Το ιμπάλα είναι μια μεσαίου μεγέθους αντιλόπη, το οποίο ζει κυρίως στην ανατολική και νότια Αφρική. Επιστημονικά λέγεται και αιπύκερος. Το μόνο σωζόμενο μέλος του γένους των Αιπυκέρων, περιγράφηκε για πρώτη φορά στο ευρωπαϊκό κοινό από τον Γερμανό ζωολόγο Χίνριχ Λίχτενσταϊν το 1812. Υπάρχουν δύο υποείδη του ιμπάλα: το κοινό ίμπαλα και το μεγαλύτερο ιμπάλα που έχει πιο σκούρο πρόσωπο. Το ιμπάλα έχει ύψος 70 με 92 εκατοστών και φτάνει τα 40 με 76 κιλά. Τα κέρατα του ιμπάλα έχουν σχήμα λύρας.

Το ιμπάλα είναι κατά κύριο λόγο ημερόβιο ζώο. Μπορούν να παρατηρηθούν τρεις διακριτές κοινωνικές ομάδες στα ιμπάλα: τα αρσενικά, τα κοπάδια των εργένηδων και τα θηλυκά κοπάδια. Το ιμπάλα είναι γνωστά για τα άλματά τους, που αποτελούν μηχανισμό άμυνας τους εναντίον των αρπακτικών. Τα ιμπάλα τρέφονται με μονοκοτυλήδονα, δικοτυλήδονα, καρπούς και λοβούς ακακίας (όποτε είναι διαθέσιμα).

Συνήθως τον Μάιο λαμβάνει χώρα η περίοδος του οίστρου για τα ιμπάλα. Η εποχή των βροχών τελειώνει τον Απρίλιο με Μάιο. Στα ιμπάλα η κύηση διαρκεί έξι με επτά; μήνες, ενώ τα θηλυκά ιμπάλα θηλάζουν τα νεογέννητα τους για τέσσερις με έξι μήνες. Τα αρσενικά νεογέννητα ιμπάλα, αφού τελειώσει ο θηλασμός τους, εντάσσονται σε κοπάδια εργένηδων, αρσενικών ιμπάλα, ενώ τα θηλυκά πολλές φορές μένουν με τις μητέρες τους.

Το ιμπάλα ζει σε τροπικές περιοχές. Ζει σε δάση και σαβάνες, σε γενικές γραμμές μένει κοντά σε περιοχές που έχουν πρόσβαση σε νερό. Ενώ το μαυροπρόσωπο ιμπάλα περιορίζεται στη νοτιοδυτική Αγκόλα και την Καοκολάνδη στη βορειοδυτική Ναμίμπια, ο πληθυσμός του κοινού ιμπάλα είναι μεγάλος. Ζει σε μια περιοχή από τη Γκαμπόν μέχρι τη νότια Αφρική. Η Διεθνής Ένωση Προστασίας της Φύσης ταξινομεί το κοινό ιμπάλα σαν ένα ζώο ελάχιστης ανησυχίας, διότι ο πληθυσμός του είναι αρκετά μεγάλος ώστε να παραμείνει βιώσιμο. Αντιθέτως, το 2008 παρέμεναν στη φύση λιγότερα από 1.000 μαυροπρόσωπα ιμπάλα.