Σφαγή στο Μπεσλάν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 8:
Το SNO ήταν ένα από τα εφτά σχολεία του Μπεσλάν, μιας πόλης 35,000 κατοίκων, στην αυτόνομη δημοκρατία της Βόρειας Οσετίας, στον [[Καύκασος|Καύκασο]] και βρισκόταν στην οδό Comintern ακριβώς δίπλα στον αστυνομικό σταθμό της περιοχής. Είχε περίπου 60 δασκάλους και περισσότερους από 800 μαθητές. Την 1η Σεπτεμβρίου του 2004 στο σχολείο βρισκόταν μεγάλος αριθμός ανθρώπων, μεγαλύτερος από τις υπόλοιπες μέρες, καθώς την ημέρα αυτή, που είναι γνωστή στη Ρωσία ως '''Ημέρα της Γνώσης''', τα παιδιά συνοδευόμενα από τους γονείς και άλλους συγγενείς παρακολουθούν εκδηλώσεις που γίνονται στα σχολεία τους για την έναρξη της σχολικής χρονιάς.
Νωρίς το πρωί μια ομάδα βαριά οπλισμένων αυτονομιστών ανταρτών, που φορούσαν στρατιωτικές στολές και μαύρες κουκούλες, και ορισμένοι ήταν ζωσμένοι με εκρηκτικά, ξεκίνησε από το δάσος κοντά στο χωριό
Αφού οι ένοπλοι υποχρέωσαν γονείς και συγγενείς μαθητών, πολλά παιδιά και εργαζόμενους στο σχολείο να μπουν στο κτίριο, τους έκλεισαν στο 10 μέτρων πλάτους και 25 μέτρων μήκους γυμναστήριο, και, απειλώντας ότι θα τους σκοτώσουν, τους κατέσχεσαν τα κινητά και τους διέταξαν να μιλούν μόνο Ρωσικά και μόνο αν τους μιλούσαν οι ίδιοι πιο πριν. Ένας γονιός ο Ρουσλάν Μπετροσόφ για να ηρεμήσει τους ομήρους μετέφρασε τους κανόνες στην Οσετική γλώσσα. Τότε ένας από τους τρομοκράτες τον πλησίασε, τον ρώτησε αν μίλησε στα Οσετικά και στη συνέχεια τον σκότωσε πυροβολώντας τον στο κεφάλι. Ένας άλλος γονέας, ο Βαντίμ Μπολόγιεφ, επίσης πυροβολήθηκε από τους τρομοκράτες και πέθανε λίγο αργότερα, επειδή αρνήθηκε να γονατίσει όπως τον είχαν διατάξει. Έπειτα οι ένοπλοι διάλεξαν περίπου 20 από τους πιο δυνατούς ενήλικες άντρες ομήρους, που ίσως θεώρησαν ότι θα μπορούσαν να αποτελέσουν για αυτούς απειλή, και τους μετέφεραν στο διάδρομο δίπλα στην καφετέρια στο δευτέρο ορόφο. Λίγο αργότερα από το μέρος αυτό του σχολείου ακούστηκε μια έκρηξη. Πιθανολογείται ότι εξερράγησαν τα εκρηκτικά που έφερε στη ζώνη της μια από της γυναικές που συμμετείχαν στην κατάληψη του κτιρίου, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί η ίδια, μια ακόμη γυναικά και ένας άνδρας από τους τρομοκράτες (έχει υποθεί επίσης ότι η δεύτερη γυναίκα έφερε τραύμα από σφαίρα) καθώς και αρκετοί από τους ομήρους που είχαν οδηγηθεί στο σημείο. Σύμφωνα με την εκδοχή του επιζήσαντα τρομοκράτη η έκρηξη προκλήθηκε από τον επικεφαλής των τρομοκρατών (αναφέρθηκε ως ''Polkovnik''-''Συνταγματάρχης''), ο οποίος πυροδότησε τα εκρηκτικά με τηλεχειρισμό προκειμένου να σκοτώσει όποιον διαφωνούσε ανοιχτά με την ομηρία παιδιών και να τρομοκρατήσει όλους εκείνους που ενδεχομένως θα σκέφτονταν να αμφισβητήσουν τις πρακτικές του. Οι όμηροι που γλύτωσαν από την έκρηξη διατάχθηκαν να ξαπλώσουν στο πάτωμα και εκτελέστηκαν από έναν από τους τρομοκράτες. Γλύτωσε μόνο ένας ο εικονολήπτης της ποδοσφαιρικής ομάδας της Alania Karen Mdinaradze, τον οποίο όταν οι ένολποι τον ανακάλυψαν ζωντανό ανάμεσα στις σωρούς των υπολοίπων του επέτρεψαν να επιστρέψει στο γυμναστήριο όπου έχασε τις αισθήσεις του. Ακολούθως ανάγκασαν ορισμένους από τους άλλους ομήρους που ήταν στο γυμναστήριο να μεταφέρουν τα πτώματα έξω από το κτίριο και να καθαρίσουν το πάτωμα από τα αίματα. Μεταξύ των ομήρων αυτών ήταν και ο Aslan Kudzayev, ο οποίος κατάφερε να δραπέτευσει πηδώντας έξω από το παράθυρο, για να κρατηθεί στη συνέχεια για λίγο χρονικό διάστημα από τις ρωσικές αρχές που πίστεψαν ότι επρόκειτο για έναν από τους τρομοκράτες. Στη συνέχεια έβαλαν νάρκες with improvised explosive devices (IEDs) and surrounded it with tripwires τόσο στο γυμναστήριο όσο και στο υπόλοιπο κτίριο και απείλησαν ότι για κάθε έναν από αυτούς που θα σκότωνε η αστυνομία θα σκότωναν 50 ομήρους και για κάθε έναν που θα τραυματιζόταν 20 και ότι θα ανατίναζαν το σχολείο αν οι κυβερνητικές δυναμείς επιτίθεντο. Για να αποφύγουν επίθεση των ρωσικών δυνάμεων με αέρια όπως είχε συμβεί το 2002 στην υπόθεση ομηρίας σε θέατρο της Μόσχας, έσπασαν τα τζάμια του σχολείου. Επίσης δεν άφηναν τους ομήρους να φάνε και να πιούν νερό, λέγοντας ότι συμμετέχουν στην απεργία πείνας που έκαναν οι ίδιοι, μέχρι ο πρόεδρος της Βόρειας Οσετίας
Από την έναρξη της ομηρίας, γύρω από το σχολείο είχαν αναπτυχθεί δυνάμεις της ρωσικής αστυνομίας (militsiya), των Internal Troops και του ρωσικού στρατού. Επίσης οι ειδικές δυνάμεις Alfa και Vympel που υπάγονται στο Ομοσπονδιακές Δυνάμεις Ασφαλείας την Ρωσικής Ομοσπονδίας (Federal Security Service of the Russian Federation-FSB) και οι ειδικές δυνάμεις OMON του Ρωσικού Υπουργείου Εσωτερικών Υποθέσεων(Russian Ministry of Internal Affairs)(MVD) έλαβαν θέσεις στα διαμερίσματα τριών κτιρίων που έβλεπαν στο σχολείο και τα οποία είχαν εκκενωθεί. Όμως και παρά την προηγούμενη εμπειρία από την κρίση με τους ομήρους σε θέατρο της Μόσχας το 2002 λίγα νοσοκομειακά ήταν σε ετοιμότητα και δεν υπήρχαν πυροσβεστικά και άλλος πυροσβεστικός εξοπλισμός. Την κατάσταση δε επιδείνωνε η παρουσία ενόπλων πολιτών ανάμεσα στο πλήθος των συγγενών που είχε συγκεντρωθεί στο σημείο (υπολογίζεται ότι γύρω από το σχολείο ήταν τουλάχιστον 5,000 άτομα).
|