Μυκηναϊκός πολιτισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον NickGio (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό [[Χρήστης:Ttzavaras|...
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 165:
Ανώτατος άρχοντας ενός μυκηναϊκού βασιλείου είναι ο ''wa-na-ka'' ({{πολυτονικό|ἄναξ}}). Η εξουσία του δεν στηρίζεται σε προσωποπαγές δίκαιο και δυναστικές γενεαλογίες, αλλά στην ικανότητά του να ρυθμίζει την αναδιανομή προϊόντων και υπηρεσιών στα όρια του βασιλείου του, να οργανώνει πλούσια συμπόσια με πάνδημη συμμετοχή και να εξασφαλίζει την εύνοια των θεών με την οργάνωση και διεξαγωγή της λατρείας. Υπάρχουν μαρτυρίες ότι αναγνωριζόταν και στον ίδιο θεϊκή υπόσταση, και εδώ φαίνεται η επίδραση της μινωικής ιδεολογίας της εξουσίας στη μυκηναϊκή. Ο ''wa-na-ka'' δεν φαίνεται να διεκδικούσε κύρος με την απόδοσή του στο πεδίο της μάχης, όπως οι ομηρικοί ή οι μακεδόνες βασιλείς αργότερα. Η αρχηγία του στρατού ήταν ίσως υπόθεση ενός άλλου ανώτατου αξιωματούχου, του ''ra-wa-ke-ta'' («αρχηγός του λαού», από το {{πολυτονικό|λαός}} + {{πολυτονικό|ἄγω}}), που εμφανίζεται δεύτερος στην ιεραρχία. Έτσι εξηγείται μια σημαντική ιδιομορφία των μυκηναϊκών βασιλείων, η αδιαφορία των αρχείων και της τέχνης για τον άνακτα ως άτομο, για το όνομα, την ιστορία και τη γενεαλογία του. Ένα σώμα ανώτατων πολεμιστών κοντά στον άνακτα αποτελούσαν οι ''e-qe-ta'' ({{πολυτονικό|ἐπέται}}, ακόλουθοι, σύντροφοι).
Ο τίτλος ''qa-si-re-u'' ({{πολυτονικό|βασιλεύς}}) υπάρχει στα μυκηναϊκά κράτη, η έννοιά του όμως είναι ασαφής και οπωσδήποτε δεν δηλώνει τον ανώτατο άρχοντα. ''qa-si-re-u'' είναι περισσότεροι από ένας στην Πύλο και ασχολούνται, σε μια περίπτωση, με την επιστασία χαλκουργών. Έχουν ίσως και θρησκευτικά καθήκοντα, όπως ο {{πολυτονικό|ἄρχων βασιλεύς}} στην Κλασική Περίοδο, καθώς και καθήκοντα τοπικού άρχοντα. Ο ''ko-re-te'' με βοηθό έναν ''po-ro-ko-re-te'' (περιέχει το πρόθεμα {{πολυτονικό|προ-}}) ηγείται ενός οικονομικού διαμερίσματος από τα 16 που είναι γνωστά στο βασίλειο της Πύλου σαν ένα είδος επάρχου (πρβλ. ''curator'' και ''procurator'' της [[Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία|Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας]]). Τα κείμενα της [[Γραμμική Β|Γραμμικής Β]] αναφέρουν πλήθος άλλων αξιωματούχων, των οποίων οι τίτλοι όμως δεν έχουν ερμηνευθεί ακόμαακόμη ικανοποιητικά.
 
Ο ''da-mo'' ({{πολυτονικό|δῆμος}}) είναι το οργανωμένο σώμα του λαού, η κοινότητα, που έχει στην ιδιοκτησία της το μεγαλύτερο μέρος της γης και την παραχωρεί κατά τεμάχια στον ''wa-na-ka'', τον ''ra-wa-ke-ta'' και σε άλλους αξιωματούχους για τις υπηρεσίες που παρέχουν. Ο ''da-mo'' αποτελεί επίσης τη βάση για το σχηματισμό του πιθανόν στρατιωτικού σώματος που διοικεί ο ''ra-wa-ke-ta''. Στην Πύλο υπάρχει και μια μοναδική αναφορά σε ένα συμβούλιο γερόντων, την ''ke-ro-si-ja'' ({{πολυτονικό|γερουσία}}).
Γραμμή 290:
θεοί
|}
Οι πηγές που διαθέτουμε για τη μυκηναϊκή θρησκεία είναι τα αρχαιολογικά ευρήματα σε χώρους ιερών, οι εικονογραφικές μαρτυρίες στη [[μυκηναϊκή τέχνη]] και ιδιαίτερα στη [[σφραγιδογλυφία]], και οι αναφορές των κειμένων της [[Γραμμική Β|Γραμμικής Β]] σε θεότητες (βλ. διπλανό πίνακα), αφιερώματα και τελετουργίες.<ref>T.G. Palaima, "Mycenaean Religion", στο: C.W. Shelmerdine (επιμ.), ''The Cambridge Companion to the Aegean Bronze Age'', Cambridge 2008, σ. 342.</ref> Οι πηγές αυτές δεν είναι χωρίς προβλήματα. Η αρχαιολογική ταύτιση ιερών χώρων και ευρημάτων (ειδωλίων, λατρευτικών σκευών), καθώς και η θρησκευτική ερμηνεία εικονογραφικών παραστάσεων εμπεριέχουν πάντοτε το στοιχείο της υποκειμενικότητας και της αβεβαιότητας, καθώς δεν υπάρχουν επιγραφές που να καθοδηγούν αυτές τις ερμηνείες. Ένα επιπλέον πρόβλημα είναι ότι οι λατρευτικές πρακτικές, τα ιερά σκεύη και σύμβολα και η θρησκευτική τέχνη των Μυκηναίων αναπτύχθηκαν υπό την έντονη επίδραση του Μινωικού Πολιτισμού σε τέτοιο βαθμό, ώστε ακόμαακόμη και στο επίπεδο της έκφρασης να είναι εξαιρετικά δύσκολη η διάκριση του καθαρά μυκηναϊκού από το μινωικό στοιχείο ήδη από την ΥΕ Ι περίοδο. Η διάκριση της μυκηναϊκής από τη μινωική θρησκεία είναι πράγματι ένα από τα πιο ακανθώδη προβλήματα της θρησκειολογικής έρευνας του Μυκηναϊκού Πολιτισμού.
 
Τέλος, τα κείμενα της Γραμμικής Β είναι διοικητικά-λογιστικά και όχι θρησκευτικά, μυθολογικά ή τελετουργικά<ref>T.G. Palaima, "Mycenaean Religion", στο: C.W. Shelmerdine (επιμ.), ''The Cambridge Companion to the Aegean Bronze Age'', Cambridge 2008, σσ. 342-343.</ref> και διασώζουν πληροφορίες για τέτοια θέματα μόνο στο βαθμό που άπτονται οικονομικών και διοικητικών θεμάτων. Έτσι, η μελέτη της μυκηναϊκής θρησκείας παραμένει αναγκαστικά στο πεδίο έρευνας της προϊστορικής αρχαιολογίας και ερευνάται ως πνευματικό δημιούργημα με βάση κυρίως υλικά κατάλοιπα, όσο κι αν αυτό ηχεί αντιφατικό. Η προσφυγή σε ελληνικά κείμενα της ιστορικής περιόδου για τη μελέτη της προϊστορικής θρησκείας κυριάρχησε στα πρώιμα στάδια της μελέτης του μυκηναϊκού παρελθόντος, σήμερα όμως θεωρείται εν πολλοίς αναχρονιστική. Ωστόσο πολλά στοιχεία της ιστορικής ελληνικής θρησκείας εντοπίζονται με βάση τις παραπάνω πηγές και στο Μυκηναϊκό Πολιτισμό, σε βαθμό που να μπορούμε να μιλάμε για συνέχεια της θρησκείας από τα προϊστορικά χρόνια. Οι περισσότερες ελληνικές θεότητες μαρτυρούνται ήδη στα μυκηναϊκά κείμενα<ref>T.G. Palaima, "Mycenaean Religion", στο: C.W. Shelmerdine (επιμ.), ''The Cambridge Companion to the Aegean Bronze Age'', Cambridge 2008, σσ. 348-350.</ref> (βλ. τον διπλανό πίνακα, όπου οι μυκηναϊκοί τύποι αναγράφονται συνήθως στη δοτική, όπως αναφέρονται στις πινακίδες).
Γραμμή 309:
Στο πέρασμα από τον 12ο στον 11ο αι. [[Κοινή Χρονολογία (Χρονολόγηση)|Π.Κ.Χ.]] παρατηρείται ένα δεύτερο, ισχυρότερο κύμα καταστροφών, από το οποίο δεν θα συνέλθουν ποτέ τα μυκηναϊκά βασίλεια. Η Τίρυνθα, οι Μυκήνες και η Μιδέα καταστρέφονται από ισχυρό σεισμό, ενώ η Πύλος και η Θήβα καίγονται και σχεδόν εγκαταλείπονται. Εγκαταλείπονται επίσης οικισμοί στην [[Τσούγγιζα]] της [[Νομός Κορινθίας|Κορινθία]]ς και στα [[Νιχώρια]] της [[Νομός Μεσσηνίας|Μεσσηνία]]ς, αν και δεν φανερώνουν ίχνη καταστροφής. Ο πληθυσμός μειώνεται δραματικά κατά την ΥΕ ΙΙΙΓ, η κατοίκηση όμως συνεχίζεται σε οχυρούς οικισμούς στην Τίρυνθα, τις Μυκήνες, τη Μιδέα και την [[Ασίνη]] της Αργολίδας, την [[Αρχαία Αθήνα|Αθήνα]], την [[Νομός Αχαΐας|Αχαΐα]], τη [[Νομός Βοιωτίας|Βοιωτία]], την [[Εύβοια]], τη [[Νομός Φωκίδας|Φωκίδα]] και τις [[Κυκλάδες]]. Ο διοικητικός μηχανισμός των ανακτόρων καταρρέει και η [[Γραμμική Β]] γραφή εγκαταλείπεται και ξεχνιέται.
 
Τρεις κυρίως εξηγήσεις έχουν προταθεί για την κατάρρευση των μυκηναϊκών βασιλείων και τη συνακόλουθη παρακμή Μυκηναϊκού Πολιτισμού: η φυσική καταστροφή, η εξωτερική εισβολή και οι εσωτερικές διαμάχες. Φυσικές καταστροφές (σεισμοί, πυρκαγιές και ίσως κλιματικές αλλαγές) έχουν πιστοποιηθεί αρχαιολογικά, στο πρώτο κύμα τους όμως άντεξε το σύστημα και τα ανάκτορα ξαναχτίστηκαν. Η απειλή από εξωτερικούς εισβολείς μπορεί να είναι η αιτία για την ενίσχυση των οχυρώσεων, όμως ο υλικός πολιτισμός της ΥΕ ΙΙΙΓ δείχνει αδιάκοπη συνέχεια με την ανακτορική περίοδο πριν την καταστροφή. ΑκόμαΑκόμη και αν επιτέθηκαν τελικά εξωτερικοί εισβολείς, δεν εγκαταστάθηκαν στις περιοχές που έλεγχαν οι Μυκηναίοι. Ξίφη του ιδιαίτερου τύπου Naue II και χονδροειδής κεραμική κατασκευασμένη χωρίς τροχό, πολύ διαφορετική από τη μυκηναϊκή, έχουν συνδεθεί με πιθανούς εισβολείς. Και τα δύο όμως εμφανίζονται ήδη πριν από τις καταστροφές και όχι με την έλευση πληθυσμών που μπορεί να ευθύνονται για τις καταστροφές. Νέα ταφικά έθιμα (καύση νεκρών, κιβωτιόσχημοι τάφοι) εμφανίζονται με χρονική απόσταση από το τέλος της ΥΕ ΙΙΙΒ, στην προχωρημένη ΥΕ ΙΙΙΓ. Ο μύθος της [[Δωριείς|Καθόδου των Δωριέων]], που έπλασαν οι Έλληνες της πρώτης χιλιετίας [[Κοινή Χρονολογία (Χρονολόγηση)|Π.Κ.Χ.]] για να εξηγήσουν την καταγωγή τους, δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί αρχαιολογικά.
Στα μέσα της ΥΕ ΙΙΙΓ σημειώνεται μια «αναγέννηση», που εκφράζεται κυρίως στη διακόσμηση αγγείων με εικονιστικές σκηνές. Το υπερπόντιο εμπόριο εξακολουθεί και τώρα μάλιστα στρέφεται και προς τα δυτικά, στην Ιταλία. Τελευταίες έρευνες στην Τίρυνθα, τη Μιδέα και τη Νάξο δείχνουν πως στην ΥΕ ΙΙΙΓ υπήρξαν ακόμαακόμη και προσπάθειες να επισκευαστούν τα μέγαρα της ανακτορικής περιόδου και να ανασυγκροτηθούν οι δομές εξουσίας. Όμως οι προσπάθειες αυτές δεν απέτρεψαν το οριστικό τέλος με ένα τρίτο κύμα καταστροφών στα τέλη του 12ου αι. [[Κοινή Χρονολογία (Χρονολόγηση)|Π.Κ.Χ.]]
Η θεωρία της εσωτερικής κατάρρευσης του συστήματος λόγω διαμάχης ανάμεσα στα μυκηναϊκά βασίλεια ή στις διαφορετικές κοινωνικές τάξεις εξηγεί γιατί με τις καταστροφές παράκμασε κυρίως ο πολιτισμός των ηγετικών στρωμάτων της μυκηναϊκής κοινωνίας (ο αρχιτεκτονικός τύπος του μεγάρου, ο διοικητικός μηχανισμός, η γραφή, το εμπόριο με την Ανατολή, ανακτορικές τέχνες όπως η τοιχογραφία). Η ζωή σε χαμηλότερα επίπεδα συνεχίστηκε σχεδόν ανεπηρέαστη.