Η δεσποινίς Έλζε

Νουβέλα του Άρτουρ Σνίτσλερ, 1924

Η δεσποινίς Έλζε (γερμανικά: Fräulein Else) είναι νουβέλα του Αυστριακού συγγραφέα Άρτουρ Σνίτσλερ, που δημοσιεύτηκε το 1924.[1]

Η δεσποινίς Έλζε
ΣυγγραφέαςΆρτουρ Σνίτσλερ
ΤίτλοςFräulein Else
ΓλώσσαΓερμανικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1924
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Πρόκειται για έργο του λογοτεχνικού μοντερνισμού της αυστριακής λογοτεχνίας. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί την τεχνική του εσωτερικού μονολόγου, κάνοντας την ηρωίδα, που βρίσκεται αντιμέτωπη με την ανάγκη να εκπορνευτεί για να σώσει τον πατέρα της από την αυτοκτονία και την οικογένειά της από την καταστροφή, να αποκαλύψει τις πολλαπλές και αντιφατικές πτυχές των σκέψεών της. Τα θέματα που καλύπτονται και η αφηγηματική τεχνική επαναλαμβάνονται και σε άλλο έργο του, τον Ανθυπολοχαγό Γκουστλ.[2]

Υπόθεση Επεξεργασία

Η Έλζε είναι μια 19χρονη Βιεννέζα από καλή αστική οικογένεια. Ο πατέρας της, διάσημος δικηγόρος, έχει το πάθος της χαρτοπαιξίας και συχνά κινδυνεύει να καταστραφεί οικονομικά. Κατά τη διάρκεια ολιγοήμερων διακοπών με τη θεία της στην ορεινή περιοχή του Τρεντίνο - στην τότε Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία σήμερα στην Ιταλία όπου η βιεννέζικη καλή κοινωνία συγκεντρώνονταν τους καλοκαιρινούς μήνες πριν από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο - η κοπέλα λαμβάνει ένα γράμμα από τη μητέρα της, η οποία την ενημερώνει ότι ο πατέρας της κινδυνεύει να συλληφθεί για υπεξαίρεση χρημάτων και ότι η Έλζε θα πρέπει να ζητήσει επειγόντως ένα μεγάλο δάνειο από τον πλούσιο οικογενειακό φίλο κύριο Ντόρσντεϊ, έμπορο έργων τέχνης, που τυχαίνει να βρίσκεται στο ίδιο ξενοδοχείο - η μητέρα της επικαλείται διακριτικά την αγάπη που οφείλει η Έλζε στους γονείς της και φοβάται την πιθανότητα αυτοκτονίας του πατέρα της αν συλληφθεί.[3]

Η Έλζε πλησιάζει τον φίλο του πατέρα της και του περιγράφει τη δύσκολη οικογενειακή κατάσταση. Αυτός συμφωνεί να σώσει τον πατέρα της και να στείλει τα χρήματα με την προϋπόθεση να δει την Έλζε εντελώς γυμνή. Η Έλζε αντιδρά αγανακτισμένη σε αυτό το αίτημα, αλλά κατά τη διάρκεια της βραδιάς συνειδητοποιεί το δίλημμα στο οποίο βρίσκεται. Εγκλωβισμένη μεταξύ της άνευ όρων πίστης στον πατέρα της και της αίσθησης της αξιοπρέπειας, η κοπέλα δεν μπορεί να αποφασίσει: αν απορρίψει την προσφορά του Ντόρσντεϊ, θα πρέπει να εγκαταλείψει τον πατέρα της στη μοίρα του και η οικογένειά της να χάσει την κοινωνική της θέση. Ωστόσο, η πρόταση του ανήθικου άνδρα θα ισοδυναμούσε με εκπόρνευση και, ως εκ τούτου, παραίτηση από την αυτοδιάθεση του σώματός της.

Σε αυτήν την κατάσταση εσωτερικής σύγκρουσης, η Έλζε σκέφτεται όλες τις πιθανότητες που έχει, τη συγκατάθεση, την εξέγερση, ακόμα και την αυτοκτονία. Τελικά γίνεται σαφές ότι η Έλζε δεν είναι σε θέση να πάει ενάντια στις απαιτήσεις του πατέρα της και να διεκδικήσει τη δική της ακεραιότητα. Η Έλζε αρνείται να πάει μόνη της στο δωμάτιο του Ντόρσντεϊ, δεν μπορεί να αντέξει αυτή την ταπείνωση. Στο σαλόνι του ξενοδοχείου - παρουσία του Ντόρσντεϊ, του οποίου η απαίτηση εκπληρώνεται - η Έλζε εμφανίζεται μπροστά σε όλους τους επισκέπτες του ξενοδοχείου γυμνή βγάζοντας το γούνινο παλτό της και στη συνέχεια πέφτει σε παραλήρημα και λιποθυμά. Όταν φτάνει στο δωμάτιό της, η Έλζε έχει αποφασίσει να αυτοκτονήσει παίρνοντας υπνωτικά χάπια. Πέφτει σε μια ονειρική κατάσταση που τελικά φαίνεται να την απελευθερώνει. Στο τέλος, δεν είναι ξεκάθαρο αν πέθανε από υπερβολική δόση ή απλώς αισθάνεται τις παραισθησιογόνες επιδράσεις των βαρβιτουρικών και αποκοιμιέται.[4]

Θέματα Επεξεργασία

Μέσα από τον εσωτερικό μονόλογο της Έλζε - που βρίσκεται αντιμέτωπη με την ανάγκη να εκπορνευτεί για να σώσει τον πατέρα της από την αυτοκτονία και την οικογένειά της από το σκάνδαλο και τη χρεοκοπία - ο συγγραφέας επικρίνει ανελέητα τη βιεννέζικη κοινωνία της εποχής. Πρώτα απ 'όλα επικρίνει

  • την οικογένεια, που χειρίζεται το κορίτσι με κακόβουλο τρόπο,
  • τη γυναικεία κατάσταση. Με αυτή την έννοια, η Έλζε είναι εμβληματική: αντιπροσωπεύει κοπέλες της καλής κοινωνίας που δεν έχουν διδαχτεί τίποτε για τη ζωή, δεν είναι ικανές να κάνουν τίποτε και επομένως βρίσκονται να πρέπει να εξαρτώνται από τον άντρα που θα παντρευτούν, αφού δεν έχουν τα μέσα να συντηρήσουν τον εαυτό τους.
  • Την αδιαφορία και επιπολαιότητα της βιεννέζικης αστικής τάξης που, τη στιγμή που η Έλζε, μη αντέχοντας πια την πίεση, εμφανίζεται γυμνή στο σαλόνι του ξενοδοχείου και στη συνέχεια παραληρεί και λιποθυμά, δεν ανησυχεί καθόλου για την υγεία της και τα κίνητρα που την ώθησαν στην πράξη αλλά μόνο για το «σκάνδαλο» που θα μπορούσε ακόμη και να δημοσιευθεί στην εφημερίδα - η κοινωνία εμφανίζεται ανίκανη για αυτοκριτική και είναι η ίδια κοινωνία που καθαίρεσε τον Σνίτσλερ από τον στρατό, «ενοχλημένη» από τα έργα του αντί να παραδεχτεί και να αντιμετωπίσει τα χρόνια προβλήματα.
  • Περίεργη, έξυπνη, ειρωνική και ειλικρινής στις σκέψεις της, ματαιόδοξη και επιδεικτική, αλλά και απίστευτα μοναχική, η Έλζε αποφασίζει να αυτοκτονήσει για να μην χρειάζεται πλέον να αντιμετωπίζει το ψέμα και την κακία των ανθρώπων γύρω της.[5]

Διασκευές Επεξεργασία

Το 1929 η νουβέλα διασκευάστηκε σε ομώνυμη γερμανική ταινία του βωβού κινηματογράφου, το 1946 στο The Naked Ange του Αργεντινού Κάρλος Ούγκο Κρίστενσεν και το 2013 στην ομώνυμη ταινία της Άννας Μαρτίνεζ. [6][7]

Μεταφράσεις στα ελληνικά Επεξεργασία

  • Η δεσποινίς Έλζε, μτφ. Γιώργος Δεπάστας, εκδ. Ολκός, 1994 [8]
  • Η δεσποινίς Έλζε, μτφ. Δημήτρης Δημοκίδης, εκδ. Ροές, 2015), η μετάφραση του έργου τιμήθηκε με Βραβείο Λογοτεχνικής Μετάφρασης Γερμανόφωνης Λογοτεχνίας του Ινστιτούτου Γκαίτε το 2016. [9][10]

Παραπομπές Επεξεργασία