Υψηλή τέχνη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ορθογρ
Γραμμή 1:
Η '''υψηλή τέχνη''', προϊόν της αποκαλούμενης ποιοτικής κουλτούρας, είναι εκείνη που -σύμφωνα με τους απολογητές της- στοχεύει στις υψηλότερες αξίες της πολιτισμικής ιεραρχίας του εκάστοτε κοινωνικού πλαίσιουπλαισίου προς το οποίο απευθύνεται. Η υψηλή τέχνη είναι ένας όρος ο οποίος επινοήθηκε τον [[17ος αιώνας|17ο αιώνα]] από τους υποστηρικτές του [[Κλασικισμός|κλασικισμού]], αλλά απέκτησε το ιδεολογικό του ένδυμα στα τέλη του [[18ος αιώνας|18ου]] και τις αρχές του [[19ος αιώνας|19ου]]. Η καθιέρωση του όρου έχει τις ρίζες του εν μέρει στην καθιέρωση του επαγγελματισμού, όσο και στην ιδρυματοποίηση της καλλιτεχνικής πρακτικής σε διάφορες ακαδημίες. Ουσιαστικά συνδέεται με τη νοησιαρχία της κοινωνικής ελίτ της εκάστοτε εποχής. Αν και η μεταμόρφωση του όρου –προκειμένου να απορροφήσει νέες τάσεις- είναι διαρκής και δυναμική, ωστόσο ο όρος είναι απολυταρχικός ως προς το γεγονός ότι θέτει ή προσπαθεί να θέσει παγκόσμιους κανόνες για μια αντικειμενική θεώρηση της [[Τέχνη|τέχνης]].
 
==18ος αιώνας==
Γραμμή 13:
==Η κριτική==
 
Ο σοβαρότερος αντίλογος στις θεωρήσεις και τον σχετικά απολυταρχικό χαρακτήρα της υψηλής τέχνης είναι οι απόψεις του J. G. Herder κατά τον 18ο αιώνα, ο οποίος ανέδειξε τη γερμανική [[λαϊκή παράδοση]], θέτοντας παράλληλα τα θεμέλια, μέσω του ρομαντικού κινήματος, για την ευρύτερη ανάδειξη της λαϊκής δημιουργίας. Η λαϊκή κουλτούρα όσο και η δημιουργία έγινε το θεμέλιο της εθνικής πολιτισμικής παράδοσης και του εθνικού φολκλόρ, αποκλείοντας το «ξένο» κατά τον 19ο αιώνα. Στην εξέλιξή του ο ρομαντισμός διαμόρφωσε επί της ουσίας ένα ευρύτερο περίβλημα μέσα στο οποίο αγκάλιασε τη ευρωπαϊκή λαϊκή παράδοση, από την οποία με τη σειρά του, όπως όπως και ο νεοκλασικισμός πριν από αυτόν απέκλεισε το «ξένο» μη ευρωπαϊκό, ορίζοντας με [[ευρωκεντρισμόςΕυρωκεντρισμός|ευρωκεντρικό]] τρόπο την αξία και τις προσδοκίες της υψηλής τέχνης.
 
Φαίνεται πως η διάκριση ανάμεσα σε υψηλή και μαζική τέχνη είναι ουσιαστικά αξιολογική. Τα έργα τέχνης αξιολογούνται και ιεραρχούνται σύμφωνα με την κοινωνική θέση εκείνων που τα χρησιμοποιούν, διαμορφώνταςδιαμορφώνοντας παράλληλα μια καλλιτεχνική παράδοση, βάσει του κανόνα του Arnold. Τούτη η ιεράρχηση επί της ουσίας ακολουθεί ή είναι αντανάκλαση της κοινωνικής διαστρωμάτωσης που επιβάλλεται βάσει κοινωνικών κριτηρίων, από τα οποία σαφώς αποκλείεται το γυναικείο φύλο. Οι λιγοστές εξαιρέσεις γυναικών καλλιτεχνών, όπως η [[Καμίλ Κλοντέλ]] ή αργότερα η [[Φρίντα Κάλο]] απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα της περιθωριοποίησης και απομάκρυνσης της [[γυναίκα|γυναίκας]] από καλλιτεχνικά δρώμενα που σχετίζονται με το ιδεώδες της υψηλής τέχνης.
 
Την απάντηση στην υψηλή τέχνη διεκδίκησε η αποκαλούμενη [[μεταμοντέρνα τέχνη]]