Γιόζεφ Γιόνγκεν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎Βιβλιογραφία: Μεταφορά σε "Σημειώσεις ιστορικού"
Διάσωση 2 πηγών και υποβολή 0 για αρχειοθέτηση.) #IABot (v2.0
Γραμμή 2:
Ο '''Γιόζεφ Μαρί Αλφόνς Νίκολας Γιόνγκεν''' (ορθότερη προφορά στα [[φλάνδρα|φλαμανδικά/ολλανδικά]] '''Γιόνεν''', Joseph Marie Alphonse Nicolas Jongen), [[Λιέγη]] [[14 Δεκεμβρίου]] [[1873]] – Σαρ-λε-Σπα [[12 Ιουλίου]] [[1953]]), ήταν [[Βέλγιο|Βέλγος]] συνθέτης, [[εκκλησιαστικό όργανο|οργανίστας]], [[πιάνο|πιανίστας]] και μουσικοδιδάσκαλος.
==Βιογραφικά στοιχεία==
Ο Γιόνγκεν γεννήθηκε στη Λιέγη, το 1873. Είχε μεγάλη κλίση στη μουσική και πήρε τα πρώτα μαθήματα μουσικής από τον πατέρα του, Αλφόνσο, κάτοχο της τέχνης, ο οποίος του δίδαξε τα πρώτα βασικά στοιχεία και τον ενθάρρυνε, καθώς και φίλοι μουσικοί κατά τη διάρκεια παραστάσεων που έδινε ο πατέρας του για οικογενειακές γιορτές ή σε κύκλους ερασιτεχνών, στη Λιέγη και στην επαρχία. Έγινε δεκτός στο Ωδείο της βελγικής πόλης σε ηλικία επτά ετών, και πέρασε τα επόμενα δεκαέξι χρόνια εκεί. Κέρδισε το πρώτο βραβείο [[φούγκα]]ς, το 1895, και πήρε δίπλωμα πιάνου και εκκλησιαστικού οργάνου, το 1896. Το 1897, με την [[καντάτα]] του ''Κομάλα'' κέρδισε το Βελγικό «Βραβείο της Ρώμης», το οποίο τού επέτρεψε να ταξιδέψει στην [[Ιταλία]], τη [[Γερμανία]] και τη [[Γαλλία]]. <ref>{{Cite web |url=http://www.cebedem.be/en/composers/j/86-jongen-joseph |title=Αρχειοθετημένο αντίγραφο |accessdate=2017-09-27 |archiveurl=https://web.archive.org/web/20151223141709/http://www.cebedem.be/en/composers/j/86-jongen-joseph |archivedate=2015-12-23 |url-status=dead }}</ref>
 
Άρχισε να συνθέτει σε ηλικία 13 ετών και, αμέσως, έδειξε εξαιρετικό ταλέντο σε αυτόν τον τομέα. Μέχρι τη στιγμή που δημοσίευσε το Opus 1 του, είχε ήδη δεκάδες έργα στο ενεργητικό του. Το 1894, συνέθεσε το μακροσκελές ''Πρώτο Κουαρτέτο εγχόρδων'', το οποίο υπέβαλε στον ετήσιο διαγωνισμό για τις καλές τέχνες που θεσμοθέτησε η Βασιλική Ακαδημία του Βελγίου, όπου τού απονεμήθηκε το 1ο βραβείο της επιτροπής. Το 1902, διορίστηκε καθηγητής [[αρμονία (μουσική)|αρμονίας]] και [[αντίστιξη]]ς στο παλιό κολλέγιο της Λιέγης. Με το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, αυτός και η οικογένειά του εγκαταστάθηκαν στην [[Αγγλία]], όπου ίδρυσε ένα κουαρτέτο για πιάνο. <ref>ΠΛΜ</ref> Όταν τελείωσε ο πόλεμος, επέστρεψε στο Βέλγιο και διορίστηκε καθηγητής [[φούγκα]]ς στο Βασιλικό Ωδείο των Βρυξελλών. Από το 1925 έως το 1939, διετέλεσε διευθυντής αυτού του ιδρύματος· τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Λεόν (Léon Jongen). Από το 1919 έως το 1926 διηύθυνε τα «Πνευματικά Κοντσέρτα» των Βρυξελλών. <ref>{{Cite web |url=http://www.cebedem.be/en/composers/j/86-jongen-joseph |title=Αρχειοθετημένο αντίγραφο |accessdate=2017-09-27 |archiveurl=https://web.archive.org/web/20151223141709/http://www.cebedem.be/en/composers/j/86-jongen-joseph |archivedate=2015-12-23 |url-status=dead }}</ref> Δεκατέσσερα χρόνια μετά την αποχώρησή του από τη διεύθυνση, ο Γιόζεφ Γιόνγκεν πέθανε στο Σαρ-λε-Σπα του Βελγίου, το 1953.
==Μουσική και μουσικολογικά στοιχεία==
Από την εφηβική του ηλικία μέχρι τη δεκαετία του '70, ο Γιόνγκεν συνέθεσε πάρα πολλά έργα, όπως συμφωνίες, κοντσέρτα, μουσική και τραγούδια, άλλα με πιάνο και άλλα με ορχήστρα. Ο κατάλογος των με Οpus έργων του, έφτασε τις 241 συνθέσεις, αλλά κατέστρεψε πολλά κομμάτια. Σήμερα, το μόνο μέρος του έργου του που εκτελείται με κάποια κανονικότητα είναι η παραγωγή του για εκκλησιαστικό όργανο. Ειδικά, η ''Συμφωνία Κοντσερτάντε'', του 1926, θεωρείται από πολλούς ως ένα από τα μεγαλύτερα έργα που έχουν γραφεί ποτέ για εκκλησιαστικό όργανο και ορχήστρα. <ref>https://www.laphil.com/philpedia/music/symphonie-concertante</ref>