Οι κινολόνες είναι μια χημικώς συγγενική ομάδα ουσιών από αντιβιοτικά, που δρουν με την μέθοδο της αναστολής του ενζύμου της γυράσης (λεγόμενοι αναστολείς γυράσης). Δομικά επάγονται από την κινολίνη, που περιέχει μία καρβονυλική και μία καρβοξυλική ομάδα στο σύστημα αζωτούχου δακτυλίου. Ένα άτομο φθορίου στον βενζολικό δακτύλιο χαρακτηρίζει τις φθοριοκινολόνες. Πολύ συχνά οι κινολόνες εμπεριέχουν και έναν υποκαταστάτη πιπεραζίνης.

Βασική δομή μιας κινολόνης: η μπλε διεξαιρούμενη ομάδα R είναι συνήθως πιπεραζίνη; εάν η ένωση εμπεριέχει φθόριο είναι φθοριοκινολόνη.

Οι κινολόνες συνδέονται στο βακτηριακό κύτταρο με το σύμπλεγμα του ενζύμου της γυράσης και στο DNA. Αποτρέπουν έτσι την επανασύνδεση μιας τετμημένης αλυσίδας του DNA, η οποία πραγματοποιείται με τη βοήθεια του ενζύμου που είναι υπεύθυνο για την περιέλιξη (supercoiling) του DNA.

Η μεταβολή της κατάστασης περιέλιξης στο DNA (αναδίπλωση υπερέλικας) είναι απαραίτητη για την διαδικασία αντιγραφής του γονιδιώματος κατά την διαίρεση του βακτηρίου, οπότε τα βακτήρια δεν είναι σε θέση να πολλαπλασιαστούν. Τα προκεκλημένα θραύσματα (σπάσιμο) στην αλυσίδα του DNA πιθανώς δρουν άμεσα βακτηριοκτόνα.

Εκπρόσωποι Επεξεργασία

Οι κινολόνες της πρώτης γενεάς (δεκαετίες του 60 και 70) είχαν άσχημη απορρόφηση και στενό φάσμα δράσης. Σήμερα σχεδόν έχει εκλείψει η σημασία των, ενώ οι αναστολείς γυράσης της δεύτερης γενεάς έχουν σημασία κυρίως όταν παρατηρείται ανθεκτικότητα (αντοχή) σε άλλα φαρμακευτικά. Οι κινολόνες σημερινού στάνταρ βασίζονται σε μία σημαντική χημική βελτίωση που επιχειρήθηκε στις κινολόνες της πρώτης γενεάς: Ενσωματώθηκε ένα άτομο φθορίου. Αργότερα βελτιώθηκε η μέχρι τότε διακριτικότητα δράσης, καθώς επεκτάθηκε το φάσμα δράσης ( αρχικά κατά χλαμυδίων, πνευμονοκόκκων, μυκοπλασμάτων, αργότερα κατά αναερόβιων βακτηρίων).

  • Κινοξακίνη (δευτερεύουσας σημασίας, παράγωγο ναλιδιξικού οξέος)
  • Σιπροφλοξασίνη (στάνταρ)
  • Κλιοκινόλη
  • Δανοφλοξακίνη
  • Διφλοξακίνη
  • Ενροφλοξακίνη
  • Φλεροξακίνη (στάνταρ)
  • Φλουμεκίνη
  • Γατιφλοξακίνη
  • Γκρεπαφλοξακίνη (εκτεταμένο φάσμα δράσης)
  • Ιβαφλοξακίνη
  • Λεβοφλοξασίνη
  • Ναδιφλοξακίνη (στάνταρ)
  • Μαρβοφλοξακίνη
  • Μοξιφλοξακίνη (κινολόνη πολύ ανεπτυγμένη)
  • Ναλιδιξικό οξύ (πρώτη κινολόνη, που χρησιμοποιήθηκε ως αντιβιοτικό, σήμερα ασήμαντο)
  • Νορφλοξακίνη
  • Οφλοξακίνη (στάνταρ)
  • Ορμπιφλοξακίνη
  • Οξολινικό οξύ
  • Πιπεμιδικό οξύ (δευτερεύουσας σημασίας, παράγωγο ναλιδιξικού οξέος)
  • Σαραφλοξακίνη
  • Σπαρφλοξακίνη
  • Τεμαφλοξακίνη
  • Ναδιφλοξακίνη


 
 
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Chinolone της Γερμανικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).