Μάχη του ποταμού Τσέρνα (1917)

μάχη του 1917

Η Δεύτερη μάχη του ποταμού Τσέρνα ήταν μια μεγάλη στρατιωτική σύγκρουση που έλαβε χώρα τον Μάη του 1917 μεταξύ των Κεντρικών Δυνάμεων και της Αντάντ. Ήταν μέρος της εαρινής επίθεσης των Συμμάχων που είχε σκοπό να λύσει το αδιέξοδο στο Μακεδονικό Μέτωπο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Παρά το αριθμητικό και υλικό πλεονέκτημα των επιτιθέμενων, οι Βούλγαροι και οι Γερμανοί υπερασπιστές κατάφεραν να να διατηρήσουν τις θέσεις τους στον ποταμό Τσέρνα, με τους Συμμάχους να αδυνατούν να σπάσουν τις θέσεις αυτές μέχρι το τέλος του πολέμου.

Μάχη του ποταμού Τσέρνα (1917)
Μακεδονικό Μέτωπο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου
Χρονολογία5-9 Μαΐου 1917
Τόποςποταμός Τσέρνα (νυν Βόρεια Μακεδονία)
ΈκβασηΝίκη των Κεντρικών Δυνάμεων
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Δυνάμεις
Κεντρικές Δυνάμεις[1] 27 τάγματα, 19 πυροβολαρχίες, 115 πολυβόλα
13 τάγματα, 15 πυροβολαρχίες, 131 πολυβόλα
Σύνολο: 40 τάγματα, 34 πυροβολαρχίες (122 πυροβόλα, 8 ολμοβόλα), 246 πολυβόλα
Αντάντ[1]
45 τάγματα, 54 πυροβολαρχίες, περ. 312 πολυβόλα
18 τάγματα, 32 πυροβολαρχίες, 171 πολυβόλα
6 τάγματα, 14 πυροβολαρχίες, 32 πολυβόλα
Σύνολο: 69 τάγματα, 100 πυροβολαρχίες (412 πυροβόλα), περ. 515 πολυβόλα
Απολογισμός
1.626 άνδρες
Άγνωστες
1.700 άνδρες
2.400 άνδρες
1.325 άνδρες
Σύνολο: 5.425 άνδρες

Υπόβαθρο Επεξεργασία

 
Στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Μακεδονικό Μέτωπο το 1916

Με την άφιξη του χειμώνα του 1916, όλες οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Μακεδονικό Μέτωπο έφθασαν στο τέλος. Η τρίμηνη επίθεση στο Μοναστήρι έληξε με ελάχιστη τακτική επιτυχία για τους Συμμάχους και απέτυχε να αναγκάσει τη Βουλγαρία σε έξοδο από τον πόλεμο, παρά τις προσπάθειες των δυνάμεων του Στρατηγού Σαράιγ και του Ρουμανικού Στρατού.[2] Από τη στρατηγική μεριά, η επίθεση κατάφερε να κρατήσει τον μισό στρατό των Βουλγάρων και μερικές γερμανικές μονάδες στο Μακεδονικό Μέτωπο. Από την πλευρά της τακτικής, η γραμμή του μετώπου μετατοπίστηκε προς όφελος των Συμμάχων για 50 χιλιόμετρα στον τομέα του Στρατηγού Βίνκλερ (11η Γερμανοβουλγαρική Στρατιά). Μέχρι το τέλος του Νοεμβρίου, ωστόσο, οι Βούλγαροι και οι Γερμανοί κατάφεραν να σταθεροποιηθούν στην αμυντική γραμμή Τσέρβενα Στένα-Ύψωμα 1248-Λόφος 1050-Ντάμπιτσα-Γκραντέσνιτσα και να απωθήσουν τις απόπειρες των Συμμάχων για κατάληψη των θέσεων.[3]> Αυτά τα γεγονότα σταθεροποίησαν ολόκληρο το μέτωπο και οι Σύμμαχοι αναγκάστηκαν να ανακαλέσουν όλες τις επιθέσεις τους. Οι αντίπαλες πλευρές ήταν σε θέση να ανασχηματίσουν τις κουρασμένες μονάδες τους και να ενισχύσεις τις γραμμές τους.

Η στρατηγική κατάσταση στις αρχές της άνοιξης του 1917 σε όλα τα ευρωπαϊκά θέατρο του πολέμου, εκτός του Ρουμανικού Θέατρου και του Ανατολικού Μέτωπου, ήταν ευνοϊκή για τα επιθετικά σχέδια των Συμμάχων που υιοθετήθηκαν κατά τη διάρκεια της συμμαχικής συνέλευσης του Νοεμβρίου του 1916 στη Γαλλία. Αυτά τα σχέδια περιλάμβαναν και μια επίθεση στο Μακεδονικό Μέτωπο με σκοπό την ήττα της Βουλγαρίας με τη βοήθεια των ρουμάνικων και ρωσικών δυνάμεων και την παροχή βοήθειας στα άλλα μέτωπα.[2] Οι Βούλγαροι, από την πλευρά τους, πρότειναν στους Γερμανούς τη διεξαγωγή επίθεσης κατά της Θεσσαλονίκης με μια δύναμη από 6 μεραρχίες, αλλά οι Γερμανοί αρνήθηκαν καθώς είχαν σκοπό να διατηρήσουν αμυντική στάση στο Βαλκανικό Μέτωπο.[2]

Προετοιμασίες Επεξεργασία

Σχέδιο των Συμμάχων Επεξεργασία

Ο διοικητής των συμμαχικών στρατιών στο Μέτωπο της Θεσσαλονίκης, Στρατηγός Μωρίς Σαράιγ, άρχισε τις προετοιμασίες για την επίθεση αμέσως μόλις έλαβε τις διαταγές των ανωτέρων. Μέχρι τις αρχές της άνοιξης του 1917, ο Σαράιγ είχε οργανώσει ένα σχέδιο που έλεγε πως η κύρια επίθεση θα διεξαγόταν στον σερβικό τομέα από τη 2η Σερβική Στρατιά, ενώ θα διεξάγονταν τουλάχιστον δύο βοηθητικές επιθέσεις - η πρώτη από τις βρετανικές δυνάμεις στα ανατολικά του Βαρδάρη και η δεύτερη από τις ιταλικές και τις γαλλικές δυνάμεις στον ποταμό Τσέρνα.[4][5] Οι γαλλικές και οι ελληνικές δυνάμεις στα δυτικά του Βαρδάρη επίσης ανέλαβαν επιθετικές ενέργειες. Ο διοικητής της Γαλλικής Στρατιάς της Ανατολής, Στρατηγός Γκροσσέττι, ενημέρωσε τους ανωτέρους του πως οι δυνάμεις του χρειάζονταν τουλάχιστον 40 μέρες για να προετοιμαστούν για τις επιχειρήσεις, γεγονός που ανάγκασε τον Σαράιγ να μεταφέρει την έναρξη της επίθεσης στις 12 Απριλίου 1917.[5] Οι κακές καιρικές συνθήκες, ωστόσο, τον ανάγκασαν να αλλάξει αρκετές φορές την ημερομηνία έναρξης της επίθεσης μέχρι που καθορίστηκε πως η βρετανική επίθεση θα ξεκινήσει στις 24 Απριλίου και οι υπόλοιπες στις 30 Απριλίου. Οι Βρετανοί προχώρησαν σε επίθεση κατά της Δοϊράνης την καθορισμένη μέρα, αλλά σύντομα αναγκάστηκαν να ανακαλέσουν την επίθεση, καθώς έγινε φανερό πως οι υπόλοιπες συμμαχικές δυνάμεις δεν ήσαν σε θέση να βοηθήσουν. Τελικά, η επίθεση στον τομέα του ποταμού Τσέρνα καθορίστηκε για τις 5 Μαΐου και η επίθεση στον σερβικό και στον βρετανικό τομέα καθορίστηκε για τις 8 Μαΐου.[6]

Στον τομέα του ποταμού Τσέρνα, η επίθεση ανατέθηκε στη Γαλλική Στρατιά της Ανατολής (ή αλλιώς Α' Ομάδα Μεραρχιών) υπό τη διοίκηση του Στρατηγού Ζωρζ Λεμπούκ και στην Ιταλική Εξερευνητική Δύναμη. Πρωταρχικός στόχος ήταν η κατάληψη όλων των βουλγαρικών και γερμανικών γραμμών στην κατεύθυνση της πόλης του Πρίλεπ, έτσι ώστε να απειληθούν οι βουλγαρικές δυνάμεις στον Βαρδάρη και στο Μοναστήρι. Ο Στρατηγός Σαράιγ εξερεύνησε την περιοχή και διέταξε μετωπική επίθεση των ιταλικών και των γαλλικών δυνάμεων κατά μήκος όλου του μετώπου, αν και οι Ιταλοί και οι Γάλλοι διοικητές είχαν αμφιβολίες σχετικά με την επιτυχία αυτού του σχεδίου.[7] Με σκοπό να ενισχύσει το συμμαχικό στράτευμα, ο Σαράιγ είχε συμπεριλάβει και μια ρωσική ταξιαρχία πεζικού στον τομέα του ποταμού Τσέρνα λίγες μέρες πριν την επίθεση.[8]

Σχέδιο των Κεντρικών Δυνάμεων Επεξεργασία

Οι Βούλγαροι και οι Γερμανοί γνώριζαν για την επικείμενη επίθεση των Συμμάχων και αποφάσισαν να οχυρώσουν καλά τις θέσεις και να συγκεντρώσουν όσο το δυνατόν περισσότερες δυνάμεις στην πρώτη γραμμή, καθώς και στην εφεδρεία, με σκοπό να αντεπιτεθούν σε περίπτωση που οι Σύμμαχοι προκαλούσαν ρήγμα στην άμυνα.[6] Στόχος των υπερασπιστών ήταν να ετοιμάσουν τις θέσεις τους και να προστατεύσουν τις σημαντικές γραμμές επικοινωνίας στον δρόμο Γκράντσκο-Πρίλεπ.[9]

Στις 12 Φεβρουαρίου, οι Γερμανοί είχαν προχωρήσει σε επιτυχής επίθεση κατά των ιταλικών δυνάμεων στον Λόφο 1050 με τη χρήση φλογοβόλων. Οι Ιταλοί αντεπιτέθηκαν την επόμενη μέρα και στις 27 Φεβρουαρίου με ελάχιστη επιτυχία.[10]

Αντίπαλες δυνάμεις Επεξεργασία

Κεντρικές Δυνάμεις[11] Επεξεργασία

Ο ποταμός Τσέρνα ήταν ένας από τους πιο σημαντικούς τομείς του Μακεδονικού Μετώπου και εκεί πάντα υπήρχαν δυνατές βουλγαρικές και γερμανικές μονάδες. Το 1917, οι Κεντρικές Δυνάμεις στην περιοχή είχαν το 62ο Σώμα της 11ης Γερναβουλγαρικής Στρατιάς, η οποία βρισκόταν υπό τη διοίκηση Γερμανών αξιωματικών. Οι μονάδες της πρώτης γραμμής παρατάχθηκαν σε μέτωπο μήκους 23 χιλιομέτρων - εκεί παρατάχθηκαν η 302η Μεραρχία και η 22η Γερμανοβουλγαρική Ταξιαρχία. Αυτές οι δυνάμεις είχαν παραταχθεί σε καλά οχυρωμένες γραμμές, γεγονός που αποδείχτηκε σημαντικό κατά τη διάρκεια της άμυνας των λόφων 1050, 1060 και «Ντάμπιτσα».

Δυνάμεις της πρώτης γραμμής

302η Μεραρχία Πεζικού (φον Ζίγκεσαρ)
  • 2/2 Ταξιαρχία Πεζικού - 9 τάγματα (5.550+ τουφέκια), 32 πολυβόλα
  • 201η Γερμανική Ταξιαρχία Πεζικού - 7 τάγματα, 74 πολυβόλα
  • 3/7 Ταξιαρχία Πεζικού - 4 τάγματα (2.800 τουφέκια), 22 πολυβόλα
  • 18ο Σύνταγμα Πυροβολικού - 20 τάγματα
  • 10ο Γερμανικό Σύνταγμα Πυροβολικού - 26 πυροβόλα, 4 ολμοβόλα
  • Εφεδρεία της Μεραρχίας - 2 γερμανικά τάγματα, 6 πολυβόλα
22η Γερμανοβουλγαρική Ταξιαρχία Πεζικού (φον Ρόιτερ)
  • 42ο Γερμανικό Σύνταγμα Πεζικού - 2 τάγματα, 39 πολυβόλα
  • 44ο Σύνταγμα Πεζικού - 3 τάγματα (2.600 τουφέκια), 16 πολυβόλα
  • 28ο Σύνταγμα Πεζικού - 3 τάγματα (2.300 τουφέκια), 16 πολυβόλα
  • Γερμανική Ομάδα Πυροβολικού - 16 πυροβόλα
  • Βουλγαρική Ομάδα Πυροβολικού - 28 πυροβόλα
Συνολικές δυνάμεις στην πρώτη γραμμή - 30 τάγματα, 205 πολυβόλα, 90 πυροβόλα

Δυνάμεις της δεύτερης γραμμής

61ο Σώμα Εφέδρων
  • 146ο Γερμανικό Σύνταγμα Πεζικού - 2 τάγματα, 12 πολυβόλα
  • Βουλγαρικό και γερμανικό πυροβολικό - 32 πυροβόλα

Δυνάμεις της τρίτης γραμμής

Εφεδρεία
  • 2/8 Ταξιαρχία Πεζικού - 8 τάγματα, 29 πολυβόλα

Συνολικές δυνάμεις στον τομέα του ποταμού Τσέρνα - 40 τάγματα, 246 πολυβόλα, 122 πυροβόλα

Σύμμαχοι[11] Επεξεργασία

Το συμμαχικό στράτευμα στον ποταμό Τσέρνα αποτελείτο από στρατιώτες διάφορων εθνικοτήτων. Το δυτικό μέρος του τομέα καταλήφθηκε από τις δυνάμεις της 302ης Μεραρχίας που παρατάχθηκαν σε μέτωπο μήκους 10.5 χιλιομέτρων. Το υπόλοιπο του τομέα βρισκόταν στα χέρια της Α' Ομάδας των Μεραρχίων που κάλυψαν ένα μέτωπο 10.5 χιλιομέτρων. Στις αρχές του Μάη, οι Σύμμαχοι κατάφεραν να συγκεντρώσουν μια μεγάλη δύναμη πεζικού και πυροβολικού που τους έδωσε αριθμητικό πλεονέκτημα σε σχέση με τις βουλγαρικές και τις γερμανικές δυνάμεις.

Δυνάμεις της πρώτης γραμμής

35η Ιταλική Μεραρχία Πεζικού (Πεννέλα)
  • Ταξιαρχία Πεζικού Σικελία - 6 τάγματα (4.710 τουφέκια), 51 πολυβόλα
  • Ταξιαρχία Πεζικού Ιβρέα - 6 τάγματα (4.143 τουφέκια), 48 πολυβόλα
  • Ταξιαρχία Πεζικού Κάλιαρι - 6 τάγματα (5.954 τουφέκια), 72 πολυβόλα
  • Πυροβολικό - 144 πυροβόλα
16η Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία Πεζικού (Ντεσσόρτ)
  • 4η Ταξιαρχία Πεζικού - 6 τάγματα, 48 πολυβόλα
  • 32η Ταξιαρχία Πεζικού - 6 τάγματα, 48 πολυβόλα
  • Πυροβολικό - 78 πυροβόλα
2η Ρωσική Ταξιαρχία Πεζικού (Ντίτεριχς)
  • 4ο Σύνταγμα Πεζικού - 3 τάγματα, 16 πολυβόλα
  • 3ο Σύνταγμα Πεζικού - 3 τάγματα, 16 πολυβόλα
  • Πυροβολικό - 54 πυροβόλα
17η Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία Πεζικού (Τετάρτ)
  • 33η Ταξιαρχία Πεζικού - 6 τάγματα, 48 πολυβόλα
  • 34η Ταξιαρχία Πεζικού - 6 τάγματα, 48 πολυβόλα
  • Πυροβολικό - 50 πυροβόλα
Βαρύ πυροβολικό - 46 πυροβόλα
Συνολικές δυνάμεις της πρώτης γραμμής - 48 τάγματα, 395 πολυβόλα, 372 πυροβόλα

Δυνάμεις της δεύτερης γραμμής

11η Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία Πεζικού (Σικρ)
  • 22η Ταξιαρχία Πεζικού - 6 τάγματα, 48 πολυβόλα
  • 157ο Σύνταγμα Πεζικού - 3 τάγματα, 24 πολυβόλα
  • Αφρικανικό Σύνταγμα Σασσέρ - 3 τάγματα, άγνωστος αριθμός πολυβόλων
  • Πυροβολικό - 8 πυροβόλα

Δυνάμεις της τρίτης γραμμής

Εφεδρεία του Αρχιστράτηγου
  • 30η Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία Πεζικού - 9 τάγματα, 48 πολυβόλα, 32 πυροβόλα

Συνολικές δυνάμεις στον τομέα του ποταμού Τσέρνα - 69 τάγματα, περ. 515 πολυβόλα, 412 πυροβόλα

Η μάχη Επεξεργασία

Προετοιμασίες του πυροβολικού Επεξεργασία

Η συμμαχική διοίκηση σκόπευε να ξεκινήσει τη μάχη με κανονιοβολισμό των εχθρικών θέσεων στις 5 Μαΐου 1917.[8][12] Αυτή τη μέρα, 91 ιταλικές και γαλλικές πυροβολαρχίες (372 πυροβόλα και βαρέα ολμοβόλα) άνοιξαν πυρ σχεδόν σε όλο το μέτωπο της 302ης Μεραρχίας και της 22ης Ταξιαρχίας. Λόγω του ήρεμου και ζεστού καιρού, ολόκληρη τη αμυντική γραμμή καλύφθηκε με σύννεφα σκόνης και καπνού. Ο κανονιοβολισμός διήρκησε ολόκληρη τη μέρα και είχε μικτά αποτελέσματα, τα οποία εξαρτόνταν από το έδαφος και τη δύναμη των οχυρώσεων του αντιπάλου. Για παράδειγμα, στον τομέα της 302ης Μεραρχίας, η 2/2η Βουλγαρική Ταξιαρχία Πεζικού παρατάχθηκε σε επίπεδη πεδιάδα και τα οχυρώματα δεν ήταν αρκετά για όλους τους στρατιώτες. Από την άλλη, ο κανονιοβολισμός δεν προκάλεσε απώλειες στη 201η Γερμανική Ταξιαρχία Πεζικού που παρατάχθηκε στους λόφους 1020 και 1050.[13] Τα πυρά του συμμαχικό πυροβολικού στον τομέα της 3/7 Βουλγαρικής Ταξιαρχίας Πεζικού προκάλεσαν σοβαρές ζημιές και κατέστρεψαν αρκετά καταφύγια πεζικάριων. Οι δυνάμεις του φον Ρόιτερ υπέστησαν επίσης σοβαρές απώλειες από τον κανονιοβολισμό, ενώ τα χαρακώματα της πρώτης γραμμής είχαν καταστραφεί. Το συμμαχικό πυροβολικό, σ' αυτό το σημείο του μετώπου, αναγκάστηκε να σταματήσει τον κανονιοβολισμό εξαιτίας της επίθεσης ενός γερμανικού μαχητικού αεροσκάφους σε ένα από τα αερόστατα παρατήρησης.[14] Με την άφιξη της νύχτας, μειώθηκε η δράση του συμμαχικού πυροβολικού, δίνοντας χρόνο στους υπερασπιστές να επιδιορθώσουν τις ζημιές που προκλήθηκαν.

Στις 6:00 της 6ης Μαΐου, το συμμαχικό πυροβολικό προχώρησε σε νέο κανονιοβολισμό, ο οποίος διήρκησε ολόκληρη τη μέρα. Την ίδια ώρα, ωστόσο, οι Ιταλοί, οι Γάλλοι και οι Ρώσοι έστειλαν επίσης περιπολίες για να ελέγξουν την αποτελεσματικότητα του κανονιοβολισμού των βουλγαρικών και των γερμανικών γραμμών και τη δύναμη των οχυρώσεων τους. Οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι κατάφεραν να απωθήσουν τις περιπολίες με τα πυρά των τυφεκίων και των πυροβόλων. Την ίδια μέρα, το πυροβολικό των Κεντρικών Δυνάμεων ανέλαβε ενεργή δράση στη μάχη και έλαβε μέρος σε αντεπιθέσεις του πεζικού και των πυροβολαρχίων, με τη βοήθεια των γερμανικών αεροπλάνων αναγνώρισης.[15] Μέχρι το τέλος της ημέρας, το συμμαχικό πυροβολικό μείωσε ξανά την ένταση των πυρών του.

Το πρωΐ της 7ης Μαΐου, οι Σύμμαχοι προχώρησαν σε νέο κανονιοβολισμό. Αυτή την ημέρα, ο κανονιοβολισμός ήταν πιο ισχυρός σε σχέση με τις προηγούμενες μέρες και τα ιταλικά και τα γαλλικά πυροβόλα χρησιμοποίησαν 15.000 οβίδες μονάχα για τη γραμμή της 2/2 Βουλγαρικής Ταξιαρχίας Πεζικού.[15] Απεστάλησαν ενισχυμένες περιπολίες αναγνώρισης αλλά αναχαιτίστηκαν από τους Βούλγαρους και τους Γερμανούς, οι οποίοι έστειλαν τις δικές τους περιπολίες για να καθορίσουν το σημείο, όπου οι Σύμμαχοι ετοίμαζαν την κύρια επίθεση του πεζικού. Το αποτέλεσμα του τριήμερου κανονιοβολισμού δεν ήταν ικανοποιητικό και ο Στρατηγός Γκροσσέττι αποφάσισε να συνεχίσει τον κανονιοβολισμό την επόμενη μέρα με τη βοήθεια 4 αερόστατων παρατήρησης. Η 9η Μαΐου καθορίστηκε μέρα της κύριας επίθεσης του πεζικού.

Ο τετραήμερος κανονιοβολισμός των εχθρικών θέσεων έληξε χωρίς όφελος, καθώς τα πυρά των συμμαχικών πυροβόλων δεν κατάφεραν να προκαλέσουν σοβαρές ζημιές στις βουλγαρικές και στις γερμανικές αμυντικές γραμμές, ενώ σε μερικά σημεία της γραμμής, η συνεχής χρήση των πυροβόλων έδωσε στους Γερμανούς και στους Βούλγαρους καθαρή εικόνα για την κατεύθυνση της κύριας επίθεσης.[7]> Οι υπερασπιστές κατάφεραν να επιδιορθώσουν τις ζημιές που προκλήθηκαν στις οχυρώσεις τους, χάρη στα πυρά του πυροβολικού τους. Πρέπει να σημειωθεί πως τα βουλγαρικά και τα γερμανικά πυροβόλα, καθώς και οι θέσεις των παρατηρητών, δεν υπέστησαν ζημιές από τα πυρά του συμμαχικού πυροβολικού.[16] Ενώ οι βουλγαρικές μονάδες πυροβολικού έχασαν 945 άνδρες κατά τη διάρκεια του τετραήμερου κανονιοβολισμού, οι απώλειες του πυροβολικού ανέρχονταν στους 10 άνδρες (νεκροί και τραυματίες) και σε αρκετά πυροβόλα.[17]

Επίθεση του πεζικού Επεξεργασία

Η έναρξη της επίθεσης του πεζικού ήταν προγραμματισμένη για τις 6:30 της 9ης Μαΐου και μέχρι να προετοιμαστεί το πεζικό, το πυροβολικό προχώρησε σε νέο κανονιοβολισμό, με αποτέλεσμα να καλύψει τις θέσεις των υπερασπιστών με σύννεφα καπνού και σκόνης.[7][18][19] Περίπου στις 6:30, το ιταλικό, το γαλλικό και το ρωσικό πεζικό προχώρησαν σε επίθεση κατά των βουλγαρικών και των γερμανικών θέσεων σε ένα μέτωπο μήκους 11 χιλιομέτρων.

Η επίθεση της 35ης Μεραρχίας Επεξεργασία

Η 35η Ιταλική Μεραρχία Πεζικού επιτέθηκε στις θέσεις της 2/2 Ταξιαρχίας Πεζικού των Βουλγάρων και της 201ης Γερμανικής Ταξιαρχίας Πεζικού με τις ταξιαρχίες πεζικού «Σικελία» και «Ιβρέα» (61ο, 62ο, 161ο και 162ο συντάγμα πεζικού).[7][20] Στόχοι των επιθέσεων ήταν οι ισχυρές θέσεις στον Λόφο 1020 και στον Λόφο 1050. Στα δεξιά, το 61ο Σύνταγμα εκμεταλλεύτηκε το σύννεφο σκόνης που προκλήθηκε μετά τον κανονιοβολισμό και κατάφερε να καταλάβει τα χαρακώματα της πρώτης γραμμής, τα οποία οι Βούλγαροι εκκένωσαν προκειμένου να σώσουν το πεζικό τους από τα πυρά του συμμαχικού πυροβολικού. Το βουλγαρικό πεζικό απάντησε σύντομα με αντεπίθεση που απώθησε τους Ιταλούς και βοήθησε στην ανακατάληψη των θέσεων. Εν τω μεταξύ, πιο δεξιά, οι μονάδες του 61ου Ιταλικού Συντάγματος προωθήθηκαν κατά του Ι/9 Βουλγαρικού Τάγματος Πεζικού, αλλά τα πυρά του βουλγαρικού πυροβολικού τους απώθησαν. Το 1ο και το 3ο τάγμα του συντάγματος, ωστόσο, είχαν μεγαλύτερες επιτυχίες και κατάφεραν να πάρουν τον έλεγχο της πρώτης γραμμής των χαρακωμάτων του 9ου Γερμανικού Τάγματος «Jäger», μεταξύ του Λόφου 1020 και του Λόφου 1050.[20] Οι Ιταλοί στρατιώτες συνέχισαν να προωθούνται προς τη δεύτερη γραμμή των χαρακωμάτων και κατάφεραν να εισέλθουν σ' αυτή καθώς οι υπερασπιστές βρίσκονταν ακόμα στα καταφύγια στις βόρεις κορυφές των λόφων 1020 και 1050. Σύντομα, τα πυρά των βουλγαρικών και γερμανικών τυφεκίων, πολυβόλων και πυροβόλων προκάλεσαν σοβαρές απώλειες στους Ιταλούς, καθώς δέχονταν πυρά όχι μόνο από τα εμπρός αλλά και από τα άκρα τους.[21] Ο διοικητής του 3ου Τάγματος Ταγματάρχης Τόντι σκοτώθηκε. Στις 7:40, ο διοικητής των «Jägers» ζήτησε ενισχύσεις από τις γειτονικές βουλγαρικές μονάδες και μόλις τις έλαβε, προχώρησε σε αντεπίθεση. Οι Βούλγαροι και οι Γερμανοί γρήγορα ανακατέλαβαν τις χαμένες θέσεις.[21][22]

Στο κέντρο του ιταλικού τομέα, το 161ο Σύνταγμα Πεζικού ανέλαβε την κατάληψη του Λόφου 1050 αλλά η προώθηση του ήταν δύσκολη, χάρη στα πυρά του βουλγαρικού πυροβολικού. Ωστόσο, μερικές μονάδες του αριστερού άκρου και του κέντρου του συντάγματος έφθασαν μέχρι τα πρώτα χαρακώματα, ενώ ένα άλλο απόσπασμα κατάφερε να φθάσει γύρω από τον λόφο από την ανατολική πλευρά.[21][22] Ενώ αυτές οι μονάδες προχωρούσαν, δέχτηκαν τα πυρά του πυροβολικού και των πολυβόλων, καθώς επίσης και την αντεπίθεση των Γερμανών - έτσι, οι Ιταλοί αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν στις αρχικές τους θέσεις. Κατά τη διάρκεια της ιταλικής επίθεσης και της γερμανικής αντεπίθεσης, το 161ο Σύνταγμα υπέστη βαριές απώλειες. Μια από τις μονάδες πεζικού είχε καταστραφεί τελείως από την έκρηξη νάρκης στα χαρακώματα των υπερασπιστών.[21][22]

Στο δεξί άκρο του ιταλικού τομέα, το 162ο Ιταλικό Σύνταγμα είχε την ίδια τύχη με τις υπόλοιπες επιτιθέμενες μονάδες. Επιτέθηκε κατά των θέσεων του 45ου Γερμανικού Συντάγματος Πεζικού και αρχικά είχε καταφέρει να περάσει τα συρματοπλέγματα και να καταλάβει μέρος της πρώτης γραμμής των χαρακωμάτων.[21][22] Στα δεξιά τους, ωστόσο, η 16η Αποικιακή Μεραρχία των Γάλλων απέτυχε να καταλάβει τη θέση «Ντάλαγκ Γκρέμπεν» (ή «Πιτόν Ροσέ» όπως την αναφέρουν τα γαλλικά έγγραφα), με αποτέλεσμα το ιταλικό άκρο να μείνει αβοήθητο και ανυποστήριχτο. Ως αποτέλεσμα, οι Ιταλοί δέχτηκαν πυρά του βαρέως πυροβολικού, των πολυβόλων και των χειροβομβίδων από την οπισθοφυλακή και πυρά πολυβόλων από τα δεξιά τους.[21] Αυτό το γεγονός τους ανάγκασε να υποχωρήσουν στις αρχικές τους θέσεις. Μέχρι τότε, οι συνολικές απώλειες της Ταξιαρχίας Ιβρέα (161ο Σύνταγμα και 162ο Σύνταγμα) ανέρχονταν στους 40 αξιωματικούς και περίπου στους 1000 στρατιώτες.[22]

Έτσι, η πρώτη επίθεση στις βουλγαρικές και στις γερμανικές θέσεις έληξε με αποτυχία. Ο Στρατηγός Πεννέλα διέταξε μια νέα επίθεση με τη χρήση πυροβολικού. Στις 9:45, οι Ιταλοί πεζικάριοι προχώρησαν εκ νέου σε επίθεση αλλά η κατάσταση δεν βελτιώθηκε και υπέστησαν βαριές απώλειες.[23] Μέχρι το μεσημέρι, η επίθεση ανακλήθηκε. Μέχρι το τέλος της ημέρας, οι Ιταλοί είχαν χάσει από 2.400[24] μέχρι 2.700[23] άνδρες, δηλ. το 21% της αρχικής δύναμης. Κατά τη διάρκεια της επίθεσης της 9ης Μαΐου, το συμμαχικό πυροβολικό στον ιταλικό τομέα έκανε χρήση 31.235 οβίδων.

Η επίθεση στον γαλλικό τομέα Επεξεργασία

 
Βούλγαρος στρατιώτης που πυροβολεί από τα χαρακώματα

Η 16η Γαλλική Αποικιακή Μεραρχία Πεζικού, μαζί με την 35η Ιταλική Μεραρχία, έλαβε διαταγή να επιτεθεί με 12 τάγματα στις θέσεις της 3/7 Βουλγαρικής Ταξιαρχίας Πεζικού και της 201ης Γερμανικής Ταξιαρχίας Πεζικού (συνολικά 6 γερμανικά και βουλγαρικά τάγματα).[25] Οι προετοιμασίες του πυροβολικού για την επίθεση ξεκίνησαν στις 4:30 και ο κανονιοβολισμός έφθασε στο απόγειο του μια ώρα αργότερα. Ο συμμαχικός κανονιοβολισμός κατέστρεψε τις περισσότερες θέσεις των Βούλγαρων παρατηρητών και προκάλεσε σοβαρές ζημιές στα οχυρώματα στους τρεις λόφους. Στις 6:30, το γαλλικό πεζικό προωθήθηκε με 3 συντάγματα στην πρώτη γραμμή και ένα στην εφεδρεία.

Στο δεξί άκρο, το 8ο Αποικιακό Σύνταγμα Πεζικού επιτέθηκε στον λόφο «Ντάλαγκ Γκρέμπεν», όπου αμύνονταν δύο τάγματα της 201ης Γερμανικής Ταξιαρχίας Πεζικού. Μετά από σκληρή σύγκρουση σώμα με σώμα, ωστόσο, οι Γάλλοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, με αποτέλεσμα οι ιταλικές μονάδες να μείνουν αβοήθητες και να ηττηθούν.[21][26]

Στο κέντρο, το 4ο Αποικιακό Σύνταγμα κινήθηκε κατά του λόφου «Στάμπνα Βισότσινα» και κατάφερε να προωθηθεί καθώς πολλοί Βούλγαροι σκοποί είχαν σκοτωθεί ή τραυματιστεί.[26] Οι λίγοι που επέζησαν κατάφεραν να ειδοποιήσουν τους υπερασπιστές για τη γαλλική επίθεση. Σχεδόν ταυτόχρονα, το βουλγαρικό πεζικό βγήκε από τα καταφύγια και άνοιξε πυρ από τουφέκια και πολυβόλα κατά των Γάλλων. Αυτό προκάλεσε έκπληξη στο πρώτο κύμα των επιτιθέμενων και οδήγησε στη γενική υποχώρηση των Γάλλων - ενώ υποχωρούσαν, το βουλγαρικό πυροβολικό άνοιξε πυρ και προκάλεσε βαριές απώλειες στους Γάλλους.

Στα δεξιά, το 37ο Γαλλικό Αποικιακό Σύνταγμα είχε καλύτερη τύχη και εισήλθε στα χαρακώματα του λόφου «Βασκόβα Βισότσινα», ενώ μετά τοποθέτησε στη θέση αρκετά πολυβόλα. Αυτό συνέβη καθώς το βουλγαρικό πεζικό που παρατάχθηκε κοντά είχε παραμείνει στο καταφύγιο. Αλλά, ένας στρατιώτης αντιλήφθηκε την παρουσία των Γάλλων και τότε οι Βούλγαροι προχώρησαν σε αντεπίθεση. Με τη βοήθεια των πολυβόλων, οι Βούλγαροι κατάφεραν να εισέλθουν στα χαρακώματα και τότε ξεκίνησε μια άγρια μάχη σώμα με σώμα. Κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης σκοτώθηκαν πολλοί Βούλγαροι αξιωματικοί σκοτώθηκαν, συμπεριλαμβανομένου του διοικητή του τάγματος, Λοχαγού Βασκόβ.[27] Στα αριστερά, οι Βούλγαροι προσπάθησαν να εισέλθουν στα χαρακώματα που καταλήφθηκαν από τους Γάλλους και να απενεργοποιήσουν ή να αιχμαλωτίσουν τα πολυβόλα τους. Η αυξανόμενη χρήση πολυβόλων από τους Γερμανούς και τους Βούλγαρους ανάγκασε το 37ο Αποικιακό Σύνταγμα σε υποχώρηση.

Μέχρι τις 8:00, η επίθεση της 16ης Αποικιακής Μεραρχίας είχε λήξει με αποτυχία. Έτσι, στις 9:00, η μεραρχία ενισχύθηκε και προχώρησε σε νέα επίθεση κατά του λόφου «Στάμπνα Βισότσινα» και «Βάσκοβα Βισότσινα», αλλά δεν πέτυχε τους σκοπούς της. Οι απώλειες της 3/7 Βουλγαρικής Ταξιαρχίας κατά τη διάρκεια της ημέρας ανήλθαν σε 134 νεκρούς και 276 τραυματίες. Η ταξιαρχία αιχμαλώτισε 44 Γάλλους στρατιώτες σε κατάσταση μέθης και ανάφερε πως οι απώλειες των Γάλλων ανέρχονταν (σύμφωνα με υπολογισμούς) στους 725 στρατιώτες.[28] Λίγες μέρες αργότερα, ο Στρατηγός Σαράιγ ανάφερε πως η 16η Αποικιακή Μεραρχία έχασε περίπου 1.000 άνδρες κατά τη διάρκεια της επίθεσης της 9ης Μαΐου.[24]

Στα ανατολικά της 16ης Αποικιακής Μεραρχίας παρατάχθηκε η 17η Αποικιακή Μεραρχία των Γάλλων. Στις 9 Μαΐου, αυτή μεραρχία ανέλαβε την επίθεση κατά των θέσεων της 22ης Γερμανοβουλγαρικής Ταξιαρχίας Πεζικού σε συνεργασία με τη 2η Ανεξάρτητη Ρωσική Ταξιαρχία Πεζικού. Οι προετοιμασίες του πυροβολικού στην περιοχή ξεκίνησαν στις 5:15 και ο κανονιοβολισμός έφθασε στο απόγειο του στις 6:00, όταν ο καπνός κάλυψε σχεδόν όλες τις γερμανικές και βουλγαρικές γραμμές. Περίπου στις 6:30, το γαλλικό πεζικό προωθήθηκε σε 3 κύματα με 3 συντάγματα στην πρώτη γραμμή και ένα στην εφεδρεία. Στα μισά του δρόμου δια μέσου της ουδέτερης ζώνης, οι επιτιθέμενοι έγιναν αντιληπτοί από το βουλγαρικό πυροβολικό και δέχτηκαν βαρέα πυρά.[29]> Ενώ ένα μέρος των επιτιθέμενων είχε σκοτωθεί ή τραυματιστεί, ένα άλλος μέρος είχε φθάσει επιτυχώς και εισήλθε στην πρώτη γραμμή των γερμανικών και των βουλγαρικών χαρακωμάτων. Εκεί συγκρούστηκαν σώμα με σώμα με τους αμυνόμενους, αλλά ηττήθηκαν και υποχώρησαν. Οι Γάλλοι απέτυχαν να καταλάβουν τη σημαντική θέση «Τσέζαρ», με αποτέλεσμα οι υπερασπιστές να αποκτήσουν τακτικό πλεονέκτημα και να συγκεντρωθούν στην απώθηση της ρωσικής επίθεσης. Στις 8:45, η πρώτη γαλλική επίθεση έληξε με αποτυχία. Στις 11:00, το γαλλικό πεζικό προέβη σε νέα επίθεση αλλά 15 λεπτά αργότερα αναγκάστηκε να υποχωρήσει προς τις αρχικές θέσεις. Οι στρατιώτες που αιχμαλωτίστηκαν από τους Βούλγαρους ήταν μεθυσμένοι και τα υδροδοχεία τους ήταν γεμάτα με κρασί ή λικέρ.[29] Μια τρίτη γαλλική επίθεση έλαβε χώρα το απόγευμα άλλα ανακλήθηκε μέχρι τις 18:00. Οι συνολικές απώλειες της 17ης Αποικιακής Μεραρχίας κατά τη διάρκεια της ημέρας ανήλθαν στους 700 στρατιώτες.[24]

Η επίθεση της 2ης Ανεξάρτητης Ρωσικής Ταξιαρχίας Πεζικού Επεξεργασία

Περίπου 18 τάγματα συγκεντρώθηκαν για την επίθεση κατά των θέσεων της 22ης Γερμανοβουλγαρικής Ταξιαρχίας Πεζικού, οι 6 εκ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν στην 2η Ανεξάρτητη Ρωσική Ταξιαρχία Πεζικού του Στρατηγού Ντίτριχς. Αυτή η ταξιαρχία συμπεριλήφθη στην ιταλογαλλική ομάδα στον ποταμό Τσέρνα πριν την έναρξη της συμμαχικής επίθεσης.[8] Η ταξιαρχία παρατάχθηκε μεταξύ της 16ης Αποικιακής Μεραρχίας και της 17ης Αποικιακής Μεραρχίας των Γάλλων.

Στις 9 Μαΐου, το ρωσικό πεζικό προχώρησε σε επίθεση κατά των γερμανικών και των βουλγαρικών γραμμών στις 6:30, σε συνεργασία με τη γειτονική 17η Αποικιακή Μεραρχία. Στο δεξί άκρο της ταξιαρχίας, το 3ο Σύνταγμα Πεζικού προωθήθηκε κατα της θέσης «Χάιντσελμαν», η οποία καταλήφθηκε από τάγμα του 42ου Γερμανικού Συντάγματος Πεζικού, ενώ την ίδια ώρα, στο αριστερό άκρο, το 4ο Σύνταγμα Πεζικού επιτέθηκε κατά της θέσης «Ντάμπιτσα», όπου παρατάχθηκε άλλο ένα τάγμα του 42ου Γερμανικού Συντάγματος Πεζικού.[30] Το γερμανικό και το βουλγαρικό πυροβολικό άνοιξαν πυρ όταν έγινε φανερή η κίνηση των Ρώσων - ως αποτέλεσμα, μονάχα μερικές μονάδες του 3ου Ρωσικού Συντάγματος Πεζικού κατάφεραν να εισέλθουν στα χαρακώματα του «Χάιτσελμαν». Ωστόσο, στη θέση «Ντάμπιτσα», το γερμανικό πυροβολικού αδυνατούσε να απωθήσει την επίθεση του 4ου Ρωσικού Συντάγματος Πεζικού, οι δυνάμεις του οποίου είχαν εισέλθει στα κύρια χαρακώματα με τη χρήση χειροβομβίδων και προωθήθηκαν γρήγορα, με αποτέλεσμα να καταλάβουν ολόκληρο τον λόφο μέχρι τις 8:00.[19][30] Ως αποτέλεσμα, το επιτελείο της 22ης Γερμανοβουλγαρικής Ταξιαρχίας Πεζικού έχασε επαφή με τις μονάδες της στην περιοχή και δεν είχε σαφής εικόνα για την κατάσταση στην περιοχή μέχρι αργά το απόγευμα. Ενώ οι Γερμανοί υποχωρήσουν από τον λόφο, οι Ρώσοι αιχμαλώτισαν 4 Γερμανούς αξιωματικούς και 74 Γερμανούς στρατιώτες από το ΙΙ/42 Γερμανικό Τάγμα.[19][31]

Η κατάληψη της «Ντάμπιτσα» ήταν η μεγαλύτερη και πιο σημαντική επιτυχία των Συμμάχων κατά τη διάρκεια της μάχης. Δυστυχώς για τους Ρώσους, αυτή η επιτυχία ήταν βραχύβια καθώς η γαλλική επίθεση στη θέση «Τσέζαρ» έληξε με αποτυχία, γεγονός που επέτρεψε στους Γερμανούς και στους Βούλγαρους να απομακρύνουν τους Ρώσους από το «Χάιντσελμαν». Έτσι, μέχρι τις 8:45, οι περισσότερες ενέργειες της πρώτης μεγάλης συμμαχικής επίθεσης ανακλήθηκαν και μονάχα η «Ντάμπιτσα» έμεινε στα χέρια των Ρώσων.[31] Η κατάσταση του 4ου Συντάγματος παρέμεινε κρίσιμη, καθώς οι Βούλγαροι και οι Γερμανοί το είχαν περικυκλώσει από 3 σημεία.

Στις 14:40, ο διοικητής των ρωσογαλλικών δυνάμεων, Στρατηγός Λεμπούκ διέταξε τη ρωσική ταξιαρχία να επιτεθεί και να καταλάβει το «Χάιντσελμαν» με τις δυνάμεις του 3ου Συντάγματος ενώ η 17η Αποικιακή Μεραρχία επιτέθηκε εκ νέου κατά της θέσης «Τσέζαρ».[32] Η επίθεση, η οποία ήταν προγραμματισμένη για τις 17:30, ξεκίνησε με σύντομο κανονιοβολισμό των βουλγαρικών θέσεων, ενώ μετά, οι ρωσικές και οι γαλλικές δυνάμεις πεζικού μετακινήθηκαν από τα χαρακώματα και έφθασαν μέχρι τα συρματοπλέγματα των Βουλγάρων, αλλά δέχτηκαν επίθεση από τις βουλγαρικές και τις γερμανικές πυροβολαρχίες, με αποτέλεσμα να προκληθεί σύγχυση στις συμμαχικές γραμμές.[33] Μ' αυτό τον τρόπο, τρία συνεχόμενα κύματα επίθεσης πεζικού στράφηκαν πίσω στις αρχικές θέσεις και το ρωσικό πεζικό που επιχειρούσε να καταλάβει το «Χάιντσελμαν» απωθήθηκε αποφασιστικά από τους Γερμανούς υπερασπιστές. Μέχρι τις 18:00, οι συμμαχικές δυνάμεις σταμάτησαν την επίθεση.

Παρά την υποχώρηση, οι Ρώσοι συνέχισαν να διατηρούν τις θέσεις τους στη «Ντάμπιτσα», αλλά το πλεονέκτημα βρισκόταν στα χέρια των Γερμανών και των Βουλγάρων. Ο διοικητής της 22ης Ταξιαρχίας Πεζικού Συνταγματάρχης φον Ρόιτερ σχεδίαζε να ανακαταλάβει τις χαμένες θέσεις χάρη σε επίθεση από τη δυτική και την ανατολική πλευρά της «Ντάμπιτσα». Ο κανονιοβολισμός των ρωσικών θέσεων ξεκίνησε στις 19:40.[19]>[34] Στις 19:55, υπό την κάλυψη του καπνού, οι Γερμανοί πεζικάριοι επιτέθηκαν από τα δυτικά, ενώ οι Βούλγαροι από τα ανατολικά. Οι ρωσικές θέσεις ήταν ανυποστήριχτες και μέχρις τις 20:10, οι Γερμανοί και οι Βούλγαροι βρίσκονταν στην κορυφή του λόφου.

Με την ανακατάληψη της «Ντάμπιτσα», η ακεραιότητα ολόκληρης της αμυντικής γραμμής στον ποταμό Τσέρνα αποκαταστάθηκε και η μάχη έληξε στις 9 Μαΐου με αποφασιστική νίκη των Κεντρικών Δυνάμεων. Οι ρωσικές απώλειες ήταν βαριές και υπολογίζονται στους 975[35] με 1325[24] νεκρούς και τραυματίες.

Επακόλουθα Επεξεργασία

Κατά την αποφασιστική συμμαχική επίθεση πεζικού, οι Βούλγαροι έχασαν 681 άνδρες (νεκροί και τραυματίες), οι περισσότεροι από τους οποίους υπηρετούσαν στην 302η μεραρχία, με αποτέλεσμα οι συνολικές απώλειες να ανέλθουν στους 1.626 άνδρες για την περίοδο 5-9 Μαΐου 1917. Οι γερμανικές απώλειες κατά τη διάρκεια της επίθεσης είναι άγνωστες αλλά θεωρούνται βαριές καθώς οι γερμανικές μονάδες μάχονταν συνεχώς στα πιο πυκνά σημεία του πεδίου της μάχης. Οι Σύμμαχοι, από την άλλη πλευρά, έχασαν περίπου 5.450 άνδρες κατά τη διάρκεια της επίθεσης της 9ης Μαΐου χωρίς να έχουν κάποιο όφελος.[24]

Παρά την αποτυχία, ο Στρατηγός Σαράιγ δεν θέλησε να σταματήσει την επίθεση του και διέταξε νέες επιθέσεις ιταλικών και γαλλικών δυνάμεων στον ποταμό Τσέρνα που έλαβαν χώρα στις 11 και στις 17 Μαΐου και έληξαν με αποτυχία. Τελικά, μετά τη γαλλική ήττα στο Μοναστήρι και τη βρετανική ήττα στη Δοϊράνη, ο Στρατηγός Σαράιγ ανακάλεσε ολόκληρη την επίθεση στις 21 Μαΐου.

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 Дошкинов 1935, σελ. 114-133.
  2. 2,0 2,1 2,2 Корсун 1939.
  3. Дошкинов 1935, σελ. 3.
  4. Дошкинов 1935, σελ. 8.
  5. 5,0 5,1 Данилов 1933, σελ. 176.
  6. 6,0 6,1 Дошкинов 1935, σελ. 9.
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 Villari 1922, σελ. 130.
  8. 8,0 8,1 8,2 Данилов 1933, σελ. 177.
  9. Дошкинов 1935, σελ. 29.
  10. Villari 1922, σελ. 122-124.
  11. 11,0 11,1 Дошкинов 1935, σελ. 9-18.
  12. Дошкинов 1935, σελ. 48.
  13. Дошкинов 1935, σελ. 50.
  14. Дошкинов 1935, σελ. 53.
  15. 15,0 15,1 Дошкинов 1935, σελ. 58-60.
  16. Дошкинов 1935, σελ. 101.
  17. Дошкинов 1935, σελ. 128-129.
  18. Дошкинов 1935, σελ. 71.
  19. 19,0 19,1 19,2 19,3 Данилов 1933, σελ. 178.
  20. 20,0 20,1 Дошкинов 1935, σελ. 73.
  21. 21,0 21,1 21,2 21,3 21,4 21,5 21,6 Villari 1922, σελ. 131.
  22. 22,0 22,1 22,2 22,3 22,4 Дошкинов 1935, σελ. 74.
  23. 23,0 23,1 Villari 1922, σελ. 132.
  24. 24,0 24,1 24,2 24,3 24,4 Дошкинов 1935, σελ. 88.
  25. Дошкинов 1935, σελ. 75.
  26. 26,0 26,1 Дошкинов 1935, σελ. 76.
  27. Дошкинов 1935, σελ. 77.
  28. Дошкинов 1935, σελ. 79.
  29. 29,0 29,1 Дошкинов 1935, σελ. 80-83.
  30. 30,0 30,1 Дошкинов 1935, σελ. 80.
  31. 31,0 31,1 Дошкинов 1935, σελ. 82.
  32. Дошкинов 1935, σελ. 84.
  33. Дошкинов 1935, σελ. 85.
  34. Дошкинов 1935, σελ. 86.
  35. Данилов 1933, σελ. 179.

Πηγές Επεξεργασία

Στα βουλγάρικα

  • Дошкинов, Петър (1935). Майското сражение в завоя на Черна 1917 г. Печатница на Военно-издателския фонд. 

Στα αγγλικά:

Στα ρωσικά:

  • Данилов, Ю.Л. (1933). Русские отряды на французском и Македонском фронтах. 1916—1918 г.г. Союза офицеровь участниковъ войньи на французскомъ фронте. 
  • Корсун (1939). Балканский фронт. Воениздат НКО СССР.