Κρητική λύρα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 71:
Οι τύποι λύρας ήταν πολλοί, αλλά δημιουργείται ολοένα και περισσότερο η ανάγκη για τη κατασκευή μιας λύρας ανάμεσα στο τύπο του λυρακιού και της βροντόλυρας. Κατά την περίοδο [[1940]] έως [[1945]], με την αλλαγή των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών, το ενδιαφέρον γύρω από τον ήχο της λύρας, καθώς και τεχνικές βελτιώσεις στον τρόπο παιξίματος πήρε σάρκα και οστά. Εκείνον τον καιρό, εμφανίστηκαν οι πρώτοι οργανοποιοί, στα αστικά κέντρα της Κρήτης. Έτσι, η λύρα άρχισε να εξελίσσεται, μέχρι που έφτασε στην τελική της μορφή. Ο πρώτος επαγγελματίας οργανοποιός που κατασκεύασε λύρα ήταν ο Μανώλης Σταγάκης, ο οποίος άνοιξε το πρώτο του κατάστημα στην οδό Δημακοπούλου στο [[Ρέθυμνο]].<ref name=":0" />
 
Ο Σταγάκης σχεδίασε το σύγχρονο μοντέλο λύρας, ενδιάμεσο του λυρακιού και της βροντόλυρας, λαμβάνοντας, δε, και την βοήθεια των πελατών του, όσον αφορά τις διαστάσεις του λαιμού, τον ήχο, την εμφάνιση και την αντοχή στον χρόνο. Η λύρα του Σταγάκη θεωρήθηκε μακράν η πιο επιτυχημένη μορφή λύρας, από την στιγμή κιόλας που φτιάχτηκε. Με τον Σταγάκη συνεργάστηκαν ο [[Θανάσης Σκορδαλός]], ο [[Κώστας Μουντάκης]], ο [[Σπύρος Σηφογιωργάκης]], ο [[Λεωνίδας Κλάδος]], ο [[Νίκος Ξυλούρης]] και άλλοι πολλοί. Τον Σταγάκη μιμήθηκαν και πολλοί άλλοι οργανοποιοί, κατασκευάζοντας παρόμοιες με τις δικές του λύρες. Η λύρα του Στάγακη είχε πιο ισχυρό ήχο, τόσο από την Βροντόλυρα, όσο και από το Λυράκι, κάτι που βοήθησε στην ευκολία του λυράρη σε συναυλίες, καθώς, λόγω της αδύναμης μουσικής δυνατότητας των παλιών λυρών, σε συνδυασμό με την έλλειψη τεχνολογίας και μέσων όπως τα μικρόφωνα, ήταν πολύ δύσκολο για έναν λυράρη να παίξει. Οι παλιές λύρες ήταν πιο ψηλές σε κούρδισμα, καμιά φορά έως και δύο τόνους, ενώ-λόγω της οχλαγωγίας σε συναυλίες-ο τραγουδιστής πάντα αναγκαζόταν να φωνάζει ενώ τραγουδάει. Έχει μεγαλύτερο σκάφος για ηχείο και ακούγεται πιο δυνατά, χωρίς να απαιτείται πιο ψιλό κούρδισμα. Ο ήχος ήταν πιο μπάσος μεν, αλλά πιο γλυκός δε. Επίσης, η θέση της λύρας στο σώμα του μουσικόμουσικού έγινε πιο αναπαυτική, καθώς με το "ποδαράκι" στην άκρη του σκάφους να ακουμπάει πάνω στο πόδι του μουσικού, ενώ η κλίση της κεφαλής αφενός καθιστά την χρήση της πιο εύκολη σε πολύωρες εκτελέσεις, χωρίς να στηρίζεται με τον καρπό, ενώ αφ΄ εταίρουετέρου βοήθησε και στο "όρθιο παίξιμο της λύρας", καθώς το καράουλο τοποθετείται κάτω από το πηγούνι και η λύρα στηρίζεται με τον αντίχειρα. Τα νέα μεταλλικά κλειδιά, όπως του μπουζουκιού και του μαντολίνου, είναι πιο εύχρηστα. Η "γλώσσα" καθιστά το παίξιμο λιγότερο επώδυνο για τον λυράρη, ενώ-λόγω του ότι καλύπτεται από πλαστικό-δεν φθείρεται το όργανο, συν του ότι αυξήθηκε η έκταση στις δυόμιση οκτάβες, κάτι που συνέβαλλε στις νέες δημιουργίες και ρεπερτόρια, ακόμη και εκτός Κρητικής μουσικής. Οι συρμάτινες και ανθεκτικές χορδές του εμπορίου είναι πιο ανθεκτικές στον χρόνο, ενώ παράλληλα δεν φθείρονται τόσο όσο οι εντέρινες. Τα δοξάρια του βιολιού είναι πιο ελαφριά, φτηνά και βολικά κατά το παίξιμο. Μπορεί ο Σταγάκης να μην ήταν ο πρώτος που ξεκίνησε να εκσυγχρονίζει την λύρα, αλλά ήταν αυτός που την τελειοποίησε. Η λύρα του παίζεται από τους λυράρηδες μέχρι και σήμερα.<ref name=":0" />
 
== Κατασκευή και μηχανική ==