Επίσκοπος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
IM-yb (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 10:
Στην [[Ορθόδοξη Εκκλησία]] ''επίσκοπος'' είναι ο αιρετός κληρικός που φέρει τον τρίτο βαθμό της ιεροσύνης.
 
== Ο όρος ==
[[Αρχείο:Orthodoxe Bishops gr1.JPG|thumb|right|300px|<div style='text-align: center;'>Επίσκοποι συνιερουργούντες σε λιτανεία. Διακρίνονται από αριστερά προς τα δεξιά, οι Μητροπολίτες Προικοννήσου Ιωσήφ, Εδέσσης Ιωήλ, Πειραιώς Σεραφείμ και Νικαίας Αλέξιος.</div>]]
Ο όρος "επίσκοπος" εμφανίζεται ήδη από τα έργα του Ομήρου και σημαίνει "επιβλέπων, φρουρός, επιθεωρητής", και με αυτές τις σημασίες χρησιμοποιείται σε διάφορα σημεία στη [[Μετάφραση των Εβδομήκοντα]]<ref>Βλέπε για παράδειγμα Αριθμοί 4:16· 31:14· Κριτές 9:28· 2 Βασιλέων 11:15.</ref>. Ο αναληφθείς Ιησούς Χριστός αποκαλείται "επίσκοπος" της εκκλησίας<ref>1 Πέτρου 2:25</ref> καθώς αυτός στη συνείδηση των χριστιανών θεωρείται ως επιβλέπων, φρουρός και επιθεωρητής των μελών της εκκλησίας.
 
Ωστόσο ο όρος επίσκοπος είναι περισσότερο γνωστός ως αναφερόμενος στο αξίωμα που έχουν ορισμένα άτομα στη χριστιανική Εκκλησία.
 
== Στη χριστιανική εκκλησία ==
Στην πρωτοχριστιανική κοινότητα οι μαθητές και [[απόστολοι]] του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]] έπαιζαν πρωταρχικό ρόλο στη διαμόρφωση και ανάπτυξη των κατά τόπους [[Εκκλησία|εκκλησιών]]. Πέρα από την επεκτεινόμενη ευαγγελιστική τους δράση, η χειροτονία αντρών σε θέσεις επίβλεψης ήταν μια συνεχώς αυξανόμενη ανάγκη καθώς ο αριθμός των εκκλησιών πολλαπλασιαζόταν. Οι σχετικοί όροι που χρησιμοποιούνται στην [[Καινή Διαθήκη]] για να περιγράψουν τα διορισμένα από το [[άγιο Πνεύμα]] υπεύθυνα άτομα είναι «επίσκοπος», «πρεσβύτερος» και «διάκονος». Πέραν αυτών, υπήρχαν σε μορφή δωρεάς του αγίου Πνεύματος ειδικά χαρίσματα, όπως η [[γλωσσολαλιά]], η [[προφητεία]], οι [[θαυματουργικές θεραπείες]], κλπ.
 
Ο ορισμός και η σχέση ανάμεσα στη θέση του επισκόπου και το χάρισμα της προφητείας αποτέλεσε ζήτημα μακρόχρονης θεολογική έρευνας και υπήρξε ιδιαίτερα αντιλεγόμενο ζήτημα. Η [[Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία|Ρωμαιοκαθολική]] και [[Ορθόδοξη Εκκλησία|Ορθόδοξη]] θεολογία και παράδοση θεωρούν πως η έννοια προφήτης αποτελεί ιερατική τάξη. Αντίθετα, η [[Προτεσταντισμός|Προτεσταντική]] θεολογία θεωρεί πως ουδέποτε υπήρξε ως αξίωμα αυτή η έννοια αλλά μόνο ως χάρισμα. Για να μπορέσει να οδηγηθεί σε ασφαλή συμπεράσματα η έρευνα, αρχικά ενέσκυψε στο φορέα της διαδοχής του ιερατικού αξιώματος.
 
=== 1ος αιώνας ===
Στην Καινή Διαθήκη οι όροι ''επίσκοπος'' και ''πρεσβύτερος'' φέρονται ως συνώνυμοι. Περιγράφουν τους τακτικούς δασκάλους και ποιμένες, οι οποίοι υπηρετούν ως κήρυκες και οδηγοί των μελών κάθε εκκλησίας.
 
Γραμμή 35 ⟶ 34 :
δεν δύναται να εξαχθούν απόλυτα συμπεράσματα για την έννοια του προφήτη, αν και η σημερινή κριτική θεώρηση της καινοδιαθηκηκής γραμματείας δεν ευνοεί την απολυτότητα των θέσεων περί αποσυνδέσεως χαρίσματος και ιεροσύνης, αλλά δέχεται και ρητώς πως υπήρξαν χειροτονημένοι χαρισματούχοι, όπως εκφράστηκε από τον ''R.Bultmann''<ref>Τheology of the N.T., 161-162</ref>.
 
=== 2ος αιώνας ===
==== Διαδοχή ====
 
Κατά το δεύτερο αιώνα και ειδικότερα τα πρώτα μεταποστολικά χρόνια διασώζεται επιστολή [[Κλήμης Ρώμης|Κλήμεντος]] η οποία συντάχθηκε το 96 μ.Χ. και είναι ένα σπουδαίο εύρημα προς μελέτη, που κατά την Ορθόδοξη και Καθολική θεολογία θεωρείται αποδεικτικό κατοχυρώσεως του επισκοπικού αξιώματος ιδίως δε της διαδοχής. Η σημαντικότητα της επιστολής έγκειται στο ότι ο Κλήμης υπήρξε μαθητής του [[Απόστολος Παύλος|Αποστόλου Παύλου]]<ref>Ειρηναίου, κατά Αιρέσεων 3,3,3</ref> και θεωρείτο φορέας εξαιρετικής αυθεντίας<ref>Ποιμένας του Ερμά, Όρασις. «Πέμψει ουν Κλήμης εις τας έξω πόλεις εκείνω γάρ επιτέτραπται. Γραπτή δε νουθετήσει τας χήρας και τους ορφανούς. Συ δε αναγνώσει εις ταύτην τη πόλιν μετά των πρεσβυτέρων, των προϊσταμένων της εκκλησίας»</ref>. Με βάση τον Ποιμένα ο Κλήμης έχει υπερτοπική εξουσία, ενώ η επιστολή είναι πολύ σημαντική αν ληφθεί υπόψη και η χρονολογία συγγραφής. Στην επιστολή διακρίνεται η Παύλειος ιερατική κατάταξη αλλά στη θέση των προφητών τίθενται οι επίσκοποι.<ref>Όρασις 3,5,1. Πρβλ και Παραβολή 9,15,4-16,5-25,) «Οι μεν ουν λίθοι οι τετράγωνοι και λευκοί και συμφωνούντες ταις αρμογαίς αυτών, ούτοι εισίν οι Απόστολοι και <u>επίσκοποι</u> και διδάσκαλοι και διάκονοι… επισκοπήσαντες και διδάξαντες απλώς και διακονήσαντες αγνώς και σεμνώς τοις εκλεκτοίς του θεού, οι μεν ουν κεκοιμημένοι, οι δε έτι όντες</ref> Εάν δε η ιεραρχική απαρίθμηση, εισαγόμενη με ενιαίο άρθρο, είναι απαρίθμηση λειτουργιών και όχι τάξεων, τότε είναι επίσης σημαντική η απόδοση του έργου των προφητών με το έργο των επισκόπων.
Γραμμή 47 ⟶ 46 :
Το παραστατικότερο παράδειγμα της διαδοχής είναι το παράδειγμα του Πολύκαρπου Σμύρνης<ref>Ειρηναίος κατά αιρέσεων 3,3,4</ref> ο οποίος καίτοι μαθητής των αποστόλων , τον οποίο κατέστησαν οι ίδιοι συνεχιστή του έργου του στη [[Μικρά Ασία]], εγκαταστάθηκε μόνιμα στη [[Σμύρνη]] χωρίς όμως να πάψει την προηγούμενη ιδιότητά του. Η σοβαρότητα της μαρτυρίας έγκειται αναλογιζόμενοι τη έννοια του επισκόπου του Μητροπολιτικού συστήματος, που καθιερώθηκε πλήρως κατά το 3ο αιώνα. Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι η έννοια τού όρου επίσκοπος άρχισε να μετατρέπεται κατά το δεύτερο αιώνα, λόγω της εγκατάστασης των προφητών στις τοπικές εκκλησίες, ως αρχιερείς, αλλά και πως η επισκοπή αποτελούσε σημαντικό οργανικό κομμάτι ιδιαίτερα με την ανάπτυξη πρώτα στη Ρώμη του συστήματος με την ενοριακή υποδιαίρεση. Τέλος υπήρχαν ήδη προβλήματα στην διαδοχή των επισκοπών κατά τον πρώτο αιώνα (Κόρινθος, Διοτρεύς) αλλά και στη γενικότερη μετάβαση των προφητών προς κάποια τοπική επισκοπή.
 
==== Διαμόρφωση ρόλου και καθήκοντα ====
[[Αρχείο:Orthodoxe Bishops gr1.JPG|thumb|right|300px250px|<div style='text-align: center;'>Επίσκοποι συνιερουργούντες σε λιτανεία. Διακρίνονται από αριστερά προς τα δεξιά, οι Μητροπολίτες Προικοννήσου Ιωσήφ, Εδέσσης Ιωήλ, Πειραιώς Σεραφείμ και Νικαίας Αλέξιος.</div>]]
 
Κατά το πρώτο αιώνα η έννοια του επισκόπου ήταν συνυφασμένη με την έννοια του τοπικού ιερατείου. Τόσο ο ρόλος του επισκόπου, όσο και η αυθεντία του ρόλου από τον εκάστοτε επίσκοπο δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί σήμερα διάφορος ακόμα και από το ρόλο που [[Πρεσβύτερος|πρεσβυτέρου]] του τοπικού ιερατείου. Κατά τη διάρκεια όμως του 2ου αιώνα η έννοια επίσκοπος τόσο σε ότι αφορά το φορέα της θεολογικής αυθεντίας, όσο και το περιεχόμενο της εκκλησιαστικής λειτουργίας φαίνεται να δέχεται ουσιαστική μετατροπή, όπως μαρτυράται από την διασωθείσα γραμματεία. Έτσι κατά τον 2ο αλλά κυρίως τον 3ο αιώνα ο επίσκοπος πλέον καθίσταται ορατή κεφαλή της εκάστοτε τοπικής εκκλησίας. Ο πρώτιστος ρόλος του επισκόπου ήταν η διαφύλαξη και η προβολή, ως φορέων της αποστολικής διαδοχής της ακαινοτόμητης παρακαταθήκης της αποστολικής παραδόσεως. Δηλαδή στόχος της καθιέρωσης του θεσμού του επισκόπου είναι να αναδειχθεί σε φύλακα της αποστολικής παραδόσεως. Προς αυτήν της κατεύθυνση δε, κινούνται και οι διασωθέντες επισκοπικοί κατάλογοι του β΄ και γ΄ αιώνα. Το δεύτερο, πολύ μεγάλο καθήκον του επισκόπου ήταν η τέλεση της θείας ευχαριστίας, καθότι στο μυστήριο της θείας ευχαριστίας συνοψιζόταν η εμπειρία της πραγματικής παρουσίας του Χριστού σε αυτή. Η τέλεση της ευχαριστιακής λειτουργίας μέχρι να εισέλθει η εκκλησία στο ανεπτυγμένο Μητροπολιτικό σύστημα του 3ου και 4ου αιώνα, θα λέγαμε πως ταυτίζεται με τον επίσκοπο. Τη συνείδηση αυτή προβάλει και ο Ιγνάτιος προς τις επισκοπές<ref>Προς Εφεσίους, Μαγνησίους, Τραλλιανούς, Ρωμαίους, Φιλαδελφείς, Σμυρναίους και επίσκοπο Σμύρνης και διάδοχο την αποστόλων Πολύκαρπο</ref> αναφέροντας «Σπουδάσατε ουν μια ευχαριστία χρήσθαι, μια σαρξ ημών Ιησού Χριστού και εν ποτήριον εις γνώσιν αυτού. Εν θυσιαστήριον, ως εις επίσκοπος άμα τω πρεσβυτέρω και διακόνοις, τοις συνδούλοις μου». Οι επίσκοποι ως στόμα και κεφαλή κάθε τοπικής εκκλησίας ήταν υπεύθυνοι για τον αντιαιρετικό αγώνα. Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να εννοηθεί και η συνοδικότητα η οποία άρχισε να λειτουργεί κατά τον β αιώνα, ως πρότυπο της αποστολικής συνόδου του 49 μ.Χ., που κύριο στόχο είχε την διατήρηση του ορθού δόγματος αλλά και τη λήψη αποφάσεων οργανωτικών μέτρων με βάση τη ταχεία ανάπτυξη του Χριστιανισμού, αφού το σύνολο των επισκόπων θεωρείτο και ο φορέας της διαχρονικής αυθεντικότητας της βιούμενης από κάθε τοπική εκκλησίας αποστολικής παραδόσεως. Οι πρώτες σύνοδοι ασχολήθηκαν με το φαινόμενο του [[Μοντανισμός|Μοντανισμού]]<ref>Ευσεβίου εκκλ. Ιστ. 5,19,2</ref>. Η ενότητα των επισκόπων επιβεβαιωνόταν με της κοινωνία των επισκόπων. Σε ότι αφορά τη γραμματεία πολλοί θεολόγοι χαρακτηρίζουν πολλές επισκοπικές επιστολές ακόμα και ως συνοδικές. Υπό την έννοια ότι ο χαρακτήρας των επιστολών έχει συνοδικό κύρος, από τον εκάστοτε επίσκοπο αφού εν τέλει ακολουθήθηκε από το σύνολο των εκκλησιών ως αυθεντική του βιώματος της πίστης της εκκλησίας. Στα καθήκοντα του επισκόπου ήταν και χειροτονία νέων επισκόπων. Μέσω του συνοδικού συστήματος, οι κοντινότεροι τοπικά επίσκοποι συναθροίζονταν ώστε εξετάσουν ποιοι από του υποψηφίους αληθώς ήσαν δεδοκιμασμένοι και ελλόγιμοι. Ο κάθε υποψήφιος επίσκοπος θα έπρεπε να διαθέτει προσόντα, όπως ο έντιμος βίος, η εν Χριστώ ορθώς ομολογούμενη πίστη. Στην εκλογή του νέου επισκόπου τρεις επίσκοποι τελούσαν τη [[χειροτονία]], ενώ παρευρίσκοντο πλήθος επισκόπων με τους οποίους αντάλλασε ασπασμό αγάπης. Στην εκλογή νέου επισκόπου επίσης έπαιζε σημαντικό ρόλο και η άποψη του ποιμνίου της εκάστοτε τοπικής εκκλησίας.
 
== Υποσημειώσεις ==
{{reflist|2}}
 
== Βιβλιογραφία ==
 
* «'''Εκκλησιαστική Ιστορία'''» - Βλασίου Φειδά, Εκδόσεις Διήγηση, Αθήνα, 2002
 
== Δείτε επίσης ==
* [[Τιτουλάριος επίσκοπος]]
* [[Μητροπολίτης]]
Γραμμή 64:
* [[Πατριάρχης]]
 
== Εξωτερικοί σύνδεσμοι ==
* [http://rnn.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=427&Itemid=33 ''Ο θεσμός του επισκόπου''], από τον Δ.Ν. Μόσχο, Λέκτορα Γενικής Εκκλησιαστικής Ιστορίας Τμήματος Θεολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών.
* ''International Herald Tribune'', 8ης Ιουλίου 2008, "[http://www.iht.com/articles/2008/07/08/europe/08anglican.php As schism lurks, the Church of England endorses women as bishops]" {{en}}: Η [[Αγγλικανική Εκκλησία]] και η χειροτονία γυναικών ως επισκόπων.