Τραύμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
άμα βάλουμε αγγλικά μετά πρέπει να βάζουμε και γαλλικά ή γερμανικά |
μ Ρομπότ: Αυτόματη αντικατάσταση κειμένου (-πχ +π.χ.) |
||
Γραμμή 19:
== Ταξινομήσεις των τραυμάτων - Αιτιολογία ==
Η ταξινόμηση των τραυμάτων είναι πολλαπλή και εξαρτάται από το κριτήριο ταξινόμησης. Για παράδειγμα τα τραύματα από μηχανική βία λέγονται '''μηχανικά τραύματα''' (
== Σημαντικοί ορισμοί ==
* '''Τραυματολογία''': Πρακτικά όλες οι χειρουργικές ειδικότητες έχουν και τραυματολογικό σκέλος, όπως
* '''Ορθοπεδική Χειρουργική''' (γράφεται και Ορθοπαιδική): [[Ορθοπεδική Χειρουργική]] είναι η ειδικότητα και όρος που πλάστηκε από τον Γάλλο κλινικό γιατρό Nicholas Andry (1658-1742), καθηγητή στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων, στο έργο του ''«Traite d’orthopedie ου l’ art de prevenir et corriger dans les enfants les difformites du corps»'' (μετάφραση: ''"Ορθοπεδική θεραπεία είναι η τέχνη της πρόληψης και της διόρθωσης των δυσμορφιών στο σώμα του παιδιού"''. Η ειδικότητα αυτή σήμερα μελετά, διαγιγνώσκει και θεραπεύει συντηρητικά ή χειρουργικά τις παθήσεις και τις κακώσεις του μυοσκελετικού συστήματος. Αγγλικά γράφεται '''Orthopaedics Surgery''', και Aμερικανικά γράφεται μικτά Οrthopaedics αλλά και '''Orthopedics''' (Ηarry Skinner: «Orthopedics», Tachdjian: «Pediatric Orthopedics»), ενώ Γαλλικά λέγεται Chirurgie '''orthopédique''' et traumatologie. Το Τραυματολογικό της σκέλος λέγεται '''Ορθοπεδική Τραυματολογία'''. Το αντίστοιχο Ελληνικό σωματείο ονομάζεται Ελληνική Εταιρεία Χειρουργικής Ορθοπεδικής και Τραυματολογίας (ΕΕΧΟΤ) με έτος ιδρύσεως 1947.
* '''Ακρωτηριασμός:''' [[Τραυματικός Ακρωτηριασμός]] είναι η μερική ή ολική αποκοπή της αιμάτωσης ενός μέλους από τα άνω ή κάτω άκρα. Μερικός ακρωτηριασμός είναι αυτός όπου το μέλος συγκρατείται από μερικά μαλακά μόρια, όχι όμως αρκετά για την επιβίωσή του. Ολικός ακρωτηριασμός είναι αυτός όπου το αποκοπέν μέλος έχει διαχωρισθεί παντελώς, και χρειάζεται Μικροχειρουργική επέμβαση επανασύνδεσης.
Γραμμή 31:
* '''Ανοικτό - κλειστό τραύμα''': Τραύμα ανοικτό (open trauma, open wound) είναι η τραυματική βλάβη εμπεριέχουσα λύση της συνεχείας των ορατών ιστών (δέρμα, υποδόριο, μύες, κλπ), επερχόμενη από τη δράση βίας μηχανικών παραγόντων και εκτεινόμενη σε διάφορο βάθος και σε διάφορα όργανα. Δηλαδή το ανοικτό τραύμα του δέρματος, δεν έχει σχέση αν κρύβει από κάτω και κάταγμα, και ρήξη τένοντος και ρήξη σπλάχνου κλπ. Αυτά είναι άλλες βλάβες. Κλειστό τραύμα (closed trauma) είναι κάθε εσωτερική ρήξη οργάνου ή ιστού, προερχόμενη από εξωτερική βία, χωρίς λύση της συνεχείας του δέρματος. Για παράδειγμα τέτοια τραύματα είναι η ρήξη σπληνός, το κάταγμα σπονδύλου, η ρήξη αορτής, η ρήξη Αχιλλείου τένοντος, η ρήξη Υπερακανθίου Τένοντος, κλπ
* '''Εκδορά''' (abrasion, scratch, scrape) ονομάζεται η επιφανειακή βλάβη του δέρματος μερικού πάχους, το κοινό γδάρσιμο, γρατσούνισμα. Οι εκδορές είναι πάντα ακίνδυνες και απαιτούν απλώς αντισηψία και προσωρινή επίδεση. ΔΕΝ αφήνουν ποτέ ουλή μακροπρόθεσμα.
* '''Έγκαυμα εκ τριβής''' (friction burns): Παρόλο πού οι εκδορές θεωρούνται γενικώς άνευ σημασίας, τα εγκαύματα εκ τριβής χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή. Αυτά είναι μικτές βλάβες του δέρματος και συχνά και του υποδορίου ιστού, προκαλούμενες όχι μόνο από τη μηχανική τριβή ενός μοτοσυκλετιστή ή ποδηλάτη στην άσφαλτο ή ενός εργαζόμενου με μηχάνημα περιστροφής (
* '''Θλαστικό τραύμα''' (open rupturing trauma, οr wound) ονομάζεται η ολικού πάχους λύση της συνέχειας του δέρματος μέχρι και του λίπους τουλάχιστον, από μηχανική βία η οποία εξασκήθηκε με θλων όργανο (
* '''Νύσσον τραύμα''' (pin trauma) ή τραύμα διά νήσσοντος οργάνου, λέγεται αυτό πού προκαλείται από αιχμηρό αντικείμενο κάθετα ή λοξά, όπως μια βελόνα, μαχαίρι, στιλέτο, καρφί, κλπ. Όλα τα νύσσοντα τραύματα είναι ύπουλα γιατί ποτέ δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς έχει τρωθεί κάτωθι του δέρματος. Γι΄αυτό και απαιτούν έλεγχο από έμπειρο χειρουργό.
* '''Τέμνον τραύμα''' (cut wound) ή τραύμα διά τέμνοντος οργάνου, λέγεται αυτό πού έχει ομαλά χείλη και προκλήθηκε από οξύαιχμο όργανο όπως μαχαίρι, νυστέρι, ξυράφι, γυαλί, κλπ.
|