Κοπροφαγία
Η κοπροφαγία προέρχεται από τις λέξεις των Αρχαίων Ελληνικών «κόπρος», δηλαδή κόπρανα και «φαγεῖν», απαράμφετο του «ἔφαγον» και ουσιαστικά σημαίνει η κατανάλωση/βρώση κοπράνων. Η κοπροφραγία συναντάται σε είδη που τρώνε άλλων ειδών τα κόπρανα (ετεροειδή) ή σε είδη που τρώνε τα δικά τους κόπρανα, εκ των οποίων κάποια τα τρώνε απευθείας από τον πρωκτό τους.[1]
Η κοπροφαγία συντάται και στο ανθρώπινο είδος και ξεκίνησε να χρησιμοποιείται για αυτούς από τα τέλη του 19ου αιώνα, για να περιγραφεί μια ψυχική νόσος ή, ακόμα, και σεξουαλικές πράξεις,[2] με τις πιο γνωστές πρακτικές να είναι το rimming και το felching[3], όπου οι ερωτικοί παρτενέρ χρησιμοποιούν τη γλώσσα τους στην περιοχή εκεί, με αποτέλεσμα να λαμβάνουν μέρη κοπράνων.[4]
Σε κάποια ζώα, η κοπροφαγία, θεωρείται φυσιολογική πρακτική, ειδικότερα στα λαγόμορφα, στα οποία τα βοηθά να χωνεύουν σκληρά φυτά, όπου επανέρχονται στο πεμπτικό τους σύστημα με αυτόν τον τρόπο.[5] Υπάρχουν και είδη, που θα φάνε κόπρανα ευκαιριακά και υπό προϋποθέσεις.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ «Coprophagy in leporids and other mammalian herbivores». Mammal Review 31 (1): 61–80. 2001. doi:. https://archive.org/details/sim_mammal-review_2001-03_31_1/page/61.
- ↑ «Coprophagy in nineteenth-century psychiatry». Microbial Ecology in Health and Disease 29 (1): 1535737. 2018. doi: . PMID 30425610.
- ↑ Περιγράφεται έτσι η κατάσταση κατά την οποία ένας ερωτικός παρτενέρ γλείφει ή ρουφάει το σπέρμα που εξέρχεται από τον πρωκτό, αφού προηγήθηκε εκσπερμάτιση εκεί
- ↑ Malbon A (12 Φεβρουαρίου 2021). «What is rimming? How to give a rim job safely». Netdoctor. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Ιουνίου 2022. Ανακτήθηκε στις 21 Ιουνίου 2022.
- ↑ «Rabbit». Encyclopædia Britannica (Standard έκδοση). Chicago: Encyclopædia Britannica, Inc.. 2007.
Περαιτέρω ανάγνωση
Επεξεργασία- Fuess TA (2 Ιουνίου 1997). «Why Does My Dog Eat Feces?». University of Illinois, College of Vet Medicine. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Φεβρουαρίου 2004.