Η λευκή ψήφος ή απλώς λευκό (γνωστή και ως ψήφος διαμαρτυρίας) είναι η ψήφος που συχνά εξασκείται με τη χρήση λευκού (κενού) ψηφοδελτίου (εξ ου και ο όρος λευκό) και αποτελεί μορφή διαμαρτυρίας κατά του πολιτικού συστήματος ή των κομμάτων που υπάρχουν, συνήθως χωρίς να θεωρείται και άκυρη ψήφος ή κίνηση αποχής από το εκλογικό δικαίωμα.

Στο Ελληνικό Κοινοβούλιο

Επεξεργασία

Στην Ελλάδα η λευκή ψήφος αποκλείστηκε από το σύστημα κοινοβουλευτικής κατανομής (δεν προσμετράται στο σύνολο και μπαίνει στην ίδια κατηγορία με την άκυρη κατά τον υπολογισμό) με τον νόμο 3434 του 2006, πιθανόν για την διευκόλυνση του σχηματισμού κυβέρνησης πλειοψηφίας. Προηγούμενα, το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο είχε κρίνει αντισυνταγματική μια τέτοια κίνηση με την απόφαση 12/2005, θεωρώντας ότι η ρίψη λευκής ψήφου είναι εξάσκηση του εκλογικού δικαιώματος. Η απόφαση αυτή ήρθε πάντως σε αντίθεση με αποφάσεις του ίδιου του ΑΕΔ αλλά και του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις οποίες η μη προσμέτρηση των λευκών κατά την εξεύρεση του εκλογικού μέτρου είχε κριθεί συνταγματική[1].

Συνεπώς, προς το παρόν η λευκή ψήφος δεν προσμετράται και αντιμετωπίζεται παρόμοια με την άκυρη κατά την κατανομή κοινοβουλευτικών εδρών.

Παρόλα αυτά, στα εκλογικά κέντρα προσμετράται σαν ξεχωριστό στατιστικό στοιχείο.

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Γιώργος Χ. Σωτηρέλης, Το δικαίωμα της λευκής ψήφου, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλας, 1988

Παραπομπές

Επεξεργασία