Φανάρι Καρδίτσας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 19:
Έχει μακραίωνα ιστορία που ξεκινάει από τα προομηρικά χρόνια μέχρι και σήμερα. Στην [[Ιλιάδα]] του Ομήρου αναφέρεται ότι οι κάτοικοι της Κλωμακόεσσας Ιθώμης έλαβαν μέρος στην εκστρατεία των Ελλήνων κατά τις [[Τροία|Τροίας]], μαζί με τους κατοίκους της [[Τρίκκη]]ς και της [[Οιχαλία]]ς, με αρχηγούς τα παιδιά του [[Ασκληπιός|Ασκληπιού]], γιατρούς [[Μαχάων|Μαχάονα]] και [[Ποδαλείριος|Ποδαλείριο]]. Στην περιοχή βρέθηκαν ερείπια αρχαίων ναών και μαρμάρινες αυλακωτές κολώνες.
 
Το Φανάρι αναφέρεται για πρώτη φορά το 1304, όταν καταλήφθηκε για λίγο από τις δυνάμεις της αντιβασίλισσας της [[Δεσποτάτο της Ηπείρου|Ηπείρου]], [[Άννα Παλαιολογίνα Καντακουζηνή|Άννας Παλαιολογίνας Καντακουζηνής]].{{Sfn|Koder|Hild|p=237|1976}} Στη συνέχεια πέρασε υπό τον έλεγχο του αυτόνομου Θεσσαλού μεγιστάναάρχοντα [[Στέφανος Γαβριηλόπουλος|Στεφάνου Γαβριηλόπουλου]] και με το θάνατό του το 1333 πέρασε στον ηγεμόνα της Ηπείρου, [[Ιωάννης Β΄ Ορσίνι|Ιωάννη Β΄ Ορσίνι]], ο οποίος το οχύρωσε.{{Sfn|Koder|Hild|p=237|1976}} Το κάστρο, μια απλή κατασκευή σε ένα κυκλικό οροπέδιο διαμέτρου περίπου 100 μέτρων, σώζεται σε καλή κατάσταση μέχρι σήμερα.{{Sfn|Koder|Hild|p=237|1976}}
 
Οι ''αρχόντες'' (τοπικοί πρεσβύτεροι) του Φαναρίου αναφέρονται σε αρκετά έγγραφα: το 1342 ο Μιχαήλ Γαβριηλόπουλος τους διαβεβαίωσε ότι δεν θα εγκατασταθούν [[Αλβανοί]] στην περιοχή τους και επιβεβαίωσε ότι είχαν στην κατοχή τους τα μοναστήρια της [[Λυκουσάδα|Λυκουσάδας]] και της [[Πόρτα-Παναγιά (Τρίκαλα)|Πόρτα Παναγίας]], ενώ το 1382 οι ''αρχόντες'' αναφέρονται σε τοπική εκκλησιαστική σύνοδο.{{Sfn|Koder|Hild|p=237|1976}} Το 1444, όταν ο [[Δεσποτάτο του Μυστρά|Δεσπότης του Μορέα]] και ο μελλοντικός [[Κατάλογος Βυζαντινών Αυτοκρατόρων|Βυζαντινός αυτοκράτορας]], [[Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος]], επέκτεινε για λίγο την επικράτειά του στην κεντρική Ελλάδα, εγκατέστησε δικό του κυβερνήτη στο Φανάρι.{{Sfn|Koder|Hild|p=237|1976}} Μία τοπική επισκοπή μαρτυρείται από το 1382-1388 και μετά, αρχικά σε συνδυασμό με την Κάππουα (σύγχρονο [[Καππά Καρδίτσας|Καππά]]), αλλά μετά την [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|οθωμανική]] κατάκτηση της Θεσσαλίας έγινε ξεχωριστή επισκοπή και αναδείχθηκε ακόμη και σε αρχιεπισκοπή.{{Sfn|Koder|Hild|p=237|1976}}