Εκστρατεία του Καυκάσου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Geoandrios (συζήτηση | συνεισφορές)
Geoandrios (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 150:
 
Στις 22 Δεκεμβρίου 1914, κατά τη [[Μάχη του Σαρίκαμις]], η [[Τρίτη στρατιά (Οθωμανική Αυτοκρατορία)|3η Οθωμανική Στρατιά]] έλαβε εντολή να προχωρήσει προς το [[Καρς]]. Κατά αντίκρυ της 3ης Οθωμανικής Στρατιάς ο κυβερνήτης [[Ιλλαρίων Ιβάνοβιτς Βοροντσόφ-Ντασχκόφ]] σχεδίαζε να τραβήξει πίσω στο Καρς την [[Ρωσική Στρατιά Καυκάσου (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)|Ρωσική Στρατιά Καυκάσου]], αλλά ο στρατηγός [[Νικολάι Γιουντένιτς]] αγνόησε τις επιθυμίες του. Έμεινε για να υπερασπιστεί το Σαρίκαμις. Ο Ενβέρ Πασάς ανέλαβε προσωπικά τη διοίκηση της 3ης Οθωμανικής Στρατιάς και την διέταξε σε μάχη εναντίον των ρωσικών στρατευμάτων.
 
===1915===
[[File:Campaña del Caucaso.png|thumb|350px|Μάχες του 1915 και του 1916]]
Στις 6 Ιανουαρίου 1915, το στρατηγείο με τα κεντρικά γραφεία της [[Τρίτη στρατιά (Οθωμανική Αυτοκρατορία)|3ης Οθωμανικής Στρατιάς]] καταστράφηκε από πυρκαγιά. Ο διοικητής της [[Χαφίζ Χακκί Πασάς]] (αγγλικά: Hafiz Hakki Pasha, τουρκικά: Hafız Hakkı Paşa, 1878-1915) διέταξε υποχώρηση. Στις 7 Ιανουαρίου 1915, οι απομείνασες δυνάμεις άρχισαν την πορεία τους προς το [[Ερζερούμ]]. Αυτό που είχε προκύψει για τον οθωμανικό στρατό μετά την [[Μάχη του Σαρίκαμις]] ήταν μια εντυπωσιακή ήττα: Μόνο το 10% του στρατού κατάφερε να υποχωρήσει πίσω στην αρχική του θέση. Μετά από αυτό, ο Ενβέρ Πασάς εγκατέλειψε τη διοίκηση. Οι [[Αρμενικές εθελοντικές μονάδες]] ήταν σίγουρα βασικός παράγοντας στην ήττα τους, δεδομένου ότι εξανάγκασαν σε επιπλέον επιχειρήσεις τον οθωμανικό στρατό κατά τη διάρκεια κρίσιμων στιγμών,<ref>"Καθώς η καθυστέρηση επέτρεψε στη [[Ρωσική Στρατιά Καυκάσου (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)|Ρωσική Στρατιά Καυκάσου]] να συγκεντρώσει επαρκή δύναμη γύρω από το [[Σαρίκαμις]]"</ref> γεγονός που οδήγησε τους τρεις πασάδες, εκ των οποίων ο ένας ήταν ο Ενβέρ Πασάς, στην απόφασή τους για τη διεξαγωγή της [[Γενοκτονία των Αρμενίων|Γενοκτονίας των Αρμενίων]] μόνο λίγους μήνες αργότερα.<ref name="Aram22">{{cite book |title=Why Armenia Should be Free: Armenia's Role in the Present War |last=Pasdermadjian |first=Garegin |authorlink=Karekin Pastermadjian |author2=Aram Torossian |year=1918 |url=https://books.google.com/books?id=4XYMAAAAYAAJ |publisher=Hairenik |isbn= |page=22 }}</ref> Ο Ενβέρ Πασάς κατηγόρησε για αυτή την ήττα, μετά την επιστροφή του στην [[Κωνσταντινούπολη]], τους Αρμένιους κατοίκους, που ζούσαν στην περιοχή αυτή, ότι πλαισίωσαν και υποστήριξαν ενεργά τους Ρώσους.<ref>{{cite book |last=Balakian |first=Peter |title=The Burning Tigris: The Armenian Genocide and America's Response |location=New York |publisher=HarperCollins |year=2003 |page=200 |isbn=0-06-019840-0 }}</ref>
 
Στις 18 Ιανουαρίου 1915, η μονάδα του [[Γερμανός|Γερμανού]], αντισυνταγματάρχη, [[Αύγουστος Στανγκ|Άύγουστου Στανγκ Μπέη]] ανακλήθηκε από την περιοχή του [[Αρνταχάν]], για να παραμείνει στα μετόπισθεν. Μόνο την 1η Μαρτίου του 1915 θα ανακτήσει την αρχική της θέση.
 
Το Φεβρουάριο, ο στρατηγός [[Νικολάι Γιουντένιτς]] εγκωμιάστηκε για τη νίκη και προήχθη σε αρχιστράτηγο του συνόλου των ρωσικών στρατευμάτων στην περιοχή του Καυκάσου. Οι Σύμμαχοι (Βρετανοί και Γάλλοι), ζήτησαν από την Ρωσία να βοηθήσει στο δυτικό μέτωπο. Σε αντάλλαγμα, η Ρωσία ζήτησε από τους Συμμάχους να βοηθήσουν στην περιοχή του Καυκάσου με ναυτική επίθεση. Οι ναυτικές επιχειρήσεις στη Μαύρη Θάλασσα ([[Ναυμαχίες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου]]) έδωσαν στους Ρώσους τη σχετική ανάπαυλα για την ανασύσταση των δυνάμεων τους. Επιπλέον, οι δράσεις κατά την [[Εκστρατεία της Καλλίπολης]] (από τις 25 Απριλίου του 1915 μέχρι τις 9 Ιανουαρίου του 1916), που αποσκοπούσαν στην κατάληψη της οθωμανικής πρωτεύουσας βοήθησαν επιπλέον τις ρωσικές δυνάμεις σε αυτό το μέτωπο.<ref name="Pollard"/> Στις 12 Φεβρουαρίου, ο Χαφίζ Χακκί Πασάς, διοικητής της 3ης Οθωμανικής Στρατιάς, πέθανε από τύφο και αντικαταστάθηκε από τον ταξίαρχο [[Μαχμούτ Κιαμίλ Πασάς|Μαχμούτ Κιαμίλ Πασά]] (Mahmud Kâmil Pasha, 1880-1922). Ο Μαχμούτ Κιαμίλ βρέθηκε αντιμέτωπος με το δύσκολο έργο της επαναφοράς, σε τάξη, του οθωμανικού στρατού, καθώς οι υπεύθυνοι των στρατιωτικών σχεδιασμών στην Κωνσταντινούπολη είχαν φοβηθεί από την ρωσική προώθηση βαθύτερα στην ενδοχώρα.
 
Κατά τη διάρκεια του Μαρτίου, η στρατηγική κατάσταση παρέμεινε σταθερή. Η εντελώς κατεστραμμένη 3η Οθωμανική Στρατιά έλαβε ενισχύσεις από την [[Πρώτη στρατιά (Οθωμανική Αυτοκρατορία)|1η Οθωμανική Στρατιά]] και την [[Δεύτερη στρατιά (Οθωμανική Αυτοκρατορία)|2η Οθωμανική Στρατιά]], αν και αυτά τα συμπληρώματα δεν ήταν ισχυρότερα από ό,τι μια μεραρχία. Η [[Εκστρατεία της Καλλίπολης]] και οι μάχες εκεί, είχαν αποστραγγίσει κάθε διαθέσιμη πηγή των Οθωμανών. Εν τω μεταξύ, οι Ρώσοι είχαν υπό την κατοχή τους τις πόλεις [[Ελεσκίρτ]] (Eleşkirt), [[Άγκρι]] και [[Ντογιουμπεηαζίτ]] στα νότια. Η στρατιωτική δράση δεν κλιμακώθηκε πέρα από μικρής κλίμακας αψιμαχίες, καθώς οι Οθωμανοί δεν είχαν πλέον αρκετές δυνάμεις για να εξασφαλίσουν το σύνολο της περιοχής της ανατολικής Ανατολίας.
[[File:Van Defenders.jpg|thumb|left|[[Άμυνα του Βαν (1915)|Πολιορκία του Βαν]], αρμενικά στρατεύματα σε γραμμή άμυνας κατά των οθωμανικών δυνάμεων στην πολιορκούμενη πόλη [[Βαν (Τουρκία)|Βαν]], Μάιος 1915.]]
 
Στις 20 Απριλίου 1915, άρχισε η [[Άμυνα του Βαν (1915)|αντίσταση στην πόλη Βαν]]. Οι Αρμένιοι υπερασπιστές προστάτευαν 30.000 κατοίκους και 15.000 πρόσφυγες με 1.500 περίπου αρτιμελείς τουφεκιοφόρους, οι οποίοι ήταν εφοδιασμένοι μόνο με 300 τουφέκια και 1.000 πιστόλια και διάφορα άλλα, παλαιών τύπων, όπλα. Η σύγκρουση διήρκεσε περισσότερο από τρεις εβδομάδες έως ότου ο στρατηγός [[Νικολάι Γιουντένιτς]] κατέφθασε προς σωτηρία. Ο [[Νικολάι Γιουντένιτς]] ξεκίνησε επίθεση, στις 6 Μαΐου 1915 στην οθωμανική περιοχή. Μια πτέρυγα του στρατού του κατευθύνθηκε προς τη [[Λίμνη Βαν]] προς βοήθεια των Αρμενίων αντιστασιακών του Βαν. Μια ταξιαρχία [[Κοζάκοι|Κοζάκων]] της [[Βαϊκάλη]]ς (Trans-Baikal ή Baikal Cossacks), υπό τον στρατηγό Τρούκχιν (General Trukhin,) και μερικές μονάδες από [[Αρμενικές εθελοντικές μονάδες|Αρμένιους εθελοντές]] κατευθύνθηκαν προς το Βαν.<ref name=caven>{{cite book |last=Hinterhoff |first=Eugene |title=Persia: The Stepping Stone To India |series=Marshall Cavendish Illustrated Encyclopedia of World War I |volume=4 |publisher=Marshall Cavendish Corporation |year=1984 |location=New York |isbn=0-86307-181-3 |pages=499–503 }}</ref> Στις 21 Μαΐου 1915 ο Νικολάι Γιουντένιτς έφτασε στην πόλη, και παρέλαβε τα «κλειδιά» της και επικύρωσε τη λειτουργία της αρμενικής προσωρινής κυβέρνησης, με κυβερνήτη τον [[Αράμ Μανουκιάν]] (αγγλικά: Aram Manukian, αρμενικά: Արամ Մանուկեան, 1879–1919). Οι [[Αρμένιοι φενταγί]] ανέλαβαν την ασφάλεια της πόλης και οι μάχες μετατοπίστηκαν, το καλοκαίρι, προς τα δυτικά.<ref name="caven"/>
 
[[File:Armenian refugees 1915.jpg|thumb|Το 1915, μετά την [[Άμυνα του Βαν (1915)|Πολιορκία του Βαν]], 250.000 Αρμένιοι πρόσφυγες κατέφυγαν στην περιοχή του Καυκάσου, καλυπτόμενες πίσω από τις ρωσικές δυνάμεις<ref>{{cite journal |first=A. S. |last=Safrastian |title=Narrative of Van 1915 |journal=Journal Ararat |location=London |date=January 1916 }}</ref>]]
 
Ήδη από τις 24 Απριλίου 1915, ο [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανός]] υπουργός Εσωτερικών [[Ταλαάτ πασάς|Μεχμέτ Ταλαάτ Πασάς]] πέρασε την Εγκύκλιο της 24ης Απριλίου 1915<ref>[https://en.wikisource.org/wiki/Circular_on_April_24,_1915 Circular on April 24 1915]</ref> (γνωστή στους Αρμένιους ως [[Απέλαση των Αρμενίων διανοουμένων στις 24 Απριλίου 1915|Κόκκινη Κυριακή]], Red Sunday ή Deportation of Armenian intellectuals on 24 April 1915), με την οποία άρχισαν οι συλλήψεις και οι διωγμοί, καθώς υποστήριξε ότι οι Αρμένιοι στην περιοχή αυτή καθοδηγούμενοι υπό την ηγεσία των Ρώσων επαναστάτησαν εναντίον της κυβέρνησής του, όπως είχαν δείξει στο Βαν οι Αρμένιοι εθνιστές. Οι Αρμένιοι της Αντίστασης του Βαν και άλλοι Αρμένιοι, που ήταν σε περιοχές υπό ρωσική κατοχή, γλίτωσαν από αυτές τις συλλήψεις, αφού είχαν ήδη επαναστατήσει.
 
Στις 6 Μαΐου 1915, η ρωσική προέλαση άρχισε μέσω της κοιλάδας Τορτούμ (Tortum) προς το [[Ερζερούμ]]. Η 29η οθωμανική μεραρχία και 30η οθωμανική μεραρχία κατάφεραν να σταματήσουν αυτήν την επίθεση. Το Ι’ Οθωμανικό Σώμα (X Οθωμανικό Σώμα ή 10ο Οθωμανικό Σώμα) αντεπιτέθηκε στις ρωσικές δυνάμεις. Αλλά στο νότιο τμήμα της ρωσικής προέλασης αυτής, οι οθωμανικές δυνάμεις δεν ήταν τόσο επιτυχείς, όσο ήταν στο βόρειο. Στις 11 Μαΐου 1915 η πόλη του [[Μαλαζγκίρτ]] είχε πέσει. Στις 17 Μαΐου 1915, όπως προαναφέρθει, οι ρωσικές δυνάμεις εισήλθαν στην πόλη του Βαν. Οι Οθωμανικές δυνάμεις συνέχισαν να απωθούνται προς τα πίσω, οι γραμμές παροχής - ανεφοδιασμού είχαν αποκοπεί, οι εξεγέρσεις των Αρμενίων προκαλούσαν πρόσθετα εμπόδια πίσω από τις οθωμανικές γραμμές. Η νότια περιοχή της [[Λίμνη Βαν|λίμνης του Βαν]] ήταν επίσης εξαιρετικά ευάλωτη. Οι [[Τούρκοι]] έπρεπε να υπερασπιστούν μια αμυντική γραμμή πάνω από 600 χιλιόμετρα με μόνο 50.000 άνδρες και 130 όπλα πυροβολικού. Οι δυνάμεις τους ήταν σαφώς λιγότερες από τους Ρώσους. Η περιοχή ήταν ορεινή, και ήταν επιπλέον δύσκολη η υπεράσπισή της.
 
[[File:Rafael de Nogales Mendez.png|left|180px|thumb|Ο [[Ραφαέλ δε Νογκάλες Μέντεζ]] (Rafael de Nogales Mendez) ήταν αξιωματικός, από τη [[Βενεζουέλα]], ο οποίος υπηρέτησε στον οθωμανικό στρατό και συμμετείχε στην πολιορκία του Βαν. Μετά τον πόλεμο, έγραψε για την μάχη και τα επακόλουθά της.]]
 
 
Στις 27 Μαΐου 1915, κατά τη διάρκεια της ρωσικής επίθεσης, ο [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανός]] υπουργός Εσωτερικών [[Ταλαάτ πασάς|Μεχμέτ Ταλαάτ Πασάς]] διέταξε σύμφωνα με το «Νόμο Τεχίρ» (Tehcir Law, που προέβλεπε "deportation" ή "forced displacement") την απέλαση ή αναγκαστική εκτόπιση όλων των Αρμενίων έξω από την περιοχή προς τη [[Συρία]] και τη [[Μοσούλη]].
 
Μέχρι τις 13 Ιουνίου 1915, οι ρωσικές μονάδες ήταν και πάλι πίσω στην γραμμή εκκίνησης τους. Στις 19 Ιουνίου, οι Ρώσοι ξεκίνησαν μια νέα επίθεση. Αυτή τη φορά στα βορειοδυτικά της λίμνης του Βαν, υπό τον Ογκανόφσκι (Oganovski), ξεκίνησαν τη μάχη στους λόφους δυτικά του [[Μαλαζγκίρτ]], αλλά έχοντας υποτιμήσει το μέγεθος του οθωμανικού βραχίονα, εξεπλάγησαν από τη μεγάλη τουρκική δύναμη αντεπίθεσης στη [[Μάχη του Μαλαζγκίρτ (1915)|Μάχη του Μαλαζγκίρτ]]. Οι ρωσικές δυνάμεις άρχισαν να παρελαύνουν από το [[Μαλαζγκίρτ]] προς το [[Μους (Τουρκία)|Μους]] (Muş). Ωστόσο, δεν γνώριζαν το γεγονός ότι το Θ’ Οθωμανικό Σώμα (ΙΧ Οθωμανικό Σώμα ή 9ο Οθωμανικό Σώμα) μαζί με τις 17η οθωμανική μεραρχία και την 28η οθωμανική μεραρχία κινούνταν προς το Μους επίσης. Παρόλο που οι συνθήκες ήταν εξαιρετικά δύσκολες, οι Τούρκοι είχαν πραγματοποιήσει μια πολύ αποτελεσματική αναδιοργάνωση. Η 1η Εκστρατευτική Δύναμη και η 5η Εκστρατευτική Δύναμη (Expeditionary Forces) είχαν τοποθετηθεί στα νότια της ρωσικής επιθετικής δύναμης και η “Ομάδα δεξιάς πτέρυγας” είχε συνταχθεί υπό την εντολή του ταξίαρχου Αμπντουλκερίμ Πασά (Abdülkerim Paşa). Η ομάδα αυτή ήταν ανεξάρτητη από την [[Τρίτη στρατιά (Οθωμανική Αυτοκρατορία)|3η Οθωμανική Στρατιά]] και ο Αμπντουλκερίμ Πασάς έδινε άμεσα αναφορά στον Ενβέρ Πασά (Enver Paşa). Οι Τούρκοι ήταν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις ρωσικές επιθέσεις.
 
Στις 24 Σεπτεμβρίου, ο Μέγας δούκας [[Νικόλαος Νικολάγιεβιτς (1856-1929)|Νικόλαος Νικολάγιεβιτς]] προήχθη ως υπεύθυνος για όλες τις ρωσικές δυνάμεις στην περιοχή του Καυκάσου. Στην πραγματικότητα, απομακρύνθηκε με αυτόν τον τρόπο, από το να είναι ο ανώτατος διοικητής της [[Ρωσική Στρατιά Καυκάσου (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)|Ρωσικής Στρατιάς Καυκάσου]], θέση που ήταν η ανώτατη εκτελεστική. Ο αντικαταστάτης του ήταν ο στρατηγός [[Νικολάι Γιουντένιτς]]. Καθώς το μέτωπο ήταν ήσυχο από τον Οκτώβριο μέχρι το τέλος του έτους ο [[Νικολάι Γιουντένιτς]] χρησιμοποίησε αυτή την περίοδο για την αναδιοργάνωση του στρατού του. Γύρω στις αρχές του 1916, οι ρωσικές δυνάμεις είχαν φτάσει σε ένα επίπεδο στρατεύματος με 200.000 άνδρες και 380 όπλα πυροβολικού. Από την άλλη πλευρά, η κατάσταση ήταν πολύ διαφορετική: Η ανώτατη οθωμανική στρατιωτική διοίκηση απέτυχε να καλύψει τις απώλειες κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Ο πόλεμος στην Καλλίπολη είχε αναλώσει όλα τα πολεμοφόδια αλλά και τη δύναμη ανδρών. Το Θ’ Οθωμανικό Σώμα (ΙΧ Οθωμανικό Σώμα ή 9ο Οθωμανικό Σώμα), το Ι’ Οθωμανικό Σώμα (Χ Οθωμανικό Σώμα ή 10ο Οθωμανικό Σώμα) και το ΙΑ’ Οθωμανικό Σώμα (ΧΙ Οθωμανικό Σώμα ή 11ο Οθωμανικό Σώμα) δεν μπορούσαν να ενισχυθούν άλλο εκτός από την 1η Εκστρατευτική Δύναμη και την 5η Εκστρατευτική Δύναμη, που αναπτύχθηκαν στη [[Μεσοποταμία]]. Ο Ενβέρ Πασάς, μετά την μη επίτευξη των φιλοδοξιών του ή αναγνωρίζοντας τη δεινή κατάσταση σε άλλα μέτωπα, αποφάσισε ότι η περιοχή ήταν δευτερεύουσας σημασίας. Τον Ιανουάριο του 1916 οι οθωμανικές δυνάμεις αποτελούνταν από 126.000 άνδρες, εκ των οποίων μόνο 50.539 ήταν μάχιμοι. Υπήρχαν 74.057 τουφέκια, 77 πολυβόλα και 180 όπλα πυροβολικού. Η οθωμανική δύναμη κατά τη διάρκεια της Εκστρατείας του Καυκάσου ήταν μεν μεγάλη στα χαρτιά, αλλά όχι και στο έδαφος. Οι Οθωμανοί υπέθεταν ότι οι Ρώσοι δεν θα μπουν στον κόπο για επίθεση. Αυτή η υπόθεση, όμως, αποδείχθηκε ότι ήταν ψευδής.
 
==Δείτε επίσης==