Ελεύθερο εμπόριο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Nauajos (συζήτηση | συνεισφορές)
μ επιμέλεια
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 19:
 
==== Μειονεκτήματα των δασμών ====
[[Αρχείο:EffectOfTariff.svg|link=https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF:EffectOfTariff.svg|right|thumb|413x413px|Οι ροζ περιοχές είναι η κοινωνικές απώλειες που οφείλονται στην ύπαρξη δασμών.]]
Το διάγραμμα στα δεξιά αναλύει την επίδραση της επιβολής του δασμού εισαγωγής σε κάποιο φανταστικό αγαθό. Προ δασμού, η τιμή του αγαθού στην παγκόσμια αγορά (και ως εκ τούτου στην εγχώρια αγορά) είναι P<sub>world</sub>. Ο δασμός αυξάνει την εγχώρια τιμή σε P<sub>tariff</sub>. Η υψηλότερη τιμή προκαλεί την εγχώρια παραγωγή να αυξηθεί από Q<sub>S1</sub> σε Q<sub>S2</sub> και προκαλεί μείωση στην εγχώρια κατανάλωση από Q<sub>C1</sub> σε Q<sub>C2</sub><ref name="stockman2">Alan C. Stockman, ''Introduction to Economics'', Δεύτερη Έκδοση, Κεφ.9</ref><ref name="Mankiw2">N. Gregory Mankiw, ''Macroeconomics'', Πέμπτη Έκδοση, Κεφ.7</ref>.
 
Γραμμή 43:
 
=== Πρώιμη εποχή ===
[[Αρχείο:David_ricardo.jpg|link=https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF:David_ricardo.jpg|thumb|230x230px|Ο Ντέηβιντ Ρικάρντο]]
Η σύλληψη της ιδέας ενός συστήματος ελεύθερου εμπορίου που να συμπεριλαμβάνει πολλά κυρίαρχα κράτη προέκυψε σε πρωτόλεια μορφή στην [[Ισπανική Αποικιακή Αυτοκρατορία|Ισπανική Αυτοκρατορία]] του 16ου αιώνα<ref name="Arrighi19942">{{cite book|author = Giovanni Arrighi|title = The Long Twentieth Century: Money, Power, and the Origins of Our Times|url = https://books.google.com/books?id=cFfKtpgn4fkC|year = 1994|publisher = Verso|isbn = 978-1-85984-015-3|page = 58}}</ref>. Ο Αμερικανός νομοδιδάσκαλος [[Άρθουρ Νούσμπαουμ]] παρατήρησε πως ο Ισπανός θεολόγος [[Φραγκίσκος ντε Βιτόρια|Φρανθίσκο ντε Βιτόρια]] υπήρξε «ο πρώτος που που προέβαλε τις ιδέες -όχι, ωστόσο, και την ορολογία- της ελευθερίας του εμπορίου και της ελευθερίας των θαλασσών<ref name="Nussbaum19472">{{cite book|author = Arthur Nussbaum|authorlink = Άρθουρ Νούσμπαουμ|title = A concise history of the law of nations|url = https://books.google.com/books?id=TxkQAQAAMAAJ|year = 1947|publisher = Macmillan Co.|page = 62}}</ref>». Ο ντε Βιτόρια στήριξε την υπόθεσή του πάνω σε αρχές του ''jus gentium'' (εθιμικού/ διεθνούς δικαίου)<ref name="Nussbaum19472" />. Ωστόσο, ήταν δύο Βρετανοί, πρώιμοι οικονομολόγοι, ο [[Άνταμ Σμιθ]] και ο [[Ντέηβιντ Ρικάρντο]], που αργότερα ανέπτυξαν την ιδέα του ελεύθερου εμπορίου, και της έδωσαν την σύγχρονη, αναγνωρίσιμη μορφή της.
 
Γραμμή 53:
 
Ο πρώτος υπουργός Οικονομικών των Η.Π.Α, ο Αλεξάντερ Χάμιλτον, ευνοούσε τους δασμούς για να βοηθηθούν οι νεαρές βιομηχανίες, όπως φαίνεται στο πόνημά του «Αναφορά για τα Εργοστάσια» (''Report on Manufactures''). Οι οπαδοί του Τζέφερσον, κατά κύριο λόγο, διαφωνούσαν έντονα. Κατά τον 19ο αιώνα, πολιτικοί όπως ο γερουσιαστής [[Χένρι Κλέι]] διατήρησαν το πνεύμα των πρακτικών του Χάμιλτον, εντός του κόμματος των Ουίγων, υπό τον τίτλο «Αμερικανικό Σύστημα». Το αντιπολιτευόμενο [[Δημοκρατικό Κόμμα (ΗΠΑ)|Δημοκρατικό Κόμμα]] αγωνίστηκε σε αρκετές εκλογές στις δεκαετίες του 1830, του 1840 και του 1850, εν μέρει για τα ζητήματα των τελών και της προστασίας της βιομηχανίας<ref>Larry Schweikart, ''What Would the Founders Say?'' (New York: Sentinel, 2011), σελ. 106–124.</ref>.
[[Αρχείο:British_ships_in_Canton.jpg|link=https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF:British_ships_in_Canton.jpg|thumb|250x250px|Η Βρετανία διεξήγαγε δύο Πολέμους του Οπίου προκειμένου να πιέσει την Κίνα να νομιμοποιήσει το εμπόριο του οπίου και να ανοίξει τα λιμάνια της στους Βρετανούς εμπόρους]]
Στην Βρετανία, η ελεύθερη αγορά επικράτησε σαν κεντρική αρχή από την δεκαετία του 1840. Με βάση την Συνθήκη του Νανκίν, η [[Κίνα]] άνοιξε το [[1843]] πέντε λιμάνια στο παγκόσμιο εμπόριο. Η Συνθήκη Κόμπντεν-Σεβαλιέ, η πρώτη συμφωνία ελεύθερης αγοράς, τέθηκε σε εφαρμογή το [[1860]] μεταξύ [[Ηνωμένο Βασίλειο|Ηνωμένου Βασιλείου]] και [[Γαλλία|Γαλλίας]] και απετέλεσε το έναυσμα για επόμενες συμφωνίες μεταξύ άλλων κρατών της Ευρώπης.
 
Γραμμή 63:
 
Ο βρετανός οικονομολόγος [[Τζων Μέυναρντ Κέυνς]] ([[1883]]-[[1946]]) μεγάλωσε πιστεύοντας στο ελεύθερο εμπόριο· λόγω αυτού, επέκρινε τη [[Συνθήκη των Βερσαλλιών]] του [[1919]] για τη ζημία που έκανε στην αλληλένδετη Ευρωπαϊκή οικονομία. Αφού φλερτάρισε λίγο με τον προστατευτισμό στην αρχή της δεκαετίας του 1930, επανήλθε στην υποστήριξη του ελεύθερου εμπορίου, εφόσον αυτό συνδυαζόταν με διεθνώς συντονισμένες εσωτερικές οικονομικές πολιτικές για να προωθηθούν υψηλά επίπεδα απασχόλησης, καθώς και με διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς το οποίο σήμαινε ότι τα συμφέροντα των χωρών δεν ερχόντουσαν σε σύγκρουση. Σε τέτοιες περιστάσεις, «η σοφία του Άνταμ Σμιθ» είχε πάλι εφαρμογή, έλεγε.
[[Αρχείο:20041120-1_bushchinamtg-1-515h.jpg|link=https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF:20041120-1_bushchinamtg-1-515h.jpg|thumb|250x250px|Ο [[Τζορτζ Μπους (νεότερος)|Τζορτζ Μπους]] και ο [[Χου Ζιντάο]] συναντώνται στο περιθώριο της Συνόδου Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού στο [[Σαντιάγο]] της [[Χιλή|Χιλής]] το [[2004]].]]
Στο βιβλίο Kicking Away the Ladder, ο αναπτυξιακός οικονομολόγος Χα-Τζουν Τσανγκ (Ha-Joon Chang) εξετάζει την ιστορία των πολιτικών ελεύθερου εμπορίου και την οικονομική ανάπτυξη, και επισημαίνει ότι πολλά από τα νυν βιομηχανοποιημένα κράτη είχαν σημαντικά εμπόδια στο εμπόριο σε όλη την ιστορία τους. Οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία, που μερικές φορές θεωρούνται οίκοι των πολιτικών ελευθέρου εμπορίου, χρησιμοποίουσαν προστατευτισμό διαρκώς σε διαφορετικούς βαθμούς. Η Βρετανία κατήργησε τους Νόμους του Καλαμποκιού, οι οποίοι περιόριζαν την εισαγωγή σιτηρών, το 1846 μετά από εσωτερικές πιέσεις, και μείωσε τον προστατευτισμό για τη μεταποίηση στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν το τεχνολογικό της πλεονέκτημα ήταν στο ζενίθ του, όμως οι δασμοί στα προϊόντα μεταποίησης είχαν μειωθεί στο 23% μέχρι το 1950. Οι ΗΠΑ διατήρησαν δασμούς μέσου σταθμισμένου όρου γύρω στο 40-50% στα προϊόντα μεταποίησης μέχρι τη δεκαετία του 1950, αυξημένους λόγω του φυσικού προστατευτισμού του υψηλού κόστους των μεταφορών τον 19ο αιώνα<ref>Chang (2003), ''Kicking Away the Ladder'', σελ. 17</ref>. Η [[Ελβετία]], η [[Ολλανδία]] και σε μικρότερο βαθμό το [[Βέλγιο]] υπήρξαν οι πιο συνεπείς εφαρμοστές του ελεύθερου εμπορίου<ref>Chang (2003), ''Kicking Away the Ladder'', σελ. 59</ref>. Ο Τσανγκ περιγράφει τις πολιτικές βιομηχανοποίησης με εξαγωγικές βλέψεις των [[Δράκοι Ανατολικής Ασίας|Δράκων της Ανατολικής Ασίας]] ως «πολύ πιο εκλεπτυσμένες και τελειοποιημένες από άλλες ισοδύναμες στην ιστορία<ref>Chang (2003), ''Kicking Away the Ladder'', σελ. 50</ref>».
 
Γραμμή 74:
 
=== Σύγχρονη περίοδος ===
[[Αρχείο:1_singapore_city_skyline_dusk_panorama_2011.jpg|link=https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF:1_singapore_city_skyline_dusk_panorama_2011.jpg|thumb|250x250px|Η [[Σιγκαπούρη]] βρίσκεται στην κορυφή του Δείκτη Ενεργοποίησης Εμπορίου]]
Οι περισσότερες χώρες του κόσμου αποτελούν μέλη του [[Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου|Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου]]<ref>{{cite web|title = Members and Observers|url = http://www.wto.org/english/thewto_e/whatis_e/tif_e/org6_e.htm|publisher = World Trade Organisation|accessdate = 3 Ιανουαρίου 2011}}</ref>, ο οποίος περιορίζει σε ορισμένο βαθμό, αλλά δεν καταργεί τους δασμούς και άλλα εμπόδια στο εμπόριο. Οι περισσότερες χώρες συμμετέχουν επίσης σε τοπικές Ζώνες Ελευθέρου Εμπορίου, οι οποίες μειώνουν τους εμπορικούς περιορισμούς για τα κράτη μέλη. Η ΕΕ και οι ΗΠΑ διαπραγματεύονται την [[Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων]] (TTIP). Υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ, δώδεκα χώρες με σύνορα στον [[Ειρηνικός Ωκεανός|Ειρηνικό]], βρίσκονται σε εμπιστευτικές διαπραγματεύσεις<ref>{{cite web|title = Everything You Need To Know About The Trans-Pacific Partnership|url = http://www.washingtonpost.com/blogs/wonkblog/wp/2013/12/11/everything-you-need-to-know-about-the-trans-pacific-partnership/|publisher = The Washington Post|accessdate = 28 Δεκεμβρίου 2014}}</ref> σχετικά με την δημιουργία Συνθήκης Συνεργασίας των χωρών του Ειρηνικού, η οποία περιγράφεται από τις εμπλεκόμενες χώρες ως πολιτική προώθησης του ελευθέρου εμπορίου<ref>{{cite web|title = Trans-Pacific Partnership|url = http://www.ustr.gov/tpp|publisher = U.S. Trade Representative|accessdate = 28 Δεκεμβρίου 2014}}</ref>.
 
Γραμμή 108:
Τα οικονομικά επιχειρήματα κατά του ελεύθερου εμπορίου αμφισβητούν τις υποθέσεις πάνω στις οποίες βασίζονται οι οικονομικές θεωρίες και τα συμπεράσματά τους. Κοινωνικοπολιτικά επιχειρήματα κατά του ελεύθερου εμπορίου μνημονεύουν τις κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες που δεν συνεκτιμώνται όταν διαμορφώνονται τα οικονομικά επιχειρήματα, όπως η πολιτική σταθερότητα, η εθνική ασφάλεια, τα ανθρώπινα δικαιώματα και η προστασία του περιβάλλοντος.
 
Συχνά πολεμούν το ελεύθερο εμπόριο οι εγχώριες βιομηχανίες, των οποίων τα κέρδη και το μερίδιο αγοράς θα μειώνονταν εξ αιτίας των χαμηλότερων τιμών που έχουν τα εισαγόμενα αγαθά<ref>William Baumol και Alan Blinder, [https://books.google.com/books?id=NNRU3b_tE7cC&pg=PA761&dq=principles+of+economics+protectionism&lr=&sig=AZOXuB-1wbnk9VAUB1B291dhoTs#PPA722,M1 Economics: Principles and Policy], σελ. 722.</ref><ref name="brakman2">{{Cite book|last = Brakman|first = Steven|author2 = Harry Garretsen|author3 = Charles Van Marrewijk|author4 = Arjen Van Witteloostuijn|title = Nations and Firms in the Global Economy : An Introduction to International Economics and Business|publisher = Cambridge University Press|year = 2006|location = Cambridge|pages = |url = |isbn = 978-0-521-83298-4}}</ref>. Για παράδειγμα, εάν οι δασμοί στη ζάχαρη που επιβάλλουν οι [[Ηνωμένες Πολιτείες]] επρόκειτο να μειωθούν, οι ζαχαροπαραγωγοί θα εισέπρατταν χαμηλότερες τιμές και κέρδη, ενώ οι καταναλωτές ζάχαρης στις Η.Π.Α. θα ξόδευαν λιγότερα για την ίδια ποσότητα ζάχαρης, εξ αιτίας ακριβώς αυτών των χαμηλότερων τιμών. Η οικονομική θεωρία του [[Ντέηβιντ Ρικάρντο]] ορίζει ότι οι καταναλωτές οπωσδήποτε θα κέρδιζαν περισσότερα από όσα θα έχαναν οι παραγωγοί<ref>Richard L. Stroup, James D. Gwartney, Russell S. Sobel, [https://books.google.com/books?id=1cklAwAVAgkC&pg=PA45&dq=gains+from+trade&sig=CLdppY1FYyQpWYu5FsdmALn1YaI#PPA46,M1 Economics: Private and Public Choice], σελ. 46.</ref><ref name="pugel2">{{Cite book|last = Pugel|first = Thomas A.|title = International economics|publisher = McGraw-Hill|year = 2003|location = Βοστόνη|isbn = 0-07-119875-X}}</ref>. Καθώς, όμως, κάθε ένας από τους λίγους αυτούς εγχώριους παραγωγούς θα έχανε πολλά, ενώ ένας έκαστος από ένα μεγάλο αριθμό καταναλωτών θα κέρδιζε μόνο λίγο, είναι πιθανότερο οι εγχώριοι παραγωγοί να είναι αυτοί που θα προχωρήσουν σε κινητοποιήσεις κατά της άρσεως των δασμών. Γενικότερα, οι παραγωγοί συχνά υποστηρίζουν επιδοτήσεις και δασμούς επί των εισαγωγών στις εγχώριες αγορές, ενώ αντιδρούν στις επιδοτήσεις και τους δασμούς στις χώρες, όπου κάνουν εξαγωγές.<div style="float:right;text-align:center">
[[Αρχείο:Real_Wages_vs_Trade_Percent_of_GDP.svg|link=https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF%81%CF%87%CE%B5%CE%AF%CE%BF:Real_Wages_vs_Trade_Percent_of_GDP.svg|500x500pxthumb|Πραγματικοί μισθοί προς Εμπόριο ως ποσοστό του ΑΕΠ]]''Πραγματικοί μισθοί προς Εμπόριο ως ποσοστό του ΑΕΠ<ref>{{cite web|title = Earnings – National|url = http://bls.gov/data/#wages|work = Databases, Tables & Calculators by Subject|publisher = Bureau of Labor Statistics|accessdate = 16 Μαρτίου 2012}}</ref><ref>{{cite web|title = Table 1.1.5. Gross Domestic Product|url = http://www.bea.gov/national/nipaweb/TableView.asp?SelectedTable=5&ViewSeries=NO&Java=no&Request3Place=N&3Place=N&FromView=YES&Freq=Year&FirstYear=2010&LastYear=2011&3Place=N&AllYearsChk=YES&Update=Update&JavaBox=no#Mid|work = National Income and Product Accounts Table|publisher = U.S. Department of Commerce Bureau of Economic Analysis|accessdate = 16 Μαρτίου 2012}}</ref>'' </div>]]
Οι [[Σοσιαλισμός|σοσιαλιστές]] πολλές φορές προβάλλουν την αντίθεσή τους στο ελεύθερο εμπόριο με το επιχείρημα ότι μεγιστοποιεί την εκμετάλλευση των εργαζομένων από το κεφάλαιο. Για παράδειγμα, ο [[Κάρολος Μαρξ]] έγραψε στο [[Κομμουνιστικό Μανιφέστο]]: «Η αστική τάξη... έχει δημιουργήσει αυτή τη μοναδική, ασυνείδητη ελευθερία – το ελεύθερο εμπόριο. Με μία λέξη, για την εκμετάλλευση, που καλύπτεται από θρησκευτικές και πολιτικές ψευδαισθήσεις, έχει υποκαταστήσει την σκέτη, ξεδιάντροπη, άμεση, βάρβαρη εκμετάλλευση». Εντούτοις, ο Μαρξ ήταν υπέρ του ελεύθερου εμπορίου για το μόνο λόγο<ref>"It is in this revolutionary sense ''alone'', gentlemen, that I vote in favor of free trade." [[Κάρολος Μαρξ]] [http://www.marxists.org/archive/marx/works/1848/01/09ft.htm#marx On the Question of Free Trade], ομιλία στον Δημοκρατικό Σύνδεσμο Βρυξελλών στην ανοικτή συνάντηση της 9ης Ιανουαρίου 1848</ref>, ότι πίστευε πως θα έφερνε την κοινωνική επανάσταση πιο γρήγορα.
 
Πολλές ομάδες αντι-παγκοσμιοποίησης αντιτίθενται στο ελεύθερο εμπόριο. Η αντίθεσή τους βασίζεται στην άποψη ότι οι συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου γενικά δεν αυξάνουν την οικονομική ελευθερία των φτωχών ή της εργατικής τάξης ενώ συχνά τους καθιστούν φτωχότερους. Όταν ο ξένος προμηθευτής επιτρέπει την εκμετάλλευση της εργασίας τότε η εγχώρια ελεύθερη εργασία είναι εκ των πραγμάτων –αδίκως- αναγκασμένη να συναγωνιστεί την ξένη δύναμη εκμετάλλευσης της εργασίας, και ως εκ τούτου η εγχώρια «εργατική τάξη σταδιακά θα αναγκαστεί να κατέβει στο επίπεδο της ειλωτείας<ref>[[Κάρολος Μαρξ]] [http://www.marxists.org/archive/marx/works/1861/11/07.htm The Civil War in the United States], ¶ 23.</ref>». Σε αυτό βαθμό, το ελεύθερο εμπόριο δεν θεωρείται τίποτα περισσότερο από καταστρατήγηση της νομοθεσίας για την προστασία της ατομικής ελευθερίας, όπως είναι η δέκατη τρίτη τροποποίηση του Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών (που απαγορεύει τη δουλεία και την μισθωμένη δουλεία).
Γραμμή 121 ⟶ 123 :
 
== Στη βιβλιογραφία ==
Η αξία του ελεύθερου εμπορίου διαπιστώθηκε και τεκμηριώθηκε για πρώτη φορά από τον [[Άνταμ Σμιθ]] στον «[[Ο Πλούτος των Εθνών|Πλούτο των Εθνών]]», το [[1776]]<ref>Bhagwati (2002), ''Free Trade Today'', σελ. 3</ref>. Εκεί έγραψε τα εξής:
{{απόσπασμα|Είναι βασικό αξίωμα κάθε συνετού οικογενειάρχη ποτέ να μη προσπαθήσει ο ίδιος να παρασκευάσει στο σπίτι κάτι που θα του στοιχίσει περισσότερο να το φτιάξει ο ίδιος, παρά να το αγοράσει... Εάν ένα ξένο κράτος μπορεί να μας προμηθεύσει με ένα εμπόρευμα φθηνότερα από όσο μπορούμε εμείς να το παρασκευάσουμε, καλύτερα να το αγοράσουμε εμείς από αυτούς χρησιμοποιώντας όσα παράγει η δική μας βιομηχανία, αξιοποιημένα κατά τρόπο που να μας δίνει κάποιο πλεονέκτημα<ref>Smith, ''Wealth of Nations'', pp. 264–265</ref>.}}
Η δήλωση αυτή χρησιμοποιεί την έννοια του απόλυτου πλεονεκτήματος για να παρουσιάσει ένα επιχείρημα κατά του [[Μερκαντιλισμός|μερκαντιλισμού]], την κυρίαρχη άποψη περί το εμπόριο εκείνο τον καιρό, κατά την οποία μια χώρα πρέπει να σκοπεύει να εξάγει περισσότερα από όσα εισάγει και να αποθησαυρίσει, κατά τον τρόπο αυτό, πλούτο<ref>Pugel (2007), ''International Economics'', σελ. 33</ref>. Αντιθέτως, όπως υποστηρίζει ο Σμιθ, οι χώρες θα μπορούσαν να κερδίσουν παράγοντας αποκλειστικά τα αγαθά που τους ταιριάζουν περισσότερο, ανταλλάσσοντάς τα μεταξύ τους για σκοπούς κατανάλωσης. Σε αυτή την αντίληψη δεν είναι η αξία των εξαγωγών σε σχέση με τις εισαγωγές που έχει σημασία, αλλά η αξία των αγαθών που παράγονται από ένα κράτος. Ωστόσο, η έννοια του απόλυτου πλεονεκτήματος δεν αντιμετωπίζει την περίπτωση, στην οποία ένα κράτος δεν έχει κάποιο πλεονέκτημα στην παραγωγή ενός συγκεκριμένου αγαθού ή είδους αγαθού<ref>Pugel (2007), ''International Economics'', σελ. 34</ref>.
 
Αυτή η θεωρητική έλλειψη αντιμετωπίσθηκε με τη θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος. Η θεωρία αυτή, που γενικώς αποδίδεται στον [[Ντέηβιντ Ρικάρντο]], ο οποίος την ανέπτυξε στο βιβλίο του του [[1817]] «Περί των Αρχών της Πολιτικής Οικονομίας και της Φορολογίας<ref>Ricardo (1817), ''On the Principles of Political Economy and Taxation'', Κεφάλαιο 7 [http://www.econlib.org/library/Ricardo/ricP2a.html#Ch.7,%20On%20Foreign%20Trade "On Foreign Trade"]</ref>», υποστηρίζει το ελεύθερο εμπόριο βασιζόμενο όχι στο απόλυτο πλεονέκτημα στην παραγωγή ενός αγαθού, αλλά στα σχετικά κόστη ευκαιρίας της παραγωγής. Μια χώρα πρέπει να εξειδικεύεται στα αγαθά που μπορεί να παράγει με το μικρότερο κόστος, ανταλλάσσοντας τα αγαθά αυτά, προκειμένου να αγοράσει άλλα αγαθά που χρειάζεται για κατανάλωση. Αυτό επιτρέπει στα κράτη να κερδίζουν από το εμπόριο, ακόμη και όταν δεν έχουν απόλυτο πλεονέκτημα σε κάποιο είδος παραγωγής. Ενώ τα κέρδη τους από το εμπόριο μπορεί να μην είναι τα ίδια με αυτά ενός κράτους που είναι πιο παραγωγικό σε όλα τα αγαθά, εν τούτοις ευρίσκονται σε πιο πλεονεκτική θέση με το εμπόριο από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν υπό καθεστώς αυτάρκειας<ref>Bhagwati (2002), ''Free Trade Today'', σελ. 1</ref><ref>Pugel (2007), ''International Economics'', σελ. 35–38, 40</ref>.