Η μάχη της Κιουτάχειας έλαβε χώρα την 4η Ιουλίου 1921 κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας μεταξύ του ελληνικού και τουρκικού στρατού.

Η κατάσταση του μικρασιατικού μετώπου την άνοιξη του 1921 Επεξεργασία

Ο ελληνικός στρατός στα τέλη της άνοιξης του 1921 κατείχε στη Μικρά Ασία τη γραμμή Νικομήδεια - Προύσα - Ουσάκ - Τομλού Μπουνάρ - Μαίανδρος ποταμός. Τον Μάρτιο του ίδιου έτους είχε αποτύχει να καταλάβει τη γραμμή Εσκί Σεχίρ - Κιουτάχεια - Αφιόν Καραχισάρ. Οι τρεις αυτές πόλεις στην καρδιά της Ανατολίας ήταν σπουδαίοι στρατηγικοί και συγκοινωνιακοί κόμβοι. Από εκεί περνούσε η σιδηροδρομική γραμμή που ένωνε την Κωνσταντινούπολη με τη Βαγδάτη και επιπλέον ήταν σημαντικές βάσεις ανεφοδιασμού του κεμαλικού στρατού.[1]

Η προς ανατολάς εξόρμηση του Ελληνικού Στρατού Επεξεργασία

Τον Ιούνιο του 1921 αφού είχε προηγηθεί εντατική προπαρασκευή η Στρατιά Μικράς Ασίας με διοικητή τον αντιστράτηγο Αναστάσιο Παπούλα με κέντρα εξόρμησης το Ουσάκ και την Προύσα με τρία σώματα στρατού (Α, Β και Γ) επιτέθηκε κατά της Κιουτάχειας (Βυζαντινή ονομασία Κοτύαιο) την οποία υπεράσπιζε ο κεμαλικός στρατός με επικεφαλής τον πασά Ισμέτ Ινονού, διοικητή του Δυτικού Μετώπου του τουρκικού στρατού.[2]

Το σχέδιο του ΕΣ προέβλεπε κατά μέτωπο επίθεση κατά της Κιουτάχειας και κυκλωτικό ελιγμό από βορά και νότο στην ευρύτερη περιοχή (κίνηση τανάλιας) με σκοπό να εγκλωβίσει και να αιχμαλωτίσει τον κεμαλικό στρατό.

Η μάχη της Κιουτάχειας και η κατάληψη της πόλης Επεξεργασία

Το Β' Σώμα Στρατού θα επιτίθετο κατά μέτωπο στην Κιουτάχεια για να καθηλώσει σε μάχη εκ παρατάξεως τον τουρκικό στρατό, ενώ τα Α' και Γ' ΣΣ θα εκτελούσαν τους κυκλωτικούς ελιγμούς.

Η επίθεση του ΕΣ ξεκίνησε στις 2 Ιουλίου και κλιμακώθηκε τις δύο επόμενες μέρες καταλαμβάνοντας τις θέσεις άμυνας του τουρκικού στρατού. Όμως το τουρκικό γενικό επιτελείο με επικεφαλής τον αρχιστράτηγο Μουσταφά Κεμάλ αντελήφθη εγκαίρως το ελληνικό σχέδιο και έδωσε εντολή στον διοκητή του δυτικού μετώπου Ισμέτ Ινονού να αποσυρθεί ο τουρκικός στρατός ανατολικά της Κιουτάχειας. Έτσι στις 4 Ιουλίου ο ΕΣ κατέλαβε την Κιουτάχεια, αλλά όταν ο κυκλωτικός ελιγμός πραγματοποιήθηκε ο τουρκικός στρατός είχε διαφύγει και εγκαταστάθηκε στη γραμμή Εσκί Σεχίρ - Αφιόν Καραχισάρ.[3] Αμέσως μετά την κατάληψη Κιουτάχειας ο ΕΣ προέλασε ανατολικά και επιτέθηκε κατά του Εσκί Σεχίρ και του Αφιόν Καραχισάρ, τις οποίες κατέλαβε μετά τη Μάχη του Εσκί Σεχίρ στις 9 Ιουλίου. Όμως και πάλι ο τουρκικός στρατός υποχώρησε αλώβητος και εγκαταστάθηκε ανατολικά του Σαγγαρίου ποταμού για να υπερασπιστεί την Άγκυρα, πρωτεύουσα των Κεμαλιστών.

Απολογισμός των επιχειρήσεων Επεξεργασία

Το σύνολο απωλειών των επιχειρήσεων Ιουνίου-Ιουλίου θα φθάσουν για τους Έλληνες τους 1.491 νεκρούς, 6.472 τραυματίες και 110 αγνοουμένους.[4] Οι Τουρκικές απώλειες ήταν μεγαλύτερες, αφού υπέστησαν επιπλέον και την απώλεια 4.000 αιχμαλώτων. Η τακτική νίκη του Ελληνικού στρατού δεν μετουσιώθηκε σε στρατηγικό θρίαμβο, λόγω της αβελτερίας της ηγεσίας να λάβει επιπρόσθετες πρωτοβουλίες και να καταδιώξει συστηματικά τους Τούρκους.

Πηγές Επεξεργασία

  • Εμείς οι Έλληνες. Σκάι 2008. Πολεμική Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας. ISBN 9789606845161
  • ΔΙΣ/ΓΕΣ "Ιστορία τους Ελλγηνικού Στρατού 1821-1997", Αθήνα 1998
  • Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΕ', Αθήνα 1980.
  • Περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία, Σαγγάριος 1921, εκδόσεις Περισκόπιο, τεύχος 34, Αθήνα 2008.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΕ, σελ. 252
  2. Περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία, Σαγγάριος 1921, εκδόσεις Περισκόπιο, τεύχος 34 Αθήνα 2008, σελ. 8
  3. Περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία, Σαγγάριος 1921, εκδόσεις Περισκόπιο, τεύχος 34 Αθήνα 2008, σελ. 8
  4. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΕ, σελ. 176