Καμπάλα (θρησκευτικό κίνημα)

Καμπαλά, Καμπάλα ή Καββάλα (εβραϊκά: קַבָּלָה, κυριολεκτικά «παραλαβή/παράδοση», μεταγραφή: Cabala, Qabbālâ) ονομάζεται η σημαντικότερη ιστορικά μυστική, απόκρυφη παράδοση του Ραββινικού Ιουδαϊσμού, η οποία αναδύθηκε στην Ισπανία του 13ου αιώνα, και η οποία κατόπιν του διωγμού των Εβραίων από εκεί διαδόθηκε σε διάφορα σημεία του ιουδαϊκού κόσμου. Η Καμπαλά, που αναπτύχθηκε την περίοδο του Μεσαίωνα, επέδρασε βαθύτατα στη μετέπειτα εβραϊκή θεολογική γραμματεία της Διασποράς.[1] Διαδόθηκε και στο ευρύτερο κοινό από τον φιλόσοφο και ουμανιστή Τζοβάννι Πίκο ντελλά Μιράντολα τον 15ο αιώνα. Η Καμπάλα έχει ρίζες στην Τορά (= Διδασκαλία/Νόμος) της Εβραϊκής Βίβλου και στο Ταλμούδ, και περιλαμβάνει στοιχεία προφορικών παραδόσεων πολλών αιώνων. Επίσης έχει δεχθεί επιρροές από τον Γνωστικισμό, τον Νεοπλατωνισμό και τον Χριστιανισμό.

«Portae Lucis» (Οι Πύλες του Φωτός), πίνακας του Joseph ben Abraham Gikatilla (1248–1305)

Η Καμπάλα έχει μυστικιστικό, εσωτεριστικό χαρακτήρα. Στηρίζεται στο γεωκεντρικό σύστημα, ενώ χωρίζει τη γη σε πολλές παράλληλες γαίες και τον ουρανό, στον οποίο κατοικεί ο Θεός και οι άγγελοι, σε επτά ουρανούς. Η Καμπαλά διδάσκει ότι η θεότητα είναι απρόσωπη, και συγκεκριμένα ότι η θεότητα είναι το Έϊν Σοφ (=Χωρίς Τέλος), το οποίο είναι αυθύπαρκτο και μόνο του, χωρίς να υπάρχει κάτι άλλο μαζί του.[2] Το Έϊν Σοφ, κατά την Καμπαλά, από τη μία εκτείνεται παντού και πληροί τα πάντα, από την άλλη όμως είναι Άγιν (=Απόλυτο Τίποτα). Μέσα στο Άγιν, που θεωρείται ως Το Χωρίς Διάσταση Σημείο, γεννιέται το Έϊν Σοφ Άουρ, δηλαδή η Συνείδηση, που απλώνεται παντού και συγκεκριμενοποιείται σε Μοχσαβά (=Πνεύμα της Ενότητας). Η καμπαλά παραδέχεται την μετενσάρκωση, και αναφέρεται σε αυτήν με τον όρο Gilgul Neshamot (= Κύκλος Ψυχών).[3] Η σύγχρονη αστρολογία περιέχει αρκετά καμπαλιστικά στοιχεία, τα οποία καταδεικνύουν την ιστορική σχέση του καμπαλισμού με τις αστρολογίες λαών των αρχαίων χρόνων, όπως των Σουμερίων και των Αιγυπτίων.

Η σύγχρονη έρευνα διακρίνει δύο ρεύματα καμπαλισμού: το θεοσοφικό και το εκστατικό. Κύριος εκπρόσωπος του εκστατικού καμπαλισμού θεωρείται ο Αβραάμ Αμπουλάφια. Στον σύγχρονο Ιουδαϊκό κόσμο η Καμπαλά δεν διδάσκεται απροϋπόθετα. Για να διδαχθεί κάποιος την Καμπαλά χρειάζεται να είναι Εβραίος στο θρήσκευμα, να έχει εντρυφήσει στο Ταλμούδ, να έχει περάσει το 40ό έτος της ηλικίας του και να έχει ζήσει αγνή ζωή.[4]

Οι ρίζες του Καμπαλισμού

Επεξεργασία

Ο εβραϊκός αποκρυφισμός προέκυψε μέσα από την επαφή των Ισραηλιτών με τις αποκρυφιστικές παραδόσεις που προϋπήρχαν στους λαούς της Μέσης Ανατολής. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια των 430 ετών της δουλείας του ισραηλιτικού λαού στην Αίγυπτο, οι Εβραίοι διδάχθηκαν τις αιγυπτιακές αποκρυφιστικές γνώσεις, καθώς η Αίγυπτος την Ύστερη Περίοδο του Χαλκού είχε αναδειχθεί στο κύριο κέντρο διάδοσης της απόκρυφης γνώσης και της μαγείας στη Μέση Ανατολή. Εν συνεχεία, με την εγκατάστασή τους στην Παλαιστίνη, πιθανώς στο πρώτο ήμισυ του δεκάτου τετάρτου αιώνα, ήρθαν σε στενή επαφή με τις αντίστοιχες ειδωλολατρικές πρακτικές των Χαναανιτικών λαών. Τέλος, κατά τη διάρκεια της εβδομηκονταετούς Βαβυλώνιας Αιχμαλωσίας, γνώρισαν από κοντά τον αποκρυφισμό των Βαβυλωνίων.[5] Κάπως έτσι, μέσα σε αυτό το θρησκευτικό περιβάλλον, οι Εβραίοι διαμόρφωσαν τον δικό τους αποκρυφισμό, ο οποίος, κατά τη ρωμαϊκή περίοδο δέχθηκε την καταλυτική επίδραση των διαφόρων ελληνικής προέλευσης φιλοσοφικών ρευμάτων της εποχής. Αναφερόμενοι λοιπόν στην εβραϊκή αρχαιότητα, μπορούμε να πούμε ότι παράλληλα με το τμήμα εκείνο του εβραϊσμού που ακολουθούσε τη μονοθεϊστική Ιουδαϊκή θρησκεία, υπήρχε και ένα τμήμα που ακολουθούσε πολυθεϊστικές παραδόσεις και το οποίο διαμόρφωσε τον εβραϊκό αποκρυφισμό.

Μία κρίσιμη περίοδος διαπάλης ανάμεσα στον εβραϊκό μονοθεϊσμό και πολυθεϊσμό ήταν εκείνη της βασιλείας του Αντιόχου του Επιφανούς, ο οποίος γύρω στο 168 π.Χ., όντας βασιλιάς της Σελεύκειας, που περιλάμβανε τα εδάφη της Μεσοποταμίας, Συρίας και της Περσίας, αποφάσισε να επιβάλει, εάν χρειαζόταν με βίαια μέσα, τον πολυθεϊσμό στους Ιουδαίους. Οι Μακκαβαίοι αντέδρασαν στην βασιλική επιταγή και τέθηκαν επικεφαλής της αντίστασης, με αποτέλεσμα ο Αντίοχος να καταφύγει στη βία, περνώντας τους από φρικτά βασανιστήρια και κατασφάζοντάς τους. Ιστορικά η απόπειρα του Αντιόχου απέτυχε και ο εβραϊσμός διατήρησε την ιουδαϊκή του πίστη, παρά ταύτα όμως δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι Εβραίοι που μετεστράφησαν στον ελληνιστικό πολυθεϊσμό της εποχής, εξελληνίστηκαν και έλαβαν ελληνικά ονόματα.

Περνώντας στον 1ο αι. μ.Χ. να σημειώσουμε ότι σημαντικό ρόλο στη διάδοση του αποκρυφισμού στην ιουδαϊκή κοινωνία κατ' αυτήν την περίοδο, έπαιξαν κάποια μέλη μίας κοινωνικής τάσης-ομάδας, που είναι γνωστή ως η κοινωνική ομάδα των Φαρισαίων, η οποία προσπαθούσε να επαναφέρει τους Ιουδαίους στον παραδοσιακό θρησκευτικό τρόπο ζωής, σε μια εποχή κατά την οποία σημαντικό μέρος του εβραϊκού πληθυσμού καλωσόριζε και αφομοίωνε τις επιδράσεις του ελληνισμού. Πληροφορίες για τον ρόλο κάποιων μελών της εβραϊκής ομάδας των Φαρισαίων στη διάδοση της απόκρυφης γνώσης παρέχει ο Ιώσηπος, από τον οποίο πληροφορούμαστε ότι κάποιοι Φαρισαίοι δίδασκαν πως ο Θεός δεν παρέδωσε στον Μωϋσή μόνο την Τορά, αλλά και μία προφορική διδασκαλία, η οποία όμως απευθυνόταν μόνο στους Εβραίους εκείνους που διέθεταν υψηλό πνευματικό επίπεδο. Σύμφωνα με το αφήγημα αυτό, ο Μωϋσής με τη σειρά του παρέδωσε αυτόν τον προφορικό νόμο σε κάποιους εκλεκτούς σοφούς Εβραίους, και από αυτούς άρχισε να διαδίδεται με προφυλάξεις από γενιά σε γενιά. Τα κάτωθι λόγια του Χριστού που μεταφέρονται από τον Ιωάννη, σαν μήνυμα προς την εκκλησία της Σμύρνης, μέσα από το βιβλίο της Αποκάλυψης, πιθανότατα κάνουν αναφορά στους ανθρώπους των εβραϊκών αποκρυφιστικών κύκλων που είχαν αποδεχθεί τις μυστικές διδασκαλίες που διαδίδονταν από Φαρισαίους ραββίνους, και όχι μόνο : "Ξέρω πως σε διαβάλλουν άνθρωποι που ισχυρίζονται ότι ανήκουν τάχα στο λαό του Θεού· αυτοί όμως δεν είναι δικοί του, γιατί ανήκουν στη σύναξη του σατανά.".[6]

Όσον τώρα αφορά την Καμπαλά καθαυτή, ερευνητές όπως ο Jellinek[7], ο Plessner[8], ο Hilgenfeld[9] και άλλοι έχουν αναπτύξει ευρεία επιχειρηματολογία προκειμένου να υποστηρίξουν ότι οι αρχαίοι ιστορικοί πρόδρομοί της ήταν οι Εσσαίοι, που αποτελούσαν διακριτή αίρεση του αρχαίου Ιουδαϊσμού. Η επιχειρηματολογία αυτή συνδέεται με την άποψη που θέλει την αποκαλυπτική γραμματεία των 2ου και 1ου π.Χ. αι. να εμπεριέχει τα πλέον ουσιώδη στοιχεία της Καμπαλά. Ο Ιώσηπος δίνει την πληροφορία ότι οι Εσσαίοι είχαν τέτοια κείμενα στην κατοχή τους, τα οποία θεωρούσαν ως απόκρυφα και προοριζόμενα για ανάγνωση μόνο από λίγους εκλεκτούς. Μπορούμε λοιπόν να υποθέσουμε ότι πρώτοι οι Εσσαίοι, οι οποίοι κατά τον Ιώσηπο, υποστήριζαν ότι τα κείμενα αυτά διέσωζαν αρχαίες σεβάσμιες παραδόσεις, ήταν οι πρώτοι που διέδωσαν προφορικά κάποια προδρομικά της Καμπαλά στοιχεία, στηριζόμενοι σε κείμενα της αποκαλυπτικής γραμματείας, τα οποία είχαν στην κατοχή τους.

Την περίοδο που ο Χριστιανισμός εξελισσόταν και αναπτυσσόταν με ταχείς ρυθμούς, ο εβραϊκός αποκρυφισμός δεν έμεινε ανεπηρέαστος. Προσπάθησε μάλιστα να βρει γόνιμο έδαφος ανάπτυξης μέσα στον χώρο του Χριστιανισμού, και κάπως έτσι προέκυψαν οι διάφορες γνωστικές εκκλησίες. O Ioan Petru Culianu επιχείρησε να ορίσει με ακρίβεια την ανάδυση του γνωστικού πνευματικού κινήματος, συνδέοντάς την με την καταστροφή του Ναού του Σολομώντος από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ., επί του αυτοκράτορος Τϊτου. Ως γνωστόν, το 70 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Τίτος διέλυσε την πόλη των Ιεροσολύμων και κατέστρεψε τον Ναό του Σολομώντος, που ήταν ένα ιερό σύμβολο για τους Εβραίους. Μετά τα γεγονότα αυτά ο Ιουδαϊσμός εισέρχεται στη ραββινική του περίοδο, κατά την οποία αλλάζει ριζικά μορφή, μέσω της εισδοχής των ταλμουδικών διδασκαλιών, δηλαδή μιας ριζικά νέας ερμηνείας του κόσμου της Παλαιάς Διαθήκης. Κάπως έτσι, με την εισδοχή ενός νέου σώματος κειμένων και παραδόσεων, που επικεντρώνονταν επάνω στην ερμηνεία του Νόμου και στην θρησκευτική παράδοση των Ισραηλιτών, τον παραδοσιακό Ιουδαϊσμό, τον διαδέχεται ο Ταλμουδισμός.

Ο Culianu υποστηρίζει ότι μετά την καταστροφή του Ναού μία ομάδα ραββίνων, ξεκινώντας από τη διαπίστωση ότι οι εξαγγελίες του Θεού προς τον ισραηλιτικό λαό δεν επαληθεύτηκαν, προσπάθησαν να δώσουν μία ερμηνεία ως προς το γιατί.[10] Η ομάδα των ραββίνων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης δεν είναι ο αληθινός θεός των Ισραηλιτών, αλλά στην πραγματικότητα ένα ον αναξιόπιστο με καταδυναστευτικές τάσεις. Επίσης συμπέραναν ότι η πραγματική θεϊκή ισχύς εδράζεται στο πρόσωπο του Εωσφόρου, τον οποίο χαρακτήρισαν ως άγγελο της Γνώσης. Ο Culianu θεωρεί ότι μέσω αυτής της ομάδας επέρχεται στον Ιουδαϊσμό μια εσωτερική διαίρεση. Από τη μία πλευρά βρέθηκαν οι υποστηρικτές του Εωσφορισμού-Γνωστικισμού και από την άλλη εκείνοι που συνέχισαν να λατρεύουν τον Γιαχβέ.[11]

Μπορούμε λοιπόν να υποστηρίξουμε ότι γύρω στο 70 μ.Χ. γεννιέται ο εβραϊκός Γνωστικισμός. Θεμελιώδες στοιχείο του νέου ρεύματος του Γνωστικισμού υπήρξε η αποστροφή απέναντι στον υλικό κόσμο και η ιδέα της ανάγκης να απελευθερωθεί ο άνθρωπος από τα δεσμά της ύλης. Ενδεικτική είναι η αντίληψη του συγχρόνου Γνωστικού συγγραφέα Jacques Lacarriére σχετικά με τη θρέψη του σώματος και την αφόδευση. Ο Lacarriére εκφράζει την άποψη ότι η αφόδευση είναι το φυσικό κακό που γεννά το ανθρώπινο σώμα, κι' επίσης το καθαρότερο σύμβολο της βύθισης του ανθρώπου στην αρχική λάσπη.[12] Ο Culianu υποστηρίζει ότι ο Γνωστικισμός εισήγαγε στη φιλοσοφία μια νέα εμπειρία του κόσμου, η οποία εκφράζεται με την εξίσωση Κόσμος=Σκοτάδι.

Στην παρείσφρυση του Γνωστικισμού στον χριστιανικό χώρο κατά τον 2ο αι. σημαντικό ρόλο έπαιξε ο φιλόσοφος Μαρκίωνας, με καταγωγή από τη Σινώπη του Πόντου. Υπάρχει η παράδοση ότι ο Μαρκίωνας διδάχθηκε τον Γνωστικισμό από κάποιον Σύριο. Ο Μαρκίωνας γύρω στο 180 μ.Χ. διέδωσε μια νέα θεωρία σε σχέση με την Παλαιά Διαθήκη. Συγκεκριμένα υποστήριξε ότι ο θεός της Παλαιάς Διαθήκης ήταν άλλος από τον θεό της Καινής Διαθήκης, και ότι εκείνος ο θεός (της Παλαιάς Διαθήκης) ήταν κατώτερος από τον θεό της Καινής. Ο Μαρκίωνας από νωρίς είχε αρχίσει να υποστηρίζει κακόδοξες απόψεις σχετικά με τον Χριστιανισμό, και αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο είχε διωχθεί από την εκκλησία της Σινώπης, της οποίας σημειωτέον ότι επίσκοπος ήταν ο ίδιος ο πατέρας του, με απόφαση του οποίου εξεβλήθη από την εκκλησιαστική κοινότητα.

Μετά και τον αφορισμό του από τους πρεσβυτέρους της ρωμαϊκής εκκλησίας, ο Μαρκίωνας αντί να ιδρύσει φιλοσοφική σχολή, όπως έκαναν οι Γνωστικοί δάσκαλοι της εποχής του, ιδρύει τη δική του γνωστική αιρετική εκκλησία, η οποία αποκτά οπαδούς στα περισσότερα από τα σημαντικά χριστιανικά κέντρα της εποχής, συμπεριλαμβανομένων αυτών της Αιγύπτου, της Συρίας και της Μικράς Ασίας. Με τον Μαρκιωνιτισμό, το ρεύμα του Γνωστικισμού αποκτά χριστιανίζοντα χαρακτηριστικά, όπως ιερατική ιεραρχία και μυστήρια, δηλαδή ο Γνωστικισμός κρύβεται πίσω από ένα χριστιανικό περικάλυμμα. Ενδεικτικό της γνωστικής προέλευσης των διδασκαλιών του Μαρκίωνος είναι το ότι κατά την ανάπτυξη των δογματικών απόψεών του κάνει χρήση όρων που χρησιμοποιούσαν και οι γνωστικοί αποκρυφιστές. Για παράδειγμα, προκειμένου να αναπτύξει τη θεολογική κοσμολογία του, χρησιμοποιεί τους όρους "αιώνες" και "δυνάμεις". Οι Γνωστικοί ονόμαζαν αιώνες τους διαφόρους κόσμους της δημιουργίας, ενώ με τον όρο δυνάμεις, εννοούσαν τις φωτεινές και τις σκοτεινές δυνάμεις που επενεργούν στην ανθρώπινη ψυχή. Μετά τον θάνατό του, πολλές από τις διδασκαλίες του επιβίωσαν μέσα στους κόλπους του εβραϊκού Γνωστικισμού. Είναι αξιοσημείωτο ότι κάποιες από τις διδασκαλίες του γύρω από την Παλαιά Διαθήκη επιβιώνουν μέχρι τις μέρες μας, και διαδίδονται από ακροδεξιάς πολιτικής κατεύθυνσης ομάδες (π.χ. από αντισημίτες εθνικιστές και από πολυθεϊστές).

Ο απόκρυφος μυστικισμός στον αρχαίο Ιουδαϊσμό

Επεξεργασία

Στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου του, ο Ιεζεκιήλ περιγράφει με γλαφυρό τρόπο το όραμα της θείας δόξας που είδε κοντά στις όχθες του ποταμού Χοβάρ. Το όραμα αυτό επέδρασε βαθιά στην ιουδαϊκή θρησκευτική διδασκαλία και επιπλέον, αποτέλεσε τη βάση επάνω στην οποία οικοδομήθηκε μια μυστική παράδοση, όπως διαφαίνεται μέσα από τη μελέτη των ραββινικών συλλογών κειμένων των πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων.[13] Μέσα στα πλαίσια αυτής της μυστικής παράδοσης αναπτύχθηκε μία τεχνική εξηγητικής του πρώτου κεφαλαίου του Ιεζεκιήλ, αλλά και του πρώτου κεφαλαίου της Γενέσεως, η επιτυχημένη εφαρμογή της οποίας οδηγούσε στην έκσταση και ακόμα στην εκδήλωση υπερφυσικών φαινομένων. Όμως, οι επιδράσεις που η παράδοση αυτή δέχθηκε από την ελληνιστική μαγεία ή θεουργία και τον ελληνιστικό μυστικισμό, κατέστησαν τη σχέση της με τον επίσημο ραββινικό ιουδαϊσμό συζητήσιμη και αμφιλεγόμενη. Η μυστική αυτή παράδοση, που όπως προείπαμε συνδέεται με το όραμα του άρματος του Θεού που περιγράφει ο Ιεζεκιήλ, είναι γνωστή στους ειδικούς επιστήμονες ως η Ιουδαϊκή Μυστική Παράδοση του Θρόνου, και με το πέρασμα των χρόνων επέδρασε και σε άλλα ιουδαϊκά μυστικιστικά ρεύματα, όπως διαφαίνεται μέσα από τη μελέτη της Γραμματείας των Ανακτόρων. Τα παραπάνω δε μυστικά ρεύματα επηρέασαν με τη σειρά τους την ανάπτυξη της μεσαιωνικής Καμπαλά.[14] Να σημειώσουμε ότι η παράδοση του θρόνου αποτελεί την αρχαιότερη ιουδαϊκή μυστική παράδοση, και τα κείμενα που αναφέρονται σε αυτήν, είναι γνωστά ως κείμενα της Μερκαβά, - Μερκαβά ονομάζεται η πρώϊμη φάση του ιουδαϊκού μυστικισμού.

Ο πρώϊμος ιουδαϊκός μυστικισμός, η Μερκαβά, αναδύεται τον 1ο μ.Χ. αιώνα και από πλευράς θεωρίας, όπως προείπαμε, βασίζεται σε μία ιδιαίτερη εξηγητική τεχνική του πρώτου κεφαλαίου του Ιεζεκιήλ, ενώ από πρακτικής απόψεως, βασίζεται σε ένα σύστημα πνευματικών ασκήσεων, που σκοπό έχουν να οδηγήσουν τον μυστικό στη βίωση της θεωρίας της δόξας του Θεού, καθήμενου επί ουρανίου θρόνου. Στον μυστικισμό της Μερκαβά οι ερευνητές διαβλέπουν επιδράσεις προερχόμενες από τον Γνωστικισμό και από ελληνιστικά μαγικά-μυστικιστικά ρεύματα.[15] Ιδιαίτερο ρόλο στη διαμόρφωση του ιουδαϊκού μυστικισμού ευρύτερα, έπαιξε το έργο του Ιουδαίου φιλοσόφου Φίλωνος του Αλεξανδρέως, και μάλιστα η μέθοδος της αλληγορικής ερμηνείας που αυτός καλλιέργησε. Το μυστικό ρεύμα της Μερκαβά, μετά τον 7ο αι. οδηγήθηκε σε παρακμή, παρά το ότι γνώρισε μια αναλαμπή τον 9ο και 10ο αιώνα στην Ιταλία.

Ένας από τους σημαντικότερους συγχρόνους ερευνητές της Καμπαλά είναι ο Gershom G. Scholem, ο οποίος στη διάρκεια της πολύχρονης έρευνάς του, έχει εκδώσει πλήθος εργασιών (βλ. ενδεικτικά στη βιβλιογραφία). Το σύνολο σχεδόν του έργου του Scholem αφορά τον μυστικό Ιουδαϊσμό, την Μυστική Ιουδαϊκή Παράδοση του Θρόνου, την Καμπαλά και το βιβλίο Ζοχάρ.[16] Ο Scholem υποστηρίζει ότι τα κείμενα της Μερκαβά (δηλαδή της Ιουδαϊκής Μυστικής Παράδοσης του Θρόνου) και της Γραμματείας των Ανακτόρων αποτελούν τμήμα της Ταλμουδικής και Μιδρασικής Γραμματείας. Πιο συγκεκριμένα, αποφαίνεται ότι τα γραπτά της επίσημης ραββινικής γραμματείας (όπως το Ταλμούδ και η Μιδράς) πρέπει να μελετώνται σε συνδυασμό με εκείνα της μυστικής της παράδοσης (τμήμα της οποίας είναι τα κείμενα της Μερκαβά και των Ανακτόρων), έτσι ώστε να αλληλοσυμπληρώνονται, καθώς και τα δύο προέρχονται από κοινή πηγή.[17] Η άποψη αυτή του Scholem επιβεβαιώνει την άποψη ότι ο Καμπαλισμός κυοφορήθηκε και βλάστησε μέσα από το σώμα του Ταλμουδισμού.

Ο Scholem επαγόμενος κοινές όψεις του Γνωστικισμού με την ιουδαϊκή παράδοση της Μερκαβά, χαρακτήρισε τα κινήματα του πρώιμου ιουδαϊκού μυστικισμού, ως "Ιουδαϊκό Γνωστικισμό", και υποστήριξε ότι ο "Ιουδαϊκός Γνωστικισμός" εκινείτο μέσα στο πλαίσιο του ραββινικού Ιουδαϊσμού. Ο Ιουδαϊκός δε Γνωστικισμός και οι ιδέες που αυτός ανέπτυξε, επέδρασαν καταλυτικά στη διαμόρφωση των ιστορικών μορφωμάτων του γερμανικού Χασιδισμού και της Καμπαλά, και άσκησαν σημαντική επιρροή στον καμπαλισμό μέχρι τη σύγχρονη εποχή.[18]

Ο Louis Jacobs όρισε την ιουδαϊκή μυστική παράδοση ως εκείνη την όψη της θρησκευτικής εμπειρίας του Ιουδαϊσμού στην οποία ο ανθρώπινος νους έρχεται σε άμεση επαφή με τον Θεό, και υποστήριξε ότι το όραμα του προφήτη Ιεζεκιήλ κοντά στις όχθες του ποταμού Χοβάρ αποτέλεσε τη βάση για τις μυστικές διδασκαλίες της Μερκαβά. O David J. Halperin υποστήριξε από την πλευρά του ότι η Γραμματεία των "Ανακτόρων" δεν αποτελεί μια συλλογή κειμένων με θρησκευτική απόχρωση, αλλά μια "κοινωνική διακήρυξη" επαναστατικής φύσεως, που είχε σκοπό να υπονομεύσει το κατεστημένο των ραββίνων.[19]

Ένα θέμα που εμφανίζεται σε αποκαλυπτικά κείμενα του Ιουδαϊσμού, στην Μερκαβά και στην Γραμματεία των Ανακτόρων είναι αυτό της ουρανίας ανόδου και της μεταμόρφωσης του δικαίου σε αγγελική οντότητα. Το πώς αυτό το αρχαίο θέμα αναπτύσσεται στις γραμματείες της Μερκαβά και των Ανακτόρων είναι ένα από τα ζητήματα που έχουν απασχολήσει τη θεολογική έρευνα. Όσον αφορά τα κείμενα των Ανακτόρων, ο Schafer υποστήριξε ότι σε αυτά η μεταμόρφωση του δικαίου απεικονίζεται δια της μετοχής του στο ουράνιο δρώμενο της δοξολογίας του Θεού από τις αγγελικές στρατιές που τον περιβάλλουν.[20] Ο Elliot R. Wolfson ασχολήθηκε με το θέμα του οράματος του Θεού σε βιβλικά και εξωβιβλικά έργα και με το ιστορικό και φιλολογικό υπόβαθρο του θέματος της "εκστατικής ανόδου" και της ενθρόνισης στη Γραμματεία των Ανακτόρων, υποστηρίζει δε ότι αυτές οι παραδόσεις βασίζονται σε πραγματικές εμπειρίες που δόθηκαν από τον Θεό σε χαρισματικούς ανθρώπους.

Η ιουδαϊκή Μυστική Παράδοση του Θρόνου, γνωστή και ως Μυστική Παράδοση του Άρματος αποτελεί την αρχαιότερη γνωστή ιουδαϊκή παράδοση μυστικής θεολογίας. Η θεολογία αυτή ονομάστηκε "μυστική θεολογία του θρόνου" λόγω του κεντρικού συμβόλου του θρόνου επάνω στον οποίο εμφανιζόταν ο Γιαχβέ στους Προφήτες. Το σύμβολο αυτό περιγράφεται στα οράματα του Θεού που περιγράφονται από τον Ησαΐα (κεφ. 6), από τον Δανιήλ (κεφ. 7) και από τον Ιεζεκιήλ (κεφ. 1,22-28 και κεφ. 10).[21] Ο τρόπος με τον οποίο ο Ιεζεκιήλ εκλήθη στο λειτούργημα του Προφήτη μέσα από τη θεοφάνεια του θρόνου και του άρματος παραπέμπει στο αντίστοιχο όραμα με το οποίο λαμβάνει την προφητική κλήση ο Ησαΐας στο κεφ. 6 του βιβλίου του. Αναφορά στον ουρανό σαν θρόνο του Κυρίου υπάρχει στον Ησαΐα 66,1: "Ο Κύριος λέει: «Θρόνος μου είν' ο ουρανός και υποπόδιό μου η γη»".

Μεσαιωνικός ιουδαϊκός μυστικισμός

Επεξεργασία

Τον 10ο αι. μ.Χ. κάνει την εμφάνισή του στη Βουλγαρία το Γνωστικό ρεύμα των Βογομίλων, που πήραν την ονομασία τους από τον θεωρούμενο ως ιδρυτή του κινήματος, ιερέα Βογομίλ. Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Θεοφίλατος (933-956), που είχε γνωρίσει από κοντά τον Βογομιλισμό, σε επιστολή του προς τον τσάρο Πέτρο της Βουλγαρίας, χαρακτηρίζει το ρεύμα αυτό ως διασταύρωση του Παυλικιανισμού με τον Μανιχαϊσμό. Ο Βογομιλισμός διαδόθηκε στην Ουγγαρία, στην βόρεια Ιταλία, τη Γερμανία και στη Νότια Γαλλία, όπου οι Βογόμιλοι έλαβαν την επονομασία "Cathares" ("Καθαροί").

Τον 12ο αι. εμφανίζεται στη Γερμανία το μυστικό ρεύμα του Χασιδισμού ( δηλαδή Ευσεβισμού), λαϊκό κίνημα στενά συνδεδεμένο με την Χαλακά, δηλαδή με τον εβραϊκό θρησκευτικό νόμο, όπως αυτός διαμορφώθηκε μέσω του Ταλμούδ και της επίσημης ραββινικής γραμματείας. Το κίνημα εμφανίζει σημεία ομοιότητας με τον Νεοπλατωνισμό, και όσον αφορά τη θεωρητική του διδασκαλία, κύριο θέμα αποτελεί αυτό της θείας δόξας.[22] Χαρακτηρίζεται από τη σημασία που δίνει στην απλότητα, τις ψυχικές αξίες, την πνευματική άσκηση και το βύθισμα στη θεία αγάπη. Είναι αξιοσημείωτο ότι στη σημερινή μορφή του ο Χασιδισμός (όπως και η Καμπαλά) δέχεται την ύπαρξη της μετενσάρκωσης, παρόλο που η ιδέα της ύπαρξής της είναι απούσα όχι μόνο στην Εβραϊκή Βίβλο, αλλά και στο Ταλμούδ και στη Μισνά. Στα τέλη του 12ου αι., στην Προβηγκία, συγγράφεται και δημοσιεύεται το Μπαχίρ, έργο που θεωρείται προδρομικό της εμφάνισης της Καμπαλά, το οποίο εδραίωσε την επιρροή των Γνωστικών ιδεών στον μεσαιωνικό μυστικό Ιουδαϊσμό.[23]

Τον 13ο αι. αναπτύσσεται στην Ισπανία το μυστικό ρεύμα της Καμπαλά. Οι αρχές και η διδασκαλία αυτού του ρεύματος βασικά αποτυπώνονται στη Ζοχάρ, γνωστή ως Βιβλίο Λαμπρότητας. Το έργο αυτό συνεγράφη στην Ισπανία και εντάσσεται σε μία προσπάθεια να αναχαιτιστεί το ορθολογιστικό ρεύμα της εποχής.[24] Θεμελιώδη ρόλο στη Ζοχάρ αποτελεί η διδασκαλία περί των δέκα σεριφότ, δηλαδή των δέκα περιοχών που παρεμβάλλονται ανάμεσα στον αιώνιο Θεό και στα δημιουργήματά του, στις οποίες περιοχές εκτείνεται η απόρροια του Θεού. Καταλυτικές για τη διαμόρφωση της Καμπαλά υπήρξαν οι διδασκαλίες του Μωϋσή Μαϊμονίδη ή Ραμπάμ, του οποίου το έργο άσκησε μεγάλη επιρροή στη δυτική μεσαιωνική φιλοσοφία. Ο Αβραάμ Αμπουλάφια μέσα από μια εκτενή μελέτη των διδασκαλιών του Μαϊμονίδη, διαμορφώνει τον 13ο αι. το δικό του θεολογικό έργο, το οποίο αποσκοπεί στο να βοηθήσει την ανθρώπινη ψυχή να αποκόψει τα δεσμά που την καθηλώνουν στον κόσμο της πολλαπλότητας, ώστε να επιστρέψει στην πρωταρχική ενότητα. Η φύση των προαναφερθέντων θεολογικών απόψεων ισχυροποιεί το συμπέρασμα πως ο καμπαλισμός υπήρξε η ιστορική απόληξη του αρχαίου εβραϊκού γνωστικισμού.

Να σημειώσουμε ότι τον 13ο αι. δεν είχε ακόμα προκύψει η ανοικτή εχθρότητα των Ισπανών μοναρχών απέναντι στις εβραϊκές κοινότητες. Υπάρχουν αντιθέτως στοιχεία που συνηγορούν προς την ύπαρξη μιας σχετικά αρμονικής συνεργασίας ανάμεσα στο κεντρικό κράτος και τους ραββίνους.[25] Έτσι, για παράδειγμα, τα ραββινικά δικαστήρια στην Ισπανία -όπως και στην Πολωνία- ήταν αναγνωρισμένα, και μπορούσαν να επιβάλουν σε Εβραίους της αρμοδιότητάς τους, για παραβάσεις του εβραϊκού νόμου, ποινές μαστίγωσης ή απέλασης ή ακόμα και τη θανατική ποινή με ειδεχθή μέσα, όπως για παράδειγμα τη μαστίγωση έως θανάτου. Αυτή τη δικαιοδοσία των ραββινικών δικαστηρίων απέναντι στα μέλη των τοπικών εβραϊκών κοινοτήτων την επικύρωναν, κατά την περίοδο του Μεσαίωνα, διάφορα χριστιανικά και μουσουλμανικά κράτη, και μάλιστα συχνά ενθάρρυναν τους ραββίνους να την ασκούν, προκειμένου να διασφαλίζεται η δημόσια τάξη.

Στη διάρκεια του Μεσαίωνα δεν έλειψαν και κάποιοι Εβραίοι μυστικοί, οι οποίοι δίδασκαν την Καμπαλά και σε μη Εβραίους.[26] Έτσι κάποιος Εβραίος αποκρυφιστής, ονόματι Ελισαίος, μετέδωσε τις διδασκαλίες της Καμπαλά στον Νεοπλατωνικό φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό (Πλήθωνα). Η αναβίωση του Νεοπλατωνισμού στη Δυτική Ευρώπη, που είναι συνυφασμένη με το όνομα του Πλήθωνος και με τον ερχομό της Αναγέννησης, βαδίζει πλάϊ-πλάϊ με τη διάδοση που γνώρισε η Καμπαλά στο πλαίσιο του Αναγεννησιακού Ουμανισμού. Στην περίοδο της Αναγέννησης διαδίδεται στη Δυτική Ευρώπη ο καμπαλιστικός και ερμητικός αποκρυφισμός. Παράλληλα, τον 16ο αι., στην περιοχή της Παλαιστίνης, Ιουδαίοι μυστικοί προσδίδουν μέσα από τη διδασκαλία τους μια εσχατολογική, μεσσιανική προοπτική στην Καμπαλά.[27]

Στην Ευρώπη, την περίοδο του Αναγεννησιακού Ανθρωπισμού η Καμπαλά γίνεται το όχημα μέσω του οποίου διανοούμενοι, όπως ο Pico della Mirandola και ο καρδινάλιος Egidio da Viterbo έρχονται σε επαφή με τις θεμελιώδεις όψεις της γνωστικής φιλοσοφίας. Το 1486 το Μπαχίρ μεταφράζεται από την εβραϊκή στη λατινική γλώσσα και ο Pico della Mirandola αρχίζει να διδάσκει την καμπαλά στον ευρωπαϊκό χώρο. Διανοούμενοι όπως ο Μιράντολα μεταδίδουν τη μυστική γνώση της Καμπαλά στους μαθητές τους και στα τέλη του 17ου με αρχές του 18ου αι. ο Καμπαλισμός εισάγεται στον χώρο των μασονικών στοών.[28]

Έχει ακόμα υποστηριχθεί ότι ο Προτεσταντισμός αποτέλεσε όχημα με το οποίο γνωστικές αντιλήψεις ήρθαν σε επαφή με λαϊκές μάζες στη Δυτική Ευρώπη. Το φαινόμενο αυτό συνδέεται με τον ελιτισμό που καλλιεργήθηκε κατά τη διαδικασία με την οποία ομάδες χριστιανών αποκόπτονταν από τις επίσημες Προτεσταντικές εκκλησίες, για να σχηματίσουν μικρότερες λατρευτικές ομάδες. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, τα μέλη των ομάδων που διασπώνταν, ακολουθούσαν μυστικιστικούς συλλογισμούς, και πίστευαν ότι η δική τους ομάδα αποτελούσε μια ελίτ, που ήταν φορέας ενός πιο "καθαρού" χριστιανισμού. Τα μέλη δηλαδή της κάθε διάσπασης αντιλαμβάνονταν τους εαυτούς τους ως μία ελίτ εκλεκτών που διαχώριζε τη θέση της από τους "κοσμικούς" (αυτός ήταν ο όρος που χρησιμοποιούσαν για να δηλώσουν τους χριστιανούς που δεν ήταν ενταγμένοι στη διάσπασή τους).[29]

Η καμπαλιστική επίδραση κατά τα νεότερα χρόνια

Επεξεργασία

Τον 17ο αι. κάνει την εμφάνισή του στο ιστορικό προσκήνιο ο Σαμπατάϊ Τσεβί, ένας καμπαλιστής διδάσκαλος, ο οποίος αυτοπαρουσιάστηκε το 1665 ως ο αναμενόμενος μεσσίας του ισραηλιτικού έθνους. Μεγάλη μερίδα των Εβραίων της εποχής, γοητευμένοι από την προσωπικότητα του Τσεβί, πίστεψαν ότι είχε έλθει ο καιρός για την αναγέννηση του ισραηλιτικού βασιλείου, όμως η κατάληξη του κινήματός του υπήρξε απογοητευτική.[30] Ο Σουλτάνος ανησύχησε από την εξάπλωση του κινήματος και διέταξε να συλληφθεί ο ηγέτης του. Ο Σαμπατάϊ ευρισκόμενος σε δυσχερή θέση ασπάζεται εξωτερικά τον Μουσουλμανισμό και δίνει στους ακολούθους του την εντολή να κάνουν το ίδιο, όμως προβαίνει σε μία μείξη του Μουσουλμανισμού με τις μυστικές γνωστικές διδασκαλίες του. Οι ακόλουθοί του που ασπάστηκαν εξωτερικά τον Μουσουλμανισμό, και συνέχισαν μυστικά να ακολουθούν τις διδασκαλίες του Σαμπατάϊ, ονομάστηκαν από τους Τούρκους dönmeh (ντονμέδες), που σε ελεύθερη μετάφραση μπορεί να αποδοθεί ως αποστάτες.[31] Μετά από την άδοξη κατάληξη του κινήματος του Σαμπατάϊ, και τη συνακόλουθη απογοήτευση, μέσα σε κύκλους Ιουδαίων καμπαλιστών άρχισε να ωριμάζει η ιδέα τού ότι οι ίδιοι οι Εβραίοι με τις δικές τους δυνάμεις, και χωρίς να περιμένουν τον μεσσία, θα έπρεπε να επιχειρήσουν να επανασυστήσουν το βασίλειο του Ισραήλ.

Τον 17ο αι. κάνει την εμφάνισή του και το κίνημα των Ροδόσταυρων.[32] Οι Ροδόσταυροι προέρχονταν από τον χώρο του γερμανικού προτεσταντισμού και δημιούργησαν ένα σύστημα που συνδύαζε τον Χριστιανισμό με τον ερμητικό και καμπαλιστικό μυστικισμό. Η γένεση του ροδοσταυρισμού συνδέεται με τη δράση του Εγγλέζου μαθηματικού φιλοσόφου Ιωάννη Ντήη (John Dee). Ο Ντήη, που έδρασε τον 16ο αι., συνδύαζε την πίστη στον Χριστό με τη μελέτη των επιστημών και την ενασχόληση με τον αποκρυφισμό. Ήταν αυτός ο συνδυασμός που οδήγησε στη διαμόρφωση των φιλοσοφικο-θρησκευτικών αρχών των Ροδόσταυρων.[33] Να σημειωθεί ότι οι ίδιοι οι Ροδόσταυροι τοποθετούν την ίδρυση της αδελφότητας πολύ ενωρίτερα από την εποχή του Ντήη. Έτσι, ο Ροδόσταυρος Max Heindel υποστηρίζει ότι τον 13ο αι. εμφανίστηκε στην κεντρική Ευρώπη ένας πνευματικός δάσκαλος, του οποίου το συμβολικό όνομα ήταν Christian Rozenkreuz ή Christian Rose Cross, ο οποίος ίδρυσε το Τάγμα του Ρόδινου Σταυρού.[34] Πρόκειται όμως για ένα ισχυρισμό που δεν στηρίζεται σε ιστορικά στοιχεία.

Ο γνωστότερος από τους ιστορικούς ιδρυτές της αδελφότητας των Ροδόσταυρων ήταν ο Χριστιανός Ι, Πρίγκηπας του Anhalt-Bernburg, γνωστός και ως Χριστιανός Άνχαλτ (Christian Anhalt).

Φαίνεται ότι στις αρχές του 18ου αι. η Ζοχάρ είχε αποκτήσει στον ιουδαϊκό κόσμο της Δυτικής Ευρώπης τόσο περίοπτη θέση ανάμεσα στα ιερά βιβλία των Εβραίων, ώστε τα κείμενά της να έχουν στην συνείδηση των πιστών ανάλογη αυθεντία με αυτήν του βιβλίου "Σσουλχάν Αρούχ", που αποτελεί την εκτενέστερη συλλογή εβραϊκών θρησκευτικών κανόνων που θα μπορούσε να έχει στη διάθεσή του ένας Ιουδαίος.[35] Ενδεικτική του γεγονότος αυτού είναι μία έριδα που ξέσπασε στους κόλπους της Πορτογαλικής Ιουδαϊκής κοινότητας του Άμστερνταμ το 1706. Η διαμάχη αφορούσε το τι ήταν ορθό να γίνεται σε περίπτωση που ο πιστός αργούσε να πάει στη Συναγωγή κατά τη διάρκεια της πρωινής λειτουργίας: θα έπρεπε να παραλείψει τους ψαλμούς, ώστε να προλάβει την κοινή απαγγελία της Amidah από τους πιστούς, δηλαδή την κεντρική προσευχή της εβραϊκής λειτουργίας ή θα έπρεπε να ξεκινήσει από την αρχή την ακολουθία παρά το ότι θα έχανε την κοινή απαγγελία της Amidah; Την πρώτη επιλογή προέβλεπε το "Σσουλχάν Αρούχ", ενώ κατά την γνώμη κάποιων Ιουδαίων, την δεύτερη επιλογή προέβλεπε η Ζοχάρ.[36] Τα ιστορικά γεγονότα που αφορούν την έριδα περιγράφονται στην εκτενή απάντηση που έδωσε επί του ζητήματος ο επιφανής την εποχή εκείνη μελετητής της χαλακά και της καμπαλά Ισαάκ Σασπόρτας, που φέρει τον τίτλο "Siah Yishak", και αποτελεί ένα από τα εκτενέστερα γνωστά ιστορικά ντοκουμέντα, που αφορούν τη διάδραση ανάμεσα στη χαλακά και την καμπαλά κατά τον 18ο αι..

Τα γεγονότα της παραπάνω έριδας αποτελούν ένα ιστορικό στιγμιότυπο της διαλεκτικής που αναπτύχθηκε ανάμεσα στην χαλακά και στην καμπαλά, μιας διαλεκτικής που φαίνεται ότι συχνά εμπεριείχε αιτιάσεις για αιρετικές απόψεις και πρακτικές, αποκτώντας τον χαρακτήρα πολεμικής. Ας δούμε όμως, τα κυριότερα γεγονότα που οδήγησαν στην έριδα. Κάποια μέρα τον χειμώνα του 1706, ένας Ιουδαίος του Άμστερνταμ, ονόματι Nathan Curiel, εισήλθε στη Συναγωγή και όντας εκεί παρατήρησε ότι ο Δαυίδ Μέντες Ντα Σίλβα, λόγιος του Άμστερνταμ, έφθασε αργοπορημένος στην πρωϊνή λειτουργία.[36] Ο Curiel γνώριζε ότι σύμφωνα με τον ιουδαϊκό νόμο (χαλακά), σε μια τέτοια περίπτωση ο πιστός έπρεπε να ακολουθήσει μια συγκεκριμένη διαδικασία, παραλείποντας τους περισσότερους εισαγωγικούς ψαλμούς, προκειμένου να προφθάσει να απαγγείλει την προσευχή Amidah από κοινού με τους άλλους πιστούς. Αντ' αυτού ο Ντα Σίλβα απήγγειλε κανονικά τους ψαλμούς με την προβλεπόμενη σειρά, παραλείποντας έτσι την κοινή απαγγελία της Amidah. Ο Curiel προσέγγισε τον Ντα Σίλβα για να τον ερωτήσει γιατί είχε κάνει αυτή την μη προβλεπόμενη από τις νομικές αυθεντίες επιλογή. Ακολούθως ο Ντα Σίλβα επέπληξε τον Curiel, ισχυριζόμενος ότι η επιλογή που έκανε ήταν ανώτερη από αυτήν που συνιστούσε ο Joseph Qaro και άλλες αυθεντίες της χαλακά, γιατί βασιζόταν επάνω στο μυστικό έργο "Ζοχάρ", του οποίου η συγγραφή αποδιδόταν στον αρχαίο ραββίνο Shimon Bar Yohai.[37]

Το περιστατικό οδήγησε σε μια γραπτή αντιπαράθεση ανάμεσα στον Ντα Σίλβα και στον Ισαάκ Σασπόρτας, με τον τελευταίο να ασκεί πολεμική εναντίον της άποψης του Ντα Σίλβα. Η αντιπαράθεση ανάμεσα στους δύο σοφούς ξεσήκωσε μεγάλο θόρυβο στην κοινότητα, με αποτέλεσμα το ζήτημα να οδηγηθεί για επίλυση στο κριτήριο των "σοφών". Το δικαστήριο των "σοφών" συντάχθηκε με τις θέσεις του Σασπόρτας, και όπως αναφέρει ο ίδιος, στο σημείο εκείνο φάνηκε ότι το ζήτημα έληγε. Ο Σασπόρτας σημειώνει ότι κατόπιν σειράς υποδείξεων από το δικαστήριο των "σοφών" προς τον Ντα Σίλβα να εγκαταλείψει τις λανθασμένες απόψεις του, αυτός αφορίστηκε για δύο εβδομάδες, κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της δημόσιας διαμάχης.[38] Η δεύτερη φάση της έριδας ανάμεσα στους δύο άνδρες έλαβε χώρα με απρόσμενο τρόπο το 1720. Σε αυτή τη φάση ο Σασπόρτας συνέγραψε μία λεπτομερή πραγματεία κατά των απόψεων του Ντα Σίλβα, στην οποία ο συντάκτης υπαινίσσεται αμφιβολίες από πλευράς του, ως προς την θρησκευτικότητα, την πνευματική υγεία και την ακαδημαϊκή κατάρτιση του αντιπάλου του.

Ο Matt Goldish στο άρθρο του "Halakhah, Kabbalah, and Heresy: A Controversy in Early Eighteenth-Century Amsterdam" επισημαίνει ότι η έρευνα γύρω από τον Ιουδαϊσμό πρόσφατα έστρεψε την προσοχή της στο θέμα της διαδραστικής σχέσης ανάμεσα στην Χαλακά και στην Καμπαλά, σαν φαινόμενο θρησκευτικό και κοινωνικό.[39] Προσθέτει δε ότι η υπόθεση της διαμάχης ανάμεσα στον Ντα Σίλβα και τον Σασπόρτας είναι από μία άποψη όμοια με άλλες διάσημες έριδες που έφεραν σε αντιπαράθεση πρακτικές που προβλέπονται από την Χαλακά με αντίστοιχες πρακτικές που προβλέπονται από την Καμπαλά, αλλά ταυτόχρονα και χτυπητά διαφορετική από αυτές. Η ομοιότητά της μ' αυτές έγκειται στο ότι όπως αυτές, έτσι κι' αυτή φέρνει στην επιφάνεια μια σύγκρουση ανάμεσα σε παραδοσιακές πρακτικές της Χαλακά και σε μια νέα πρακτική που συνδέεται με την Ζοχάρ. Η διαφοροποίηση πάλι της εν λόγω υπόθεσης με άλλες παρόμοιες έγκειται στο ότι η πρακτική που συνιστούσε ο Ντα Σίλβα, σαν προερχόμενη από την Ζοχάρ, στην πραγματικότητα δεν εμπεριέχεται στο εν λόγω βιβλίο. Ανεξαρτήτως τώρα του εάν η άποψη του Ντα Σίλβα μπορεί να στηριχθεί στην Ζοχάρ ή όχι, την εποχή της εν θέματι έριδος δεν έλειπαν εκείνοι οι νομομαθείς της χαλακά, οι οποίοι θεωρούσαν τους χαλακικούς κανόνες της Ζοχάρ σαν τους εγκυρότερους όλης της ραββινικής γραμματείας, και ο Ντα Σίλβα ακολουθούσε την ίδια γραμμή μ' αυτούς.[40]

Μετά την εδραίωση της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 το κοινωνικό στάτους των Εβραίων στην κεντρική και Δυτική Ευρώπη αλλάζει. Οι Εβραίοι μπορούν πλέον να συμμετέχουν στους περισσότερους τομείς της κοινωνικής ζωής, και σταδιακά αποκτούν ισότιμα πολιτικά δικαιώματα με τους άλλους πολίτες. Παράλληλα η Γαλλική Επανάσταση δίνει ώθηση και σε μια άλλη απελευθέρωση. Πρόκειται για την απελευθέρωση της πλειονότητας των Εβραίων από τον ασφυκτικό έλεγχο των ολοκληρωτικών τοπικών εβραϊκών κοινοτήτων, μέσα στις οποίες οι ραββίνοι αποτελούσαν μέχρι τότε τους αδιαμφισβήτητους ηγέτες. Η διπλή αυτή απελευθέρωση καθιστά την πλειονότητα των Εβραίων ένθερμους οπαδούς του Διαφωτισμού.[41] Μέσα στον ίδιο αιώνα αρχίζει τη συστηματική δράση του ο Σιωνισμός, δηλαδή το κίνημα που εμφορείται από την ιδέα ότι ο εβραϊκός λαός, χωρίς να περιμένει κάποιο θεόσταλτο μεσσία, πρέπει μόνος του, με τις δικές δυνάμεις να δημιουργήσει μία εβραϊκή αυτοκρατορία με αξιώσεις παγκόσμιας κυριαρχίας. Σημείο-τομή στην ανάπτυξη του Σιωνισμού αποτελεί το γεγονός της αναρρίχησης στο βασιλικό αξίωμα, στη σημερινή βορειοανατολική Γερμανία, του Φρειδερίκου ΙΙ, ως βασιλέως της Πρωσσίας.

Ο Φρειδερίκος, όντας ακόμα πρίγκηπας του στέμματος, τη νύχτα της 14ης προς 15η Αυγούστου μυήθηκε στον μασονισμό στο Brunswick. Ο Φρειδερίκος αναγνώριζε ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ήταν ένας καθοριστικός παράγοντας στην διαμόρφωση των πολιτικών συσχετισμών στην Ευρώπη, και προσπαθούσε κατά το δυνατόν να την ελέγξει, και να οικειοποιηθεί την πολιτική ισχύ που αυτή διέθετε στα εδάφη της ηγεμονίας του. Η προσπάθειά του αυτή τον οδηγούσε στο να επεμβαίνει συχνά σε εκκλησιαστικά ζητήματα, και τον έφερε σε διαρκή τριβή με την Ρωμαιοκαθολική ηγεσία. Στα πλαίσια της προσπάθειάς του να ελέγξει την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ανέπτυξε στενές σχέσεις και συνεργάστηκε σε αρκετούς τομείς με Εβραίους καμπαλιστές της εποχής του. Επέτρεψε στους Εβραίους να διατηρήσουν τη γλώσσα και τον πολιτισμό τους, και συνήψε φιλίες με Εβραίους φιλοσόφους.

Καμπαλισμός και φιλοσοφία στον 20ό αιώνα.

Επεξεργασία

Στον 20ό αι. ο μαρξιστής φιλόσοφος Βάλτερ Μπένγιαμιν αποπειράται να συνδυάσει τη μαρξιστική θεώρηση της ιστορίας με μια θεώρηση του ιουδαϊκού μεσσιανισμού, την οποία αφομοίωσε μέσα από τη στενή επαφή του με τον ερευνητή της καμπαλιστικής παράδοσης και στενό του φίλο G. G. Scholem (βλέπε παραπάνω στην ενότητα "Ο αποκρυφιστικός μυστικισμός στον αρχαίο Ιουδαϊσμό").[42] Ο Μπένγιαμιν εντάσσει στην διαλεκτική που αναπτύσσει τις αντιφατικές έννοιες του βέβηλου και του ιερού και υποστηρίζει πως ανάμεσα στις δύο έννοιες αναπτύσσεται μια σχέση διαρκούς δυναμικής έντασης. Η Μπενγιαμινική σύνδεση του ιουδαϊκού μεσσιανισμού με τον μαρξισμό συνεχίζει να επιβιώνει στη σκέψη σύγχρονων διανοητών, όπως ο Μικαέλ Λεβί, ο οποίος εξετάζει τον μεσσιανισμό και τον μαρξισμό ως έννοιες συμπληρωματικές, υποστηρίζοντας ότι υπάρχει ανάμεσα στις σφαίρες της θρησκείας και της ουτοπίας μία αμοιβαία σχέση που συνδέει τις δύο σφαίρες χωρίς να καταστέλλει η μία την άλλη.

Ο Μπένγιαμιν παραβάλλει την εκκοσμικευτική δυναμική και τη μεσσιανική ένταση με δύο μηχανικές δυνάμεις που μπορεί μεν να κινούνται προς αντίθετες κατευθύνσεις, όμως η μία, εξαιτίας της κατεύθυνσης στην οποία κινείται, ενισχύει την άλλη δύναμη που κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση, υποστηρίζοντας ότι κατ' αυτόν τον τρόπο η κοσμική τάξη προωθεί την έλευση της Μεσσιανικής Βασιλείας.[43] Η διαλεκτική του Μπένγιαμιν κινείται ανάμεσα στο δίπολο της θρησκευτικότητας από τη μία και της εκκοσμίκευσης από την άλλη, και μέσα από την αντίληψή του για την διαρκή ευτυχία ως στόχο του ανθρώπου, αποπειράται να εκκοσμικεύσει κεντρικά διδάγματα της ιουδαϊκής καμπαλιστικής κίνησης του 19ου αιώνα, καταλήγοντας σε μία εμφανή παρέκκλιση από τις παραδοσιακές γραμμές του μαρξιστικού υλισμού.

Τεκτονική Καμπαλά

Επεξεργασία

Την περίοδο του Μεσαίωνα ο καμπαλισμός συνδέεται στη συνείδηση κάποιων Ιουδαίων, με τη συντήρηση της ιδέας ότι κάποτε το ισραηλιτικό έθνος θα ξαναγινόταν παντοδύναμο, και αυτό σε μία περίοδο κατά την οποία ο εβραϊσμός δεν είχε κρατική υπόσταση, αλλά ζούσε οργανωμένος σε κοινότητες μέσα στον χριστιανικό κόσμο, αλλά και στον ισλαμικό χώρο, χωρίς τα μέλη του να έχουν δική τους πατρίδα. Ένα στοιχείο απαραίτητο για να αντιληφθούμε τη φύση της καμπαλιστικής διδασκαλίας κατά τους Μέσους Χρόνους είναι το ότι οι διδασκαλίες του καμπαλισμού, μέχρι την έκδοση του βιβλίου Ζοχάρ γύρω στο 1300 μ.Χ., απαγορευόταν να καταγραφούν. Κυκλοφορούσαν ως προφορικές διδασκαλίες, οι οποίες δεν αφορούσαν τους κοινούς ανθρώπους, αλλά μία ελίτ μυημένων. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης μεγάλος αριθμός βυζαντινών διανοουμένων εγκαταλείπουν την πάλαι ποτέ βασιλεύουσα και καταφεύγουν στην Ευρώπη, και κυρίως στην Ιταλία. Μαζί τους αυτοί οι λόγιοι μεταφέρουν στη Δύση κείμενα της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Την ίδια περίοδο κατά την οποία βυζαντινοί διανοούμενοι μετανάστευαν στη Δύση, οι Ιουδαίοι εκδιώκονταν βίαια από την Ισπανία (1492). Οι Εβραίοι της Ισπανίας είχαν την επιλογή είτε να εγκαταλείψουν τη χώρα, είτε να ασπαστούν τον Ρωμαιοκαθολικό Χριστιανισμό. Η μεγάλη πλειοψηφία επέλεξε τον διωγμό, ενώ λίγοι ήταν αυτοί που δέχθηκαν να μεταστραφούν (εξωτερικά) στον Ρωμαιοκαθολικισμό. Οι τελευταίοι υποκρίνονταν πως ήταν χριστιανοί, ενώ στην πραγματικότητα παρέμεναν θρησκευτικά Ταλμουδιστές Ιουδαίοι (εν κρυπτώ). Αυτοί έλαβαν την υβριστική ονομασία Maranos, που προέρχεται από την ισπανική λέξη marrano (=γουρούνι), ενώ στη βιβλιογραφία αναφέρονται και ως Conversos (=Προσηλυτισθέντες).

Είναι χρήσιμο να επισημάνουμε ότι πολλοί από τους βίαια εκχριστιανισθέντες Εβραίους της Ισπανίας ήταν καμπαλιστές πριν ακόμα υποχρεωθούν να αλλάξουν θρήσκευμα. Το βασικό ιερό κείμενο γι' αυτούς τους Ισπανο-Εβραίους ήταν η Ζοχάρ. Το βιβλίο αυτό, παρά τη μεγάλη διάδοσή του στον εβραϊκό κόσμο, αλλά και εκτός αυτού, είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι δεν έγινε ποτέ αποδεκτό από κάποιους παραδοσιακούς Ταλμουδιστές. Την ίδια λοιπόν ιστορική περίοδο κατά την οποία βυζαντινοί λόγιοι της Παλαιολόγειας Περιόδου μετέφεραν στην Ευρώπη κείμενα της αρχαιοελληνικής γραμματείας, κυνηγημένοι Εβραίοι κατέφευγαν μαζικά στον ευρωπαϊκό χώρο, και κυρίως στην Ιταλία, στην Ολλανδία και στη Γαλλία. Ανάλογα με τον χώρο στον οποίο κατέφυγαν οι Εβραίοι αυτοί, πήραν και διάφορες ονομασίες. Λόγου χάρη στους Εβραίους που κατέφυγαν κυρίως στη Γερμανία και στην Πολωνία δόθηκε η ονομασία Ασκεναζί, ενώ αυτοί που κατέφυγαν στον βόρειο ελλαδικό χώρο ονομάστηκαν Σεφαραδίτες. Οι Εβραίοι αυτοί της νέας διασποράς μετέφεραν μαζί τους στην Ευρώπη και τον καμπαλισμό, καθώς στην συντριπτική τους πλειοψηφία είχαν γίνει καμπαλιστές πριν τη βίαιη εκδίωξή τους. Έτσι, από τον 15ο αι. και μετά διαμορφώνονται στην Ευρώπη δύο ρεύματα : από τη μια αυτό του αρχαιοελληνισμού και από την άλλη εκείνο του καμπαλισμού. Τα δύο αυτά ρεύματα έρχονται σε επαφή και μεταξύ τους, και ένα απότοκο αυτής της επαφής είναι η όσμωση μεταξύ καμπαλιστικού και αρχαιοελληνικού αποκρυφισμού, δεδομένου του ότι την περίοδο αυτή υπάρχουν και Έλληνες που ασχολούνται με μαντικές και αστρολογικές δραστηριότητες, καθώς και με την τελετουργική μαγεία.

Ένα γνωστό παράδειγμα τέτοιου Έλληνα διανοούμενου ήταν Πλήθων Γεμιστός, ο οποίος μετέφερε στην Ιταλία τον Ερμητισμό, δηλαδή την αιγυπτιακής προελεύσεως τελετουργική μαγεία. Ο Γεμιστός γνωρίστηκε στην Φλωρεντία με τον Ιταλό φιλόσοφο Μαρσίλιο Φιτσίνο, ο οποίος είχε την οικονομική υποστήριξη της ισχυρής οικογένειας των Μεδίκων. Η οικονομική αυτή υποστήριξη έδωσε τη δυνατότητα στον Γεμιστό και στον Φιτσίνο να εκδώσουν τα ερμητικά κείμενα που έφερε μαζί του ο πρώτος, και τα οποία υποδέχθηκε με ενθουσιασμό ο δεύτερος, στην Ιταλία, και μάλιστα και σε λατινικές μεταφράσεις. Έτσι, ο αποκρυφισμός της αρχαιότητας και των Μέσων Χρόνων διεισδύει στο χώρο των Ευρωπαίων λογίων και επιστημόνων. Πολύ σημαντικό ρόλο σ' αυτή τη διείσδυση, εκτός από τους δύο προαναφερθέντες έπαιξε και ο Πίκο ντελλα Μιράντολα, κορυφαία μορφή της ευρωπαϊκής Αναγέννησης, που συνδύαζε την επιστημοσύνη με τον αποκρυφισμό. Το φαινόμενο αυτό του συνδυασμού της ανάπτυξης των επιστημών με τη θεωρητική και πρακτική ενασχόληση με τον αποκρυφισμό, είναι ευκολότερο να γίνει κατανοητό, εάν λάβουμε υπ' όψιν ότι την περίοδο της Αναγέννησης υπήρχε διάχυτη στη δυτική Ευρώπη η αντίληψη ότι υπήρχε μία κρυμμένη αρχαία γνώση, την οποία ο άνθρωπος είχε χάσει μέσα στον ρου του χρόνου, και την οποία έπρεπε να επανανακαλύψει. Η διάχυτη αυτή αντίληψη ίσως εξηγεί εν μέρει τη γοητεία που τα αποκρυφιστικά κείμενα της ελληνικής και εβραϊκής γραμματείας ασκούσαν στους διανοουμένους.

Τον 16ο αι. λοιπόν στην Ευρώπη διαδίδεται από τη μια ο καμπαλισμός και από την άλλη ο ερμητικός αποκρυφισμός. Την εποχή εκείνη, τα Ρωμαιοκαθολικά κράτη της Ευρώπης, όπως η Ισπανία, η Γαλλία και τα ιταλικά κράτη δεν ασχολούνται ιδιαίτερα με την προσπάθεια να κατασταλεί ο αναπτυσσόμενος αποκρυφισμός. Η συστηματική του εκδίωξη αρχίζει γύρω στο 1600 μ.Χ.. Μετά την έναρξη της οργανωμένης προσπάθειας καταστολής εκ μέρους των Ρωμαιοκαθολικών κρατών, ο χώρος στον οποίο μπορούσε πλέον να αναπτυχθεί ανεμπόδιστα ο αποκρυφισμός περιορίστηκε στις προτεσταντικές χώρες. Εκείνη την εποχή (17ος αι.) οι καμπαλιστές πλέον στην πλειονότητά τους Εβραίοι βίωναν εντονότατα την προσμονή για τον ερχομό του αναμενόμενου μεσσία. Την δεκαετία λοιπόν του 1660 κάνει την εμφάνισή του ένας καμπαλιστής μάγος με το όνομα Σαμπατάϊ Τσεβί (βλ. παραπάνω στην ενότητα "Η καμπαλιστική επίδραση κατά τα νεότερα χρόνια"). Ο Τσεβί αυτοπαρουσιάζεται στους Εβραίους ως ο αναμενόμενος μεσσίας και αποκτά τους πρώτους οπαδούς του σε διάφορες εβραϊκές κοινότητες. Μέσα σε εντυπωσιακά σύντομο διάστημα, το όνομά του γίνεται γνωστό από τις εβραϊκές κοινότητες του Μαρόκου έως τις εβραϊκές κοινότητες της ανατολικής και της βόρειας Ευρώπης.

Η πλειονότητα των Εβραίων νιώθει να φουντώνει μέσα τους η ελπίδα πως είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για τη γένεση της μεγάλης ιουδαϊκής αυτοκρατορίας με τον Σαμπατάϊ στο τιμόνι της. Η προσμονή μεγάλωνε, και στην Γαλλία κάποιοι πουλούσαν τις περιουσίες τους και ετοιμάζονταν να μετοικίσουν στην Ιερουσαλήμ, την οποία θεωρούσαν ως μέλλουσα πρωτεύουσα της νέας παγκόσμιας αυτοκρατορίας που θα γεννιόταν. Ο θόρυβος που ξεσηκώθηκε θορύβησε τον Σουλτάνο Μεχμέτ Ι (γνωστός αλλιώς ως Μεχμέτ ο Παχύς, 1648-1687), ο οποίος διέταξε την σύλληψη του Τσεβί. Ο Τσεβί οδηγήθηκε μπροστά στον Μεχμέτ, ο οποίος του ζήτησε εξηγήσεις σχετικά με την θρυλούμενη πρόθεσή του να δημιουργήσει νέο βασίλειο. Ο Μεχμέτ προκειμένου να πτοήσει τον Τσεβί, τού δήλωσε ότι προτίθετο να τον οδηγήσει ενώπιον τοξοτών, για να τον βάλουν με βέλη σε δημόσιο χώρο, προκειμένου να διαπιστωθεί κατ' αυτόν τον τρόπο το εάν ήταν πράγματι θεόσταλτος ή όχι. Ο Μεχμέτ με επιδεξιότητα έδωσε στον Τσεβί μία ακόμα επιλογή : το να γίνει Μουσουλμάνος, ώστε να επιλυθεί αναίμακτα το πρόβλημα. Έτσι, φυσικώ τω τρόπω, την επόμενη ημέρα ο Τσεβί γνωστοποίησε στον Μεχμέτ την πρόθεσή του να ασπαστεί τον Ισλαμισμό. Μια μικρή μερίδα ακολούθων του μετεστράφησαν και αυτοί στον Μουσουλμανισμό και αργότερα έλαβαν το προσωνύμιο Ντονμέδες, ενώ η μεγάλη πλειονότητα των Ιουδαίων ένιωσε τη δαγκωνιά της οικτρής απογοήτευσης.

Από τα τέλη του 17ου και τις αρχές του 18ου αι. η Καμπαλά εισάγεται στον χώρο των ελευθεροτεκτονικών στοών, και από την όσμωση του τεκτονισμού με τον καμπαλισμό προκύπτει το μόρφωμα της σύγχρονης καμπαλά, όπως αυτή ασκείται στον δυτικό κόσμο, την οποία θα μπορούσαμε να ονοματίσουμε Τεκτονική Καμπαλά (εφεξής ΤΚ). Έτσι, ο Eliphas Levi, μασόνος του 19ου αι. ισχυρίζεται ότι όλες οι τεκτονικές εταιρίες έχουν παραλάβει τα μυστικά τους και τα σύμβολά τους από την Καμπαλά.[44] Εξάλλου, ο Gerard Encausse, γνωστός και ως Papus, τέκτονας και καμπαλιστής, στο έργο του "Πραγματεία επί των Απόκρυφων Επιστημών" γράφει ότι οι μασόνοι που φιλοδοξούσαν να ανέλθουν στους ανωτέρους βαθμούς της τεκτονικής ιεραρχίας, υποχρεώνονταν να εκπαιδευτούν στον καμπαλισμό και στον αποκρυφισμό. Τέλος, ο Albert Pike, συγγραφέας της κλασσικής πραγματείας για τον τεκτονισμό "Morals and Dogma", επισημαίνει ότι η Καμπαλά συνιστά την ίδια τη βάση της μασονικής τελετουργίας και πρακτικής, και ότι η θεολογία των Σεφιρόφ αποτελεί τη βάση της τεκτονικής γνώσεως.

Η ΤΚ διδάσκει ότι προκειμένου ο άνθρωπος να προσεγγίσει το θείο δεν αρκεί το να βιώσει εσωτερικές συγκινήσεις και το να ακολουθεί ηθικούς κανόνες, αλλά υπάρχει ανάγκη να αποκτήσει μια συστηματική κατανόηση του σύμπαντος, η οποία να βασίζεται σε μια διεξοδική ερμηνεία του. Η ΤΚ ισχυρίζεται ότι η καμπαλά διαθέτει το πιο διεξοδικό και το πιο ακριβές σύστημα παρουσίασης και επεξήγησης του σύμπαντος στη δυτική θρησκευτικο-φιλοσοφική παράδοση, το οποίο βασίζεται στην συμπαντική αναπαράσταση του Δένδρου της Ζωής, γνωστού και ως Δένδρου των Σεφιρόθ.[45] Το συμπαντικό αυτό μοντέλο της καμπαλά αποτυπώνεται και σε γραφικές αναπαραστάσεις, οι οποίες έχουν και χαρακτήρα συμβόλου (βλ. σχήμα στην εισαγωγική παράγραφο). Ο σύγχρονος καμπαλισμός στηριζόμενος στην ανάλυση αυτού του συμβόλου, ερμηνεύει με τον δικό του τρόπο διάφορα χωρία της Αγίας Γραφής. Το Δένδρο της Ζωής κατά την ΤΚ αναπαριστά μια μυστική κοσμική πραγματικότητα, κρυμμένη μέσα στη φύση του σύμπαντος, της οποίας η αρχική σύλληψη έγινε χιλιάδες χρόνια πριν και υπήρξε προϊόν αποκάλυψης.

Επίλογος

Επεξεργασία

Ο εβραϊκός μυστικισμός παίζει στον σύγχρονο εβραϊκό κόσμο, και στο σημερινό Ισραήλ και στην διασπορά, σημαίνοντα ρόλο στη διαμόρφωση του τρόπου ζωής των Ιουδαίων, καθορίζοντας τη στάση τους σε μια σειρά από ζητήματα, όπως λόγου χάρη στις σχέσεις τους με τους μη Ιουδαίους (γκογίμ).[46] Βέβαια, από την εποχή της εδραίωσης της Νεοτερικότητας στην Ευρώπη και μέχρι σήμερα, δεν λείπουν και οι εκκοσμικευμένοι Εβραίοι, οι οποίοι δεν ακολουθούν τις κατευθυντήριες οδηγίες των ραββίνων, και έτσι δεν επηρεάζονται στον ίδιο βαθμό ή και καθόλου από τον Ιουδαϊσμό, μυστικιστικό και μη. Από τα τέλη του 18ου αι. και μετά, οι Εβραίοι άρχισαν να απελευθερώνονται από τον ασφυκτικό έλεγχο των ραββίνων ηγετών των κατά τόπους κοινοτήτων, και να έρχονται ελεύθερα σε επαφή με μη ιουδαϊκά κείμενα, να σπουδάζουν, να συγγράφουν βιβλία στα εβραϊκά χωρίς να χρειάζονται ραββινική έγκριση, και να τρέφονται ελεύθερα, χωρίς να περιορίζονται στις τροφές που θεωρούνται καθαρές σύμφωνα με την ιουδαϊκή χαλακά. Ο πολιτικός εκσυγχρονισμός των ευρωπαϊκών κρατών, ανεξαρτήτως του αν αυτά διατήρησαν ή όχι ολοκληρωτικές δομές και αντισιμιτική στάση, αποδυνάμωσε την επιρροή του Ιουδαϊσμού και συνακόλουθα και του καμπαλισμού στους Εβραίους των νεότερων χρόνων. Τέλος, όσον αφορά τις θεολογικές αντιλήψεις του σύγχρονου εβραϊσμού, χρειάζεται να κρατήσουμε το ότι η διάδοση του καμπαλισμού, ο οποίος διαμορφώθηκε τον 12ο και 13ο αι. και κυριάρχησε σχεδόν ολοκληρωτικά σε όλα τα εβραϊκά κέντρα από τα τέλη του 16ου αι., έχει σήμερα οδηγήσει τον μονοθεϊσμό του κλασικού ταλμουδικού Ιουδαϊσμού σε κρίση και παρακμή.[47] Κλείνουμε αυτή τη σύντομη αναφορά στην καμπαλά, παραθέτοντας την διαφωτιστική περί του φαινομένου αυτού άποψη του ερευνητή Ισραήλ Σαχάκ. Ο Ι. Σαχάκ λοιπόν, υποστηρίζει ότι ο καμπαλισμός μπορεί να θεωρηθεί μονοθεϊστική θρησκεία μόνο εάν δεχθούμε επίσης ως μονοθεϊστικές θρησκείες την ελληνιστική αρχαιοελληνική θρησκεία, τον Ινδουισμό και την αρχαία αιγυπτιακή θρησκεία. Η απόφανση αυτή του Σαχάκ, ενός Εβραίου αντικονφορμιστή ερευνητή, αποδίδει μια άποψη διάφορη προς την κυρίαρχη αντίληψη περί της φύσεως του εβραϊκού μυστικισμού, και γεννά γόνιμα ερωτήματα γύρω από τη σχέση του σημερινού Ιουδαϊσμού με τον κλασικό ταλμουδικό Ιουδαϊσμό.

Αναφορές

Επεξεργασία
  1. Κ. Θ. Ζάρρα, Η Ιουδαϊκή Μυστική Παράδοση του Θρόνου, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 6.
  2. [1]
  3. Αρχιμανδρίτης Κυπριανός Μηλιδώνης, "Εισήγηση στην Α΄ συνάντηση (29.09.2015) του Επιμορφωτικού Σεμιναρίου της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου Δ΄ Ακαδημαϊκού Έτους (2015-2016)". https://immorfou.org.cy/%E1%BC%B0%CE%BF%CF%85%CE%B4%CE%B1%CF%8A%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82/
  4. Βλ. Αρχιμανδρ. Κυπρ. Μηλιδώνης. https://immorfou.org.cy/%E1%BC%B0%CE%BF%CF%85%CE%B4%CE%B1%CF%8A%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82/
  5. Ο Αποκρυφισμός στην Ευρώπη. Ιστορία της Καμπαλιστικής και Ερμητικής Μαγείας σσ. 4-5. (Η ως άνω εργασία αποτελεί μία παράθεση αποσπασμάτων από το βιβλίο του Δ. Ράμμου, Από τη Συναγωγή στη Μασονία, Ελληνική Φιλοσοφία και Εβραϊκός Γνωστικισμός). [2] Εφεξής "Ράμμος".
  6. Αποκάλυψις Ιωάννου 2.9.
  7. Adolph Jellinek, ερευνητής του 19ου αι.. Βλ. τις εισαγωγές των κεφαλαίων ii και iii του απ' αυτόν εκδοθέντος έργου "Bet ha-Midrash", Ιερουσαλήμ 1967.
  8. Plessner "Dat Mosheh wi-Yehudit" iv.47 κ.εξ..
  9. Hilgenfeld, "Die Jüdische Apokalyptik, (1857), σ. 257.
  10. Ioan Petru Culianu, Gnosticismo e pensiero moderno, Ρώμη : L ΄Erma di Bretschneider, 1985, σσ. 96-97.
  11. Α. Γιαννάς, Οι θεοί. Η διαμόρφωση του σύγχρονου κόσμου υπό την ηγεσία της γνωστικής ελίτ, ιστολόγιο Θεόδοτος, 2018, σ. 8. [3]
  12. Jacques Lacarriére, Οι Γνωστικοί, εκδ. Χατζηνικολή, Αθήνα 1989, σσ. 29-30.
  13. Κ. Θ. Ζάρρα, Η Ιουδαϊκή Μυστική Παράδοση του Θρόνου, Θεσσαλονίκη 1998, σ. 5.
  14. Ζάρρας σ. 6.
  15. Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου Γιαννουλάτου, Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού, εκδ. Ακρίτας, σσ. 319-355.
  16. Ζάρρας σ. 22.
  17. Ζάρρας σ. 7.
  18. Ζάρρας σ. 8.
  19. Ζάρρας σσ. 12-13.
  20. P. Schafer, "The Hidden and Manifest God", σσ. 164-165.
  21. Ζάρρας σ. 31.
  22. Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος σσ. 319-355.
  23. Ράμμος σ. 12.
  24. Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, ό.π..
  25. Ι. Σαχάκ σ. 24.
  26. Ράμμος σ. 13.
  27. Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, ό. π..
  28. Guido Pagliarino, Cristianesimo e Gnosticismo 2000 anni di sfida, εκδ. Prospettiva Editrice, Ρώμη 2003, σ. 109.
  29. Γιαννάς σσ. 13-14.
  30. Ράμμος σ. 16.
  31. Γιαννάς σσ. 19-20.
  32. Ράμμος σ. 15.
  33. Δ. Ράμμος, "Από την Συναγωγή στην Μασονία", Αθήνα 2019, (εφεξής Δ. Ράμμος), σ. 67
  34. Heindel, Max (2009). «The Rosicrucian Mysteries. An Elementaty Exposition of Their Secret Teachings». The Project Gutenberg eBook of The Rosicrucian Mysteries: An Elementary Exposition of Their Secret Teachings. 
  35. Βλ. Matt Goldish, "Halakhah, Kabbalah, and Heresy: A Controversy in Early Eighteenth-Century Amsterdam", The Jewish Quarterly Review, LXXX, (October 1993-January 1994), University of Pennsylvania Press, pp. 153-176.
  36. 36,0 36,1 Goldish σ. 153.
  37. Goldish σ. 154.
  38. Goldish σ. 157.
  39. Goldish σ. 158.
  40. Goldish σ. 161.
  41. Σαχάκ, Ισραήλ. «Scribd». Εναλλακτικές Εκδόσεις, σελ. 9. 
  42. Ν. Βασιλόπουλος, "Ο μεσσιανισμός στην ριζοσπαστική σκέψη : Μπένγιαμιν, Μπλοχ, Φρομ", ιστότοπος "[marginalia]". [4]
  43. Benjamin W., Eiland H., Jennings M. (2006). "Walter Benjamin : Selected Writings, Vol. 3 1936-1938". Cambridge, Mass.: Belknap, σ. 305.
  44. Thomas Friend, "Fallen Angel: The Untold Story of Jimmy Page and Led Zeppelin".
  45. "Εισαγωγή στην Καμπαλά" σ. 8, εφεξής "Εισαγωγή"
  46. Ι. Σαχάκ σ. 25.
  47. Ι. Σαχάκ σ. 38.

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Κ. Θ. Ζάρρας, Η Ιουδαϊκή Μυστική Παράδοση του Θρόνου, διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη 1998.
  • G. G. Scholem, "Origins of the Kabbalah", Princeton 1987.
  • G. G. Scholem, "On the Kabbalh and its Symbolism", Schocken, USA 1965.
  • G. G. Scholem, "Zohar: The Book of Splendour, Basic Readings from the Kabbalah", Schocken 1949, Rider and Company, London, 1977.
  • Marla Segol, "Word and Image in Medievel Kabbalah", εκδ. Palgrave MacMillan, New York, 2012.
  • Ισραήλ Σαχάκ, "Εβραϊκή Ιστορία. Εβραϊκή Θρησκεία. Το Βάρος Τριών Χιλιάδων Χρόνων", Εναλλακτικές Εκδόσεις.
  • Το σύμπαν που αγάπησα, βιβλίο και τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ της κρατικής τηλεόρασης (ΕΡΤ3), σε επιστημονική επιμέλεια Μάνου Δανέζη, Στράτου Θεοδοσίου, πρώτος κύκλος, επεισόδιο όγδοο

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία