Αρειανισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Μεταφέρω 61 σύνδεσμους interwiki, που τώρα παρέχονται από τα Wikidata στο d:Q83922
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 9:
ἀνεπίμικτοι ἑαυταῖς εἰσιν αἱ ὑποστάσεις αὐτῶν,<br>
μία τῆς μιᾶς ἐνδοξοτέρα δόξαις ἐπ’ ἄπειρον.<br>
Ξένος τοῦ Υἱοῦ κατ’ οὐσίαν ὁ Πατήρ, ὅτι ἄναρχος ὑπάρχει».<ref>Απόδοση: «Ο Θεός [...] που είναι χωρίς αρχή έκανε τον Γιο αρχή των δημιουργημάτων, Τον παρήγαγε ως γιο για τον εαυτό του μέσω τεκνοποίησης. [Ο Γιος] δεν έχει κανένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ύπαρξης του Θεού· Διότι δεν είναι ίσος ούτε ίδια ύπαρξη (της ίδιας ουσίας) με εκείνον. [...] Συνεπώς υπάρχει Τριάδα, όχι όμοιας δόξας. Οι υπάρξεις (υποστάσεις) τους δεν αναμειγνύονται μεταξύ τους. Όσον αφορά τηστη δόξα του καθενός τους, η μία είναι απείρως πιο ένδοξη από την άλλη. Ο Πατέρας είναι ξένος προς τον Γιο ως προς την ουσία του, επειδή Αυτός υπάρχει χωρίς αρχή». (Βλέπε σχετικά [http://faculty.wlc.edu/thompson/fourth-century/index.htm?http&&&faculty.wlc.edu/thompson/fourth-century/Arius/thaliaintro.htm εδώ], στον ιστότοπο του Dr. Glen L. Thompson, ομότιμου καθηγητή του τμήματος Αρχαίας και Ευρωπαϊκής Ιστορίας στο Wisconsin Lutheran College)</ref><br>}}
|-
| style="text-align: right;" | — [[Άρειος]], ''Θάλεια'' (περ. [[322]]<ref>''Arius: Heresy and Tradition'' Revised edition, Wm. B. Eerdmans Publishing Company, 2002, σελ. 63.</ref>)
Γραμμή 16:
Ο όρος '''αρειανισμός''' αναφέρεται στις [[Θεολογία|θεολογικές]] θέσεις που έγιναν ευρέως γνωστές από το θεολόγο και πρωτοπρεσβύτερο [[Άρειος|Άρειο]] (π. [[250]]-[[336]]), ο οποίος έζησε και δίδαξε στην [[Αλεξάνδρεια (Αιγύπτου)|Αλεξάνδρεια]] της [[Αίγυπτος|Αιγύπτου]] στις αρχές του [[4ος αιώνας|4ου αιώνα]]. Η πιο αμφιλεγόμενη πτυχή των διδασκαλιών του Άρειου αφορούσε τη σχέση μεταξύ του [[Θεός Πατέρας|Θεού Πατέρα]] και του προσώπου του [[Ιησούς Χριστός|Ιησού Χριστού]] με σημαντικές [[Τριάδα|τριαδικές]] προεκτάσεις.
 
Ο αρειανισμός θεωρείται, απ' το μεγαλύτερο κομμάτι του [[Χριστιανισμός|Χριστιανισμού]], μια από τις τρεις πιο σημαντικές [[Αίρεση|αιρέσεις]], μαζί με τον [[Νεστοριανισμός|Νεστοριανισμό]] και τον [[Μονοφυσιτισμός|Μονοφυσιτισμό]]. Οι θέσεις που προάσπισε ο Άρειος τόνιζαν οτιότι ο Ιησούς ήταν δημιούργημα και όχι υπόσταση του [[Θεός|Θεού]].
 
Οι θέσεις αυτές βρήκαν ιδιαίτερη απήχηση μεταξύ των υπηκόων της [[Βυζαντινή αυτοκρατορία|Βυζαντινής αυτοκρατορίας]] αλλά και σε όλα τα [[Γερμανική ιστορία|γερμανικά]] φύλα, με εξαίρεση τους [[Φράγκοι|Φράγκους]]. Οι θέσεις αυτές καταδικάστηκαν τελικά στο πρόσωπο του Αρείου από την [[Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας|Πρώτη Σύνοδο της Νίκαιας]] το [[325]] αλλά και από την [[Πρώτη Σύνοδος της Κωνσταντινούπολης|Πρώτη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης]] το [[381]].
Γραμμή 58:
Την ίδια περίοδο ο Άρειος συνέταξε τη ''[[Θάλεια (δράμα)|Θάλεια]]'', ένα κείμενο που περιείχε διάφορα είδη οδοιπορικών, ναυτικών και επιμυλίων ασμάτων με θεολογικό περιεχόμενο. Η συγκρότηση της ''Θάλειας'' ως κείμενο δηλωτικό των Αρειανικών θέσεων, είχε ως αποτέλεσμα τη σύγκληση νέας υπερτοπικής αυτή τη φορά συνόδου, το [[320]] η οποία καταδίκασε παμψηφεί και ομοφώνως την αιρετική διδασκαλία του Αρείου, αναθεματίζοντας και τους οπαδούς του. Η αδράνεια όμως στην προκλητική συμπεριφορά των οπαδών τού Αρείου είχε προκαλέσει μεγάλη δυσφορία σε μέρος της εκκλησιαστικής κοινότητας, τη στιγμή που ο Κόλλουθος αποτελούσε ιδιαίτερο στόχο του Αρείου, αφού του πρόσαπτε την καταδίκη του. Ο Κόλλουθος εντέλει θεληματικώς απεσχίσθη, συνεχίζοντας όμως το σκληρό αγώνα κατά του Αρείου.
 
Ο Αλέξανδρος βλέποντας πως η αδράνειά του προκάλεσε διχασμό, όχι μόνο πλέον στην τοπική εκκλησία, αλλά και στο σύνολο της εκκλησίας, ανέλαβε πρωτοβουλίες συγγράφοντας πλήθος επιστολών προς τις κεφαλές των εκκλησιών και τους κυριότερους επισκόπους της εποχής. Τα πράγματα όμως πήραν άλλη τροπή όταν ο [[Λικίνιος]] επηρεασμένος από τον Αρειανόφρονα [[Ευσέβιος Νικομήδειας|Ευσέβιο Νικομήδειας]],<ref>Είχαν συγγενική σχέση</ref> απαγόρευσε τη σύγκληση συνόδων ή επικοινωνίας μεταξύ επισκόπων το [[322]]. Οι επιστολές που διασώζονται είναι 2δύο και έχουν σαφή καταγγελτικό λόγο κατά των Αρειανοφρόνων επισκόπων και κληρικών, ιδίως δε προς τον Ευσέβιο Νικομήδειας, καθώς και μια σύντομη αναίρεση των δογμάτων του Αρείου με βάση την [[Αγία Γραφή]]. Επίσης δημιουργήθηκε μια συλλογή που ονομάσθηκε ''Τόμος'', η οποία περιείχε το κείμενο της καθαιρέσεως και τις επιστολές του Αλεξάνδρου με την αναίρεση των Αρειανικών θέσεων. Ο Αλέξανδρος έτσι πέτυχε συντριπτικό πλήγμα στην Αρειανή διδασκαλία, αφού το κείμενό υπογράφηκε από την πλειοψηφία των επισκόπων, ενώ ταυτόχρονα πέτυχε να αναδείξει τις θεολογικές αρχές τις αλεξανδρινής θεολογίας, προσανατολισμένες στη βάση της αντιμετώπισης των Αρειανικών δοξασιών.
 
===Α΄ Οικουμενική σύνοδος===
Γραμμή 64:
Η απόφαση του [[Λικίνιος|Λικινίου]] για παύση επικοινωνίας των επισκόπων αναμφίβολα βοήθησε τη δραστηριότητα του Αρείου, σε τοπικό επίπεδο. Η νίκη όμως του [[Μέγας Κωνσταντίνος|Κωνσταντίνου]] επί του Λικινίου επέφερε το τέλος της πολιτικής του Λικινίου και την επιρροή του [[Ευσέβιος Νικομήδειας|Ευσεβίου Νικομηδείας]] στα Αυτοκρατορικά κλιμάκια και ταυτόχρονα έδωσε τη δυνατότητα αντιμετώπισης του αρειανισμού. Έτσι ο σύμβουλος του Κωνσταντίνου, [[Όσιος Κορδούης]] μετέβη και παρέστη σε δύο συνόδους σε [[Αντιόχεια]] και [[Αλεξάνδρεια]] το [[324]] και [[325]], με επίκεντρο τον Αρειανισμό. Στην σύνοδο δε της Αντιοχείας υιοθετήθηκε και ένα σύμβολο δηλωτικό των θέσεων της εκκλησίας. Ο Κορδούης έτσι απέκτησε πλήρη εικόνα για τη διάσταση που είχε λάβει η έριδα και μεταφέροντας τα τεκταινόμενα στον Αυτοκράτορα, προέκυψε η απόφαση του ιδίου για μια οικουμενική σύνοδο, αν και αρχικά στόχο είχε τη δημιουργία μιας συνόδου, που θα αποτελείτο από εκπροσώπους των ανατολικών εκκλησιών. Έτσι αποφασίσθηκε να πραγματοποιηθεί η [[Πρώτη Σύνοδος της Νίκαιας|Α΄ Οικουμενική σύνοδος]] στη Νίκαια της [[Βιθυνία]]ς, με στόχο την ακεραιότητα της αποστολικής παραδόσεως, την προσπάθεια αποκατάστασης της ενώσεως του εκκλησιαστικού σώματος και, κατ' επέκταση, ολόκληρης της ταχύτατα εκχριστιανιζόμενης ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
 
Οι υπέρμαχοι των θέσεων του Άρειου θεωρούσαν ότι η ορολογία που χρησιμοποιήθηκε από την άλλη πλευρά ήταν "ξένα ρήματα" και "άγραφα", λέξεις ή εκφράσεις δηλαδή που δεν υπήρχουνυπάρχουν αυτούσιες στην [[Αγία Γραφή]], όπως αναφέρει ο Αθανάσιος.<ref>[[Αθανασίου Αλεξανδρείας]], ''Επιστολή Περί της εν Νικαία συνόδου'' 21.1.</ref> Η σύνοδος της Νίκαιας εν τέλει πήρε σαφή και ξεκάθαρη θέση κατά του Αρείου και των επισκόπων που είχαν τις ίδιες απόψεις με εκείνον, με την υιοθέτηση πρωτοεμφανιζόμενων μεν εκφράσεων —σύμφωνα με τα λεγόμενα του [[Αθανάσιος Αλεξανδρείας|Αθανάσιου]]— αλλά όχι και πρωτοεμφανιζόμενων εννοιών,<ref>«{{Πολυτονικό|Οἱ δὲ ἐπίσκοποι, οὐχ ἑαυτοῖς εὑρόντες τὰς λέξεις ἀλλ΄ ἐκ τῶν πατέρων ἔχοντες τὴν μαρτυρίαν, οὕτως ἔγραψαν}}». ([[Θεοδώρητος Κύρου]], ''Εκκλησιαστική Ιστορία'' 37.4)</ref> γεγονός που, αν και αρειανίζων, ''"ωμολόγησε και αυτός ο [[Ευσέβιος ο Καισαρείας|Ευσέβιος Καισαρείας]]"''.<ref>Καρμίρης Ιωάννης, ''Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας'', τόμ. Α', 2η έκδ., Αθήνα 1960, σελ. 59</ref> Τέτοιες εκφράσεις ήταν οι «{{Πολυτονικό|ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ πατρός}}», «{{Πολυτονικό|γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα}}» και «{{Πολυτονικό|ὁμοούσιον τῷ πατρί}}» και των τελικών [[Ανάθεμα|αναθεματισμών]] «{{Πολυτονικό|τοὺς λέγοντας· ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν καὶ πρὶν γεννηθῆναι οὐκ ἦν, καὶ ὅτι ἐξ οὐκ ὄντων ἐγένετο, ἢ ἐξ ἑτέρας ὑποστάσεως ἢ οὐσίας φάσκοντας εἶναι, ἢ κτιστὸν ἢ τρεπτὸν ἢ ἀλλοιωτὸν τὸν υἱὸν τοῦ θεοῦ ἀναθεματίζει ἡ καθολικὴ ἐκκλησία}}». Αν και ο όρος «''ομοούσιος''» και οι εκφράσεις που χρησιμοποιήθηκαν από επισκόπους που υποστήριζαν τις απόψεις του Αθανάσιου ήταν νέες, εν τούτοις για τους εκκλησιαστικούς άνδρες, είχε επιτευχθεί αυτό που πίστευαν ότι αποτελούσε ''"την παρουσία τής κατά περιεχόμενον σχετικής διδασκαλίας εις την Αγίαν Γραφήν"'',<ref>Ξεξάκης Γ. Νικόλαος, ''Προλεγόμενα εις την Ορθόδοξον Δογματικήν'', Αθήνα 2000, σελ. 132</ref> όπως σχετικά υποστήριξε και ο Μέγας Αθανάσιος.<ref>«{{Πολυτονικό|Γινωσκέτω δὲ ὅμως, εἴ τίς ἐστι φιλομαθής, ὅτι εἰ καὶ μὴ οὕτως ἐν ταῖς γραφαῖς εἰσιν αἱ λέξεις, ἀλλά, καθάπερ εἴρηται πρότερον, τὴν ἐκ τῶν γραφῶν διάνοιαν ἔχουσι καὶ ταύτην ἐκφωνούμεναι σημαίνουσι τοῖς ἔχουσιν εἰς εὐσέβειαν τὴν ἀκοὴν ὁλόκληρον}}». (Αθανασίου Αλεξανδρείας, ''Επιστολή Περί της εν Νικαία συνόδου'' 21.2, 3 [PG 25:453ΑΒ])</ref> Απαντώντας μάλιστα ο [[Αθανάσιος Αλεξανδρείας|Μ. Αθανάσιος]] στις "μάταιες", όπως τις περιγράφει, αιτιάσεις των αρειανών ότι στο σύμβολο χρησιμοποιήθηκαν "άγραφες" λέξεις, τους καταλόγισε τα όμοια: «{{Πολυτονικό|Ὁ γογγυσμὸς δὲ αυτών [τῶν Ἀρειανῶν], ὅτι ἄγραφοί εἰσιν αἱ λέξεις, ἐλέγχεται παρ΄ αὐτῶν μάταιος· ἐξ ἀγράφων γὰρ ἀσεβήσαντες (ἄγραφα δὲ τὸ "ἐξ οὐκ ὄντων" καὶ τὸ "ἦν ποτε ὅτε οὐκ ἦν"), αἰτιῶνται διότι ἐξ ἀγράφων μετ΄ εὐσεβείας νοουμένων λέξεων κατεκρίθησαν. Αὐτοὶ μὲν γὰρ ὡς ἐκ κοπρίας εὑρόντες ἐλάλησαν ἀληθῶς ἀπὸ γῆς, οἱ δὲ ἐπίσκοποι, οὐχ ἑαυτοῖς εὑρόντες τὰς λέξεις ἀλλ΄ ἐκ τῶν πατέρων ἔχοντες τὴν μαρτυρίαν, οὕτως ἔγραψαν}}».<ref>Θεοδώρητος Κύρου, ''Εκκλησιαστική Ιστορία'' 36.22-37.5</ref>
 
Στη σύνοδο ήταν παρόντες ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο οποίος κατά μερικούς θεολόγους<ref>Β.Στεφανίδης-Έρευνα περι των εν Βυζαντινώ κράτει σχέσεων Εκκλησίας-Κράτους, 11 κεξ</ref> υπήρξε συμπροεδρεύον της συνόδου, ενώ κατά άλλους δεν προήδρευσε<ref>Βλάσιος Φειδάς, Εκκλ. Ιστ., κεφ. Προεδρία και συγκρότηση της συνόδου</ref> και περίπου 270<ref>Σύμφωνα με τις διασωθείσες υπογραφές οι επίσκοποι ήταν 220, κατά τον Ευσέβιο πάνω από 250, κατά τον Αντιοχείας Ευστάθιο περίπου 270, κατά τον Μέγα Αθανάσιο περισσότεροι ή λιγότεροι από 300, κατά τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο 300 και πλέον και, αργότερα, κατά τον Μέγα Αθανάσιο [[318]] (τιη'), αριθμός που προέκυψε από την επιθυμία των θεολόγων να αποδείξουν ότι όπως ο Αβραάμ κατατρόπωσε τους εχθρούς του με 318 υπηρέτες το ίδιο συνέβη και στην σύνοδο της Νίκαιας αντιτυπικά. (Γένεση 14:14)</ref> επίσκοποι, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν από την Ανατολή, ενώ 5 μόνο προέρχονταν από τη Δύση,<ref>Ο επίσκοπος Ρώμης [[Πάπας Σιλβέστρος Α΄|Σιλβέστρος]] δεν βρισκόταν καν στη σύνοδο, παρά μόνο έστειλε δύο πρεσβυτέρους ως αντιπροσώπους του.</ref> οι οποίοι εδέχθησαν ομοφώνως την απόφαση τη συνόδου. Σύμφωνα δε με τον [[Φιλοστόργιος|Φιλοστόργιο]],<ref>[[Φιλοστόργιος]], ''Eκκλησιαστική Ιστορία'' 1,8</ref> παρέστησαν 22 [[Επίσκοπος|επίσκοποι]] ταυτιζόμενοι με τις Αρειανικές παραδοχές. Ο αριθμός όμως κρίνεται σήμερα αναξιόπιστος καθώς σε αυτόν συνυπολογίζονται και μη Αρειανόφρονες επίσκοποι όπως ο Μελίτιος. Πιο πιθανός αριθμός προκρίνεται η άποψη του [[Σωζομενός|Σωζομενού]] πως ήταν 17.<ref>Εκκλ. Ιστ. 1, 20</ref> Μάλιστα πολλοί από αυτούς δεν ταυτίζονταν με την ακραία αρειανική δογματική και για αυτό δεν ήσαν έτοιμοι να επιμείνουν στη υποστήριξη του. Αντίστοιχα, στην αντίπαλη πλευρά υπήρχαν διαφορές ως προς την ομολογία των θέσεων που κατέθεσαν, καθώς οι αυστηρότεροι από εκείνους την αντιμετώπισαν με μεγάλη δυσαρέσκεια καθώς ήταν ασαφής σε σχέση με την αρειανική διδασκαλία. Η θέση των επισκόπων στη σύνοδο ακόμα και σήμερα αξιολογείται από την θεολογική έρευνα καθώς προκρίνονται δύο περιπτώσεις. Η μία που τους εμφανίζει ως ισότιμα μέλη με όλους τους επισκόπους και η έτερη που τους εμφανίζει ως ηθικά υπόδικους στη σύνοδο, όπως υποστηρίζει ως πιθανότερη και ο καθηγητής [[Βλάσιος Φειδάς]].
Γραμμή 98:
Οι έριδες όμως δεν έπαψαν και ενώ οι νικαϊστές επίσκοποι έδειχναν να μένουν εκτός οργάνων λήψεων των αποφάσεων, βρήκαν ευκαιρία να δηλώσουν την παρουσία τους λόγω των εσωτερικών αρειανικών ερίδων. Ο Κωνστάντιος αξίωσε για τη γεφύρωση του χάσματος δίδυμη οικουμενική σύνοδο, κάτι που όλες οι αρειανίζουσες ομάδες επεδίωξαν. Έτσι συγκλήθηκε σύνοδος το [[359]] στη [[Αριμίνο]] του [[Ρίμινι]] με παρουσία 400 περίπου επισκόπων. Η βάση της συνόδου ήταν το σύμβολο του Σιρμίου ή 4ου συμβόλου του Σιρμίου του [[359]]. Η απόφαση όμως των επισκόπων ήταν καταδίκη των αρειανικών απόψεων και επιβεβαίωση του Συμβόλου της Νίκαιας του [[325]], με παράλληλη απόφαση καθαίρεσης των αρειανοφρόνων. Η απόφαση αυτή πάρθηκε στις 21 Ιουλίου του [[359]]. Όμως η σύνοδος έπρεπε να κυρωθεί από τον Αυτοκράτορα και κατά σύνοδο της κυρώσεως στη Νίκη της Θράκης, αντιπρόσωποι των «''ομοίων''» και σύμβουλοι του αυτοκράτορα μετά από πιέσεις και απειλές υποχρέωσαν σε άρνηση της αποφάσεως και επικύρωση του συμβόλου του Σιρμίου, απαλείφοντας και την «''κατά πάντα''» ομοιότητα, που έθεταν οι «''ομοιουσιανοί''». Ο έπαρχος Ταύρος μάλιστα πίεσε τους επισκόπους που έλαβαν μέρος στη σύνοδο να δεχθούν το σύμβολο του Σιρμίου, και σε νέα σύνοδο 160 επισκόπων στη Σελεύκεια το [[359]], αρχικά απέρριψαν και πάλι το σύμβολο, τελικά όμως μετά την παρέμβαση του αυτοκράτορα η σύνοδος υποχρεώθηκε σε υπογραφή του Συμβόλου του Σιρμίου, καθαιρώντας τον Αέτιο, ηγέτη των «''ανομοίων''», και τους κυριότερους επισκόπους των «''ομοιουσιανών''».<ref>Μέγας Αθανάσιος, Περί των Γενομένων εν Αριμίνω και Σελευκεία συνόδων και Θεοδώρητος, Εκκλ. Ιστ. 2, 28</ref>
 
Η έριδα ανάμεσα σε «''ομοίους''» και «''ομοιουσιανούς''» κλιμακώθηκε, αλλά στο τέλος αυτής της περιόδου ήρθαν στη επιφάνεια δυο μεγάλα θεολογικά ζητήματα. Αφ'ενόςΑφενός η θεμελίωση του όρου «''όμοιος''», αφετέρου ο σαφής προσδιορισμός των όρων «''υπόσταση''», «''πρόσωπο''», «''ουσία''», που αποτέλεσε το δρόμο προς την [[Β΄ Οικουμενική Σύνοδος|Β΄ οικουμενική σύνοδο]].
 
==== H περίοδος ως την Β΄ Οικουμενική σύνοδο [[361]]-[[381]]====