To κουόκα (Setonix brachyurus), το μοναδικό μέλος του γένους Setonix, είναι ένα μικρό μακρόποδο περίπου στο μέγεθος μιας εξημερωμένης γάτας.[1] Όπως και τα άλλα μαρσιποφόρα στην οικογένεια των μακρόποδων (όπως τα καγκουρό και τα γουάλαμπι), το κουόκα είναι φυτοφάγο και κυρίως νυκτόβιο.[2]

Κουόκα (Setonix brachyurus)

Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Θηλαστικά (Mammalia)
Τάξη: Διπρωτόδοντα (Diprotodontia)
Οικογένεια: Μακροποδίδες (Macropodidae)
Γένος: (Setonix)
Εξάπλωση των κουόκα

Τα κουόκα απαντόνται σε μερικά μικρά νησιά στα ανοικτά των ακτών της Δυτικής Αυστραλίας, ιδιαίτερα στη νήσο Ρότνεστ, λίγο έξω από το Περθ, καθώς και στη νήσο Μπολντ κοντά στο Άλμπανι και σε μεμονωμένους διάσπαρτους πληθυσμούς στο δάσος και στην παράκτια περιοχή μεταξύ του Περθ και του Άλμπανι. Μια μικρή αποικία υπάρχει στο ανατολικό όριο της περιοχής τους σε μια προστατευόμενη περιοχή, στο φυσικό καταφύγιο Two Peoples Bay, όπου συνυπάρχουν με ένα άκρως απειλούμενο είδος πότορου.[3]

Περιγραφή Επεξεργασία

Το κουόκα ζυγίζει 2,5 έως 5 κιλά και έχει μήκος από 40 έως 54 εκατοστά με μια ουρά 25 έως 30 εκατοστών, η οποία είναι αρκετά μικρή για ένα μακρόποδο. Έχει στιβαρό σώμα, καλά ανεπτυγμένα πίσω πόδια, στρογγυλεμένα αυτιά και ένα μικρό, ευρύ κεφάλι. Το μυοσκελετικό του σύστημα προσαρμόστηκε αρχικά για χερσαία δίποδα άλματα, αλλά κατά την εξέλιξή του το σύστημά του προσαρμόστηκε στη μετακίνηση στα δέντρα.[4] Αν και μοιάζει μάλλον σαν ένα πολύ μικρό καγκουρό, μπορεί να αναρριχηθεί σε μικρά δέντρα και θάμνους με ύψος μέχρι 1,5 μέτρο.[5] Η παχιά γούνα του έχει ένα φαιόχρωμο καφέ χρώμα, που ξεθωριάζει στο κάτω μέρος. Το κουόκα είναι γνωστό ότι ζει, κατά μέσο όρο, δέκα χρόνια.[6]

Τα κουόκα έχουν ένα ιδιαίτερο σύστημα ζευγαρώματος.[7] Μετά από ένα μήνα κύησης, τα θηλυκά γεννούν ένα μόνο μικρό. Τα θηλυκά μπορούν να γεννήσουν δύο φορές το χρόνο και να παράγουν περίπου δεκαέξι μικρά κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Το μικρό ζει στο μάρσιπο της μητέρας του για έξι μήνες. Μόλις εγκαταλείψει το μάρσιπο, το μικρό βασίζεται στη μητέρα του για γάλα για δύο ακόμη μήνες και απογαλακτίζεται πλήρως περίπου οκτώ μήνες μετά τη γέννηση.[6] Τα θηλυκά ωριμάζουν σεξουαλικά μετά από περίπου 18 μήνες.[8]

Ανακάλυψη από τους Ευρωπαίους Επεξεργασία

 
Οικόγενεια κουόκα
 
Κουόκα το οποίο χρησιμοποιεί τα πόδια του για να τραφεί

Ο ολλανδός ναυτικός Samuel Volckertzoon έγραψε ότι παρατήρησε «μια άγρια γάτα» στο νησί Ρότνεστ το 1658. Το 1696, ο Willem de Vlamingh πέρασε τα κουόκα για γιγαντιαίους αρουραίους και ονόμασε το νησί "Rotte nest", το οποίο προέρχεται από την ολλανδική λέξη Rattennest, δηλαδή φωλιά αρουραίων.[9]

Η λέξη κουόκα προέρχεται από μια λέξη Nyungar, η οποία ήταν πιθανώς το gwaga.[10]

Οικολογία Επεξεργασία

Στην άγρια φύση, η εξάπλωσή τους περιορίζεται σε ένα πολύ μικρό μέρος στη νοτιοδυτική Δυτική Αυστραλία, με έναν αριθμό μικρών διασκορπισμένων πληθυσμών. Υπάρχει ένας μεγάλος πληθυσμός στο νησί Ρότνεστ και ένας μικρότερος πληθυσμός στη νήσο Μπολντ κοντά στο Άλμπανι.[11] Τα νησιά είναι απαλλαγμένα από ορισμένους θηρευτές όπως οι αλεπούδες και οι γάτες. Στο Ρότνεστ, τα κουόκα είναι συνηθισμένα και καταλαμβάνουν μια ποικιλία οικοτόπων που κυμαίνονται από ημι-άγονους θάμνους μέχρι καλλιεργημένους κήπους.[12] Ακανθώδη φυτά, τα οποία είναι αφιλόξενα στους ανθρώπους και άλλα σχετικά μεγάλα ζώα για να περπατήσουν, παρέχουν το αγαπημένο τους καταφύγιο κατά τη διάρκεια της ημέρας για ύπνο.[13] Επιπλέον, είναι γνωστά για την ικανότητά τους να σκαρφαλώνουν σε δέντρα.[6]

Διατροφή Επεξεργασία

Όπως και τα περισσότερα μακρόποδα, τα κουόκα τρώνε πολλά είδη βλάστησης, συμπεριλαμβανομένων χορταριών και φύλλων. Μια μελέτη διαπίστωσε ότι η Guichenotia ledifolia, ένα μικρό είδος θάμνων της οικογένειας Malvaceae, είναι μία από τις αγαπημένες τροφές των κουόκα.[13] Οι επισκέπτες του νησιού Ρότνεστ καλούνται να μην ταΐζουν τα κουόκα, εν μέρει επειδή η κατανάλωση «ανθρώπινης τροφής» μπορεί να προκαλέσει αφυδάτωση και υποσιτισμό, και τα δύο είναι επιζήμια για την υγεία του κουόκα.[14] Παρά τη σχετική έλλειψη γλυκού νερού στο νησί Ρότνεστ, τα κουόκα έχουν υψηλές απαιτήσεις νερού, τις οποίες ικανοποιούν κυρίως μέσω της βλάστησης. Στις ηπειρωτικές περιοχές, τα κουόκα ζουν μόνο στις περιοχές που έχουν ετήσια βροχόπτωση 600 χιλιοστά ή περισσότερο.[15]

Πληθυσμός Επεξεργασία

Κατά την εποχή της αποικιοκρατίας, τα κουόκα ήταν ευρέως διαδεδομένα και άφθονα, καθώς η εξάπλωσή τους περιλάμβανε μια έκταση περίπου 41.200 τ.χλμ. (Νοτιοδυτική Δυτική Αυστραλία), συμπεριλαμβανομένων των δύο παράκτιων νησιών, του Μπολντ και του Ρότνεστ. Μετά από εκτεταμένες μειώσεις του πληθυσμού στον εικοστό αιώνα, το 1992 η κατανομή των κουόκα στην ηπειρωτική χώρα μειώθηκε κατά περισσότερο από 50% σε μια έκταση περίπου 17.800 τ.χλμ.[16]

Παρόλο που υπάρχουν πολλά κουόκα στα μικρά παράκτια νησιά, τα κουόκα χαρακτηρίζονται ως ευάλωτο είδος.[11] Στην ηπειρωτική χώρα, όπου απειλούνται από τα εισαγόμενα είδη αρπακτικών όπως οι αλεπούδες, οι γάτες και τα σκυλιά, απαιτείται πυκνή κάλυψη εδάφους για καταφύγιο. Η αποψίλωση των δασών, η γεωργική ανάπτυξη και η επέκταση των κατοικιών έχουν μειώσει αυτόν τον οικότοπο, συμβάλλοντας έτσι στη μείωση των ειδών, όπως και η εκκαθάριση και η καύση των υπολοίπων ορεινών όγκων. Επιπλέον, τα κουόκα συνήθως γεννούν ένα μικρό και ανατρέφουν επιτυχώς μόνο ένα το χρόνο. Παρόλο που τα ζώα αυτά ζευγαρώνουν συνεχώς, συνήθως μια μέρα μετά τη γέννησή του μικρού τους, το ότι γεννούν μόνο ένα μικρό τη φορά σε συνδυασμό με την περιορισμένη περιοχή που ζουν και τους απειλητικούς θηρευτές συμβάλλει στη σπανιότητα αυτών των μαρσιποφόρων στην ηπειρωτική χώρα.[17]

Ο πληθυσμός των κουόκα στο νησί Ρότνεστ είναι 8.000-12.000 (εκτίμηση 2007). Τα φίδια είναι ο μοναδικός θηρευτής του νησιού. Ο πληθυσμός στο μικρότερο νησί Μπολντ, όπου τα κουόκα δεν έχουν θηρευτές, είναι 600-1.000. Υπάρχουν περίπου 4.000 κουόκα στην ηπειρωτική χώρα, με σχεδόν όλους τους ηπειρωτικούς πληθυσμούς σε ομάδες κάτω των 50, αν και υπάρχει μια μειούμενη ομάδα άνω των 700 στο νότιο δάσος μεταξύ Nannup και Denmark.[16][18]

Το 2015 μια εκτεταμένη πυρκαγιά κοντά στο Northcliffe σχεδόν εξάλειψε έναν από τους τοπικούς πληθυσμούς της ηπειρωτικής χώρας, με το 90% περίπου των 500 κουόκα να πεθαίνουν.[19]

Στο τέλος του καλοκαιριού και το φθινόπωρο, παρατηρείται εποχιακή υποχώρηση των κουόκα στο νησί Ρότνεστ, όπου η απώλεια βλάστησης και η μείωση των διαθέσιμων επιφανειακών υδάτων μπορεί να οδηγήσει σε πείνα.[16][20]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Πρότυπο:MSW3 Groves
  2. «Rottnest Island Wildlife». 
  3. Sinclair, Elizabeth. «Australian endangered species: Gilbert's Potoroo» (στα αγγλικά). The Conversation. https://theconversation.com/australian-endangered-species-gilberts-potoroo-11640. Ανακτήθηκε στις 2017-10-20. 
  4. Warburton, Natalie M.; Yakovleff, Maud; Malric, Auréline (2012). «Anatomical adaptations of the hind limb musculature of tree-kangaroos for arboreal locomotion (Marsupialia : Macropodinae)». Australian Journal of Zoology 60 (4): 246–158. doi:10.1071/ZO12059. 
  5. «Quokka videos, photos and facts - Setonix brachyurus». Arkive (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2018. 
  6. 6,0 6,1 6,2 Burrell, Sue (30 Οκτωβρίου 2015). «Animal Species: Quokka». Ανακτήθηκε στις 18 Μαρτίου 2018. 
  7. McLean, Ian G.; Schmitt, Natalie T. (1999). «Copulation and associated behavior in the quokka, Setonix brachyurus». Australian Mammalogy 21: 139–142. https://www.researchgate.net/publication/260798976. 
  8. «Quokka Facts | Quokkas | Australian Marsupials». Animalfactguide.com. Ανακτήθηκε στις 25 Αυγούστου 2016. 
  9. «Quokka». Australian Museum. Ανακτήθηκε στις 25 Αυγούστου 2016. 
  10. Dixon, R. M. W.· Moore, Bruce· Ramson, W. S.· Thomas, Mandy (2006). Australian Aboriginal Words in English: Their Origin and Meaning (2nd έκδοση). Oxford: Oxford University Press. ISBN 0-19-554073-5. 
  11. 11,0 11,1 Roger Underwood, Doomed Planet: On the origin of the specious, Quadrant, August 31, 2012
  12. «A close encounter of the furry kind». Australian Geographic. 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Σεπτεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 22 Απριλίου 2010. 
  13. 13,0 13,1 Poole, H. L.; Mukaromah, L.; Kobryn, H. T.; Fleming, P. A. (2015). «Spatial analysis of limiting resources on an island: diet and shelter use reveal sites of conservation importance for the Rottnest Island quokka». Wildlife Research 41 (6): 510–521. doi:10.1071/WR14083. 
  14. «Quokkas and Wildlife». Rottnest Island. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 25 Αυγούστου 2016. 
  15. Jones, Ann (17 October 2016). «Quokka smiles mask pain on Rottnest Island». Radio National (Australian Broadcasting Corporation). http://www.abc.net.au/news/2016-10-17/quokkas-rottnest-island-smile-but-island-life-no-paradise/7930208. Ανακτήθηκε στις 14 December 2016. 
  16. 16,0 16,1 16,2 de Tores, Paul· Williams, Richard· Podesta, Mia· Pryde, Jill (Ιανουαρίου 2013). «Quokka (Setonix brachyurus) Recovery Plan» (pdf). Bentley, WA: Department of Environment and Conservation, Government of Western Australia. Ανακτήθηκε στις 3 Μαΐου 2017. 
  17. Nocon, Wojtek. «Sentonix Brachyurus». Quokka. University of Michigan. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2013. 
  18. Bain, Karlene (Ιουνίου 2015). «The ecology of the quokka (Setonix brachyurus)in the southern forests of Western Australia» (pdf). University of Western Australia. Crawley, WA: School of Animal Biology. Ανακτήθηκε στις 3 Μαΐου 2017. 
  19. Mainland quokka population decimated after 2015 bushfire near Northcliffe - ABC News (Australian Broadcasting Corporation). Abc.net.au. Retrieved on 2016-12-24.
  20. «Setonix brachyurus — Quokka Glossary». Species Profile and Threats Database. Canberra: Department of the Environment. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2017. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία