέσεις, ειδικά σε επίπεδο οικονομικών συμφωνιών, με τη [[Ρωσία]], την [[Ταϊλάνδη]], την [[Ινδία]] και την [[Κίνα]]. Χαρακτηριστικό είναι οτιότι τον ΜάϊοΜάιο του [[2007]] Ρωσία και Μιανμάρ υπέγραψαν συμφωνία για την κατασκευή κέντρου μελετών ατομικής ενέργειας ενώ τον ίδιο χρόνο η Ινδία επένδυσε 150 εκατομμύρια δολλάριαδολάρια για έρευνες φυσικού αερίου. Πολεμικό εξοπλισμό προμηθεύεται αποαπό την Κίνα και τηντη Ρωσία ενώ στην Ταϊλάνδη πουλάει φυσικό αέριο και πετρέλαιο. Επίσης πολλές υλοτομικές κινέζικες εταιρείες δραστηροποιούνταιδραστηριοποιούνται στηνστη Μιανμάρ για πάνω αποαπό μια δεκαετία με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται το φαινόμενο της αποψίλωσης των δασών.
 
Οικονομικές σχέσεις, αν και επίσημα καταδικάζει το στρατιωτικό καθεστώς, διατηρεί και η [[Γαλλία]]. Συγκεκριμένα η γαλλική εταιρεία Total έχει τεράστιες επενδύσεις στη [[Μιανμάρ]] λόγω του φυσικού αερίου όπως και η αμερικανική Chevron. Για την κατασκευή μάλιστα του αγωγού του κοιτάσματος πετρελαίου Γιεταγκάν εκτοπίστηκαν βίαια αποαπό την περιοχή ολόκληρα χωριά. Η γαλλική κυβέρνηση πάντως, μέσω του υπουργού εξωτερικών, καλύπτει πλήρως την Total. Η στάση αυτή της Γαλλίας είναι που εμποδίζει και την λήψη ουσιαστικών κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης εναντίον της Μιανμάρ.
 
Τον Νοέμβριο του [[2007]], με αφορμή τις λαϊκές εξεγέρσεις, η [[Ευρωπαϊκή Ένωση]] και ο [[Καναδάς]], αποφάσισαν να επιβληθεί εμπάργκο σε 1207 εταιρίες της χώρας ενώ απαγόρευσαν την είσοδο στην Ε.Ε. και στον Καναδά σε όλους τους αξιωματούχους της κυβέρνησης.<ref>