Συνθήκη της Λωζάνης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ επ.
Γραμμή 1:
 
 
Η '''Συνθήκη της Λωζάνης''' ήταν συνθήκη ειρήνης που έθεσε τα όρια της σύγχρονης [[Τουρκία]]ς. Υπογράφηκε στη [[Λωζάνη]] της [[Ελβετία]]ς στις [[24 Ιουλίου]] [[1923]] από την [[Ελλάδα]], την [[Τουρκία]] και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον [[Α' Παγκόσμιος Πόλεμος|Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο]] και την [[Μικρασιατική εκστρατεία]] ([[1919]]-[[1922]]) και συμμετείχαν στην [[Συνθήκη των Σεβρών (Ελλάς - Τουρκία)|Συνθήκη των Σεβρών]], συμπεριλαμβανομένης και της [[Σοβιετική Ένωση|ΕΣΣΔ]] (που δεν συμμετείχε στην προηγούμενη συνθήκη). Η υπογραφείσα συνθήκη ήταν το αποτέλεσμα της σχετικής [[Διάσκεψη της Λωζάνης|διάσκεψης]] που ξεκίνησε στις [[7 Νοεμβρίου]] [[1922]]<ref>Φύλλο εφημερίδας 'Έθνος' της [[8 Νοεμβρίου]] 1922, σελ. 4: "''Η χθεσινή έναρξις της διασκέψεως της Λωζάννης''"</ref> μεταξύ των προαναφερομένων μελών. Στο κείμενο της Συνθήκης συμπεριλαμβάνεται και η Σύμβαση της Λωζάνης που αποτελεί συντομότερο κείμενο και υπογράφηκε νωρίτερα, στις 30 Ιανουαρίου 1923.
 
== Ιστορικό ==
Κατήργησε την Συνθήκη των Σεβρών που δεν είχε γίνει αποδεκτή από την νέα κυβέρνηση της Τουρκίας πουη οποία διαδέχθηκε τον [[Σουλτάνος|Σουλτάνο]] της [[Κωνσταντινούπολη]]ς. Μετά την εκδίωξη από την [[Μικρά Ασία]] του Ελληνικού στρατού από τον Τουρκικό υπό την ηγεσία του [[Μουσταφά Κεμάλ]], προέκυψε η ανάγκη για αναπροσαρμογή της συνθήκης των Σεβρών. Στις [[20 Οκτωβρίου]] [[1922]] ξεκίνησε το συνέδριο που διακόπηκε μετά από έντονες διαμάχες στις [[4 Φεβρουαρίου]] [[1923]] για να ξαναρχίσει στις [[23 Απριλίου]]. Το τελικό κείμενο υπογράφηκε στις [[24 Ιουλίου]] μετά από 7,5 μήνες διαβουλεύσεων.
 
Η Τουρκία ανέκτησε την [[Ανατολική Θράκη]], την [[Ίμβρος|Ίμβρο]] και [[Τένεδος|Τένεδο]], μια λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων με την [[Συρία]], την περιοχή της [[Σμύρνη]]ς και της Διεθνοποιημένης Ζώνης των Στενών, η οποία όμως θα έμενε αποστρατιωτικοποιημένη και αντικείμενο νέας διεθνούς διάσκεψης. Παραχώρησε τα [[Δωδεκάνησα]] στην [[Ιταλία]], όπως προέβλεπε και η συνθήκη των Σεβρών, αλλά χωρίς πρόβλεψη για δυνατότητα [[Εθνική αυτοδιάθεση|αυτοδιάθεσης]]. Ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη της την επικράτεια και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των στενών.
 
Ένα σημείο διαφωνίας ήταν η καταβολή πολεμικών αποζημιώσεων από την Ελλάδα, κάτι για το οποίο η τελευταία δήλωνε αδυναμία. Τελικά η Τουρκία δέχθηκε να της αποδοθεί το τρίγωνο του Κάραγατς στη Θράκη, γνωστό και ως Παλαιά Ορεστιάδα, αντί αποζημιώσεων. Τα νησιά [[Ίμβρος]] και [[Τένεδος]] παραχωρήθηκαν στην Τουρκία με τον όρο ότι θα διοικούνταν με ευνοϊκούς όρους για τους Έλληνες [(το 1926 η τουρκική κυβέρνηση ακύρωσε με νόμο αυτή τη διάταξη]). Ο [[Οικουμενικός Πατριάρχης]] έχασε την ιδιότητα του ''Εθνάρχη'' και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό διεθνές νομικό καθεστώς.
 
Σε αντάλλαγμα, η Τουρκία παραιτήθηκε από όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανικής Αυτοκρατορίας]] εκτός των συνόρων της και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική [[Ελληνοτουρκική ανταλλαγή πληθυσμών του 1923|ανταλλαγή πληθυσμών]] από τις δύο χώρες και η αποστρατιωτικοποίηση ("μη εγκατάσταση ναυτικής βάσεως") κάποιων νησιών του Αιγαίου (Λήμνος, Σαμοθράκη, Σάμος, Χίος, Λέσβος, Ικαρία). [Αργότερα με τη [[Συνθήκη του Μοντρέ]], στην οποία η Ελλάδα ήταν συμβαλλόμενο μέρος, η Τουρκία ξαναπέκτησε το δικαίωμα στρατιωτικοποίησης των Στενών, της Ίμβρου, Τενέδου, και αντίστοιχα η Ελλάδα της Λήμνου και Σαμοθράκης.]
 
Η ανταλλαγή [[Μειονότητα|μειονοτήτων]] που πραγματοποιήθηκε προκάλεσε μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών. Μετακινήθηκαν από τη [[Μικρά Ασία]] και την [[Ανατολική Θράκη]] στην Ελλάδα 1.650.000 Οθωμανοί υπήκοοι, [[Χριστιανισμός|χριστιανικού θρησκεύματος]] και από την Ελλάδα στην Τουρκία 670.000 Έλληνες υπήκοοι, [[Μουσουλμάνος|μουσουλμανικού θρησκεύματος]]<ref>[http://el.wikisource.org/wiki/%CE%A3%CF%85%CE%BD%CE%B8%CE%AE%CE%BA%CE%B7_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%9B%CF%89%CE%B6%CE%AC%CE%BD%CE%B7%CF%82:_%CE%A3%CF%8D%CE%BC%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%B9%CF%82_%CE%A0%CE%B5%CF%81%CE%AF_%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%B1%CE%B3%CE%AE%CF%82_%CF%84%CF%89%CE%BD_%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8E%CE%BD_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%A4%CE%BF%CF%85%CF%81%CE%BA%CE%B9%CE%BA%CF%8E%CE%BD_%CF%80%CE%BB%CE%B7%CE%B8%CF%85%CF%83%CE%BC%CF%8E%CE%BD Συνθήκη της Λωζάνης, τμήμα VI, άρθρο 1]</ref>. Η θρησκεία και όχι η εθνικότητα αποτέλεσε το βασικό κριτήριο για την ανταλλαγή <ref name="encyclopedia_islam">{{cite encyclopedia | title=Turks | accessdate=2012-12-01 | encyclopedia=The Encyclopedia of Islam | volume=10 | publisher=Brill | pages=699}}</ref>. Σύμφωνα με το άρθρο 2β της συνθήκης χρησιμοποιήθηκε ο όρος ''Μουσουλμάνοι'' και όχι ''Τούρκοι''. Αυτό οφείλεται στο ότι κατά την οθωμανική αυτοκρατορία η ''θρησκεία'' μετρούσε πολύ περισσότερο από ότι η ''εθνικότητα'' και από την άλλη πλευρά η Τουρκία ήθελε όλοι οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης να παραμείνουν. Στα Βαλκάνια χρησιμοποιείται ο όρος ''Τούρκος'' αρκετές φορές ως συνώνυμο με τον ''μουσουλμάνο'' επειδή στο σύστημα των Οθωμανικών [[μιλέτ]] (ήταν κύριο στοιχείο στην διοίκηση της [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανικής Αυτοκρατορίας]]) όλοι οι μουσουλμάνοι ανήκαν σε μια ενιαία κοινότητα.<ref name="crossing_agean_p98">{{cite book | title=Studies in forced migration, Vol. 12 / Crossing the Aegean: an appraisal of the 1923 compulsory population exchange between Greece and Turkey | author=Renée Hirschon (editor) | year=2003 | publisher=Berghahn Books | pages=98 | isbn=978-1-57181-562-0}}</ref>