Μοχάμεντ Άλι
Ο Μοχάμεντ Άλι (Muhammad Ali, όνομα γέννησης: Κάσιους Μαρσέλους Κλέι, Cassius Marcellus Clay, Jr, 17 Ιανουαρίου 1942 − 3 Ιουνίου 2016) ήταν Αμερικανός πυγμάχος. Αποχώρησε οριστικά από την ενεργό έχοντας φτάσει συνολικά στις 56 νίκες, με πέντε ήττες και κατακτώντας τρεις φορές τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή βαρέων βαρών καθώς και ένα χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1960.[1] Υπήρξε ο πρώτος πυγμάχος που κατέκτησε τρεις φορές τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή, τον οποίο υπερασπίστηκε με επιτυχία συνολικά 19 φορές. Θεωρείται ένας από τους κορυφαίους πυγμάχους στην ιστορία του αθλήματος και ένας από τους σπουδαιότερους αθλητές όλων των εποχών.[2][3][4][5][6] Το 1999 ψηφίστηκε δεύτερος καλύτερος αθλητής του 20ού αιώνα από τη ΔΟΕ μετά από τον Πελέ.[7] Το 2024 η Διεθνής Ένωση Αθλητικού Τύπου (AIPS), με τη συμμετοχή 913 δημοσιογράφων από 137 χώρες, τον ψήφισε ως καλύτερο αθλητή των τελευταίων 100 χρόνων.[8][9][10][11] Την ίδια θέση κατέλαβε και από το Συνέδριο της Ένωσης τρεις μήνες νωρίτερα.[12][13]
Μοχάμεντ Άλι | |||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
![]() 1967 | |||||||||
Προσωπικές Πληροφορίες | |||||||||
Ονομασία γέννησης | Κάσιους Μαρσέλους Κλέι | ||||||||
Ψευδώνυμα | The Greatest, The People's Champion, The Louisville Lip | ||||||||
Γέννηση | 17 Ιανουαρίου 1942 Λούισβιλ (Κεντάκι), ΗΠΑ | ||||||||
Θάνατος | 3 Ιουνίου 2016 (74 ετών) Φοίνιξ (Αριζόνα), ΗΠΑ | ||||||||
Έτη δραστηριοποίησης | 1960 - 1981 | ||||||||
Ύψος | 1,90 μ. | ||||||||
Άθλημα | |||||||||
Χώρα | ![]() | ||||||||
Άθλημα | Πυγμαχία | ||||||||
Μετάλλια
|
Ο τρόπος που πυγμαχούσε διακρινόταν για την ταχύτητα των κινήσεών του, την αμυντικότητα και την ευελιξία του. Μέσα από τον συχνά προκλητικό, αλαζονικό και αυθάδη χαρακτήρα του απέναντι στους αντιπάλους του, απομακρύνθηκε από τα παραδοσιακά δεδομένα των αγώνων πυγμαχίας, ενώ ταυτόχρονα απασχόλησε την κοινή γνώμη για τις θέσεις του πάνω σε θρησκευτικά και πολιτικά ζητήματα, αποτελώντας σύμβολο διαμαρτυρίας. Στη δεκαετία του 1960 ασπάστηκε το Ισλάμ, προσχωρώντας στην οργάνωση των «Μαύρων Μουσουλμάνων» και μετονομάστηκε σε Μοχάμεντ Άλι, θεωρώντας πως μέχρι τότε κατείχε το «όνομα ενός δούλου». Τοποθετήθηκε ανοιχτά σε θέματα που άπτονταν της ελευθερίας των Αφροαμερικανών στις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ αρνήθηκε επίσης να καταταγεί στον αμερικανικό στρατό κατά τη διάρκεια του πολέμου του Βιετνάμ, στάση για την οποία του αφαιρέθηκε προσωρινά ο τίτλος του πρωταθλητή. Κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του, είχε λάβει πολυάριθμες τιμητικές διακρίσεις, ενώ το 2005 ιδρύθηκε προς τιμή του το «Κέντρο Μοχάμεντ Άλι», αφιερωμένο στη ζωή του, στην αθλητική σταδιοδρομία του και στα ιδανικά που υπεράσπισε.
Βιογραφία
ΕπεξεργασίαΠρώτα χρόνια
ΕπεξεργασίαΟ Κάσιους Κλέι γεννήθηκε στο Λούισβιλ της πολιτείας του Κεντάκι στο νότο των ΗΠΑ. Ήταν απόγονος σκλάβων του προπολεμικού Νότου, και ήταν κυρίως αφρικανικής καταγωγής, με ιρλανδική και αγγλική οικογενειακή κληρονομιά. Ο πατέρας του, Κάσιους Μάρσελους Κλέι ο πρεσβύτερος, συντηρούσε την οικογένειά του εργαζόμενος ως σχεδιαστής πινακίδων και η μητέρα του, Οντέσα Γκρέιντι Κλέι, εργαζόταν ως οικιακή βοηθός. Πήρε το όνομά του από τον πατέρα του, ο οποίος ονομάστηκε ο ίδιος προς τιμή του Ρεπουμπλικανού ομώνυμου πολιτικού του 19ου αιώνα και φανατικού υποστηρικτή της κατάργησης των φυλετικών διακρίσεων, επίσης από την πολιτεία του Κεντάκι. Ο Άλι είχε έντονο φυσικό πνεύμα, αλλά όχι ενδιαφέρον για την ακαδημαϊκή εκπαίδευση.[14] Η ενασχόλησή του με την πυγμαχία ξεκίνησε όταν ήταν στην ηλικία των 12 ετών, αρχικά σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Η πρώτη πρόκληση ήρθε όταν μια μέρα του εκλάπη το καινούριο του ποδήλατο και ο αστυνομικός που περιπολούσε στην περιοχή τον προκάλεσε να μάθει να μάθει να πολεμά πρώτα. Έκανε το ντεμπούτο του το 1954 με νίκη ενάντια στον τοπικό πυγμάχο Ronnie O'Keefe. Κέρδισε έξι τίτλους Golden Gloves στο Κεντάκι, δύο εθνικούς τίτλους Golden Gloves και έναν εθνικό τίτλο της Ερασιτεχνικής Αθλητικής Ένωσης. Το ερασιτεχνικό ρεκόρ του Κλέι ήταν 100 νίκες σε 108 αγώνες με πέντε ήττες.[15]
Καριέρα
ΕπεξεργασίαΤο 1960 σε ηλικία 18 ετών κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης, στην κατηγορία των 87,5 κιλών, γεγονός που σηματοδότησε την έναρξη της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας στην πυγμαχία.[1][16] Αμέσως μετά τους αγώνες μια ομάδα λευκών ντόπιων επιχειρηματιών δημιουργήθηκε για να στηρίξει οικονομικά τον νεαρό πυγμάχο και να τον προστατεύσει από τις διεφθαρμένες επιρροές στις επαγγελματική καριέρα. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, το συγκρότημα έστειλε τον Κλέι στο Μαϊάμι για να συνεργαστεί με τον Άντζελο Νταντί — έναν από τους πιο σεβαστούς προπονητές του αθλήματος.[15]
Έκανε το επαγγελματικό του ντεμπούτο στις 29 Οκτωβρίου 1960, κερδίζοντας σε έξι γύρους τον Τούνεϊ Χάνσακερ. Από τότε μέχρι το τέλος του 1963, ο Κλέι σημείωσε ρεκόρ 19 νίκες – 0 ήττες με 15 νίκες να σημειώνονται με νοκ άουτ. Οι πρώτες επαγγελματικές εμφανίσεις του προκάλεσαν εντύπωση περισσότερο εξαιτίας της συμπεριφοράς του, καθώς συνήθιζε να απευθύνεται με υπεροπτικό και ειρωνικό ύφος προς τους αντιπάλους του, υιοθετώντας για τον εαυτό του το παρωνύμιο «Μέγας» και χρησιμοποιώντας στίχους ή φράσεις με τις οποίες αυτοχαρακτηριζόταν, όπως η περίφημη ρήση του για τον τρόπο παιχνιδιού του «πετώ σαν πεταλούδα, τσιμπάω σαν μέλισσα».[17] Μάλιστα, τον Αύγουστο του 1963 κυκλοφόρησε ένα μουσικό κωμικό άλμπουμ με τον τίτλο I Am the Greatest («Είμαι ο μεγαλύτερος»). Το άλμπουμ βοήθησε να εδραιωθεί η φήμη του ως εύγλωττα ποιητικού «σκουπιδολόγου», ενώ έχει επίσης αναγνωριστεί ως πρώιμο παράδειγμα χιπ χοπ μουσικής. Η συμπεριφορά του και ο τρόπος που αγωνιζόταν προκάλεσαν τόσο το θαυμασμό μέρους του κοινού και των ειδικών του αθλήματος, όσο και την οργή άλλων. Στη διάρκεια των αγώνων, ο Κλέι διατηρούσε τα χέρια του αρκετά χαμηλά και επιχειρούσε να αποφεύγει τα χτυπήματα περισσότερο με την κίνηση του σώματός του, αντί της συνηθισμένης παθητικής άμυνας. Στις 25 Φεβρουαρίου του 1964 διεκδίκησε για πρώτη φορά τον τίτλο του πρωταθλητή, από τον Σόνι Λίστον, νικώντας στην αναμέτρησή τους μετά από έξι γύρους.[18][19] Δύο ημέρες αργότερα, ο Κλέι προκάλεσε την αντίδραση της αμερικανικής ομοσπονδίας της πυγμαχίας, ανακοινώνοντας πως είχε ασπαστεί το Ισλάμ και προσχωρήσει στην οργάνωση του Έθνους του Ισλάμ (γνωστή και ως «Μαύροι Μουσουλμάνοι»). Η θρησκευτική μεταστροφή του συνοδεύτηκε από αλλαγή του ονόματός του και στις 6 Μαρτίου 1964 υιοθέτησε το όνομα Μοχάμεντ Άλι που του δόθηκε από τον πνευματικό καθοδηγητή του, Ελάιτζα Μοχάμεντ. Οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις εξελίχθηκαν στη διάρκεια του χρόνου και τo 1975, μετά το θάνατο του Ε. Μοχάμεντ, στράφηκε προς το «ορθόδοξο» Ισλάμ.[14][20]
Τα επόμενα χρόνια, ο Άλι κυριάρχησε στους αγωνιστικούς χώρους όπως λίγοι πυγμάχοι στην ιστορία του αθλήματος. Κατόρθωσε να υπερασπιστεί τον τίτλο του απέναντι στον Λίστον το Μάιο του 1965, επικρατώντας του αντιπάλου του με νοκ άουτ στον πρώτο γύρο του αγώνα, ενώ ακολούθησαν και άλλες επιβλητικές νίκες επί σπουδαίων πυγμάχων.[21]
Στις 18 Φεβρουαρίου του 1966, ο 24χρονος παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών, διάσημος όχι μόνο για τις αθλητικές του επιδόσεις αλλά και για τις ριζοσπαστικές πολιτικές του θέσεις, προκάλεσε σοκ στην αμερικανική και τη διεθνή κοινή γνώμη ανακοινώνοντας την απόφασή του να μην πολεμήσει στο Βιετνάμ.[22][23] Μυημένος στο κίνημα των «Μαύρων Μουσουλμάνων» από τον μαύρο ριζοσπάστη ηγέτη Μάλκολμ Χ, που δολοφονήθηκε τον Φεβρουάριο του 1965, ο Άλι αρνήθηκε τη στράτευση για λόγους συνείδησης, ως μουσουλμάνος ιερέας. «Δεν γνωρίζω τίποτα για το Βιετνάμ και δεν έχω τίποτα να χωρίσω με τους Βιετκόνγκ. Τουλάχιστον, αυτοί δεν με φωνάζουν βρωμονέγρο», δήλωσε το ίνδαλμα εκατομμυρίων μαύρων, διακινδυνεύοντας ποινή φυλάκισης τουλάχιστον πέντε ετών για λιποταξία και απώλεια του τίτλου του. Για τη στάση αυτή, αντιμετώπισε έντονη κριτική από μεγάλη μερίδα της αμερικανικής κοινής γνώμης, σε μία περίοδο που η πλειοψηφία των Αμερικανών πολιτών υποστήριζε την αναγκαιότητα του πολέμου στο Βιετνάμ.[24] «Η συνείδησή μου δεν θα με αφήσει να πυροβολήσω έναν αδερφό μου ή κάποιους φτωχούς πεινασμένους στη λάσπη για τη μεγάλη ισχυρή Αμερική», είχε πει ακόμα ο Άλι. Η στάση του αυτή τελικά δεν μείωσε τη δημοτικότητά του και αναμφισβήτητα την ενίσχυσε.[25]
Στις 21 Μαΐου του 1966 έβγαλε νοκ άουτ τον Βρετανό διεκδικητή του τίτλου Χένρι Κούπερ και στις 6 Αυγούστου με τον ίδιο τρόπο τον Μπράιαν Λόντον. Αξιοσημείωτη υπήρξε και η αναμέτρησή του με τον Κλίβελαντ Γουίλιαμς, στις 14 Νοεμβρίου, όταν στη διάρκεια των τριών γύρων της, επέφερε στον αντίπαλό του περισσότερα από εκατό χτυπήματα, προκάλεσε τέσσερις πτώσεις του, ενώ ο ίδιος δέχθηκε μόλις τρία χτυπήματα. Συχνά θεωρείται ως ο καλύτερος αγώνας της καριέρας του.[26] Στις 28 Δεκεμβρίου, κατάφερε ένα ισχυρότατο «κροσέ» εναντίον ενός άλλου διεκδικητή του τίτλου, του Έρνι Τέρελ, όχι μέσα στο ριγκ αλλά σε μία συνέντευξη Τύπου, όπου ο αντίπαλός του έκανε το μοιραίο σφάλμα να τον αποκαλέσει με το όνομα Κάσιους Κλέι. Αυτό είναι όνομα δούλου, όνομα λευκού, όνομα ενός μπαρμπα-Θωμά, φώναξε έξαλλος ο Άλι μπροστά στους έκπληκτους δημοσιογράφους, δίνοντας ένα μέτρο της αφοσίωσής του στην καινούργια του πίστη.[27]
Όμως, λόγω της άρνησής του να καταταχθεί στο στρατό, του αφαιρέθηκε ο τίτλος του πρωταθλητή και αποκλείστηκε από κάθε αθλητική διοργάνωση των Ηνωμένων Πολιτειών για τρεισήμισι χρόνια, ενώ καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκισης, ποινή που ωστόσο αναιρέθηκε τέσσερα χρόνια αργότερα από το Ανώτατο Δικαστήριο των Η.Π.Α. Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, ο Άλι ξεχώρισε γενικά για τη στάση του απέναντι σε θέματα που άπτονταν της ελευθερίας και των δικαιωμάτων των Αφροαμερικανών ασκώντας αξιοσημείωτη επίδραση στην αμερικανική κοινωνία, με μηνύματα που βρίσκονταν στην αιχμή του κινήματος για τα ανθρώπινα δικαιώματα.[28]
Επέστρεψε στην αγωνιστική δράση τον Οκτώβριο του 1970 και ενώ ο τίτλος του πρωταθλητή ανήκε πλέον στον Τζο Φρέιζερ. Οι εμφανίσεις του, μετά την πολυετή αποχή του, δεν υπήρξαν ανάλογες με αυτές που είχαν προηγηθεί. Είχε χάσει λίγη από την χαρακτηριστική του ταχύτητα, αλλά το αναπλήρωσε με το νου και την ψυχολογική πίεση που μπορούσε να ασκήσει στους περισσότερους από τους αντιπάλους του.[14] Στις 8 Μαρτίου του 1971 διεκδίκησε τον τίτλο του πρωταθλητή βαρέων βαρών από τον Φρέιζερ, ωστόσο ηττήθηκε για πρώτη φορά στη σταδιοδρομία του, στα σημεία, μετά από αγώνα 15 γύρων που χαρακτηρίστηκε ως «ο αγώνας του αιώνα». Οι δύο πυγμάχοι αναμετρήθηκαν για δεύτερη φορά το 1973 και ενώ ο Φρέιζερ είχε ήδη απολέσει τον τίτλο του πρωταθλητή, με τον Άλι να αναδεικνύεται νικητής μετά από αγώνα 12 γύρων. Στις 30 Οκτωβρίου 1974 διεκδίκησε εκ νέου τον τίτλο με αντίπαλο τον Τζορτζ Φόρμαν. Ο μεταξύ τους αγώνας διοργανώθηκε στο Ζαΐρ (σημερινή Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό), χάρη σε χρηματοδότηση του προέδρου της χώρας, Μομπούτου και έμεινε γνωστός στην ιστορία της πυγμαχίας με τον τίτλο Rumble in the Jungle («Βροντή στη ζούγκλα»). Με ένθερμη υποστήριξη από το κοινό των 60.000 θεατών, που ενίσχυε τον Άλι τραγουδώντας τη χαρακτηριστική φράση Ali Boma Ye («Άλι σκότωσέ τον») κατάφερε να νικήσει τον αντίπαλό του, πετυχαίνοντας νοκ άουτ στον όγδοο γύρο της αναμέτρησης και ακολουθώντας αυτή τη φορά μία διαφορετική στρατηγική, παλαιότερα σε χρήση από τον πυγμάχο Άρτσι Μουρ. Σε αντίθεση με την διαρκή κίνηση του παρελθόντος, επέλεξε να αγωνιστεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα στηριζόμενος στα σχοινιά του ρινγκ, αποφεύγοντας τα χτυπήματα του Φόρμαν και εκμεταλλευόμενος στη διάρκεια του αγώνα την κούραση του αντιπάλου του. [29][30][31] Ήταν ίσως το αποκορύφωμα της καριέρας του χρησιμοποιώντας το μυαλό του περισσότερο παρά τις αντικειμενικές του ικανότητες.[32]
Το επόμενο διάστημα, ο Άλι βρέθηκε στο αποκορύφωμα της δημοτικότητάς του και από τους επόμενους αγώνες του ξεχώρισε η τρίτη αναμέτρησή του με τον Τζο Φρέιζερ στις Φιλιππίνες, κοντά στην πρωτεύουσα της χώρας Μανίλα, η οποία θεωρείται ένας από τους κορυφαίους αγώνες πυγμαχίας στην ιστορία του αθλήματος.[33] Το 1978 απώλεσε τον τίτλο του πρωταθλητή από τον χρυσό ολυμπιονίκη του Μόντρεαλ Λέον Σπινκς, τον οποίο απέκτησε ξανά, συνολικά για τρίτη φορά, επτά μήνες αργότερα. Αποχώρησε από την αγωνιστική δράση για τα επόμενα δύο χρόνια. Η επιστροφή του συνοδεύτηκε από μία ήττα από τον Λάρι Χολμς το 1980, ενώ τον επόμενο χρόνο έδωσε τον τελευταίο αγώνα του, χάνοντας με αντίπαλο τον Τρέβορ Μπέρμπικ. Αν και η στατιστική των αγώνων του δεν είναι σήμερα μοναδική, η ποιότητα των αντιπάλων του και ο τρόπος με τον οποίο πέτυχε τις νίκες του στη διάρκεια της πολύχρονης σταδιοδρομίας του, τον κατατάσσουν μέχρι σήμερα στους κορυφαίους πυγμάχους της ιστορίας, συχνά θεωρούμενος ως ο μεγαλύτερος όλων.[19][34][35][36]
Μετά τον αθλητισμό
ΕπεξεργασίαΤο 1983 διαγνώστηκε με νόσο του Πάρκινσον και κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του η κατάσταση της υγείας του έχει επιδεινωθεί. Μετά την αποχώρησή του από την πυγμαχία, ο Άλι έχει τιμηθεί αρκετές φορές για την αθλητική αλλά και κοινωνική προσφορά του. Έκανε αποστολές καλής θέλησης στο Αφγανιστάν και τη Βόρεια Κορέα, παρέδωσε ιατρικές προμήθειες σε μια Κούβα με εμπάργκο και ταξίδεψε στο Ιράκ για να εξασφαλίσει την απελευθέρωση 15 ομήρων των ΗΠΑ λίγο πριν τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου.[37] Το 1990 εισήχθη στην Αίθουσα Φήμης της Διεθνούς Πυγμαχίας. Το 1996 επιλέχθηκε για την αφή της ολυμπιακής φλόγας κατά την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων που διοργανώθηκαν στην Ατλάντα των ΗΠΑ, ενώ το 1998 ορίστηκε ως Πρέσβης Καλής Θέλησης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.[28][38] Το 2005 τιμήθηκε με το «Προεδρικό Μετάλλιο της Ελευθερίας».[39][40] Τον ίδιο χρόνο τιμήθηκε επίσης με το χρυσό «Μετάλλιο Ειρήνης Otto Hahn» για την πολύχρονη συμμετοχή του στο αμερικανικό κίνημα για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη χειραφέτηση των μαύρων παγκοσμίως, καθώς και για το έργο του ως Πρεσβευτής Καλής Θέλησης των Ο.Η.Ε..[41] Στις 19 Δεκεμβρίου 2005 ιδρύθηκε προς τιμή του το μη κερδοσκοπικό «Κέντρο Μοχάμεντ Άλι», αφιερωμένο στη ζωή του, στην αθλητική σταδιοδρομία του και στα ιδανικά που υπερασπίστηκε.[42]
Πατέρας εννέα παιδιών, ο Μοχάμεντ Άλι απεβίωσε στις 3 Ιουνίου 2016 σε νοσοκομείο της Αριζόνα μετά από αναπνευστικό πρόβλημα.[43]
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 «IOC : MUHAMMAD ALI». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιουλίου 2024. Ανακτήθηκε στις 2 Ιουλίου 2024.
- ↑ «Who is the greatest GOAT of them all? Our top 50 revealed». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Ιανουαρίου 2025. Ανακτήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2025.
- ↑ «Adeus Pelé: the king of the beautiful game, a titan of 20th century». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Ιουλίου 2023. Ανακτήθηκε στις 12 Ιουλίου 2023.
- ↑ «Οι αθλητές που άλλαξαν την πορεία των σπορ». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Ιουνίου 2021. Ανακτήθηκε στις 23 Ιουνίου 2021.
- ↑ «The Top 5 Greatest Athletes of All Time». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Φεβρουαρίου 2025. Ανακτήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ «The New York Times : The Greatest?For Century, Pele Eclipses Muhammad Ali». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Φεβρουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2021.
- ↑ «Pele named NOC's Top Athlete of the Century». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουνίου 2022. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουνίου 2022.
- ↑ «Serena Williams and Muhammad Ali crowned AIPS Best Champions of the Century: As voted by 913 journalists». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Νοεμβρίου 2024. Ανακτήθηκε στις 6 Νοεμβρίου 2024.
- ↑ «WBC : Fernando Schwartz awarded by AIPS». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Φεβρουαρίου 2025. Ανακτήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2025.
- ↑ «La cultura y el deporte se unen en la emotiva celebración del centenario de la AIPS en la sede de la UNESCO en París». Ανακτήθηκε στις 7 Μαρτίου 2025.
- ↑ «「過去100年のベスト・アスリート Top10」発表 913人のジャーナリストの投票によリ決定 羽生結弦選手が6位(AIPS)». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Μαρτίου 2025. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2025.
- ↑ «Serena Williams and Muhammad Ali chosen as AIPS Best Athletes of the Century - As voted by 101 journalists from 90 nations». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Ιανουαρίου 2025. Ανακτήθηκε στις 28 Ιανουαρίου 2025.
- ↑ «Muhammad Ali en Serena Williams verkozen tot AIPS-sporters van de eeuw». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Μαΐου 2022. Ανακτήθηκε στις 22 Μαΐου 2024.
- ↑ 14,0 14,1 14,2 «Muhammad Ali: rebel, showman and the lord of the ring». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Μαΐου 2021. Ανακτήθηκε στις 25 Μαΐου 2021.
- ↑ 15,0 15,1 «Muhammad Ali: Remembering the Greatest of All Time». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιανουαρίου 2025. Ανακτήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 2025.
- ↑ «50 stunning Olympic moments No17: Cassius Clay wins gold in 1960». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Μαρτίου 2022. Ανακτήθηκε στις 14 Μαρτίου 2022.
- ↑ «15 φράσεις του Muhammad Ali που έγραψαν ιστορία». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιουνίου 2024. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουνίου 2024.
- ↑ «The Grammy-nominated Cassius Clay». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Αυγούστου 2022. Ανακτήθηκε στις 10 Αυγούστου 2022.
- ↑ 19,0 19,1 ««Ο μέγιστος «θρύλος» της πυγμαχίας»». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Φεβρουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 29 Απριλίου 2022.
- ↑ Ezra (2009), σελ. 158
- ↑ Mark Staniforth (12 Δεκεμβρίου 1999). «Muhammad Ali named BBC Sportsman of the Century». The Independent. Ανακτήθηκε στις 2 Ιανουαρίου 2015.
- ↑ «The Independent's 100 sportsmen and women of the 20th century: Ali bestrides the century: a colossus who transcended a sport to inspire the world». Ανακτήθηκε στις 23 Αυγούστου 2020.
- ↑ «From the archive, 29 April 1967: Muhammad Ali refuses to fight in Vietnam war». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Ιανουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2021.
- ↑ «Muhammad Ali 1942-2016». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Δεκεμβρίου 2024. Ανακτήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2024.
- ↑ «Philip Barker: Seventy years of highs and lows in sport». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Σεπτεμβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου 2022.
- ↑ «Greatest Knockouts: Ali vs. Williams». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Ιουνίου 2021. Ανακτήθηκε στις 5 Ιουνίου 2021.
- ↑ Ο Κάσιους Κλέι αρνείται να πάει στο Βιετνάμ, Ιστορικό Λεύκωμα 1966, σελ. 111, Καθημερινή (1997)
- ↑ 28,0 28,1 «Encyclopædia Britannica : Ali, Muhammad». Ανακτήθηκε στις 29 Ιουλίου 2021.
- ↑ «Rumble in the Jungle: the night Ali became King of the World again». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Απριλίου 2023. Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2023.
- ↑ «Rumble in the Jungle and the stray elbow that nearly KO'd boxing's most famous fight». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Νοεμβρίου 2024. Ανακτήθηκε στις 3 Νοεμβρίου 2024.
- ↑ «'The Rumble in the Jungle' 50 years on: The greatest fight in history». Ανακτήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2025.
- ↑ «Pele tops sportsman of the century poll». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Αυγούστου 2021. Ανακτήθηκε στις 12 Αυγούστου 2021.
- ↑ «Alan Hubbard: From Ali to a bugged hotel room, reflecting on 65 years in sports journalism». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Σεπτεμβρίου 2023. Ανακτήθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 2023.
- ↑ Σφάλμα αναφοράς: Σφάλμα παραπομπής: Λανθασμένο
<ref>
. Δεν υπάρχει κείμενο για τις παραπομπές με όνομαrolling/
. - ↑ «Mike Rowbottom: Lomu a luminary in the company of Ali, Bolt, Nicklaus and Pele». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Νοεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 24 Νοεμβρίου 2015.
- ↑ «Alan Hubbard: Why the sublime Ali and Pelé were simply the best of sport's GOAT herd» (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Ιανουαρίου 2023. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2023.
- ↑ «Muhammad Ali obituary». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Φεβρουαρίου 2023. Ανακτήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2023.
- ↑ «Messengers of Peace : Mohammad Ali». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Απριλίου 2021. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2021.
- ↑ William Plumber (3 Νοεμβρίου 2003). «Presidential Medal of Freedom Recipients». Office of the Press Secretary - The Whitehouse. Ανακτήθηκε στις 16 Ιουνίου 2007.
- ↑ William Plumber (3 Νοεμβρίου 2003). «Presidential Medal of Freedom Recipients». White House Press Secretary. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Μαρτίου 2008. Ανακτήθηκε στις 20 Μαΐου 2008.
- ↑ «Boxer Ali to Accept German Peace Prize». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Αυγούστου 2024. Ανακτήθηκε στις 28 Αυγούστου 2024.
- ↑ «Ali Center». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Ιανουαρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2013.
- ↑ «Πέθανε ο θρυλικός πυγμάχος Μοχάμεντ Άλι». www.kathimerini.gr. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουνίου 2016.
Βιβλιογραφία
Επεξεργασία- Thomas Hauser, Muhammad Ali: His Life and Times, Pan Books, 1992
- Mike Marqusee, Redemption Song: Muhammad Ali and the Spirit of the Sixties, Verso, 2005
- Elliot J. Gorn (ed.), Muhammad Ali: The People's Champ, University of Illinois Press, 1998
- Michael Ezra, Muhammad Ali: The Making of an icon, Temple University Press, 2009
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Επεξεργασία- Επίσημη ιστοσελίδα
- Κέντρο Μοχάμεντ Άλι
- George Plimpton, "Muhammad Ali Αρχειοθετήθηκε 2007-05-27 στο Wayback Machine.", Time, 14 Ιουνίου 1999