Ναντέζντα Πέτροβιτς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
επέκταση από τα αγγλικά
Γραμμή 2:
H '''Nαντέζντα Πέτροβιτς''' (Nadežda Petrović/Надежда Петровић, 11/12 Οκτωβρίου 1873 – 3 Απριλίου 1915) ήταν Σερβίδα ζωγράφος του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα. Θεωρείται ως μια από τους πιο γνωστούς καλλιτέχνες του [[ιμπρεσιονισμός|ιμπρεσιονισμού]] και του [[φωβισμός|φωβισμού]] και ήταν η σημαντικότερη γυναίκα ζωγράφος στη Σερβία στην εποχή της. Γεννήθηκε στην πόλη Τσατσάκ και μετακόμισε σε νεαρή ηλικία στο [[Βελιγράδι]], όπου παρακολούθησε σχολείο θηλέων ανώτερης εκπαίδευσης. Αποφοίτησε το 1891 και δίδαξε εκεί από το 1893, πρωτού μετακομίσει στο [[Μόναχο]], όπου μαθήτευσε μαζί με τον Σλοβένο Αντόν Άζμπε. Ανάμεσα στο 1901 και το 1912 συμμετείχε σε εκθέσεις σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις.
 
Το 1912 έγινε εθελόντρια νοσηλεύτρια μετά το ξέσπασμα των [[βαλκανικοί πόλεμοι|βαλκανικών πολέμων]] και συνέχισε να νοσηλεύει Σέρβους στρατιώτες μέχρι το 1913, όταν προσεβλήθειπροσεβλήθη από [[τύφος|τύφο]] και [[χολέρα]]. Κέρδισε μετάλλειομετάλλιο Ανδρείας και ένα τάγμα του Ερυθρού Σταυρού για τις υπηρεσείεςυπηρεσίες της. Με το ξέσπασμα του [[Α΄ΠΠ|Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου]], έγινε πάλι εθελόντρια νοσηλεύτρια στον [[Σερβικός Στρατός Ξηράς|Σερβικό στρατό]], μέχρι τον θάνατό της από τύφο τις 3 Απριλίου 1915.
 
== Βιογραφία ==
Η Ναντέζνα Πέτροβιτς γεννήθηκε στο [[Τσατσάκ]], Πριγκιπάτο της Σερβίας, την 11 ή 12 Οκτωβρίου 1873 από τον Ντιμιτρίγιε και τη Μιλένα Πέτροβιτς. Ο πατέρας την την δίδαξε τέχνη και λογοτεχνία και ήταν συλλέκτης έργων τέχνης. Αργότερα εργάστηκε ως φοροεισπράκτορας και έγγραφε σχετικά με την ζωγραφική. Η μητέρα της Μιλένα ήταν δασκάλα σχολείου και ένας συγγενής της ο εξέχων Σέρβος πολιτικός [[Σβέτοζαρ Μίλετιτς]]. Ο πατέρας της αργότερα εργάστηκε στα οικονομικά και την πολιτική. Αρρώστησε στα τέλη της δεκαετίας του 1870, με αποτέλεσμα να αναγκαστούν να μετακομίσουν στο Καράνοβατς (σήμερα [[Κράλιεβο]]) πριν τελικά μετεγκατασταθούν στο Βελιγράδι το 1884. Εκεί, έζησε στο σπίτι του παππού της Μαξίμ. Το σπίτι εκείνο τελικά καταστράφηκε κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών από την [[Luftwaffe]], τον [[Β΄ΠΠ|Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο]]. Επιδεικνύοντας το ταλέντο, μαθήτευσε δίπλα στον Τζόρτζε Κρίστιτς και εγγράφηκε σε ανώτερης εκπαίδευσης σχολείο θηλέων, από όπου αποφοίτησε το 1891. Το 1893 προσελήφθη σε εκείνο το σχολείο ως δασκάλα καλλιτεχνικών και αργότερα δίδαξε στο γυναικείο πανεπιστήμιο Βελιγραδίου.
 
Εν συνεχεία, έλαβε υποτροφία από το Σερβικό Υπουργείο Παιδείας ώστε να σπουδάσει τέχνη στην ιδιωτική σχολή του [[Άντον Άζμπε]] στο [[Μόναχο]]. Εκεί συνάντησε τους ζωγράφους Ρίχαρντ Γιάκοπιτς, Ιβάν Γκρόχαρ, Ματίγια Γιάμα, Μίλαν Μιλοβάνοβιτς, Κόστα Μιλίσεβιτς και Μποριβόγιε Στεφάνοβιτς. Επίσης, συνάντησε πρωτοπόρους της μοντέρνας τέχνης όπως ο [[Βασίλι Καντίνσκι]], ο [[Αλεξέι φον Γιαβλένσκι]] και [[Πάουλ Κλέε]] και επηρεάστηκε βαθύτατα από το έργο τους. Ενόσω βρισκόταν στο Μόναχο έστελνε τακτικά γράμματα στους γονείς της στη Σερβία και πάντα ζητούσε να της στέλνουν εφημερίδες και βιβλία με λεπτομέρειες σχετικά με τις εξελίξεις στη χώρα. Η αφοσίωσή της στην τέχνη είχε αρνητικό αντίκτυπο στην προσωπική ζωή της και το 1898 ακύρωσε τον αρραβώνα της με ένα δημόσιο λειτουργό καθώς η μητέρα του ζητούσε υπερβολικά μεγάλη προίκα. Η Πέτροβιτς επέστρεψε στη Σερβία το 1900 και επισκεπτόταν τακτικά μουσεία και εκθέσεις τέχνης, παρακολουθούσε συναυλίες και θεατρικές παραγωγές. Επίσης, αφιέρωσε πολύ χρόνο ώστε να μάθει ξένες γλώσσες. Η πρώτη ατομική της έκθεση έλαβε χώρα στο Βελιγράδι τον ίδιο χρόνο. Επίσης, βοήθησε στην οργάνωσης του Πρώτου Εκθέματος Γιουγκοσλαβικής Τέχνης και της Πρώτης Γιουγκοσλαβικής Αποικίας Τέχνης. Το 1902, η Πέτροβιτς άρχισε να διδάσκει σε σχολείο θηλέων. Τον επόμενο χρόνο έγινε η πρώτη πρόεδρος του Κύκλου Σερβίδων Αδελφών, μια ανθρωπιστική οργάνωση η οποία είχε στόχο να παρέχει βοήθεια στους Σέρβους στις τουρκοκρατούμενες περιοχές [[Κόσοβο]] και [[Μακεδονία]]. Το 1904, η Πέτροβιτς αποσύρθηκε στο οικογενειακό της σπίτι στο Ρέσνικ, όπου επικεντρώθηκε στη δημιουργία πινάκων. Μέσα στα επόμενα χρόνια, εντάχθηκε στους κύκλους του σερβικού πατριαρχείου και διαμαρτυρήθηκε στην προσάρτηση της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης από την Αυστροουγγαρία. Το 1910, ταξίδευσε στο Παρίσι όπου συνάντησε τον φίλο της και γλύπτη Ιβάν Μέστροβιτς. Παρέμεινε στη Γαλλία μέχρι που έμαθε για τον θάνατο του πατέρας και επέστρεψε στη Σερβία τον Απρίλιο του 1911. Κατά την επιστροφή της, συνέχισε να διδάσκει σε σχολείο θηλέων.
 
Το 1912, απεβίωσε και η μητέρα της. Με το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων, η Ναντέζντα εντάχθηκε εθελοντικά στις νοσηλεύτριες και τις απονεμήθηκε μετάλλιο Ανδρείας και ένα τάγμα του Ερυθρού Σταυρού. Συνέχισε να νοσηλεύει στρατιώτες μέχρι το 1913, όταν προσεβλήθη από [[τύφος|τύφο]] και [[χολέρα]]. Είχε λίγο διαθέσιμο χρόνο για να ζωγραφίσει και δημιούργησε λίγους πίνακες, ανάμεσα στους οποίους το μετα-ιμπρεσιονιστικό έργο «Το νοσοκομείο του Βαλίεβο» ([[σερβικά]]: Valjevska bolnica). Ο καθηγητής Άντριου Βάτστελ εξήρε τον πίνακα για «τις έντονες πινελιές και τα λαμπερά χρώματα» και για την απεικόνιση μιας σειράς λευκών τεντών μπροστά από ένα εξπρεσιονιστικό, σχεδόν φωβικό, τοπίο από πράσινο, πορτοκαλί και κόκκινο. Η Πέτροβιτς βρισκόταν στην Ιταλία όταν η Αυστροουγγαρία κήρυξε τον πόλεμο στην Σερβία, τον Ιούλιο του 1914. Επέστρεψε αμέσως στο Βελιγράδι για να βοηθήσει τον σερβικό στρατό. Δούλεψε εθελοντικά ως νοσηλεύτρια σε νοσοκομείο στο [[Βάλιεβο]], μέχρι τον θάνατό της από [[τυφοειδής πυρετός|τυφοειδή]] τις 3 Απριλίου 1915, στο ίδιο νοσοκομείο που είχε ζωγραφίσει.
 
Η Ναντέζντα Πέτροβιτς απεικονίζεται στο χαρτονόμισμα των 200 δηναρίων.
 
== Παραπομπές ==
{{παραπομπές}}
 
{{σε χρήση}}