Τζον Ρωλς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 22:
Ο Ρωλς σπάνια έδινε συνεντεύξεις και έχοντας τόσο ένα τραύλισμα όσο και ένα αίσθημα τρόμου απέναντι στα φώτα της δημοσιότητας, παρά την φήμη του δεν έγινε διανοούμενος. Αντίθετα παρέμεινε αφοσιωμένος κυρίως στην ακαδημαϊκή και οικογενειακή του ζωή.
 
Το 1995 υπέστη το πρώτο εγκεφαλικό επεισόδιο που εμπόδισε σοβαρά την συνέχιση της εργασίας του. Εντούτοις κατάφερε να ολοκληρώσει το βιβλίο με τίτλο ''Ο Νόμος των Λαών, ''την πληρέστερη κατάθεση των απόψεών του για το διεθνές δίκαιο και λίγο πριν τον θάνατό του τον Νοέμβριο 2002 δημοσιεύτηκε το ''Η Δικαιοσύνη ως ΑκριβοδικείαΑκριβοδικία: Αναδιατύπωση, ''ως απάντηση στις κριτικές του ''Θεωρία της Δικαιοσύνης.''
 
== Συμβολή στην πολιτική και ηθική φιλοσοφία ==
Γραμμή 40:
 
=== ''Θεωρία της Δικαιοσύνης'' ===
Το πρώτο έργο του Ρωλς, που δημοσιεύτηκε το 1971, στόχευε στην επίλυση των φαινομενικά ανταγωνιστικών απόψεων περί ελευθερίας και ισότητας. Το σχήμα που λαμβάνει η λύση του Ρωλς, όμως δεν ήταν εκείνο μιας εξισορροπητικής ενέργειας που συμβίβασε ή εξασθένησε τις ηθικές αξιώσεις της μιας αξίας εν συγκρίσει προς της άλλης. Πρόθεση του Ρωλς ήταν μάλλον να δείξει ότι, ιδέες περί ελευθερίας και ισότητας μπορούν να ενσωματωθούν σε μια αδιάλειπτη ενότητα που αποκαλείται ''δικαιοσύνη ως ακριβοδίκαιαακριβοδικία.'' Εξηγώντας την ορθότερη άποψη που πρέπει να έχουμε όταν στοχαζόμαστε για την δικαιοσύνη, ο Ρωλς ήλπιζε ότι θα αποδεικνυόταν η απατηλότητα της υποθετικής σύγκρουσης μεταξύ ελευθερίας και ισότητας.
 
==== Η πρωταρχική θέση ====
Γραμμή 67:
Ο Ρως ισχυρίζεται περαιτέρω ότι οι αρχές αυτές πρέπει να ταξινομηθούν σε «λεξικογραφική διάταξη» ώστε να δίνουν προτεραιότητα στις βασικές ελευθερίες έναντι των περισσότερο εξισωτικών απαιτήσεων της δεύτερης αρχής. Και αυτό είναι κάτι που έχει γίνει θέμα συζήτησης μεταξύ ηθικών και πολιτικών φιλοσόφων.
 
Τέλος, ο Ρωλς θεωρεί ότι η προσέγγισή του βρίσκει εφαρμογή σε εκείνο που αποκαλεί «ευτεταγμένη κοινωνία ... φτιαγμένη ώστε να αναπτύσσει το αγαθό των μελών της και αποτελεσματικά ρυθμιζόμενης μέσω μιας δημόσιας αντίληψης περί δικαιοσύνης». Από την άποψη αυτή κατανοεί την δικαιοσύνη ως ακριβοδικείαακριβοδικία ως συμβολή στην «ιδανική θεωρία», ως τον προσδιορισμό «αρχών που χαρακτηρίζουν μια ευτεταγμένη κοινωνία υπό ευνοϊκές συνθήκες». Πολλές πρόσφατα έργα πολιτικής φιλοσοφίας θέτουν το ερώτημα τί μπορεί να υπαγορεύει η δικαιοσύνη ως ακριβοδικείαακριβοδικία (ή, ακόμη, αν είναι έστω χρήσιμη) για προβλήματα «μερικής συμμόρφωσης» στις «μη ιδανικές θεωρίες».
 
=== Πολιτικός φιλελευθερισμός ===
Στον ''Πολιτικό Φιλελευθερισμό ''(1993) ο Ρωλς στρέφεται προς το ζήτημα της πολιτικής νομιμοποίησης μέσα στα πλαίσια δυσεπίλυτων φιλοσοφικών, θρησκευτικών και ηθικών διαφωνιών μεταξύ των πολιτών που αφορούν στο αγαθό. Μια τέτοια διαφωνία είναι εύλογη, επιμένει ο Ρωλς - είναι αποτέλεσμα της ελεύθερης άσκησης του λόγου σε συνθήκες ευρείας ισότητας και ελεύθερης συνείδησης, τις οποίες το φιλελεύθερο κράτος σχεδιάστηκε για να διαφυλάττει. Το ζήτημα της νομιμοποίησης της εύλογης διαφωνίας ήταν για τον Ρωλς επείγον, διότι η δική του δικαιολόγηση της Δικαιοσύνης ως ΑκριβοδικείαςΑκριβοδικίας βασίστηκε σε μια (καντιανή) αντίληψη του ανθρώπινου αγαθού η οποία μπορούσε εύλογα να απορριφθεί. Αν η πολιτική αντίληψη που προσφέρεται στην ''Θεωρία της Δικαιοσύνης'' μπορεί να φαίνεται ορθή μέσω της επίκλησης μιας αντιθετικής αντίληψης περί ανθρώπινης ανάπτυξης, δεν είναι σαφές πώς ένα φιλελεύθερο κράτος οργανωμένο βάσει αυτής μπορεί να νομιμοποιηθεί.
 
Η διαίσθηση που εμψυχώνει αυτή την φαινομενικά νέα εξέταση στην πραγματικότητα δεν διαφέρει από την κατευθυντήρια ιδέα της ''Θεωρίας της Δικαιοσύνης ''ότι ο θεμελιώδης χάρτης μιας κοινωνίας πρέπει να συντάσσεται επάνω σε αρχές, επιχειρήματα και λόγους που δεν μπορούν να απορριφθούν εύλογα από πολίτες των οποίων οι ζωές περιορίζονται από κοινωνικούς, νομικούς και πολιτικούς όρους. Με άλλα λόγια, η ορθότητα ενός νόμου εξαρτάται από το αν η δικαιολόγησή της δεν μπορεί να απορριφθεί ορθολογικά. Η παλαιά αυτή ενόραση, όμως, πήρε νέο σχήμα όταν ο Ρωλς κατάλαβε ότι η εφαρμογή της πρέπει να επεκταθεί έως την πλήρη δικαιολόγηση της Δικαιοσύνης ως ΑκριβοδικείαςΑκριβοδικίας καθ' εαυτήν, την οποία είχε παρουσιάσει υπό όρους ορθολογικά απορριπτέας (καντιανής) αντίληψης περί ανθρώπινης ανάπτυξης, ως πλήρη ανάπτυξη του αυτόνομου ηθικού παράγοντα.
 
Κατά συνέπεια, πυρήνας του Πολιτικού Φιλελευθερισμού είναι η επιμονή του ότι, για να διατηρήσει την νομιμότητά του το φιλελεύθερο κράτος πρέπει να αφιερώσει τον εαυτό του στο «ιδανικό του δημόσιου λόγου». Χονδρικά αυτό σημαίνει ότι οι πολίτες, σύμφωνα με τις δημόσιες ικανότητές τους, πρέπει να αλληλοδεσμεύονται μόνο από λόγους που κοινοποιούνται μεταξύ των. Επομένως ο πολιτικός συλλογισμός διεξάγεται καθαρά με όρους ''δημόσιου λόγου. ''Για παράδειγμα: κάποιο Ανώτατο Δικαστήριο που συσκέπτεται για να αποφασίσει αν η άρνηση προς τους ομόφυλους και τις ομόφυλες της δυνατότητάς τους να παντρεύονται συνιστά παραβίαση της Διάταξης περί Ισότιμης Προστασίας της 14<sup>ης </sup>Τροποποίησης του Συντάγματος, δεν πρέπει να αναφερθεί στις θρησκευτικές επί του θέματος πεποιθήσεις του ζεύγους, αλλά πρέπει να λάβει υπόψη του το επιχείρημα ότι μια ομόφυλη οικογένεια παρέχει συνθήκες υποδεέστερες για την ανάπτυξη ενός παιδιού. Αυτό, επειδή οι λόγοι που βασίζονται στην ερμηνεία θρησκευτικών κειμένων είναι μη δημόσιοι (η ισχύς τους ως λόγων βασίζεται στα καθήκοντα θρησκευτικής πίστης τα οποία μπορούν εύλογα να απορριφθούν), ενώ οι λόγοι που βασίζονται στην αξία παροχής προς το παιδί ενός περιβάλλοντος μέσα στο οποίο μπορεί να αναπτυχθεί καλύτερα είναι δημόσιοι λόγοι - η κατάστασή τους ως λόγων δεν εκπορεύεται από βαθιές, αντιθετικές αντιλήψεις περί ανθρώπινης ανάπτυξης.
Γραμμή 78:
Ο Ρωλς υποστηρίζει ότι το καθήκον της ιδιότητας του πολίτη - το καθήκον, δηλαδή, να παρέχουμε προς τους άλλους, λόγους που κατανοούνται αμοιβαία ως τέτοιοι - βρίσκει εφαρμογή μέσα σε εκείνο που αποκαλούσε «δημόσια πολιτική αγορά». Η αγορά αυτή εκτείνεται από τα ανώτατα κλιμάκια της κυβέρνησης - για παράδειγμα τους ανώτατα νομοθετικά και δικαστικά σώματα της κοινωνίας - μέχρι την βάση όπου οι πολίτες διαπραγματεύονται αποφάσεις ποιους να ψηφίσουν στα νομοθετικά σώματα ή πώς να ψηφίσουν στα δημόσια δημοψηφίσματα. Οι πολιτευτές πρέπει επίσης, όπως πίστευε, να αποφεύγουν να καπηλεύονται τις μη δημόσιες θρησκευτικές ή ηθικές πεποιθήσεις των υποστηρικτών τους.
 
Το ιδανικό του δημόσιου λόγου εξασφαλίζει την κυριαρχία των δημόσιων πολιτικών αξιών - ελευθερία, ισότητα και ακριβοδικείαακριβοδικία ή επιείκεια - η οποία λειτουργεί ως το θεμέλιο του φιλελεύθερου κράτους. Τι συμβαίνει όμως με την δικαιολόγηση των αξιών αυτών; Αφού κάθε τέτοια δικαιολόγηση εξάγεται αναγκαστικά από τις βαθιές (θρησκευτικές ή ηθικές) μεταφυσικές δεσμεύσεις μας οι οποίες θα ήσαν εύλογα απορριπτέες, ο Ρωλς ισχυρίζεται ότι οι δημόσιες πολιτικές αξίες μπορούν να δικαιολογηθούν μόνον ιδιωτικά από ατομικούς πολίτες. Η δημόσια φιλελεύθερη πολιτική αντίληψη και οι συνοδευτικές της αξίες μπορούν και επιβεβαιώνονται δημοσίως (για παράδειγμα, στις δικαστικές απόψεις και τα προεδρικά διαγγέλματα), αλλά όχι οι εμβριθείς δικαιολογήσεις τους. Η δικαιολόγηση αποτυγχάνει σ' αυτό που ο Ρωλς ονόμασε «εύλογα περιεκτικά δόγματα» και στους πολίτες που τα υποστηρίζουν. Ένας εύλογος Καθολικός δικαιολογεί τις φιλελεύθερες αξίες με τον ένα τρόπο, ένας εύλογος Μουσουλμάνος με τον άλλο και ένας εύλογος και ένας κοσμικός πολίτης με έναν τρίτο. Μπορούμε να αναπαραστήσουμε την ιδέα του Ρωλς με ένα διάγραμμα Venn: οι δημόσιες πολιτικές αξίες θα είναι ο κοινός χώρος όπου αλληλεπικαλύπτονται διάφορα εύλογα περιεκτικά δόγματα. Η εξέταση της σταθερότητας από τον Ρωλς που παρουσιάστηκε στην ''Θεωρία της Δικαιοσύνης ''αποτελεί λεπτομερή παρουσίαση της συμβατότητας ενός - καντιανού - περιεκτικού δόγματος με την δικαιοσύνη ως ακριβοδικείαακριβοδικία. Ελπίζει ότι θα παρουσιαστούν και άλλες παρόμοιες μελέτες για τα άλλα περιεκτικά δόγματα. Αυτή είναι η διάσημη ιδέα του Ρωλς περί «επάλληλης συναίνεσης».
 
Μια τέτοια συναίνεση αναγκαστικά εξαιρεί κάποια δόγματα, όπως όσα είναι «παράλογα», κάτι που μας προκαλεί να αναρωτηθούμε ποια είναι η άποψη του Ρωλς για τα δόγματα αυτά. Ένα παράλογο ή μη εύλογο περιεκτικό δόγμα είναι τέτοιο υπό την έννοια ότι είναι ασύμβατο με το καθήκον της ιδιότητας του πολίτη [«πολιτιότητα» είναι όρος αδόκιμος στα ελληνικά]. Αυτό είναι ένας τρόπος να πούμε ότι ένα παράλογο δόγμα είναι ασύμβατο με τις θεμελιώδεις πολιτικές αξίες τις οποίες προστατεύει μια φιλελεύθερη θεωρία της δικαιοσύνης - της ελευθερίας, της ισότητας και της ακριβοδικείαςακριβοδικίας. Έτσι, μια απάντηση στο ερώτημα τι λέει ο Ρωλς για αυτά τα δόγματα είναι «τίποτα». Εν πρώτοις, το φιλελεύθερο κράτος δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον εαυτό του σε άτομα (για παράδειγμα, στους θρησκευτικούς φονταμενταλιστές) που υποστηρίζουν τέτοια δόγματα, αφού κάθε τέτοια δικαιολόγηση διεξάγεται, όπως σημειώσαμε, με όρους αντιθετικών ηθικών ή θρησκευτικών πεποιθήσεων οι οποίες αποκλείονται από τον δημόσιο πολιτικό λόγο. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι, στόχος του ρωλσιανού έργου είναι κυρίως να διαπιστωθεί αν η φιλελεύθερη αντίληψη της πολιτικής νομιμότητας είναι εσωτερικά συνεκτική ή όχι και το έργο αυτό πραγματοποιείται από τον προσδιορισμό του είδους των λόγων που επιτρέπονται σε άτομα αφοσιωμένα στις φιλελεύθερες αξίες να χρησιμοποιούν στους διαλόγους, τις διαπραγματεύσεις και τα επιχειρήματά τους με άλλα γύρω από τα πολιτικά ζητήματα. Το ρωλσιανό έργο θέτει τον στόχο αυτό, εξαιρώντας από την φροντίδα δικαιολόγησης των φιλελεύθερων αξιών τα πρόσωπα που δεν πιστεύουν ή δεν είναι τουλάχιστον ευεπίφορα προς αυτές. Φροντίδα του Ρωλς είναι εάν η ιδέα της πολιτικής νομιμότητας που υλοποιείται με όρους καθήκοντος της ιδιότητας του πολίτη και της αλληλοδικαιολόγησης μπορεί ή όχι να λειτουργήσει ως μια μορφή βιώσιμης μορφής δημόσιου λόγου, εν όψει του θρησκευτικού και ηθικού πλουραλισμού των σύγχρονων δημοκρατικών κοινωνιών - και όχι η αρχική δικαιολόγηση αυτής της αντίληψης περί πολιτικής νομιμότητας.
 
Ο Ρωλς επίσης τροποποίησε τις αρχές της δικαιοσύνης ως εξής (όπου η η πρώτη αρχή έχει προτεραιότητα έναντι της δεύτερης και το πρώτο τμήμα της δεύτερης έχει προτεραιότητα έναντι του δεύτερου):