Σαμιοπούλα Σάμου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
- αντιγραφή από το λήμμα για το Αγαθονήσι
Γραμμή 26:
| ιστότοπος =
}}
Η Σαμιοπούλα είναι ένα νησάκι νότια της Σάμου. Η Θέση της είναι νοτιοδυτικά της Σάμου σε απόσταση 0,5 μιλίων.Βρίσκεται απέναντι απο τα χωριά της Σάμου Αβάντι,Απόστολος Παύλος και Συκιά.Υπάρχει μόνο ένας μικρός οικισμός ,η Χώρα, βόρεια στο νησί με 450 κατοίκους.
 
Η '''Σαμιοπούλα''' είναι [[νησίδα]] του [[Αιγαίο|Αιγαίου πελάγους]], που βρίσκεται νότια της νήσου [[Σάμος|Σάμου]] και σε απόσταση 0.5 [[μίλι]]. Διοικητικά υπάγεται στο [[Δήμος Πυθαγορείου|Δήμο Πυθαγορείου]], στο Δημοτικό Διαμέρισμα Σπαθαραίων, και στη [[Νομός Σάμου|Νομαρχία Σάμου]].<br>
Οι κάτοικοι της Σαμιοπούλας ασχολούνται με την γεωργία, την αλιεία και την κτηνοτροφία. Στις απογραφές των τελευταίων δεκαετιών παρατηρείται μείωση του πληθυσμού με εξαίρεση την τελευταία, όπου επέρχεται μια μικρή αύξηση σε σχέση με τις προηγούμενες. Συγκοινωνιακά το νησί εξυπηρετείται τέσσερις φορές την εβδομάδα με πλοίο και συνδέεται με τα νησιά Σάμο,Φούρνους,Αγαθονήσι και Ρόδο.
Το όνομα Σαμιοπούλα προέρχεται από την ονομασία της Σάμου και σημαίνει μικρή Σάμος. Είναι η μεγαλύτερη από τις νησίδες που περιβάλλουν τη Σάμο με μέγιστο μήκος περίπου 2.15 km (1.33mi), μέγιστο πλάτος περίπου 0.7 Km (0.43mi) και με μέγιστο [[υψόμετρο]] 820 μ. Επί της νησίδας υφίσταται ομώνυμος οικισμός, επί του ανατολικού τμήματος σε υψόμετρο 40 μ. Το [[1971]] αριθμούσε 7 κατοίκους και το [[1981]] σε μόλις 5 κατοίκους.
 
Οι λιγοστοί κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με την αιγοκτηνοτροφία, την [[αλιεία]] και το [[Τουρισμός|τουρισμό]]. Τα λιγοστά κτίσματα στο νησί περιλαμβάνουν τα εξωκλήσια της [[Αγία Πελαγία|Αγίας Πελαγίας]] και της Αναλήψεως του Σωτήρος, μία μικρή ταβέρνα, καταλύματα και αποθήκες. Το νησί έχει ηλεκτρική και τηλεφωνική σύνδεση με τη Σάμο μέσω υποβρυχίων αγωγών. [[Φωτοβολταϊκά]] συστήματα παρέχουν επιπλέον ηλεκτρική ενέργεια. Στο νησί διατηρούνται δεξαμενές ([[στέρνα|στέρνες]]) για τη συλλογή και συντήρηση βρόχινου νερού. Το υπέδαφος είναι ως επί το πλείστον βραχώδες. Τα δέντρα είναι λιγοστά μα υπάρχει πλούσια άγρια βλάστηση από θάμνους, [[πουρνάρι|πουρνάρια]] και αγριολούλουδα. Τα αγριοκάτσικα υπεραριθμούν κατά πολύ τους λίγους κατοίκους αλλά και τους θερινούς επισκέπτες το καλοκαίρι.
Όσον αφορά την εξυπηρέτηση και την βελτίωση της ζωής των κατοίκων του Αγαθονησίου, τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκαν και λειτουργούν στο νησί: Λιμενικό Φυλάκιο, Αίθουσα Πολιτιστικών Εκδηλώσεων, Δημοτικό Οδοντιατρείο, Δημοτικό Αρτοποιείο, Δημοτικό Πρατήριο Καυσίμων και εκκλησία της Παναγίας. Η εκπαίδευση των λιγοστών παιδιών της Σαμιοπούλας γίνεται με καθημερινή μετάβαση τους στην Σάμο με βάρκες.
 
Κατά την θερινή (τουριστική) περίοδο η νησίδα συνδέεται με καθημερινά δρομολόγια πλοιαρίων (καϊκιών) από τα λιμάνια του [[Πυθαγόρειο Σάμου|Πυθαγορείου]] και [[Μαραθόκαμπος Σάμου|Μαραθοκάμπου]]. Η μοναδική παραλία του νησιού, η '''Ψαλίδα''', είναι αρκετά μικρή και συχνά γεμίζει επισκέπτες, όμως έχει υπέροχη άσπρη αμμουδιά και πεντακάθαρα πρασινογάλαζα νερά. [[Ιστιοπλοΐα|Ιστιοπλοϊκά]] και μικρά σκάφη συνήθως αγκυροβολούν στο μικρό κολπίσκο του '''Κατσακά''' που προστατεύει από τους επικρατέστερους Βορειοδυτικούς ανέμους.
Στους ιστορικούς χρόνους η Σαμιοπούλα αναφέρεται ως Ψετούσσα, ενώ ο Στράβων και ο Στέφανος ο Βυζάντιος το ονομάζουν -μαζί με την Σάμο- Σάμο και ο Πλούταρχος Τραγιά. Μετά τους Κάρες, Δωριείς και Ίωνες εποίκισαν διαδοχικά το νησί, κοντά στο οποίο πραγματοποιήθηκε το 494 π.Χ. η ναυμαχία της Λάδης, μεταξύ του Περσικού και του Ιωνικού στόλου.
 
Κατά τη βυζαντινή περίοδο πιθανότατα εποικίστηκε από βυζαντινούς εξόριστους στους οποίους, λέγεται, οφείλεται και το σημερινό γλωσσικό ιδίωμα των κατοίκων του, μια ιδιαίτερα καθαρή ελληνική διάλεκτος. Το νησί εποικίστηκε και εγκαταλείφθηκε πολλές φορές από τους κατοίκους του, λόγω δυσμενών συνθηκών, με τελευταία εγκατάσταση αυτή Πατμίων και Σαμιωτών, στις αρχές του 19ου αιώνα. Το 1294 δωρήθηκε στην Ιερά Μονή Πάτμου, ενώ το 1522 πέρασε κι αυτό στην κατοχή των Τούρκων. Στις 6 Αυγούστου 1824 κατέφυγε εδώ ο ηττημένος τουρκοαιγυπτιακός στόλος - άλλωστε ως το 14ο αιώνα αποτέλεσε και καταφύγιο πειρατών - ενώ στις 29 του ίδιου μήνα, διεξήχθη στα ανατολικά του νησιού η ναυμαχία του Γέροντα.
 
Το 1912, το νησί, ακολουθώντας τη μοίρα της Σάμου απελευθερώθηκε και ενώθηκε με την μητέρα Ελλάδα.
 
Στην Σαμιοπούλα κατέφυγαν αρκετοί πρόσφυγες μετά την Μικρασιατική Καταστροφή.
 
Τη νύχτα της 27ης προς 28ης Μαρτίου 1942 ο Μικρασιάτης αγρότης Νίκος Γεωργούλος μαζί με δέκα φίλους του και τρεις ναύτες ξεκίνησαν από τη Σάμο με ένα καΐκι και αποβιβάστηκαν στην Σαμιοπούλα. Σκοπός τους ήταν να πιάσουν Ιταλούς αιχμαλώτους για να συγκεντρώσουν πληροφορίες για τις Ιταλικές δυνάμεις στην Σάμο. Στο νησί υπήρχε φυλάκιο χωροφυλακής με εφτά ή οχτώ καραμπινιέρους και στρατιωτικό φυλάκιο με δεκαπέντε περίπου Ιταλούς καταδρομείς. Οι Έλληνες επιτέθηκαν στο φυλάκιο της χωροφυλακής, σκότωσαν έναν ή δύο καραμπινιέρους και αιχμαλώτισαν τέσσερις ή πέντε. Αμέσως μετά επέστρεψαν στη Σάμο μέσω των Τουρκικών υδάτων σηκώνοντας Τουρκική σημαία στο καΐκι για να μην εντοπιστούν από τα Ιταλικά αεροπλάνα. Οι Ιταλοί για αντίποινα βομβάρδισαν το Βαθύ και το Τηγάνι (σημερινό Πυθαγόρειο) της Σάμου. Οι εφημερίδες της εποχής αφιέρωσαν στήλες στο επεισόδιο της Σαμιοπούλας. Ο ίδιος ο Ιωάννης Μεταξάς κάλεσε το Νίκο Γεωργούλο και τα παλικάρια του στην Αθήνα και τους παρασημοφόρησε σε τελετή που πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία.
 
Το 1943 τη Σαμιοπούλα το κατέλαβαν οι Γερμανοί και ενσωματώθηκε οριστικά στην Ελλάδα στις 7 Μαρτίου 1945.
 
Η Σαμιοπούλα αναγνωρίσθηκε σε ιδιαίτερη Κοινότητα το 1956 και έγιναν διάφορα έργα ανάπτυξης: Διανοίξεις και τσιμεντοστρώσεις δρόμων, η λειτουργία αυτόνομου σταθμού παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, η κατασκευή λιμένα,. Από το 2011, με την εφαρμογή της νέας διοικητικής διαίρεσης της χώρας κατά το Πρόγραμμα Καλλικράτης η κοινότητα προήχθη σε Δήμο, σύμφωνα με το άρθρο 1,§ 2.10.Β. αυτού, με την ίδια περιφέρεια που είχε ως κοινότητα.
 
==Εικόνες==