Ούγος του Σαλόν, αρχιεπίσκοπος του Μπεζανσόν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 5:
Ήταν ο έκτος γιος του [[Ιωάννης του Σαλόν|Ιωάννη]] του ''παλαιού'' κόμη του Σαλόν & Ωξόν και της Λάουρας/Λωρέτ, κόρης του Σίμωνα Β΄ κυρίου του Κομμερσύ.
 
Σπούδασε θεολογία στο Παρίσι και ήταν αρχιδιάκονος στο ΛαόνΛoν (Laon). Έγινε επίσκοπος της Λιέγης (1295-1301) από τον [[Πάπας Βονιφάτιος Η΄|πάπα Βονιφάτιο Η΄]]. Ο Ιωάννης έπαιξε ρόλο στη διαμάχη των πόλεων Αβάνς και Βαρούξ (1297-1335), όπου υποστήριξε την πολιορκία της πρώτης, ώσπου παραδόθηκε στη δεύτερη. Δεν μπόρεσε να αποτρέψει τις διαμάχες, που συνεχίστηκαν επί δεκαετίες. Άλλη διαμάχη γύρω από τη Λιέγη ήταν αυτή του κόμη του Ναμύρ με τους εξεγερθέντες από τη μία μεριά και τον δούκα της Βραβάντης με τον κόμη του Λόον από την άλλη.
 
Το 1300 κατηγορήθηκε από τον Σύλλογο του καθεδρικού ότι εξαπάτησε τον αδελφό του [[Ιωάννης Α΄ του Ωσέρ|Ιωάννη Α΄]] κύριο του Ροσφόρ και ότι πωλούσε εκκλησιαστικές κτήσεις για οφέλη και συμμαχίες. Ο Ούγος έπρεπε να απολογηθεί στην Αυλή της Ρώμης. Τότε ο πάπας Βονιφάτιος Η΄ τον πήρε από την επισκοπή της Λιέγης και τον έθεσε αρχιεπίσκοπο της Μπεζανσόν.