Κιρκινέζι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Elanus (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 33:
 
==Βιότοπος==
Το Κιρκινέζι προτιμάει τα ανοιχτά οικοσυστήματα όπως, λιβάδια, καλλιεργημένους αγρούς, ξερές τοποθεσίες τύπου [[στέπα]]ς και χαμηλούς λόφους με λίγη βλάστηση. <ref>Χανδρινός και Δημητρόπουλος σ. 118</ref>.
 
Πολύ συχνά, ιδιαίτερα τους πρώτους μήνες της άνοιξης, αρέσκεται να κάθεται κατά ομάδες στους στύλους της ΔΕΗ, που περνάνε μέσα από αγρούς ή επαρχιακούς δρόμους.<ref>Ορνιθολογική Εταιρεία, Τεύχος ?, (άρθρο Δ. Μπούσμπουρα)</ref>.
 
==Μορφολογία==
Γραμμή 43:
Το Κιρκινέζι είναι είδος [[φυλετικός διμορφισμός|διμορφικό]], όπως και τα περισσότερα γεράκια.
 
*Μήκος σώματος: (26)-)28 έως 31-(-33) εκατοστά.
*Άνοιγμα πτερύγων: 61- έως 66-(72) εκατοστά<ref>Χανδρινός και Δημητρόπουλος σ. 118. </ref><ref>Bertel Bruun p.90</ref>.
*Βάρος (αρσενικό): 120-145 γραμμάρια.
 
Αρσενικό: Κεφάλι, τράχηλος και ουρά γκρίζα (η ουρά είναι γωνιώδης-οξύληκτη -σχετικά ευθεία στο [[Βραχοκιρκίνεζο]]- με πλατιά μαύρη οριζόντια λωρίδα στην κάτω επιφάνεια). Ράχη καστανοκόκκινη, χωρίς κηλίδες (διαφορά από το [[Βραχοκιρκίνεζο]]) και με μαυριδερά πρωτεύοντα [[ερετικά φτερά]]. Κάτω μέρος ωχρόξανθο με σκούρες καφέ κηλίδες<ref>Χανδρινός-Δημητρόπουλος, σ. 120</ref>.
 
Θηλυκό: Κεφάλι, ράχη, τράχηλος και ουρά καστανοκόκκινα με χαρακτηριστικές μαυροκαφέ ραβδώσεις (η οξύληκτη ουρά με αχνή σκουρόχρωμη οριζόντια λωρίδα στην κάτω επιφάνεια). Κάτω μέρος σαν του αρσενικού.
 
Το [[κήρωμα]] είναι κίτρινο και τα νύχια ανοιχτόχρωμα (σκούρα στο [[Βραχοκιρκίνεζο]]).
Γραμμή 57:
 
==Τροφή==
Η βασική του προτίμηση είναι τα [[έντομα]], που αποτελούν έως και το 80% της διατροφής του<ref>Χανδρινός και Δημητρόπουλος σ. 118</ref>. Κυνηγάει κυρίως ακρίδες και γρύλους και, όταν οι αγρότες καίνε τα σπαρτά, πολύ συχνά παρατηρείται να κυνηγάει τα έντομα, τα ποντίκια και τις σαύρες που προσπαθούν να διαφύγουν. <ref>Ορνιθολογική Εταιρεία, Τεύχος ? (άρθρο Δ. Μπούσμπουρα)</ref>.
 
[[Αρχείο: Gryllus campestris.jpg|thumb|left|240px|Γρύλος (Gryllus campestris), ένα από τα αγαπημένα εδέσματα του Κιρκινεζιού]]
Γραμμή 65:
==Αναπαραγωγή==
 
Έρχεται κατά σμήνη, νωρίς την άνοιξη, για να φωλιάσει στα χωριά και τις επαρχιακές πόλεις. Προτιμάει τις μικρές τρύπες στις στέγες και τα κεραμίδια παλαιών κτηρίων, καμπαναριών, κάστρων κ.ο.κ., <ref>Χανδρινός και Δημητρόπουλος σ. 118</ref>, ή σε αποθήκες, ενώ λίγα άτομα φωλιάζουν σε δέντρα, βράχους και ορθοπλαγιές. Έχει εντοπιστεί να φωλιάζει στη Θεσσαλία ακόμη και σε περιστερώνες .<ref>Ορνιθολογική Εταιρεία, Τεύχος ? (άρθρο Δ. Μπούσμπουρα)</ref>.
 
Δεν χρησιμοποιείται κάποιο υλικό επίστρωσης για τη φωλιά.
 
Η γέννα είναι (3-)4- έως 5(-6) αυγά που τα επωάζει κυρίως το θηλυκό για 28 ημέρες. <ref>Harrison, p. 114</ref>.
 
==Κατάσταση πληθυσμού==
Στο σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού και στην [[Ευρώπη]] ειδικότερα, το είδος εμφανίζει συνεχόμενη κάμψη. Είναι αρκετά σπάνιο στα βόρεια όρια της επικράτειάς του. Αυτό οφείλεται, κυρίως, στην καταστροφή των οικοτόπων του και στη χρήση εντομοκτόνων φαρμάκων που, έχουν άμεσες συνέπειες πάνω του, διότι είναι ένα κατά βάση εντομοφάγο πτηνό. <ref>BirdLife International (2006) Lesser Kestrel - BirdLife International Species Factsheet. Retrieved 2007-MAR-1</ref>.
 
Τα ίδια ισχύουν για τα Κιρκινέζια της Ελλάδας, μόνο που εδώ προστίθεται και η [[λαθροθηρία]] με σκοπό την ταρίχευση. Το Κιρκινέζι μοιάζει πολύ με το συγγενικό [[Βραχοκιρκίνεζο]] και, λόγω αδυναμίας αναγνώρισής του στο πεδίο, πέφτει θύμα με την -απαράδεκτη ούτως ή άλλως- δικαιολογία ότι είναι «πολύ συνηθισμένο», ενώ συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
 
Αντίθετα, οι αγρότες, γνωρίζοντας τη μεγάλη του συμβολή στην ακριδοθηρία και την προστασία που προσφέρει με αυτό τον τρόπο στα σπαρτά, το γνωρίζουν και το προστατεύουν. <ref>Ορνιθολογική Εταιρεία, Τεύχος ? (άρθρο Δ. Μπούσμπουρα)</ref>.
 
Γενικά είναι πολύ τοπικό ακόμη και όταν έρχεται για αναπαραγωγή.