Θεσμός

δομή ή μηχανισμός κοινωνικής δομής και συνεργασίας που κυβερνά τη συμπεριφορά ενός συνόλου ατόμων μέσα σε μια ορισμένη κοινότητα

Ο όρος Θεσμός προέρχεται από το ρήμα τίθημι. Αυτό που έχει τεθεί, και ισχύει ως δίκαιο. Φέρεται με κύρια σημασία ως κανόνας Δικαίου, Νόμος. Επίσης φέρεται και ως σύστημα το οποίο δημιουργεί ηθική και νομική κατάσταση π.χ. ο θεσμός της οικογένειας. Στον πληθυντικό φέρεται ως σύνολο θεμελιωδών καταστάσεων νόμου π.χ. Οι πολιτικοί θεσμοί, τα κοινοβουλευτικά θέσμια, οι εκκλησιαστικοί θεσμοί. Οι θεσμοί είναι "σταθερά, αξιακά, επαναλαμβανόμενα μοτίβα συμπεριφοράς". Σαν δομές ή μηχανισμοί κοινωνικού ελέγχου καθορίζουν την κοινωνική συμπεριφορά ενός συνόλου ατόμων σε μια συγκεκριμένη κοινότητα. Οι θεσμοί ταυτίζονται με έναν κοινωνικό σκοπό, υπερβαίνοντας τα άτομα και τις προθέσεις τους με το να καθορίζουν τους κανόνες που διέπουν την συμπεριφορα τους.

Σε μια κοινωνία υπάρχουν τυπικοί και άτυποι θεσμοί, οι πρώτοι είναι το σύνολο των γραμμένων κανόνων, νόμων κτλ ενώ οι δεύτεροι είναι άγραφοι κανόνες συμπεριφοράς. Η αλληλεπίδραση των δύο είναι ένα σημαντικό ζήτημα στις κοινωνικές επιστήμες.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία