Ο γάμος του Κρετσίνσκι

κωμωδία του Αλεξάντρ Σούχοβο-Κομπίλιν

Ο γάμος του Κρετσίνσκι (ρωσικά: Свадьба Кречинского, Svadba Krechinskogo) είναι κωμωδία σε τρεις πράξεις του Αλεξάντερ Σούχοβο-Κομπίλιν, που γράφτηκε το 1854 και παίχτηκε για πρώτη φορά στη Μόσχα στις 28 Νοεμβρίου 1855. Η πρώτη έκδοση ήταν στο περιοδικό Sovremennik το 1856.[1]

Ο γάμος του Κρετσίνσκι
ΣυγγραφέαςΑλεξάντρ Σούχοβο-Κομπίλιν
ΤίτλοςСвадьба Кречинского
ΓλώσσαΡωσικά
Ημερομηνία δημιουργίας1854
Ημερομηνία δημοσίευσης1856
Δημοσιεύθηκε στοΣκηνές από το παρελθόν

Το έργο βασίζεται σε μια ιστορία που κυκλοφορούσε στην κοινωνία της Μόσχας για έναν απατεώνα των κοσμικών κύκλων που εξαπάτησε έναν τοκογλύφο δίνοντάς του για ενέχυρο ένα ψεύτικο κόσμημα. Της κυκλοφορίας του έργου είχε προηγηθεί ένα δράμα: ο συγγραφέας, κατηγορούμενος για τη δολοφονία της ερωμένης του, φυλακίστηκε και έγραψε την κωμωδία στη φυλακή.[2]

Είναι το πρώτο μέρος της δραματικής τριλογίας του Σούχοβο-Κομπίλιν Σκηνές από το παρελθόν, η οποία περιλαμβάνει επίσης τα έργα Η υπόθεση (1861) και Ο θάνατος του Ταρέλκιν (1869).

Υπόθεση Επεξεργασία

Πράξη πρώτη Επεξεργασία

Η δράση ξεκινά στο διαμέρισμα του γαιοκτήμονα Μουρόμσκι στη Μόσχα. Ο ηλικιωμένος προτιμά τη ζωή στο κτήμα του, αλλά πείστηκε από την Άννα Αντόνοβνα Ατούγιεβα, θεία της κόρης του Λίντοτσκα, να περάσει τον χειμώνα στην πόλη. Οι δυο τους συζητούν για το μέλλον της εικοσάχρονης κοπέλας και η διαμάχη περιστρέφεται γύρω από τους πιθανούς μνηστήρες. Ο Μουρόμσκι επαινεί τον γαιοκτήμονα Βλαντιμίρ Νέλκιν, γείτονά του, σοβαρό άνθρωπο και αδιάφορο για την κοσμική ζωή ενώ η Ατούγιεβα λατρεύει τη μεγαλοπρέπεια και θα ήθελε να δει έναν άντρα του καλού κόσμου ως σύζυγο για την ανιψιά της.[3]

Η Λίντοτσκα λέει στη θεία της ότι ο Μιχαήλ Κρετσίνσκι της έκανε πρόταση γάμου σε ένα χορό και τον έχει ερωτευτεί - η θεία αναλαμβάνει να πείσει τον πατέρα της. Ο Κρετσίνσκι επισκέπτεται το σπίτι του Μουρόμσκι όλο τον χειμώνα, αλλά λίγα είναι γνωστά για αυτόν, αν και αρκετά για να ξετρελάνει τη θεία και τη Λίντοτσκα. Είναι όμορφος, χορεύει υπέροχα, μιλάει άριστα γαλλικά, έχει τον πιο εκλεκτό κύκλο γνωριμιών στην υψηλή κοινωνία! Φαίνεται επίσης ότι έχει ένα κτήμα κάπου στην επαρχία ... Και τι αριστοκρατικούς τρόπους έχει! Τι γοητευτική γενναιοδωρία! Τι εξαίσιο γούστο!

Εν τω μεταξύ, ο Νέλκιν, ο νεαρός ερωτευμένος με τη Λίντοτσκα, μαθαίνει ότι ο Κρετσίνσκι έχει κακή φήμη, παίζει χαρτιά και έχει σπαταλήσει την περιουσία του. Στο τέλος της πράξης, όμως, ο πατέρας αιφνιδιάζεται από τον Κρετσίνσκι και τη θεία και επειδή και η κόρη του είναι αποφασισμένη να τον παντρευτεί, τελικά συμφωνεί. Ο Νέλκιν αποφασίζει να τον παρακολουθήσει.

Δεύτερη πράξη Επεξεργασία

 
Πορτρέτο του Αλεξάντρ Σούχοβο-Κομπίλιν (1847)

Το σκηνικό αυτής και της επόμενης πράξης είναι το διαμέρισμα του Κρετσίνσκι. Από τον υπηρέτη του Φιοντόρ, μαθαίνουμε ότι ο Κρετσίνσκι ήταν πλούσιος, αλλά σπατάλησε την περιουσία του με συνεχείς διασκεδάσεις στην υψηλή κοινωνία και κυρίως στα χαρτιά. Στο μεταξύ όλα του τα χρήματα έχουν τελειώσει. Από τους προσωπικούς του φίλους, έμεινε μόνο ο Ράσπλιουεφ.[4]

Σε έναν μονόλογο, ο Κρετσίνσκι αποκαλύπτει το σχέδιό του να εγκαταλείψει τη νύφη αμέσως μετά το γάμο και να ταξιδέψει στην Αγία Πετρούπολη για να αυξήσει την αναμενόμενη προίκα (1.500 ψυχές και 200.000 ρούβλια) στα χαρτιά. Ξαφνικά, οι πιστωτές αρχίζουν να καταφθάνουν: ένας αμαξάς, μια πλύστρα, ένας έμπορος ξύλων και ο ιδιαίτερα ανησυχητικός έμπορος Στσέμπνιοφ, που απαιτεί την εξόφληση του χρέους αλλιώς θα ενημερώσει τον μελλοντικό πεθερό του. Ο Κρετσίνσκι στέλνει τον Ράσπλιουεφ να δανειστεί χρήματα, ωστόσο αυτός επιστρέφει άπρακτος.

Η διέξοδος βρίσκεται σε μια ψεύτικη καρφίτσα που βρέθηκε στο γραφείο του. Θυμάται ότι η Λίντοσκα έχει ακριβώς την ίδια, αλλά με διαμάντια, έτσι της γράφει ένα γράμμα ζητώντας της να του τη στείλει με τον Ράσπλιουεφ. Ο Κρετσίνσκι παίρνει τις δύο παρόμοιες καρφίτσες και πηγαίνει στον τοκογλύφο Μπεκ, τον οποίο εξαπατά δείχνοντάς του πρώτα την αυθεντική και στη συνέχεια αλλάζοντάς την με την ψεύτικη. Επιστρέφοντας με ένα σωρό χρήματα, ζητά από τον Ράσπλιουεφ να πληρώσει τους πιστωτές και ανακοινώνει ότι το βράδυ, όταν η νύφη και ο πατέρας της θα έλθουν στη γιορτή που ετοιμάζει, η καρφίτσα θα επιστραφεί στη μνηστή του. [5]

Τρίτη πράξη Επεξεργασία

Κατά τη διάρκεια του δείπνου στο διαμέρισμα του Κρετσίνσκι, εμφανίζεται ο Νέλκιν και ενημερώνει τους καλεσμένους ότι ο Κρετσίνσκι είναι κατάχρεος και απατεώνας: έλαβε μια διαμαντένια καρφίτσα από τη νύφη και την έβαλε ενέχυρο στον τοκογλύφο. Όλοι ταράζονται. Τότε, ο Κρετσίνσκι βγάζει την καρφίτσα, τη δίνει στη Λίντοσκα και μετά διώχνει τον αντίζηλό του ως συκοφάντη. Ο Μουρόμσκι ζητά συγγνώμη από τον μελλοντικό γαμπρό του για την προηγούμενη δυσπιστία του. Με πρόταση του γαμπρού αποφασίζουν ο γάμος να γίνει την επόμενη μέρα.

Ωστόσο, ο Νέλκιν επιστρέφει, μαζί του ένας αστυνομικός και ο ενεχυροδανειστής Μπεκ που αποκαλύπτει την απάτη του Κρετσίνσκι. Η έκπληκτη Λίντοσκα, συνειδητοποιώντας ότι ο Κρετσίνσκι κινδυνεύει να πάει φυλακή, δίνει στον Μπεκ την διαμαντένια καρφίτσα, εξηγώντας ότι η αντικατάσταση ήταν αποτέλεσμα λάθους. Η κοπέλα στη συνέχεια φεύγει από το διαμέρισμα κλαίγοντας ακολουθούμενη από τον πατέρα της, τη θεία της και τον Νέλκιν.[6]

Μετάφραση στα ελληνικά Επεξεργασία

  • Ο Γάμος του Κρεντσίνσκη, μετάφραση Αγαθοκλής Κωνσταντινίδης, 1901 [7]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία