Ιωακείμ Γ΄ Μεγαλοπρεπής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Προσέθεσα περιεχόμενο
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 46.177.149.223 (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό Gerakibot
Ετικέτα: Επαναφορά
Γραμμή 2:
Ο '''Ιωακείμ Γ΄''' γεννήθηκε στο προάστιο Βαφειοχώρι (Μπογιατζήκιοϊ) της [[Κωνσταντινούπολη|Κωνσταντινούπολης]] τον Ιανουάριο του [[1834]] και το κοσμικό του όνομα ήταν Δεβετζής ή Δημητριάδης, με καταγωγή από το Κρούσοβο της [[Πελαγονία|Πελαγονίας]]. Το [[1852]] χειροτονήθηκε [[διάκονος]] από το [[Μητροπολίτης|Μητροπολίτη]] [[Πωγωνιανή|Πωγωνιανής]] Νίκανδρο στο [[Βουκουρέστι]], όπου και παρέμεινε ως το [[1854]] σπουδάζοντας και μαθαίνοντας [[ρουμανική γλώσσα|ρουμανικά]]. Από το [[1854]] ως το [[1860]] υπηρέτησε ως ιεροδιάκονος στους ελληνικούς ναούς της [[Βιέννη|Βιέννης]], συνεχίζοντας τις σπουδές του και μαθαίνοντας [[γερμανική γλώσσα|γερμανικά]]. Ο Ιωακείμ Γ' δεν έλαβε πανεπιστημιακή μόρφωση, άλλα μπόρεσε να αναπληρώσει αυτό το κενό με την ευρύτητα της σκέψης του και την αγάπη του για τα γράμματα.
 
Πνευματικό παιδί του Μητροπολίτη [[Κύζικος|Κυζίκου]] και μετέπειτα [[Οικουμενικό Πατριαρχείο|Οικουμενικού πατριάρχη]] [[Πατριάρχης Ιωακείμ Β΄|Ιωακείμ Β']], μετά την εκλογή του τελευταίου στον οικουμενικό θρόνο χειροτονήθηκε πρεσβύτερος το [[1863]] και διορίστηκε Μέγας Πρωτοσύγκελλος. Τον Δεκέμβριο του [[1864]] εξελέγη Μητροπολίτης [[Βάρνα (Βουλγαρία)|Βάρνης]], θέση στην όποια παρέμεινε ως το [[1874]]. Μετά την επάνοδο του Ιωακείμ Β' στον οικουμενικό θρόνο ανέλαβε τη [[Ιερά Μητρόπολις Θεσσαλονίκης|Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης]] τον Ιανουάριο του [[1874]], την οποία ποίμανε ως το [[1878]].Ήταν από τους πρώτους Οικουμενικους Πατριάρχες που μυηθηκαν στην μασονία.
 
==Η ενθρόνιση==
Στις [[4 Οκτωβρίου]] [[1878]], μετά τον θάνατο του Ιωακείμ Β', εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης. Ρύθμισε με επιτυχία πολλά διοικητικά ζητήματα και φρόντισε ιδιαίτερα για την ενίσχυση της παιδείας. Έκτισε το Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο και το [[1880]] έθεσε και πάλι σε λειτουργία το πατριαρχικό τυπογραφείο και εξέδωσε το περιοδικό [[Εκκλησιαστική Αλήθεια]], με διευθυντή συντάξεως το [[Μανουήλ Γεδεών]] ([[1883]]). Επίσης ίδρυσε την Πατριαρχική Βιβλιοθήκη, έθεσε τα θεμέλια του νέου οικοδομήματος της [[Μεγάλη του Γένους Σχολή|Μεγάλης του Γένους Σχολής]] στο λόφο του Φαναρίου ([[30 Ιανουαρίου]] [[1880]]) και επέκτεινε τις κτιριακές εγκαταστάσεις του Πατριαρχείου. Με έξοδα του ευεργέτη Ευστάθιου Ευγενίδη οικοδομήθηκε ιδιαίτερο ενδιαίτημα για τον Πατριάρχη, καθώς και πατριαρχικό παρεκκλήσι του [[Απόστολος Ανδρέας|Αγίου Ανδρέα]]. Συνέστησε την κεντρική Ιερατική Σχολή και ενίσχυσε τη [[Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης|Θεολογική Σχολή Χάλκης]], βοηθώντας μάλιστα τους αποφοίτους της να συνεχίσουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό. Το [[1879]] αναγνώρισε το αυτοκέφαλο της [[Πατριαρχείο Σερβίας|σερβικής Εκκλησίας]] και μεταβίβασε τη [[Μητρόπολη Δρύστρας]] στην [[Πατριαρχείο Ρουμανίας|Εκκλησία της Ρουμανίας]]. Το [[1882]] παραχώρησε τις μητροπόλεις [[Θεσσαλία|Θεσσαλίας]] και [[Άρτα|Άρτας]] στην [[Εκκλησία της Ελλάδος|ελληνική Εκκλησία]] αφού ήδη είχε προηγηθεί η πολιτική τους ενσωμάτωση. Στις [[30 Μαρτίου]] [[1884]] εξαναγκάστηκε σε παραίτηση επειδή αντέδρασε στις απαιτήσεις της τουρκικής κυβέρνησης να καταργηθούν τα προνόμια που είχαν παραχωρηθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία.