Νομοθετικό σώμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτα: επεξεργασία κώδικα 2017
Προσθήκη στοιχείων - Εισαγωγή όρων κοινού, εκλογικού, αναθεωρητικού, συντακτικού νομοθέτη
Γραμμή 1:
{{πηγές|22|4|2020}}
Το '''νομοθετικό σώμα''' είναι είδος συνέλευσης με την εξουσία να θέτει, επεκτείνει και να καταργεί [[Νόμος|νόμους]] για μια πολιτική οντότητα (π.χ. για μια [[Κυρίαρχο κράτος|χώρα]] ή για μια [[πόλη]]). Στις περισσότερες [[Κυβέρνηση|κυβερνήσεις]] τα νομοθετικά σώματα είναι σημαντικό μέρος αυτών. Στο σύστημα της [[Διάκριση των εξουσιών|διάκρισης των εξουσιών]], η εξουσία των νομοθετικών σωμάτων είναι γνωστή ως '''[[νομοθετική εξουσία]]''', η οποία ασκεί τη '''νομοθετική λειτουργία''' του κράτους. Στα περισσότερα κράτη, τα νομοθετικά σώματα παίζουν σπουδαίο ρόλο στην διακυβέρνησή τους.
 
Σε αρκετά κράτη η νομοθετική λειτουργία ασκείται από δύο ή σπανιότατα από περισσότερα ανεξάρτητα νομοθετικά σώματα. Όταν το [[κοινοβούλιο]] διαθέτει ένα σώμα λέγεται '''μονοθάλαμο''', ενώ όταν αποτελείται από δύο σώματα (την άνω βουλή και τη κάτω βουλή), λέγεται '''διθάλαμο'''. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα διθάλαμων κοινοβουλίων είναι αυτό των [[Η.Π.Α.]], όπου το [[Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών|Κογκρέσο]] αποτελείται από δύο σώματα: τη [[Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ|Βουλή των Αντιπροσώπων]] και τη [[Γερουσία (ΗΠΑ)|Γερουσία]]. Διθάλαμα είναι επίσης τα κοινοβούλια της [[Ισπανία]]ς και της [[Ιταλία]]ς και κατά κανόνα τα κοινοβούλια των [[Ομοσπονδιακό κράτος|ομοσπονδιακών κρατών]], όπως αυτά της [[Γερμανία]]ς, της [[Αυστρία]]ς, της [[Ρωσία]]ς, του [[Μεξικό|Μεξικού]], της [[Αργεντινή]]ς, της [[Βραζιλία]]ς και άλλων. Ο θεσμός της [[Γερουσία]]ς στην Ελλάδα ως δεύτερου νομοθετικού σώματος λειτούργησε μεταξύ των ετών 1844-1864 και 1927-1935.
Ο όρος [[πρωτογενές δίκαιο]] αναφέρεται συνήθως στους νόμους που θεσπίζονται από τα νομοθετικά σώματα. Επιπλέον, τα νομοθετικά σώματα έχουν τη δυνατότητα να παρατηρούν και να κατευθύνουν τις πράξεις της κυβέρνησης. Για παράδειγμα, έχουν το δικαίωμα να τροποποιήσουν το ποσό του κρατικού [[Προϋπολογισμός|προϋπολογισμού]].
 
Ο όρος [[πρωτογενές δίκαιο]] αναφέρεται συνήθως στους νόμους που θεσπίζονται από τα νομοθετικά σώματα. Επιπλέον, τα νομοθετικά σώματα έχουν τη δυνατότητα να παρατηρούν και να κατευθύνουν τις πράξεις της κυβέρνησης. Για παράδειγμα, έχουν το δικαίωμα να τροποποιήσουν το ποσό του κρατικού [[Προϋπολογισμός|προϋπολογισμού]].
Τα μέλη ενός νομοθετικού σώματος ονομάζονται [[Νομοθέτης|νομοθέτες]] ή [[Βουλευτής|βουλευτές]] (ανάλογα με τη χώρα). Σε μια [[δημοκρατία]], οι βουλευτές συνήθως [[Εκλογές|εκλέγονται]] με λαϊκή ψήφο. Ωστόσο χρησιμοποιούνται επίσης οι μέθοδοι της [[Έμμεση εκλογή|έμμεσης εκλογής]] και του διορισμού από την εκτελεστική εξουσία. Αυτός ο τρόπος διορισμού των βουλευτών (ή νομοθετών) είναι κοινότερος στα διθάλαμα νομοθετικά σώματα που διαθέτουν [[Άνω Βουλή|άνω βουλή]].
 
Τα μέλη ενός νομοθετικού σώματος ονομάζονται νομοθέτες, αντιπρόσωποι, [[ΝομοθέτηςΒουλευτής|νομοθέτεςβουλευτές]] ή [[ΒουλευτήςΓερουσιαστής|βουλευτέςγερουσιαστές]] (ανάλογα με τη χώρα). Σε μιακράτη με αντιπροσωπευτική [[δημοκρατία]], οι βουλευτές συνήθως [[Εκλογές|εκλέγονται]] με λαϊκή ψήφο. Ωστόσο χρησιμοποιούνται επίσης οι μέθοδοι της [[Έμμεση εκλογή|έμμεσης εκλογής]] και του διορισμού από την εκτελεστική εξουσία. Αυτός ο τρόπος διορισμού των βουλευτών (ή νομοθετώνγερουσιαστών) είναι κοινότεροςπιο κοινός στα διθάλαμα νομοθετικά σώματα, που διαθέτουν [[Άνω Βουλή|άνω βουλή]].
 
==Νομοθέτης==
 
Ο νομικός όρος '''κοινός νομοθέτης''' αναφέρεται απρόσωπα και διαχρονικά στο σύνολο των μελών του νομοθετικού σώματος. Έτσι, ο κοινός νομοθέτης δύναται να συζητεί και να νομοθετεί για οποιοδήποτε ζήτημα κανονίζεται με νόμο. Ειδικά, όταν το σώμα ψηφίζει έναν εκλογικό νόμο, τότε χρησιμοποιείται ο εξειδικευμένος όρος '''εκλογικός νομοθέτης'''.
 
Επιπλέον, όταν το νομοθετικό σώμα έχει συντακτική εξουσία (δηλ. θεσμοθέτηση νέου Συντάγματος), αναφέρεται ως '''συντακτικός νομοθέτης''', ενώ όταν το σώμα ασκεί αναθεωρητική λειτουργία (δηλ. αναθεώρηση υπάρχοντος Συντάγματος) λέγεται '''αναθεωρητικός νομοθέτης'''. Ο όρος ''συνταγματικός νομοθέτης'' ως συνώνυμο του αναθεωρητικού ή του συντακτικού νομοθέτη θεωρείται αδόκιμος, καθώς συνταγματικός χαρακτηρίζεται κάθε νομοθέτης (νομοθετικό σώμα), που προβλέπεται από το Σύνταγμα.<ref>βλ. Α. Παντελής ''Εγχειρίδιο Συνταγματικού Δικαίου.''</ref>
 
{{πολιτική-επέκταση}}