Σχίσμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αντικατάσταση παρωχημένου προτύπου με references tag |
μ βάσει πολιτικής |
||
Γραμμή 2:
Η λέξη '''σχίσμα''' (από το ρήμα σχίζω), σημαίνει τη διαίρεση ή τη διάσπαση, συνήθως σε μια οργάνωση. Σχισματικός είναι αυτός που είτε δημιουργεί ή υποκινεί το σχίσμα σε μια ομάδα είτε είναι μέλος μιας αποσχισμένης ομάδας. Σχισματικό ως επίθετο σημαίνει αυτό που αναφέρεται στο σχίσμα ή τα σχίσματα, ή σε εκείνες τις ιδέες, πολιτικές, κλπ. που θεωρούνται ότι οδηγούν προς ή προωθούν το σχίσμα.
== Χρήση μέσα
Οι λέξεις σχίσμα και σχισματικός χρησιμοποιούνται ευρέως στην ιστορία του [[Χριστιανισμός|χριστιανισμού]], προκειμένου να δηλωθούν οι διασπάσεις μέσα σε μια [[εκκλησία]] ή ένα θρησκευτικό φορέα. Σε αυτό το πλαίσιο, η λέξη σχισματικός ως ουσιαστικό δείχνει ένα πρόσωπο που δημιουργεί ή υποκινεί το σχίσμα σε μια εκκλησία ή είναι μέλος μιας αποσχισμένης εκκλησίας, και ως επίθετο αναφέρεται στις ιδέες και τα πράγματα που θεωρείται πως μπορεί να οδηγήσουν προς ή να προωθήσουν το σχίσμα, περιγράφοντας συχνά μια εκκλησία που έχει αποχωρήσει από οποιαδήποτε κοινωνία ο χρήστης της λέξης θεωρεί ως αληθινή χριστιανική εκκλησία. Αυτές οι λέξεις έχουν χρησιμοποιηθεί για να δείξουν και το φαινόμενο της διάσπασης του χριστιανικού συνόλου γενικά, και ορισμένες σημαντικές ιστορικές διασπάσεις ειδικότερα.
Το σχίσμα διαφέρει από την [[αποστασία]] διότι ο σχισματικός εξακολουθεί να είναι
Κατά συνέπεια, μέσα στο χριστιανισμό η λέξη σχίσμα μπορεί να αναφέρεται:
|