Πανδοσία (Ήπειρος): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Υπάρχω (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 18:
 
Μετά την ερήμωσή της επί ενάμιση αιώνα και συγκεκριμένα κατά την αυτοκρατορική περίοδο, η Πανδοσία αναβίωσε και επέζησε ως το τέλος της ρωμαϊκής αρχαιότητας, όπως μαρτυρούν οι ρωμαϊκές επισκευές στο κάστρο της, καθώς και η μνεία της από φιλολογικές πηγές της εποχής εκείνης (Στραβ. VII, 7, 5 : ''«Εγγύς δε της Κιχύρου πολίχνιον Βουχέτιον Κασσωπαίων...και Πανδοσία και Βατίαι εν μεσογαία»''). Η αναβίωσή της στα αυτοκρατορικά χρόνια οφειλόταν κυρίως στα στρατηγικά πλεονεκτήματα της θέσης της. Συγκεκριμένα, η Πανδοσία έλεγχε τη διάβαση του Αχέροντα ποταμού, καθώς κάτω από τα τείχη της βρισκόταν η μεγάλη γέφυρα, απ' όπου περνούσε ο διεθνής χερσαίος δρόμος που οδηγούσε από την Απολλωνία στην Άκτια Νικόπολη. Επίσης, λειτουργούσε και σαν ποταμίσιο λιμάνι, καθώς είχε τον έλεγχο της ποταμοπλοϊας στον ποταμό Αχέροντα.
<ref>[http://olympias.lib.uoi.gr/jspui/handle/123456789/26043] Δ. Κ. Σαμσάρης, Η ρωμαϊκή αποικία της Φωτικής στη Θεσπρωτία της Ηπείρου (Ιστορικογεωγραφική και επιγραφική συμβολή), Γιάννινα 1994, σ. 107-108</ref>
 
Οπωσδήποτε η ηπειρωτική Πανδοσία, ακόμη και τα χρόνια του Πλίνιου, στο δεύτερο μισό του 1ου αιώνα μΧ, ήταν σημαντική πόλη. Φαίνεται όμως ότι η γειτονική της (σε απόσταση 4χλμ.) [[Αρχαία Εφύρα]] υπερτερούσε, διότι ήταν πλησιέστερη στη θάλασσα. Τον 15ο αιώνα μΧ η υποτυπώδης υπάρχουσα Πανδοσία κατελήφθη υπό των Βενετών, στους οποίους και οφείλονται, όπως φαίνεται, οι περισσότερες ανακαινίσεις των αρχαίων τειχών της.