Μινωικός πολιτισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Unbefouled (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Αναίρεση έκδοσης 5280122 από τον Unbefouled (Συζήτηση)
Γραμμή 1:
{{Ελληνική ιστορία}}
Η Κρήτη
 
Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη Νεολιθική
εποχή. Ο σημαντικότερος οικισμός φαίνεται να ήταν η Κνωσός, όπως
ακριβώς και στην Εποχή του Χαλκού. Στην 3η και 2η χιλιετία π.Χ. ο
πολιτισμός στην Κρήτη έφτασε σε υψηλό επίπεδο κοινωνικής και
οικονομικής οργάνωσης και καλλιτεχνικής παραγωγής. Είναι γνωστός με το
όνομα «μινωικός πολιτισμός» από το μυθικό βασιλιά της Κνωσού Μίνωα και
ήρθε στο φως στις αρχές του 20ού αιώνα με τις ανασκαφές του Βρετανού
αρχαιολόγου Άρθουρ Έβανς στην Κνωσό.
 
Από τις αρχές της 3ης χιλιετίας π.Χ. ο πληθυσμός
στην Κρήτη βαθμιαία αυξάνεται, η γεωργία και η κτηνοτροφία γίνονται πιο
συστηματικές και οι κάτοικοι οργανώνονται σε μικρούς οικισμούς. Οι
Μινωίτες έχουν επαφή με άλλες περιοχές του Αιγαίου και της Ανατολικής
Μεσογείου, όπως οι Κυκλάδες, η Κύπρος και η Αίγυπτος, με τις οποίες
εμπορεύονται διάφορα προϊόντα. Εξάγουν λάδι, κρασί, ξυλεία, λίθινα
αγγεία, ίσως υφάσματα και δέρματα. Εισάγουν μέταλλα ή άλλες πρώτες ύλες
για την κατασκευή όπλων, εργαλείων και καλλιτεχνημάτων, όπως χαλκό από
την Κύπρο και άργυρο από τις Κυκλάδες.{{Ελληνική ιστορία}}
[[Αρχείο:Map Minoan Crete-el.svg|thumb|upright=1.66|<center>Χάρτης των ανακτόρων και των λοιπών κέντρων του Μινωικού πολιτισμού]]
Με τον όρο '''Μινωικός πολιτισμός''' εννοείται ο προϊστορικός [[πολιτισμός]] της [[Κρήτη]]ς, διακριτός του προϊστορικού πολιτισμού που αναπτύχθηκε στην ηπειρωτική [[Αρχαία Ελλάδα]] ([[Ελλαδικός πολιτισμός]]) και τα νησιά του [[Αιγαίο πέλαγος|Αιγαίου]] ([[Κυκλαδικός πολιτισμός]]). Το όνομα μινωικός προέρχεται από τον μυθικό βασιλέα [[Μίνωας|Μίνωα]] και δόθηκε από τον [[Άρθουρ Έβανς]], τον αρχαιολόγο που ανέσκαψε το ανάκτορο της [[Κνωσός|Κνωσού]]. Η ανάλυση του Έβανς για τον Μινωικό πολιτισμό ολοκληρώθηκε το [[1935]], και έθεσε το θεμέλιο για τη μελέτη των διαδικασιών και μετασχηματισμών που οδήγησαν στην ανάπτυξη, εδραίωση και παρακμή των Μινωιτών.
Έτσι, μερικοί οικισμοί αποκτούν σιγά σιγά
μεγαλύτερη έκταση
και πλούτο από τους άλλους. Αυτή η εξέλιξη οδηγεί, γύρω στο 2000 π.Χ.,
στη μεγαλύτερη αλλαγή στην ιστορία του μινωικού πολιτισμού με '''την εμφάνιση των πρώτων ανακτόρων.''' Γύρω τους αναπτύσσονται
μεγάλοι οικισμοί που μπορούν να χαρακτηριστούν πόλεις. Μέχρι σήμερα
είναι γνωστά με βεβαιότητα τέσσερα τέτοια ανάκτορα, στην '''Κνωσό,'''
τη '''Φαιστό,''' τα '''Μάλια'''
και τη '''Ζάκρο.''' Τα πρώτα ανάκτορα
καταστρέφονται γύρω στο 1700 π.Χ. από σεισμό, αλλά ξαναχτίζονται πιο
επιβλητικά. Η περίοδος των δεύτερων, '''νέων ανακτόρων'''
(1700-1450 π.Χ) είναι αυτή της μεγαλύτερης ακμής του μινωικού
πολιτισμού. Την εποχή αυτή οι Μινωίτες κυριαρχούν στο Αιγαίο, όπου
ιδρύουν αποικίες (Κύθηρα, Ρόδος) και έχουν στενές σχέσεις με την
ηπειρωτική Ελλάδα, επηρεάζοντας έντονα το μυκηναϊκό πολιτισμό που κάνει
τότε την εμφάνισή του.
 
Τα ανάκτορα είναι μεγάλα συγκροτήματα κτιρίων,
αποτελούνται
δηλαδή από πολλές πτέρυγες δωματίων και είναι τα διοικητικά,
οικονομικά, θρησκευτικά και καλλιτεχνικά κέντρα της περιοχής στην οποία
βρίσκονται. Παρά τις επιμέρους διαφορές όλα τα μινωικά ανάκτορα έχουν
τα εξής κοινά χαρακτηριστικά:
 
* Έχουν προσανατολισμό στον άξονα Βορρά-Νότου.
* Έχουν μία ορθογώνια κεντρική αυλή. Γύρω της αναπτύσσονται οι πτέρυγες των δωματίων.
* Ήταν πολυώροφα, είχαν μεγάλες κλίμακες, φωταγωγούς, σύστημα ύδρευσης και αποχέτευσης και αρκετοί χώροι τους έφεραν τοιχογραφίες. Από αυτές αντλούμε πλήθος πληροφοριών για πολλές από τις πτυχές της ζωής των Μινωιτών.
* Δεν ήταν οχυρωμένα.
Τα ανάκτορα ήταν η κατοικία του άρχοντα της
ευρύτερης
περιοχής, όπου συγκεντρωνόταν η παραγωγή και τα εμπορεύματα για να
διατεθούν στο εσωτερικό του νησιού ή στο εξωτερικό. Ήταν επίσης κέντρα
κατασκευής πολύτιμων αντικειμένων και καλλιτεχνημάτων, καθώς και
θρησκευτικά κέντρα, όπου μαζευόταν πλήθος κόσμου με την ευκαιρία
διαφόρων τελετών. Στα ανάκτορα δηλαδή ζούσε, κυκλοφορούσε και εργαζόταν
μεγάλος αριθμός αξιωματούχων, υπαλλήλων και τεχνιτών.
 
Παράλληλα, υπήρχαν διάσπαρτες σε ολόκληρη την
Κρήτη αγροικίες ή
επαύλεις που συγκέντρωναν τη γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή της
περιοχής τους και έλεγχαν τη διακίνηση των προϊόντων για λογαριασμό των
ανακτόρων. Το πολιτικό, διοικητικό και οικονομικό σύστημα της μινωικής
Κρήτης ήταν δηλαδή '''συγκεντρωτικό,''' με
κέντρο τα ανάκτορα.
 
Γραφή
 
Η ανάπτυξη του εμπορίου και η περίπλοκη διοικητική
και κοινωνική
οργάνωση οδήγησαν γύρω στο 1700 στη χρήση ενός συστήματος γραφής το
οποίο αρχικά έμοιαζε με τα ιερογλυφικά, όπως αποδεικνύει ο δίσκος της
Φαιστού. Λίγο αργότερα άρχισε να χρησιμοποιείται ένα νέο σύστημα
γραφής, η '''Γραμμική Α.''' Η γραφή ήταν
συλλαβική, δηλαδή κάθε σημείο αντιστοιχούσε σε μία '''συλλαβή,'''
και υπήρξε το πρότυπο για την ανάπτυξη της μυκηναϊκής γραφής. Σημεία
αυτής της γραφής έχουν βρεθεί κυρίως επάνω σε αγγεία ή χαραγμένα σε
πινακίδες απογραφής εμπορευμάτων. Η γραφή όμως αυτή δεν έχει
αποκρυπτογραφηθεί.
 
Οικονομία
 
 Την εποχή των νέων ανακτόρων (1700-1450
π.Χ.) οι Μινωίτες κυριαρχούν με
τα πλοία τους σε όλο το Αιγαίο. Η εμπορική δραστηριότητα που είχε
ξεκινήσει από την προηγούμενη χιλιετία είναι τώρα πιο έντονη. Ιδιαίτερη
ζήτηση σε όλο το Αιγαίο έχουν τα έργα της καλλιτεχνικής παραγωγής
(μεταλλοτεχνία, λιθοτεχνία, κοσμηματοτεχνία). Μινωίτες έμποροι και
ναυτικοί φαίνεται να απεικονίζονται σε αιγυπτιακούς τάφους προσφέροντας
τέτοια έργα σε Αιγύπτιους αξιωματούχους με τους οποίους συναλλάσσονταν.
 
Οι Μυκηναίοι στην
Κνωσό
Γύρω στο 1450 π.Χ. τα μινωικά ανάκτορα καταστρέφονται, πιθανόν από
σεισμό, εκτός από αυτό της Κνωσού. Η εξασθένιση της πολιτικής και
διοικητικής οργάνωσης που ξεκινούσε από τα ανάκτορα φαίνεται ότι έδωσε
την ευκαιρία στους Μυκηναίους να καταλάβουν την Κνωσό. Οι Μυκηναίοι από
την Κνωσό φαίνεται ότι κυριαρχούν σε ένα μεγάλο τμήμα της κεντρικής και
ανατολικής Κρήτης μέχρι το 1370 π.Χ., οπότε το ανάκτορο της Κνωσού
καταστρέφεται οριστικά. Στη συνέχεια η Κρήτη αποτελεί επαρχία του
μυκηναϊκού κόσμου διατηρώντας όμως ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά.
== Γεωγραφία ==
 
Γραμμή 133 ⟶ 37 :
 
Η μετάβαση από τα παλαιά ή πρώτα ανάκτορα (της πρωτοανακτορικής) στα νέα ή δεύτερα ανάκτορα (της νεοανακτορικής περιόδου) καθορίζεται από την αναδημιουργία των οικοδομημάτων, μετά από τις καταστροφές —πιθανώς εξαιτίας [[σεισμός|σεισμού]]— και στις τρεις σημαντικές θέσεις της Μεσομινωικής (MM II και IIIA). Τα νέα ανάκτορα γίνονται περισσότερο κατανοητά σε ό,τι αφορά στον τρόπο λειτουργίας τους, καθώς παρουσιάζουν μείζονες [[αρχιτεκτονική|αρχιτεκτονικές]] ομοιότητες. Διατηρούν πολλούς από τους ρόλους των προκατόχων τους, όπως είναι η αποθήκευση, η τελετουργία, η παραγωγή και η συγκέντρωση πρώτων υλών μέσω των επαφών με την ελληνική ηπειρωτική χώρα και τα αιγαιακά νησιά, την ανατολική Μεσόγειο και την Αίγυπτο. Με εντυπωσιακό τρόπο αναδεικνύονται αυτές οι επαφές στις μινωικού ύφους τοιχογραφίες του Τελ Κάμπρι (Tel Kabri) στο Ισραήλ και του Τελ ελ-Νταμπ’α Tell el-Dab'a (αρχαία Αὔαρις) στο [[Δέλτα του Νείλου]].
 
== Η θρησκεία και η Τέχνη των Μινωιτών ==
Οι Μινωίτες πίστευαν, βασικά, σε ένα σύμπλεγμα
γυναικείων θεοτήτων οι
οποίες έχουν άμεση σχέση με τη βλάστηση και τη διαδοχή των εποχών, την
άνθηση και το μαρασμό, το θάνατο και την ανάσταση. Στα χρόνια της ακμής
του μινωικού πολιτισμού δεν υπήρχαν στην Κρήτη μεγάλοι ναοί αλλά μόνο
μικρά ανακτορικά ή οικιακά ιερά. Οι πιστοί αισθάνονται τη θεότητα σαν
κάτι μυστηριακό, φευγαλέο και άπιαστο. Συχνά η λατρεία του θείου
πραγματοποιείται και σε σπήλαια, όπως στο Δικταίο Άντρο, όπου οι πιστοί
προσέφεραν μικρά ειδώλια που απεικόνιζαν τους ίδιους τους θεούς. Μεγάλη
είναι η σημασία του ιερού δέντρου στη μινωική θρησκεία. Το κύριο ιερό
δέντρο φαίνεται να είναι η ελιά. Από τα ζώα σημαντικό ρόλο παίζει στη
μινωική θρησκεία ο ταύρος. Οι τελετές περιλάμβαναν χορούς και αγώνες,
όπως τα ταυροκαθάψια. Το ιερατείο το αποτελούσαν κυρίως γυναίκες, αλλά
υπήρχαν και άνδρες ιερείς. Επειδή δεν έχουν ακόμη αναγνωσθεί οι γραφές
των Μινωιτών, μόνη πηγή πληροφόρησής μας για τη θρησκεία τους είναι τα
έργα τέχνης που έφεραν στο φως οι ανασκαφές.
 
Οι Μινωίτες ανέπτυξαν πολλές μορφές τέχνης σε
θαυμαστό επίπεδο. Η
μινωική τέχνη έχει ποικιλία και πρωτοτυπία. Όλα τα μινωικά έργα –αγγεία
από πηλό ή πέτρα, ειδώλια, κοσμήματα, τοιχογραφίες– έχουν κίνηση,
ζωντάνια και χάρη και δείχνουν μια προτίμηση των Μινωιτών για την
απεικόνιση της φύσης. Τα θέματα και η τεχνοτροπία τους επηρέασαν τους
γειτονικούς λαούς, ιδιαίτερα τους Κυκλαδίτες και τους Μυκηναίους.
 
Οι τοιχογραφίες, που οι περισσότερες προέρχονται
από το ανάκτορο της
Κνωσού, παριστάνουν συνήθως θρησκευτικές ή τελετουργικές πομπές,
ειδυλλιακά τοπία με πλούσια βλάστηση και ζώα, καθώς και θέματα από τον
κόσμο της θάλασσας.
 
'''Κεραμική.''' Ο γρήγορος
κεραμικός τροχός που έχει
καθιερωθεί διευκολύνει την ταχύτερη κατασκευή των πήλινων αγγείων που
είναι κομψά και έχουν ποικίλα σχήματα. Τα ωραιότερα αγγεία αυτής της
εποχής στη μινωική Κρήτη είναι τα πολύχρωμα '''καμαραϊκά,'''
που οφείλουν την ονομασία τους στο σπήλαιο των Καμαρών, όπου
πρωτοβρέθηκαν. Κατασκευάζονταν στα εργαστήρια των μεγάλων ανακτόρων της
Κνωσού και της Φαιστού. Τα καμαραϊκά αγγεία εξάγονταν σε όλη την
ανατολική Μεσόγειο και την Αίγυπτο. Διακοσμούνταν συνήθως με πολύπλοκα
καμπυλόγραμμα σχέδια γεμάτα φαντασία και σπανιότερα με θέματα από το
ζωικό και φυτικό κόσμο.
 
'''Άλλα έργα τέχνης.'''
Τα περισσότερα μινωικά ειδώλια είναι
πήλινα και παριστάνουν γυναίκες, δεν λείπουν όμως και ειδώλια ανδρών
και ζώων. Αξιοσημείωτα είναι τα ρυτά, μεγάλα αγγεία, ορισμένα με μορφή
κεφαλής ζώου, συνήθως του ιερού μινωικού ταύρου, τα οποία
χρησιμοποιούνταν στις τελετουργίες. Yπάρχουν επίσης περίτεχνα κοσμήματα
από χρυσό και ασήμι και σφραγίδες από ελεφαντοστό και από σκληρούς
ημιπολύτιμους λίθους με εγχάρακτα γραμμικά σχέδια.
 
== Βιβλιογραφία ==