Μάχη του Δυρραχίου (48 π.Χ.)

Η Μάχη του Δυρραχίου του 48 π.Χ. έγινε στις 10 Ιουλίου 48 π.Χ. κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου του Καίσαρα κοντά στην πόλη του Δυρραχίου. Πολέμησε ο στρατός του Ιουλίου Καίσαρα με αυτόν του Γναίου Πομπήιου, ο οποίος είχε την υποστήριξη της πλειοψηφίας ης Συγκλήτου. Νίκησε ο δεύτερος, μολονότι η νίκη δεν ήταν αποφασιστική. Η Μάχη του Δυρραχίου προηγήθηκε της μάχης των Φαρσάλων, όπου νίκησε ο πρώτος και έγινε η αποφασιστική τροπή του Μεγάλου Ρωμαϊκού Εμφυλίου Πολέμου.

Η Μάχη του Δυρραχίου το 48 π.Χ., όπου ο Πομπήιος νίκησε τον Καίσαρα.

Το προοίμιο Επεξεργασία

Όταν τελείωσε το έτος της υπατίας του ο Ιούλιος Καίσαρ είχε συγκεντρώσει έναν μεγάλο κατάλογο από αγωγές εναντίον του. Το Ρωμαϊκό δίκαιο έδινε στους κυβερνητικούς αξιωματούχους ασυλία από διώξεις, αλλά μόνο κατά τη διάρκεια του αξιώματός τους. Όταν γινόταν ιδιώτης (πολίτης) ο Καίσαρας, γνώριζε ότι θα ήταν ευάλωτος.

Αντί γι'αυτό, όπως ήταν σύνηθες για έναν ύπατο (consul) όταν τελειώνει τη θητεία του, ο Καίσαρας έλαβε τη θέση του ανθυπάτου (proconsul) για να κυβερνήσει τις περιοχές της Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατίας (Cisalpine Gaul) και του Ιλλυρικού· αργότερα προστέθηκε και η Πέραν των Άλπεων Γαλατία (Transalpine Gaul). Αντί του συνήθους ενός έτους, ο Καίσαρας έμεινε ανθύπατος για πέντε έτη. Ακόμη, πριν τη λήξη του πέμπτου έτους ως ανθυπάτου, ο Καίσαρας υποβοήθησε τους συμμάχους του Μ. Λ. Κράσσο και Πομπήιο να εκλεγούν ύπατοι, οι οποίοι με τη σειρά τους επέκτειναν την ανθυπατεία του για άλλα πέντε έτη.

Κατά τον νόμο, δεν μπορούσε κάποιος να εκλεγεί πάλι ύπατος, αν δεν είχαν περάσει τουλάχιστον 10 έτη. Στο τέλος της θητείας του ως ανθυπάτου, είχε τα 10 αυτά έτη που απαιτούσε ο νόμος για να επανεκλεγεί ως ύπατος. Ο Καίσαρ ήθελε να ζητήσει την υπατεία in absentia, ώστε μόλις εκλεγεί να πάει από την ανθυπατεία αμέσως στην υπατεία· έτσι θα κρατούσε τις απεριόριστες εξουσίες (imperium) και δεν θα ήταν ευάλωτος στις αγωγές.

Ωστόσο η Σύγκλητος ζήτησε να παραιτηθεί από τη διοίκηση του στρατού. Ο Καίσαρας απάντησε ότι θα συμφωνούσε μόνο αν ο Πομπήιος έκανε το ίδιο. Προσβεβλημένη η Σύγκλητος από την απάντηση, τον διέταξε να διαλύσει τον στρατό του αμέσως, αλλιώς θα δηλωνόταν εχθρός της Ρώμης. Επίσης το 50 π.Χ. με τη λήξη της ανθυπατείας του, η Σύγκλητος του απαγόρευσε να είναι υποψήφιος στην υπατεία in absentia. Ο Καίσαρας θεώρησε ότι θα τον εδίωκαν και θα έπεφτε στο περιθώριο της πολιτικής, αν εισερχόταν στη Ρώμη χωρίς την ασυλία της υπατείας ή τον στρατό του. Έτσι απάντησε βαδίζοντας στη Ρώμη, όπου ανάγκασε τον ανέτοιμο Πομπήιο και τους συμμάχους του να διαφύγουν στην Ελλάδα, ξεκινώντας τον Μεγάλο Ρωμαϊκό Εμφύλιο Πόλεμο.

Ο εμφύλιος πόλεμος Επεξεργασία

Η πολιορκία Επεξεργασία

Η μάχη Επεξεργασία

Τα μετέπειτα Επεξεργασία

Ο Πομπήιος διέταξε παύση, πιστεύοντας ότι ο Καίσαρας είχε νικηθεί αποφασιστικά, είχε όμως και την υποψία μήπως παγιδευτεί. Οι άνδρες του Καίσαρα συγκεντρώθηκαν στο στρατόπεδό τους και ο Καίσαρ έκανε προετοιμασίες για μία στρατηγική απόσυρση. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Καίσαρας σχολίασε την απόφαση αυτή λέγοντας "Σήμερα η νίκη ήταν των εχθρών, αν υπάρχει κάποιος μεταξύ τους να την κερδίσει".

Ο Καίσαρ, με διάφορα στρατηγήματα, κατάφερε να υποχωρήσει νότια με τον υπόλοιπο στρατό του και απέφυγε να συλληφθεί από το ιππικό του Πομπήιου, που τους καταδίωκε. Έστειλε μερικές από τις κοόρτεις του να ενισχύσουν τις φρουρές στην Απολλωνία και το Ορικόν και ώθησε το μεγαλύτερο μέρος του υπολοίπου στρατού του στη Θεσσαλία. Οι στρατηγοί Γναίος Δομίτιος Καλβίνος (του Καίσαρα) και Σκιπίων Νασίκα (του Πομπήιου) ήταν και οι δύο στη χώρα αυτή με τους στρατούς τους· ο Καίσαρας και ο Πομπήιος ήθελαν να συνδεθεί ο καθένας τους με τους αντίστοιχους στρατούς τους. Όταν εισήλθε στη Θεσσαλία, ο Καίσαρας κατέλαβε την πόλη Γόμφη και συγκεντρώθηκε με τον Δομίτιο, επιτρέποντας στους άνδρες του να ανεφοδιαστούν, να αναπαυθούν και μετά να κινηθούν προς τη Φάρσαλο. Και οι δύο στρατοί προετοιμάστηκαν για την αποφασιστική μάχη, που έγινε τέσσερις ημέρες μετά, στις 9 Αυγούστου του 48 π.Χ.

Πηγές Επεξεργασία

  • John Leach, Pompey the Great, pp 197-198; Caesar, Bello Civili, III, 70; Plutarch, Life of Pompey, 65.5.
  • Plutarch Pompey 65.5, Dryden translation: p. 465.