Μια ανιαρή ιστορία

Διήγημα του Αντόν Τσέχωφ

Μια ανιαρή ιστορία (Ρωσικός τίτλος: Скучная история , Skuchnaja istorija) είναι διήγημα του Αντόν Τσέχωφ που γράφτηκε και δημοσιεύθηκε σε περιοδικό το 1889. Ένας επιφανής καθηγητής πανεπιστημίου, έχοντας χάσει το ενδιαφέρον για τη ζωή και τον περίγυρό του, πριν το επικείμενο τέλος του αναλογίζεται τη μοίρα του και προσπαθεί να κατανοήσει τους λόγους της ραγδαίας σωματικής και ψυχολογικής του κατάρρευσης περιγράφοντας την πορεία της ζωής του. [1]

Μια ανιαρή ιστορία
ΣυγγραφέαςΆντον Παύλοβιτς Τσέχωφ
ΤίτλοςСкучная история
ΥπότιτλοςИз записок старого человека
ΓλώσσαΡωσικά
Ημερομηνία δημιουργίας1889
Ημερομηνία δημοσίευσης1889

Ιστορία της δημιουργίας Επεξεργασία

Ο Τσέχωφ, ενώ ήταν φοιτητής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Μόσχας, παρακολουθούσε διαλέξεις του καθηγητή Αλεξάντερ Ιβάνοβιτς Μπαμπούκιν (1835-1891). Ο καθηγητής χρησίμευσε ως πρωτότυπο για τον ήρωα της ιστορίας και ο ίδιος δεν αρνήθηκε αυτή τη σύνδεση - ακόμη και τα εξωτερικά χαρακτηριστικά τους συμπίπτουν.[2]

Ο Τσέχωφ έγραψε το διήγημα στη Γιάλτα και το ολοκλήρωσε στη Μόσχα με αρχικό τίτλο «Το όνομά μου και εγώ».

Υπόθεση Επεξεργασία

Η αφήγηση είναι σε πρώτο πρόσωπο από τον κεντρικό χαρακτήρα του έργου, τον διακεκριμένο καθηγητή ιατρικής Νικολάι Στεπάνοβιτς, 62 ετών. Είναι ανίατα άρρωστος και, σύμφωνα με τις προβλέψεις του, δεν έχει περισσότερους από έξι μήνες ζωής. Αισθάνεται γερασμένος, οι διανοητικές του ικανότητες μειώνονται, υποφέρει από αϋπνία. Η γυναίκα του Βάρια, που κάποτε την αγάπησε με πάθος, και η κόρη του Λίζα τον εκνευρίζουν, του φαίνονται μικροπρεπείς και κενές. Η 22χρονη Λίζα είναι φοιτήτρια στο μουσικό ωδείο και συνεχίζει τη μουσική ενώ εκείνος δεν μπορεί να πληρώσει τους μισθούς των υπηρετών. Η διδασκαλία, κάποτε πηγή υπέρτατης ευχαρίστησης για αυτόν, τώρα τον βαραίνει: γνωρίζει ότι λόγω ασθένειας δεν μπορεί να δίνει διαλέξεις με την ίδια λαμπρότητα και ότι θα ήταν δίκαιο να παραχωρήσει τη θέση του σε έναν νέο συνάδελφο, αλλά δεν το κάνει για οικονομικούς λόγους. [3]

Η φήμη του και η αξιοπρεπής ζωή του δεν τον ανακουφίζουν από το ψυχικό και σωματικό του μαρτύριο. Το μόνο που τον συνδέει με τη ζωή είναι η στοργή της Κάτιας, κόρης ενός αείμνηστου φίλου του οφθαλμίατρου, ο οποίος στη διαθήκη του τον όρισε κηδεμόνα της και το κορίτσι έζησε στο σπίτι του μέχρι τα δέκα της χρόνια, έως ότου την έστειλε στο σχολείο. Η Κάτια, ενθουσιώδης και αφελής όταν ήταν μικρή, με αγνή καρδιά και παθιασμένη αγάπη για το θέατρο, τώρα γύρω στα 30 είναι απελπισμένη. Προσπάθησε να γίνει ηθοποιός, απογοητεύτηκε, προδόθηκε από τον αγαπημένο της και το νόθο παιδί της πέθανε. Έγραψε στον Νικολάι Στεπάνοβιτς ζητώντας συμβουλές αλλά οι απαντήσεις του δεν τη βοήθησαν με κανέναν τρόπο. Ο Νικολάι Στεπάνοβιτς και η Κάτια αγαπούν ο ένας τον άλλον σαν πατέρας και κόρη. Η Βάρια και η Λίζα, αντίθετα, μισούν την Κάτια και αυτή με τη σειρά της τις περιφρονεί.[4]

Τα βράδια ο Νικολάι Στεπάνοβιτς πηγαίνει στην Κάτια, τον μόνο άνθρωπο με τον οποίο νιώθει καλά και άνετα. Εκτός από αυτόν, η Κάτια έχει έναν άλλο καλεσμένο - τον φιλόλογο Μιχαήλ Φεντόροβιτς, ο οποίος είναι ερωτευμένος μαζί της αλλά δεν τολμά να της εξομολογηθεί. Ένα βράδυ, η Κάτια παρακαλεί τον Νικολάι Στεπάνοβιτς να δεχθεί χρήματά της και να πάει για θεραπεία. Αυτός αρνείται.

Τα καθημερινά οικογενειακά δείπνα τον κουράζουν και τον εκνευρίζουν. Εκτός από τη σύζυγο και την κόρη του, υπάρχει και κάποιος Αλεξάντερ Γκνέκερ, υποψήφιος γαμπρός της Λίζας. Η Βάρια τον πιέζει να πάει στο Χάρκοβο, από όπου κατάγεται ο Γκνέκερ, για να κάνει έρευνες σχετικά με την περιουσία του και την οικογένειά του. Ο Νικολάι Στεπάνοβιτς είναι απρόθυμος, αλλά τελικά συμφωνεί.

Στο Χάρκοβο, προσπαθεί να κάνει έρευνες για τον Γκνέκερ, αλλά κανείς στην πόλη δεν τον γνωρίζει. Σύντομα, λαμβάνει ένα τηλεγράφημα από τη γυναίκα του: ο Γκνέκερ και η Λίζα παντρεύτηκαν κρυφά. Αυτό το μήνυμα δεν τον ενθουσιάζει αλλά το δέχεται με απάθεια. Έκπληκτος για την αδιαφορία του, στο δωμάτιο του ξενοδοχείου ξαφνικά έκπληκτος βλέπει την Κάτια, η οποία κλαίγοντας ζητά τη συμβουλή του: «Είσαι ο πατέρας μου, ο μοναδικός μου φίλος! Είσαι έξυπνος, μορφωμένος. Έχεις ζήσει τόσο πολύ, ήσουν καθηγητής! Πες μου, τι να κάνω.» Αλλά ο Νικολάι Στεπάνοβιτς δεν έχει σοφία να προσφέρει. Η πολύτιμη Κάτια του τον εγκαταλείπει - φεύγει για την Κριμαία - και κάθεται μόνος στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του, παραιτημένος μέχρι θανάτου. «Αντίο, θησαυρέ μου!» είναι οι λέξεις με τις οποίες ο συγγραφέας τελειώνει το έργο του.[5]

Διασκευή Επεξεργασία

  • 2015: Le journal d'un vieil homme, καναδική ταινία σε σκηνοθεσία Bernard Émond βασισμένη στο διήγημα του Τσέχωφ.[6]

Μετάφραση στα ελληνικά Επεξεργασία

  • Μια ανιαρή ιστορία, μετάφραση: Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, Εκδόσεις: ΔΟΛ- Ελληνικά Γράμματα [7]
  • Μια ανιαρή ιστορία, μετάφραση: Βασίλης Ντινόπουλος, εκδόσεις Ερατώ, 2009 [8]

Παραπομπές Επεξεργασία