Μαυσωλείο της Αγίας Ελένης

(Ανακατεύθυνση από Μαυσωλείο της Αγ. Ελένης)

Το Μαυσωλείο της Αγ. Ελένης είναι ένα αρχαίο κτήριο στη Ρώμη της Ιταλίας, που βρίσκεται στη Καζιλίνα Οδό (Via Casilina), που αντιστοιχεί στο 3ο μίλιο της αρχαίας Λαβικάνας Οδού (Via Labicana). Κτίστηκε από τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Α΄ μεταξύ 326 και 330 αρχικά ως τάφος για τον ίδιο, αλλά αργότερα αφιερώθηκε στη μητέρα του Αγία Ελένη, η οποία εκοιμήθη το 330.

Μαυσωλείο της Αγ. Ελένης
Χάρτης
Είδοςαρχαιολογική θέση και μαυσωλείο
Διεύθυνσηvia Casilina, 641[1]
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°52′44″N 12°32′56″E
Διοικητική υπαγωγήRoma Capitale
ΧώραΙταλία
ΧρηματοδότηςΆγιος Κωνσταντίνος
Προστασίαιταλικό πολιτισμικό αγαθό[1]
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

Ιστορία Επεξεργασία

Η περιοχή όπου βρίσκεται το μαυσωλείο είναι μέρος ενός υστερορωμαϊκού συγκροτήματος κτηρίων, γνωστών ως Ad Duas Lauros, το οποίο, σύμφωνα με αρχαίες πηγές, [2] εκτεινόταν από την Πόρτα Ματζόρε (Porta Maggiore) μέχρι το 3ο μίλιο της αρχαίας Λαβικάνας Οδού. Περιλάμβανε τις Κατακόμβες του Μαρκελλίνου και του Πέτρου και την παλαιοχριστιανική βασιλική Σάντι Μαρτσελίνο ε Πιέτρο αλ Λατεράνο (Santi Marcellino e Pietro al Laterano). Από την τελευταία ελάχιστα απομένουν σήμερα, καθώς χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τη σύγχρονη εκκλησία του Σάντι Μαρτσελίνο τ Πιέτρο αντ Ντούας Λάουρος (Santi Marcellino e Pietro ad Duas Lauros).

Η πρόσβαση στο μαυσωλείο και τις κατακόμβες είναι στα αριστερά της εκκλησίας.

Πριν από την κατασκευή του μαυσωλείου ο χώρος χρησιμοποιήθηκε ως νεκροταφείο του Προσωπικού Ιππικού (Equites Singulares) του Αυτοκράτορα. Αυτό έχει επιβεβαιωθεί από πολυάριθμες επιγραφές, που αναφέρουν τις Equites ad Duas Lauros, αν και η ακριβής θέση της νεκρόπολης δεν έχει ανακαλυφθεί. Εικάζεται ότι η νεκρόπολη καταστράφηκε σκόπιμα από τον Κωνσταντίνο A΄ ως εκδίκηση εναντίον του Ιππικού που, στη μάχη της Μιλβίας Γέφυρας (Ponte Milvio), τάχθηκαν στο πλευρό του Μαξεντίου εναντίον του.

Μετά την κοίμηση της Αγ. Ελένης, το Ad Duas Lauros παραχωρήθηκε στους πάπες της Ρώμης. Το μαυσωλείο υπέστη ζημιές λόγω της χρήσης των υλικών του για άλλες κατασκευές. Τον 8ο αι. έγινε αμυντικό φρούριο. Ωστόσο συνέχισε να στεγάζει τον τάφο της Αγ. Ελένης μέχρι τον 11ο αι., όταν η σαρκοφάγος της μεταφέρθηκε στο Λατερανό (σήμερα βρίσκεται στα Μουσεία Βατικανού).

 
Η Σαρκοφάγος της Ελένης.

Οι μελετητές Lanzoni [3] και Duchesne [4] τοποθετούν σε αυτήν την περιοχή την πόλη γνωστή ως Subaugusta, το όνομα της οποίας αναφερόταν στην Aυγούστα Ελένη. Η πόλη για ένα διάστημα σχημάτισε μία μικρή επισκοπή, τέσσερις από τους επισκόπους της οποίας συμμετείχαν στις συνόδους, που έγιναν στη Ρώμη μεταξύ 465 και 502. [5] Η επισκοπή περιλαμβάνεται στον κατάλογο της Καθολικής Εκκλησίας για τις τιτουλάριες επισκοπές. [6]

Αρχιτεκτονική Επεξεργασία

Το κτήριο είναι κυκλικής κάτοψης και αποτελείται από δύο κυλινδρικά μέρη, με το επάνω μικρότερης διαμέτρου (27,74 μ., εσωτερική διάμετρος 20,18 μ.). Το αρχικό ύψος ήταν 25,42 μ., ενώ σήμερα έχει μειωθεί σε περίπου 18 μ..

Εσωτερικά το κάτω κυλινδρικό μέρος έχει οκταγωνικό σχήμα. Στις γωνίες του οκταγώνου υπάρχουν κόγχες, ορθογώνιες και ημικυκλικές εναλλάξ, με μία από αυτές να είναι η είσοδος. Σε αντιστοιχία με τις κόγχες, στο επάνω κυλινδρικό μέρος, υπήρχαν οκτώ τοξωτά παράθυρα. Προκειμένου να αποκτήσει το κτήριο έναν ελαφρύτερο θόλο, περιλάμβανε θραύσματα αμφορέων (όπως στον ναό του Ρωμύλου ή στο μαυσωλείο της Βίλας των Γορδιανών), τα οποία είναι πλέον ορατά μετά την κατάρρευση του θόλου. Αυτό οδήγησε στο μεσαιωνικό όνομα του μαυσωλείου, Torpignattara (Torre delle pignatte, που σημαίνει «πύργος των αγγείων»), το οποίο σήμερα χρησιμοποιείται επίσης για την συνοικία που έχει αναπτυχθεί γύρω.

Η ορθογώνια κόγχη απέναντι από την είσοδο πιθανότατα περιείχε την σαρκοφάγο της Ελένης, από ερυθρό πορφυρίτη λίθο. Τα εξωτερικά τοιχώματα της σαρκοφάγου είναι διακοσμημένα με πολεμικές σκηνές, καθώς αρχικά επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί για τον γιο της Αγ. Ελένης, τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Α΄.

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Βιβλιογραφικές αναφορές Επεξεργασία

Αναφορές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 dati.beniculturali.it.
  2. Liber Pontificalis, 314 AD
  3. Francesco Lanzoni, Le diocesi d'Italia dalle origini al principio del secolo VII (an. 604), vol. I, Faenza 1927, pp. 120–126
  4. Louis Duchesne, Le sedi episcopali nell'antico ducato di Roma, in Archivio della romana società di storia patria, Volume XV, Roma 1892, p. 497
  5. Giuseppe Cappelletti, Le Chiese d'Italia, vol. I, p. 623
  6. Annuario Pontificio 2013 (Libreria Editrice Vaticana, 2013, (ISBN 978-88-209-9070-1)), p. 977

Πηγές Επεξεργασία

  • Giardina, Andrea (1986). Società romana e impero tardoantico / Istituzioni, ceti, economia (στα Ιταλικά). Rome: Laterza. ISBN 978-88-420-2690-7. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία