Ιρίδιο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
μ μβελτιώσεις |
||
Γραμμή 42:
|μαγνητική συμπεριφορά =παραμαγνητικό
|ειδική ηλεκτρική αντίσταση =47,1 nΩ·m
|ειδική ηλεκτρική αγωγιμότητα =
|ειδική ηλεκτρική αγωγιμότητα = 21,23 MS/m
|ειδική θερμική αγωγιμότητα =(27 °C) 147 W/(m K)
Γραμμή 54:
|ταχύτητα του ήχου =(20 °C) 4825 m/s
}}
Το [[χημικό στοιχείο]] '''ιρίδιο''' (''iridium'') είναι [[μέταλλα|μέταλλο]] με [[ατομικός αριθμός|ατομικό αριθμό]] 77 και [[ατομικό βάρος|σχετική ατομική μάζα]] 192,217. Το χημικό του σύμβολο είναι
Πήρε το όνομά του από τα έντονα χρώματα που είχαν τα άλατά του, σε συνδυασμό και με την Ίριδα, τη
Από άποψη χημικής συμπεριφοράς, ανήκει στην
{| class="collapsible collapsed"
|-
! ''Μέταλλα της ομάδας του λευκόχρυσου''
Γραμμή 99:
Οι πιο σημαντικές ενώσεις του ιριδίου είναι τα [[άλας|άλατά]] του με [[χλώριο]] και οι οργανομεταλλικές ενώσεις που χρησιμοποιούνται στους [[κατάλυση|καταλύτες]] των [[οργανική αντίδραση|οργανικών αντιδράσεων]].
Ιρίδιο έχει βρεθεί και σε [[μετεωρίτης|μετεωρίτες]] και μάλιστα σε
Ασυνήθιστα μεγάλη περιεκτικότητα σε ιρίδιο έχει βρεθεί στο γεωλογικό
Το ιρίδιο έχει δύο σταθερά [[ισότοπο|ισότοπα]], το <sup>191</sup>Ir και το <sup>193</sup>Ir.
Γραμμή 106:
== Ιστορία ==
Η ανακάλυψη του ιριδίου είναι συνυφασμένη με αυτήν του λευκόχρυσου και των άλλων PGMs. Κράματα μετάλλων της ομάδας του λευκόχρυσου ήταν ήδη γνωστά από το 700 π.Χ. Ισπανοί κατακτητές της Νότιας Αμερικής,<ref>{{cite journal|title=The Platinum of New Granada: Mining and Metallurgy in the Spanish Colonial Empire|author=McDonald, M.|journal=Platinum Metals Review|volume=3|issue=4|year=959|pages=140–145|url=http://www.platinummetalsreview.com/dynamic/article/view/pmr-v3-i4-140-145}}{{dead link|date=June 2015}}</ref> το 17ο αιώνα έφεραν το αδιαχώριστο μίγμα των PGMs στην Ευρώπη με το όνομα
Όταν το 19ο αιώνα Ευρωπαίοι χημικοί που μελετούσαν την πλατίνα, τη διέλυσαν σε [[βασιλικό νερό]] για να φτιάξουν ευδιάλυτα [[άλας|άλατα]], παρατήρησαν ότι έμενε πάντα μια μικρή ποσότητα από ένα σκούρο, αδιάλυτο υπόλειμμα.<ref name="hunt">{{cite journal| title= A History of Iridium| first =L. B.| last =Hunt| journal = Platinum Metals Review| volume =31| issue = 1| year = 1987| url = http://www.platinummetalsreview.com/dynamic/article/view/pmr-v31-i1-032-041 <!--| accessdate = 2008-09-15 -->| pages= 32–41}}{{dead link|date=June 2015}}</ref> Ο [[Ζοζέφ Προυστ]] (Joseph Louis Proust) to 1801 συμπέρανε ότι το υπόλειμμα αυτό ήταν [[γραφίτης]]. Το 1803, οι Γάλλοι χημικοί Βικτόρ Κολέ-Ντεκοτίλ (Victor Collet-Descotils), Αντουάν Φρανσουά (Antoine François) και Λουί Νικολά Βωκλέν (Louis Nicolas Vauquelin) παρατήρησαν επίσης το μαύρο υπόλειμμα αλλά δεν συνέχισαν τα πειράματα.<ref name="hunt" />
Την ίδια χρονιά, ο Άγγλος χημικός Σμίθσον Τένναντ<ref group="Σημ.">Ο Smithson Tennant (1761-1815) ήταν Άγγλος χημικός. Το 1796 απέδειξε, με καύση, ότι το διαμάντι αποτελείται αποκλειστικά από άνθρακα. Το 1804 ανακοίνωσε την ανακάλυψη του οσμίου και του ιριδίου</ref> (Smithson Tennant) ανέλυσε το μαύρο αδιάλυτο υπόλειμμα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να περιέχει ένα νέο μέταλλο. Ταυτόχρονα και ανεξάρτητα, ο Βωκλέν κατεργάστηκε τη μαύρη σκόνη με αλκάλια και οξέα<ref name="Emsl"/> και πήρε ένα νέο πτητικό οξείδιο που νόμισε ότι αποτελούνταν από το νέο μέταλλο. Το ονόμασε μάλιστα ''ptene'' από την Ελληνική λέξη
Ο Τένναντ αναφέρει στη δημοσίευσή του
"''appeared of a white colour, and was not capable of being melted, by any degree of heat I could apply...I should incline to call this metal Iridium, from the striking variety of colours which it gives, while dissolving in marine acid...''"<br />
Γραμμή 117:
[[Αρχείο:Winged goddess Cdm Paris 392.jpg|thumb|150px|Η θεά Ίρις των Αρχαίων Ελλήνων]]
Έδωσε στο νέο στοιχείο το όνομα
Ο πρώτος που έλιωσε δείγμα ιριδίου ήταν ο Βρετανός χημικός, ορυκτολόγος και ζωολόγος Τζον Τζώρτζ Τσίλντρεν (John George Children) το 1813. Για το σκοπό αυτό, χρησιμοποίησε
Το 1842, ο Αμερικανός χημικός Ρόμπερτ Έιρ (Robert Hare) παρασκεύασε για πρώτη φορά ιρίδιο υψηλής καθαρότητας,<ref name="IPA" /> υπολόγισε ότι η πυκνότητά του ήταν περίπου 21.8 g/cm<sup>3</sup> και σημείωσε ότι επρόκειτο για μέταλλο, που ήταν σχεδόν αδύνατο να κατεργαστεί.
Η πρώτη τήξη σημαντικής ποσότητας ιριδίου, έγινε από τους Γάλλους χημικούς Ανρί Σαιντ-Κλαιρ Ντεβίλ (Henri Sainte-Claire Deville) και Ζυλ Ανρί Ντεμπρέ (Jules Henri Debray) το 1860. Αυτοί χρησιμοποίησαν για την τήξη πάνω από 300 L καθαρού [[οξυγόνο]]υ και [[υδρογόνο]]υ ανά κιλό ιριδίου.<ref name="hunt" />
Γραμμή 125:
Το 1889, κατασκευάστηκαν από κράμα 90 % λευκοχρύσου και 10 % ιριδίου τα πρότυπα μήκους και μάζας που σήμερα φυλάσσονται στο Διεθνές Γραφείο Μέτρων και Σταθμών κοντά στο [[Παρίσι]].
Η πρώτη χρήση κράματος ιριδίου με ρουθήνιο σε θερμοστοιχεία,<ref name="hunt" /> για τη μέτρηση θερμοκρασιών στον αέρα έως 2000 °C, έγινε από τον Όττο Φόϋσσνερ (Otto Feussner) το 1933.<br />
Το 1958 ο Γερμανός [[Ρούντολφ Μέσμπαουερ]] (Rudolf Ludwig Mössbauer)<ref>[http://nobelprize.org/nobel_prizes/physics/laureates/1961/ Βραβεία Νόμπελ Φυσικής 1961]</ref><ref group="Σημ.">Rudolf Ludwig Mössbauer. Γερμανός φυσικός. Μαζί με τον Αμερικανό Robert Hofstadter, κέρδισε το [[Βραβείο Νόμπελ]] το 1961
== Εμφανίσεις - Εξόρυξη - Απομόνωση του μετάλλου ==
[[Αρχείο:Willamette Meteorite AMNH.jpg|thumb|250px|right|Ο μετεωρίτης Willamette στο Όρεγκον των ΗΠΑ, ο έκτος μεγαλύτερος που έχει βρεθεί, περιέχει 4,7 ppm ιρίδιο]]
Το ιρίδιο είναι από τα σπανιότερα χημικά στοιχεία στο φλοιό της Γης. Ο [[χρυσός]] είναι 4 φορές πιο άφθονος, ο [[λευκόχρυσος]] 10 φορές και ο [[άργυρος]] και ο [[υδράργυρος]] 80 φορές.<ref name="Green">Greenwood N. N., Earnshaw, A. "Chemistry of the Elements (2nd ed.)",
=== Εμφανίσεις ===
Γραμμή 137:
Το ιρίδιο βρίσκεται στη φύση ως ελεύθερο στοιχείο ή σε φυσικά [[κράμα]]τα, ιδιαίτερα μαζί με το στοιχείο [[όσμιο]]: το οσμιρίδιο (με περίπου 50 % ιρίδιο) και το ιριδόσμιο (με περίπου 70 % ιρίδιο).<ref name="Emsl">John Emsley "Nature's building blocks: an A-Z guide to the elements", New York 2001</ref>
Τα PGM έχουν παρόμοια γεωχημική συμπεριφορά και έχουν τη τάση να συγκεντρώνονται μαζί στη φύση. Εμφανίζονται ως κράματα ή ενώσεις στις αποθέσεις μεταλλοφόρων κοιτασμάτων, που συνδέονται μερικές φορές με το [[χρυσός|χρυσό]], το [[νικέλιο]], το [[χαλκός|χαλκό]] και το [[χρώμιο]]. Σε αποθέσεις μεταλλευμάτων νικελίου και χαλκού, τα PGM, εμφανίζονται ως σουλφίδια, τελλουρίδια, αντιμονίδια και αρσενίδια. Σε όλα αυτά τα ορυκτά του λευκόχρυσου, υπάρχουν πάντα μικρές ποσότητες ιριδίου και οσμίου.<ref name="Miha">Μιχαηλίδης Κ.
Τα κοιτάσματα των PGM προέρχονται κυρίως από κλασματική κρυστάλλωση υγρού [[μάγμα]]τος. Τα κοιτάσματα αυτά συναντώνται μέσα σε
Οι ενώσεις των PGM επειδή είναι δυσδιάλυτες στο πυριτικό τήγμα, κρυσταλλώνονται πρώτες και βυθίζονται προς βαθύτερα σημεία λόγω της μεγαλύτερης πυκνότητας.<ref name="Kaza">Καζακης Ν., Βαβελίδης Μ. "P.G.M. Μέταλλα της ομάδας του Λευκόχρυσου", Θεσσαλονίκη 2006</ref>
Γραμμή 159:
</div>
Υπάρχουν όμως και ιζηματογενή
Οι σπουδαιότερες χώρες παραγωγής είναι η [[Νότια Αφρική]], η [[Ρωσία]], οι [[Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής|Η.Π.Α.]],
Οι μεγαλύτερες γνωστές πρωτογενείς αποθέσεις PGM βρίσκονται μέσα στα μεγαλύτερα κοιτάσματα χρωμίου στον κόσμο στο [[σύμπλεγμα Bushveld]] της Νότιας Αφρικής. Τα κοιτάσματα του [[χρωμίτης|χρωμίτη]] είναι στρωματόμορφα και εναλλάσσονται με βασικά και υπερβασικά πετρώματα, έχουν δε πάχος από λίγα εκατοστά έως 2 m.<ref name="Kaza" /><br />
Στις Η.Π.Α. εμφανίσεις PGM υπάρχουν στο Στιλγουώτερ (Stillwater) της Νότιας [[Μοντάνα]]. <br />
Στη Ρωσία εκμετάλλευση των PGM γίνεται στο Νοριλσκ (Noril'sk) κοντά στη χερσόνησο Ταιμύρ (Taimyr) και στη χερσόνησο Μόνχεγκορσκ (Monhegorsk). Τα ορυκτά που έχουν εντοπιστεί είναι [[κοτουλσκίτης]], ιρίδιο, [[αιματίτης]], χρυσός, χρωμίτης, [[χαλκοπυρίτης]] κ.ά.<ref name="Kaza" /><br />
Στον Καναδά έχουν εντοπιστεί PGM στο Χωκ Ριτζ (Hawk Ridge)
Άλλα μέρη στα οποία έχουν εντοπιστεί PGM είναι στη περιοχή Σέλους (Selous) στη Ζιμπάμπουε, στην Αυστραλία, στην Πολωνία, στη Σερβία, στη Φινλανδία, στην Κολομβία, στην Ιαπωνία, στην Ελλάδα κ.α.
Σύμφωνα με έρευνα που έγινε το 1992,<ref>{{cite book|url = http://books.google.com/books?id=Wm6QMRaX9C4C&pg=PA69|page =69|isbn = 9780873351003|editor = Hartman, H. L.; Britton, S. G.|year = 1992|publisher = Society for Mining, Metallurgy, and Exploration|location = Littleton, Colo.|title = SME mining engineering handbook}}</ref> τα PGM που εξορύσσονταν στη Νότια Αφρική αλλά και στην
<big>'''Το ιρίδιο στο
[[Αρχείο:K-T-boundary.JPG|thumb|280px|Εμφανίσεις
Το ''όριο Κ-Τ'' είναι [[Στρωματογραφία|γεωλογικό στρώμα]] που δημιουργήθηκε πριν 65 εκατομμύρια χρόνια και σηματοδοτεί το πέρασμα από την Κρητιδική (Κ) περίοδο του [[Μεσοζωικός Αιώνας|Μεσοζωικού Αιώνα]] (εποχή των ερπετών) στην Τριτογενή (Τ) γεωλογική περίοδο του [[Καινοζωικός αιώνας|Καινοζωικού Αιώνα]] (εποχή των θηλαστικών). Στο στρώμα αυτό βρέθηκαν [[άργιλος|αργιλικές αποθέσεις]] με ασυνήθιστα μεγάλες περιεκτικότητες σε ιρίδιο. Η ανακάλυψη αυτή οδήγησε το φυσικό Λούις Άλβαρεζ (Luis Alvarez)<ref>[http://nobelprize.org/nobel_prizes/physics/laureates/1968/ The Nobel Prize in Physics 1968 Luis Alvarez]</ref> να προτείνει το 1980, την επικρατέστερη μέχρι σήμερα θεωρία γνωστή ως
1108|science.208.4448.1095|pmid=17783054}}</ref>
Σύμφωνα με την υπόθεση αυτή, η εξαφάνιση σχεδόν του 85 % των ειδών που κυριαρχούσαν στη [[Γη]] οφειλόταν σε έναν τεράστιο [[μετεωρίτης|μετεωρίτη]] που έπεσε στη χερσόνησο Yucata'n στο [[Μεξικό]] δημιουργώντας τον κρατήρα Chicxulub και αναστατώνοντας σοβαρά το γήινο οικοσύστημα.<ref>{{cite journal|last =Hildebrand| first = A. R.| coauthors = Penfield, Glen T.; Kring, David A.; Pilkington, Mark; Zanoguera, Antonio Camargo; Jacobsen, Stein B.; Boynton, William V.|title=Chicxulub Crater; a possible Cretaceous/Tertiary boundary impact crater on the Yucatan Peninsula, Mexico|year = 1991|volume = 19| issue = 9| journal = Geology| pages = 867–871| url=http://geology.geoscienceworld.org/cgi/content/abstract/19/9/867}}</ref> Ο
Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι τηγμένα υλικά από το γήινο μανδύα, που έρχονται στην επιφάνεια κατά τη διάρκεια των [[ηφαίστειο|ηφαιστειακών εκρήξεων]], περιέχουν επίσης αυξημένες ποσότητες ιριδίου. Έτσι υποστηρίζεται η άποψη ότι η έντονη ηφαιστειακή δραστηριότητα του τέλους της Κρητιδικής εποχής (και όχι η πτώση μετεωρίτη) μπορεί να είναι υπεύθυνη για το αυξημένο ιρίδιο στο όριο Κ-Τ.
Άλλα γεωλογικά στοιχεία υποδεικνύουν ότι η αυξημένη περιεκτικότητα σε ιρίδιο του ορίου Κ-Τ δημιουργήθηκε σιγά-σιγά, όπως θα ήταν αναμενόμενο εξαιτίας μιας βαθμιαία αυξανόμενης ηφαιστειακής δραστηριότητας και όχι ως αιτία ξαφνικής πτώσης αστεροειδούς.<ref>{{cite journal|author=Toutain, J.-P.; Meyer, G.|year=1989|title=Iridium-Bearing Sublimates at a Hot-Spot Volcano
Γραμμή 185:
Η εξόρυξη των μετάλλων της ομάδας του λευκόχρυσου αποτελεί σημαντική πλουτοπαραγωγική πηγή για τις χώρες στις οποίες αυτά παράγονται. Συνήθως, απαιτούνται έως 3 μήνες για να ληφθούν 7 έως 12 τόννοι μεταλλεύματος<ref name="IPA">[http://www.ipa-news.com/pgm/mining-production/index.htm International Platinum Group Metals Association (IPA)]{{dead link|date=June 2015}}</ref> από τους οποίους θα εξαχθεί 1 ουγγιά (=31,135 g) λευκόχρυσου και μικρότερη ποσότητα ιριδίου.<br />
Τα PGMs εξορύσσονται συνήθως από υπόγεια ορυχεία και σπάνια από επιφανειακές εμφανίσεις. Ο αρχικός τεμαχισμός των βράχων γίνεται από τους εργάτες των ορυχείων με κομπρεσέρ ή με εκρηκτικά. Μετά τη μεταφορά στην επιφάνεια με ιμάντες ή βαγονάκια των μεγάλων κομματιών από το υπόγειο ορυχείο, αυτά τεμαχίζονται σε πολύ μικρά κομμάτια, απομακρύνονται οι προσμίξεις, για να αποκαλυφθούν τα ορυκτά που περιέχουν τα επιθυμητά μέταλλα και τέλος αλέθονται μέχρι να γίνουν σκόνη. Σ' αυτή τη φάση, ένας τόννος μεταλλεύματος συνήθως περιέχει 4 έως 7 γραμμάρια μετάλλων.<ref name="octa">[http://www.unctad.org/infocomm/anglais/platinum/chain.htm United Nations Conference on Trade and Development (UNCTAD)]{{dead link|date=June 2015}}</ref> Στη συνέχεια, με μια διαδικασία που ονομάζεται
Στο χυτήριο, το οποίο μπορεί να έχει μια ικανότητα επεξεργασίας έως και 100 τόνους/ημέρα, το μετάλλευμα κατεργάζεται σε ηλεκτρική κάμινο σε θερμοκρασίες κοντά στους 1600 °C για να απομακρυνθούν διάφορα άχρηστα υλικά και τελικά, μετά από διπλή επεξεργασία, προκύπτει μια
=== Διαχωρισμός - Απομόνωση του ιριδίου ===
Το τελικό βήμα στην παραγωγή είναι ο διαχωρισμός και ο καθαρισμός των PGMs σε ξεχωριστά μέταλλα.<ref name="octa" /> Αυτό είναι και το πιο δύσκολο κομμάτι της όλης διαδικασίας και συνδυάζει χημικές μεθόδους, αποστάξεις και τεχνικές ανταλλαγής ιόντων. Η βασική διαδικασία σε γενικές γράμμες είναι η εξής
== Οικονομικά στοιχεία ==
Γραμμή 204:
[[Αρχείο:Cubic-face-centered.svg|thumb|left|Κρύσταλλος Ir, α = 383,9 pm]]
Το ιρίδιο είναι μέταλλο αργυρόλευκο και το μοναδικό
Εξαιτίας της σκληρότητας, του πολύ ψηλού σημείου τήξης του (το 8ο υψηλότερο όλων των χημικών στοιχείων) και της μεγάλης πυκνότητας, το στερεό ιρίδιο είναι πολύ δύσκολο να κατεργαστεί.<ref name="Green" /> Παρόλες, όμως, τις δυσκολίες κατεργασίας και το ψηλό κόστος, το ιρίδιο χρησιμοποιείται σε αρκετές εφαρμογές τεχνολογιών αιχμής στις οποίες αξιοποιούνται οι μεταλλουργικές του ιδιότητες.<br />
Το ιρίδιο είναι παραμαγνητικό μέταλλο διότι έχει μονήρη ηλεκτρόνια τα οποία συμπεριφέρονται ως στοιχειώδεις μαγνήτες και έλκονται από μαγνητικά πεδία, αγώγιμο
Η τάση των ατμών του είναι αμελητέα και μετρήσιμη μόνο σε υψηλές θερμοκρασίες
'''Μηχανικές ιδιότητες'''<ref group="Σημ.">Στις μηχανικές ιδιότητες ανήκει και η ελατότητα (malleability) και η ολκιμότητα (ductility). Ελατότητα μετάλλου ή μεταλλικού κράματος είναι η φυσική ιδιότητα με βάση την οποία τα υλικά μετατρέπονται στην επιθυμητή μορφή με σφυρηλάτηση. Ολκιμότητα είναι η φυσική ιδιότητα που έχουν πολλά μέταλλα και η οποία τα επιτρέπει να μετατρέπονται σε νήματα ή σύρματα.</ref>
Γραμμή 232:
volume=39|issue=4|year=1995|pages=164|url=http://www.platinummetalsreview.com/dynamic/article/view/pmr-v39-i4-164-164}}{{dead link|date=June 2015}}</ref><ref name="Cott">Cotton S.A., "Chemistry of Precious Metals", New York, 1997</ref> Σήμερα γνωρίζουμε<ref name="griffith" /> ότι το όσμιο έχει πυκνότητα 22,587±0,009 g/cm<sup>3</sup> και το ιρίδιο 22,562 ± 0,009 g/cm<sup>3</sup>. Σε υγρή κατάσταση το ιρίδιο έχει πυκνότητα 19 g/cm<sup>3</sup>.
Η εξαιρετική πυκνότητα του ιριδίου οφείλεται στο φαινόμενο της ''συστολής των λανθανιδών''<ref name="Manous2" />
=== Χημικές ===
Το ιρίδιο ανήκει στη γ' σειρά των μεταβατικών μετάλλων (ή στοιχείων) ή στοιχείων μετάπτωσης. Στα μέταλλα μετάπτωσης ανήκουν τα χημικά στοιχεία που έχουν ασυμπλήρωτη την ομάδα των d ατομικών τροχιακών της προτελευταίας ηλεκτρονιακής στιβάδας. <br />
Το φάσμα εκπομπής του Ir είναι περίπλοκο επειδή διαθέτει πολλά τροχιακά παραπλήσιας ενέργειας και τα ηλεκτρόνια έχουν πολλές επιλογές όταν μεταβαίνουν από το ένα τροχιακό στο άλλο. Οι μεταβάσεις αυτές
Οι ενέργειες ιονισμού (σε KJ/mol) των σταδιακών μετατροπών του ιριδίου σε ιόντα από Ir<sup>+</sup> έως Ir<sup>9+</sup> καθώς και τα δυναμικά ημιαντιδράσεων αναγωγής διαφόρων ενώσεων και ιόντων του Ir, βρίσκονται στους
{| class="collapsible collapsed"
|-
! ''Ενέργειες ιονισμού και ημιαντιδράσεις αναγωγής ενώσεων του ιριδίου''
Γραμμή 252:
|Ir - Ir<sup>+</sup> || 880
|-
| Ir<sup>+</sup> - Ir<sup>2+</sup>
|-
| Ir<sup>2+</sup> - Ir<sup>3+</sup>
|-
| Ir<sup>3+</sup> - Ir<sup>4+</sup>
|-
| Ir<sup>4+</sup> - Ir<sup>5+</sup>
|-
|Ir<sup>5+</sup> - Ir<sup>6+</sup>
|-
| Ir<sup>6+</sup> - Ir<sup>7+</sup>
|-
|Ir<sup>7+</sup> - Ir<sup>8+</sup> || 10000
|-
|Ir<sup>8+</sup> - Ir<sup>9+</sup>
|}
Γραμμή 274:
!Ημιαντίδραση !! Δυναμικό Ε<sup>0</sup> (V)
|-
|Ir<sup>3+</sup> + 3e<sup>-</sup> ⇄ Ir
|-
| IrCl<sub>6</sub><sup>2-</sup> + e<sup>-</sup> ⇄ IrCl<sub>6</sub><sup>3-</sup> || +1.026
Γραμμή 282:
| IrCl<sub>6</sub><sup>3-</sup> + 3e<sup>-</sup> ⇄ Ir + 6Cl<sup>-</sup> || +0.77
|-
| IrO<sub>2</sub> + 4H<sup>+</sup> + 4e<sup>-</sup> ⇄ Ir + H<sub>2</sub>O
|-
| IrO<sub>2</sub> + 2H<sub>2</sub>O + 4e<sup>-</sup> ⇄ Ir + 4OH<sup>-</sup> ||
|-
|Ir<sub>2</sub>O<sub>3</sub> + 3H<sub>2</sub>O + 6e<sup>-</sup> ⇄ 2Ir + 6OH<sup>-</sup> ||
|}
|}
Γραμμή 307:
[[Αρχείο:EcIr1.svg|thumb|350px|right|<div style="text-align:center;">Ηλεκτρονιακή διαμόρφωση Ir</div>]]
Όπως φαίνεται σ' αυτούς τους πίνακες, το κανονικό δυναμικό αναγωγής της αντίδρασης
Το ιρίδιο είναι το ανθεκτικότερο από όλα τα μέταλλα στη διάβρωση. Δε διαβρώνεται από το νερό, τα [[οξύ|οξέα]], το [[βασιλικό νερό]], τις [[βάση|βάσεις]], τα λιωμένα μέταλλα, τα αλογόνα, τις ενώσεις του [[πυρίτιο|πυριτίου]].<ref name="Manous2" />
Γραμμή 324:
'''Αντιδράσεις του ιριδίου με το [[οξυγόνο|Ο<sub>2</sub>]]'''
Το ιρίδιο σχηματίζει οξείδια με αριθμό οξείδωσης +3 και +4 δηλ. το καφέ Ir<sub>2</sub>O<sub>3</sub> και το μαύρο IrO<sub>2</sub>.<ref name="webel" /> Για το πρώτο λίγα πράγματα είναι γνωστά και δεν παρασκευάζεται με απευθείας αντίδραση του Ir με O<sub>2</sub>. Αν σχηματιστεί, οξειδώνεται στους 500 °C προς IrO<sub>2</sub><ref name="Cott" />
: 2Ir<sub>2</sub>O<sub>3</sub> → Ir + 3IrO<sub>2</sub>
Το IrO<sub>2</sub> προκύπτει με απευθείας αντίδραση Ir και Ο<sub>2</sub>. Στους 1100 °C διασπάται στα στοιχεία του:
Γραμμή 331:
'''Αντιδράσεις του ιριδίου με τα [[αλογόνα]]'''
Το μεταλλικό ιρίδιο αντιδρά απευθείας με το αέριο [[φθόριο]] και δίνει διάφορα προϊόντα ανάλογα
Στους 240 °C προκύπτει το εξαιρετικά διαβρωτικό κίτρινο στερεό φθοριούχο ιρίδιο(VI), IrF<sub>6</sub> :
: Ir + 3F<sub>2</sub> → IrF<sub>6</sub>
Γραμμή 340:
: 2Ir + 5F<sub>2</sub> → 2IrF<sub>5</sub>
Η αντίδραση του Ir απευθείας με [[χλώριο|Cl<sub>2</sub>]] γίνεται στους 600 °C και οδηγεί στο σχηματισμό της καφέ α-μορφής του χλωριούχου ιριδίου(ΙΙΙ) το οποίο σε κενό και στους 750 °C μετατρέπεται στη βαθυκόκκινη β-μορφή<ref name="Cott" />
: 2Ir + 3Cl<sub>2</sub> → 2α-IrCl<sub>3</sub>
: α-IrCl<sub>3</sub> → β-IrCl<sub>3</sub>
Γραμμή 358:
Το ιρίδιο στη μεταλλική του μορφή δεν παρουσιάζει βιολογικό ενδιαφέρον ούτε είναι επικίνδυνο διότι δεν αντιδρά με τους ιστούς.<ref>[http://environmentalchemistry.com/yogi/periodic/ Environmental Chemistry]</ref> Υπάρχουν μόνο περίπου 20 μέρη στο τρισεκατομμύριο (ppt) ιριδίου στους ανθρώπινους ιστούς.<ref name="Emsl" /> Ωστόσο, η σκόνη ιριδίου μπορεί να είναι επικίνδυνη, ερεθιστική αλλά και εύκολα αναφλέξιμη κατά το χειρισμό της.<ref>[http://www.2spi.com/catalog/msds/msds014167.html SPI Supplies Division Structure Probe, Inc. "Material Safety Data Sheet : Iridium metal"]</ref>
Πολύ λίγα είναι γνωστά για την τοξικότητα των ενώσεων του ιριδίου, διότι χρησιμοποιούνται σε πολύ μικρές ποσότητες, αλλά τα ευδιάλυτα άλατά του, όπως τα αλογονίδια, ενδέχεται να είναι επικίνδυνα<ref>[http://www.espi-metals.com/msds's/iridiumchloride.pdf IrCl<sub>3</sub>.6H<sub>2</sub>O MATERIAL SAFETY DATA SHEET]</ref> εξαιτίας των άλλων στοιχείων που περιέχουν αλλά και του ίδιου του ιριδίου. Ωστόσο, οι περισσότερες ενώσεις του ιριδίου είναι αδιάλυτες, γεγονός που καθιστά δύσκολη την απορρόφησή τους από τον οργανισμό.<ref name="Emsl" /> Πειράματα σε αρουραίους έδειξαν ότι εισπνεόμενη σκόνη μεταλλικού ιριδίου αποβάλλεται γρήγορα κατά 95 % με το
Οι μόνοι τραυματισμοί που έχουν αναφερθεί οφείλονται σε τυχαία υπερβολική έκθεση σε ακτινοβολία
Επειδή το ιρίδιο είναι πολύ σπάνιο μέταλλο, δεν έχει καταγραφεί καμιά τοξικότητά του στα τρόφιμα.<ref>[http://www.food-info.net/gr/metal/iridium.htm Το ιρίδιο στα τρόφιμα]</ref>
Γραμμή 390:
Οι περισσότερες ενώσεις του ιριδίου (αλλά και γενικά των στοιχείων μετάπτωσης) είναι έγχρωμες γιατί ο αριθμός των διαθέσιμων τροχιακών στα οποία μπορεί να μεταπηδήσει ένα ηλεκτρόνιο όταν διεγερθεί είναι μεγάλος, οπότε η ενέργεια που χρειάζεται για να αλλάξει τροχιακό είναι πολύ μικρή και η ενέργεια της ορατής περιοχής του φάσματος είναι επαρκής. Έτσι, απορροφούνται ορισμένα μήκη κύματος του ορατού φωτός και οι ενώσεις φαίνονται έγχρωμες.<ref name="Mpa" />
Οι γνωστότερες δυαδικές ενώσεις του Ir<sup>+3</sup> και του Ir<sup>+4</sup> με αμέταλλα στοιχεία καθώς και τρισδιάστατες απεικονίσεις ορισμένων σημαντικών ενώσεων του ιριδίου, βρίσκονται στους
{| class="collapsible collapsed"
|-
! ''Δυαδικές ενώσεις του ιριδίου''
Γραμμή 437:
|}
{| class="collapsible collapsed"
|-
! ''Στερεοχημικά μοντέλα ενώσεων του ιριδίου''
Γραμμή 478:
Το ιρίδιο σχηματίζει επίσης ιριδικά άλατα, όπως το K<sub>2</sub>IrO<sub>3</sub> και το KIrO<sub>3</sub>.
Αν και δεν είναι γνωστές δυαδικές ενώσεις του ιριδίου με υδρογόνο (υδρίδια), της μορφής Ir<sub>x</sub>H<sub>y</sub>, εντούτοις είναι γνωστά σύμπλοκα που περιέχουν IrH<sub>4</sub><sup>−5</sup> και IrH<sub>3</sub><sup>−6</sup>, όπου το ιρίδιο έχει αριθμούς οξείδωσης +1 και +3, αντίστοιχα.<ref name="Manous2" /> Το μικτό υδρίδιο Mg<sub>6</sub>Ir<sub>2</sub>H<sub>11</sub> πιστεύεται ότι περιέχει τόσο το ανιόν IrH<sub>4</sub><sup>−5</sup> όσο και το ανιόν IrH<sub>5</sub><sup>−4</sup>.<br />
Το ιρίδιο σχηματίζει με όλα τα [[αλογόνα]], αλογονούχες ενώσεις της μορφής IrX<sub>3</sub> (X=F, Cl, Br, I), ενώ είναι άγνωστα μονο- ή δια-αλογονίδια.<ref name="Cott" /> Για αριθμούς οξείδωσης +4, +5 και +6 είναι γνωστές ενώσεις του ιριδίου μόνο με το [[φθόριο]]. Το φθοριούχο ιρίδιο(VI), IrF<sub>6</sub>, είναι πτητικό, δραστικό κίτρινο στερεό αποτελούμενο από μόρια οκταεδρικής δομής. Αποσυντίθεται στο [[νερό]] και ανάγεται προς κρυσταλλικό [[στερεό]] φθοριούχο ιρίδιο(ΙV), IrF<sub>4</sub>.<ref name="Cott" /> Το φθοριούχο ιρίδιο(V), IrF<sub>5</sub>, έχει παρόμοιες ιδιότητες,
=== Σύμπλοκα του ιριδίου ===
Γραμμή 486:
[[Αρχείο:Vaska's-complex-2D.png|thumb|left|Το σύμπλοκο Vaska]]
Μερικές οργανομεταλλικές ενώσεις του Ir<sup>+</sup> είναι γνωστές με το όνομα του ερευνητή που τις ανακάλυψε, όπως για παράδειγμα το "σύμπλοκο Vaska" <ref name="Manous2" /> (trans-καρβονυλο χλωρο δισ(τριφαινυλοφωσφινο) ιρίδιο(Ι),<ref name="Manous1" /> IrCl(CO)[P(C<sub>6</sub>H<sub>5</sub>)<sub>3</sub>]<sub>2</sub>), το οποίο είναι επίπεδο
τετραγωνικό 16e και d<sup>8</sup> σύμπλοκο,
[[Αρχείο:Ir-fullerene.svg|thumb|150px|Το σύμπλοκο<br />Ir(n<sup>2</sup>-C<sub>60</sub>)Cl(CO)(PPh<sub>3</sub>)<sub>2</sub>]]
Το 1991 παρασκευάστηκε η ενδιαφέρουσα ένωση Ir(n<sup>2</sup>-C<sub>60</sub>)Cl(CO)(PPh<sub>3</sub>)<sub>2</sub> από την αντίδραση βενζολικών διαλυμάτων του συμπλόκου Vaska και του μορίου C<sub>60</sub> που ονομάζεται μπακμινστερφουλλερένιο-C<sub>60</sub> (buckminsterfullerene):<ref>{{cite journal|title=Fullerenes: chemistry and reactions|author=Andreas Hirsch,Michael Brettreich|year=2005|pages=page 237|url=http://books.google.gr/books?id=tH4tnKBi-3UC&pg=PA238&lpg=PA238&dq=addition+of+Ir%28CO%29Cl%28PPh3%292+to+c60&source=bl&ots=o5nSUUK-ob&sig=MIo6bazVzvrwG_kq6VsjJVxy9rM&hl=el&ei=ZIfYS_uFLYmMOJX8gLAG&sa=X&oi=book_result&ct=result&resnum=4&ved=0CBgQ6AEwAw#v=onepage&q=Ir%28CO%29Cl%28PPh3%292&f=false}}</ref>
Γραμμή 502:
Το IrCl<sub>3</sub> είναι συχνά πρόδρομη ένωση για την παραγωγή ενώσεων του Ir(III). Μπορεί να παραληφθεί σε άνυδρες συνθήκες ή σε ένυδρη μορφή με διάλυση του Ir<sub>2</sub>O<sub>3</sub> σε [[υδροχλωρικό οξύ]]. Μία άλλη ένωση που χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη είναι το χλωροϊριδικό (ΙΙΙ) αμμώνιο, (NH<sub>4</sub>)<sub>3</sub>IrCl<sub>6</sub>. Τα σύμπλοκα του Ir<sup>+3</sup> είναι διαμαγνητικά (χαμηλού spin) και γενικά έχουν οκταεδρική συμμετρία.<ref name="Toss" />
Ξεχωριστό βιομηχανικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η
== Χρήσεις - Εφαρμογές ==
[[Αρχείο:Fountain-pen-nib.jpg|right|150px|thumb|Μύτη πένας από κράμα ιριδίου]]
Τα κράματα ιριδίου-οσμίου χρησιμοποιήθηκαν παλιότερα για την κατασκευή της άκρης της μύτης σε πένες. Η πρώτη σημαντική χρήση έγινε το 1834 σε μύτες πενών από χρυσό.<ref name="hunt" /> Από το 1944, η διάσημη πένα "Parker 51" είναι εφοδιασμένη με μύτη από κράμα ρουθηνίου-ιριδίου (με 3,8 % ιρίδιο). Σήμερα, το υλικό της άκρης στις σύγχρονες πένες εξακολουθεί συμβατικά να αποκαλείται
[[Αρχείο:Platinum-Iridium meter bar.jpg|left|thumb|200px|Το
[[Αρχείο:Standard kilogram, 2.jpg|left|thumb|200px|Ακριβές αντίγραφο του
Το 1889 χρησιμοποιήθηκε κράμα 90% πλατίνας και 10% ιριδίου για την κατασκευή<ref>[http://www.bipm.org/en/CGPM/db/1/1/ Comptes Rendus de la 1e CGPM (1889), 1890, 34]</ref> του Διεθνούς Πρωτότυπου Μέτρου και Χιλιόγραμμου [[μάζα]]ς, που διατηρούνται μέχρι σήμερα στο Διεθνές Γραφείο Μέτρων και Σταθμών στις Se`vres.<ref group="Σημ.">Δημοτικό διαμέρισμα στο νοτιοδυτικό [[Παρίσι]]</ref> Παρόλο που το [[μέτρο (μονάδα μήκους)|μέτρο]] αντικαταστάθηκε από τον ορισμό της θεμελιώδους μονάδας μήκους το 1960, το πρωτότυπο [[χιλιόγραμμο]] παραμένει ως διεθνές πρότυπο μάζας.
Κράμα ιριδίου-πλατίνας είχε χρησιμοποιηθεί για τις οπές εξαερισμού ή για τμήματα [[κανόνι|κανονιών]]. Σύμφωνα με μια αναφορά της
<div style="float:right; margin:5px">
{|class="wikitable"
Γραμμή 530:
|}
</div>
Η μαύρη χρωστική,
Η παγκόσμια ζήτηση για το ιρίδιο, το 2006 και το 2007 φαίνεται στο διπλανό πίνακα. Στα επόμενα χρόνια, οι τάσεις ζήτησης δεν άλλαξαν σημαντικά και η μεγαλύτερη ζήτηση παραμένει για ηλεκτροχημικές εφαρμογές.
Το υψηλό σημείο τήξης, η σκληρότητα και η αντοχή στη διάβρωση του ιριδίου και των κραμάτων του, καθορίζουν τις περισσότερες από τις εφαρμογές.
Το 1908 ο Sir William Crookes χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το ιρίδιο για χωνευτήρια και για άλλες
=== Βιομηχανία ===
Γραμμή 546:
Ενώσεις του ιριδίου χρησιμοποιούνται επίσης ως καταλύτες στη διαδικασία Cativa για παραγωγή [[αιθανικό οξύ|οξικού οξέος]] από καρβονυλίωση [[μεθανόλη]]ς.<ref>[http://www.platinummetalsreview.com/pdf/pmr-v44-i3-094-105.pdf Η μέθοδος Cativa για την παραγωγή οξικού οξέος με καρβονυλίωση μεθανόλης]</ref>
Το μεταλλικό ιρίδιο χρησιμοποιείται ως καταλύτης σε ένα συγκεκριμένο τύπο κινητήρα αυτοκινήτου που παρουσιάστηκε το 1996 και ονομάστηκε
Το [[ραδιοϊσότοπο]] ιρίδιο-192 είναι μια από τις δύο πιο σημαντικές πηγές ενέργειας για χρήση σε βιομηχανικές ακτινογραφίες-γ για έλεγχο της ακεραιότητας των κραμάτων των μετάλλων και κυρίως του [[χάλυβας|χάλυβα]].<ref>{{cite journal|title= The use and scope of Iridium 192 for the radiography of steel| first = R.| last = Halmshaw| year = 1954| journal = British Journal of Applied Physics| volume = 5| pages = 238–243| doi = 10.1088/0508-3443/5/7/302}}</ref>
|