Ο Νόμος περί Δασμών του 1930, γνωστός και ως Νόμος Σμουτ-Χόλεϋ περί Δασμών (Smoot–Hawley Tariff Act) ήταν ένα σχέδιο νόμου που υποστηρίχθηκε από τον Γερουσιαστή Σμουτ (Reed Smoot) και τον βουλευτή Χόλεϋ (Willis C. Hawley), το οποίο ψηφίστηκε και έγινε νόμος στις 17 Ιουνίου 1930, και ο οποίος αύξανε τους δασμούς σε πάνω από 20.000 εισαγόμενα είδη στις Ηνωμένες Πολιτείες σε ύψος-ρεκόρ.[1]

Ο Willis C. Hawley (αριστερά) και ο Reed Smoot τον Απρίλιο του 1929, λίγο πριν την ψήφιση του σχεδίου τους από το Κογκρέσο.

Το φορολογητέο επίπεδο δασμών (αυτό δεν περιλαμβάνει τις αφορολόγητες εισαγωγές) κατά τον Νόμο αυτό ήταν το υψηλότερο στις ΗΠΑ για τα τελευταία 100 χρόνια, και το υπερέβαινε με μικρή διαφορά ο Νόμος περί Δασμών του 1828.[2] Η μεγάλη πλειοψηφία των οικονομολόγων από τότε και στο εξής θεωρούν τον Νόμο, και τους επακόλουθους δασμούς που επιβλήθηκαν ως αντίποινα από τους εμπορικούς εταίρους της Αμερικής, ως υπεύθυνο για την μείωση των αμερικανικών εξαγωγών και των εισαγωγών κατά περισσότερο από το μισό.[3] Σύμφωνα με τον Μπεν Μπερνάνκε, «οι οικονομολόγοι εξακολουθούν να συμφωνούν ότι ο Νόμος Σμουτ-Χόλεϋ και οι επακόλουθοι πολέμοι δασμών ήταν άκρως αντιπαραγωγικοί και συνέβαλαν στο βάθος και το μήκος της παγκόσμιας ύφεσης[4]». Ωστόσο η γενική άποψη είναι ότι, ενώ είχε αρνητικά αποτελέσματα, ο Νόμος Σμουτ-Χόλεϋ δεν ήταν μία από τις κύριες αιτίες της Μεγάλης Ύφεσης, διότι το εξωτερικό εμπόριο ήταν μόνο ένας μικρός τομέας της οικονομίας των ΗΠΑ.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Taussig (1931).
  2. WWS 543: Class notes, 2/17/10, Πωλ Κρούγκμαν, 16 Φεβρουαρίου 2010, Παρουσίαση, διαφάνεια 4.
  3. Alfred E. Eckes, Jr., Opening America's Market: U.S. Foreign Trade Policy Since 1776 (University of North Carolina Press, 1995, σελ. 100-3).
  4. Monetary Policy and the Global Economy, Ben S. Bernanke.

Βιβλιογραφία - Πηγές

Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία