Η πολιορκία του Ευρίπου (σημερινή Χαλκίδα) σημειώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 880, όταν ένας στόλος των Αββασιδών, με επικεφαλής τον εμίρη της Ταρσού Γιαζαμάν αλ-Χαντίμ πολιόρκησε την πόλη. Ο τοπικός Ρωμαίος διοικητής Οινιάτης υπερασπίστηκε με επιτυχία την πόλη και κατέστρεψε μεγάλο μέρος της πολιορκητικής δύναμης.

Οι ναυμαχίες των Ρωμαίων εναντίον των Αράβων (7ος-11ος αι.).

Ιστορικό Επεξεργασία

Στη δεκαετία του 820 δύο γεγονότα, η έναρξη της Μουσουλμανικής κατάκτησης της Σικελίας και η ίδρυση του εμιράτου της Κρήτης, άλλαξαν την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και των Αράβων στη Μεσόγειο. Η πρώτη οδήγησε σύντομα στην εγκατάσταση Μουσουλμανικών βάσεων στην Ιταλική χερσόνησο, ενώ η απώλεια της Κρήτης ήταν ιδιαίτερα σημαντική, καθώς άνοιξε το Αιγαίο σε συνεχείς Μουσουλμανικές επιδρομές. [1] Εκτός από τις επιδρομές των Σαρακηνών της Κρήτης, οι χαλίφηδες των Αββασιδών φρόντισαν επίσης να ενισχύσουν τις δυνάμεις τους στις συνοριακές περιφέρειες της Κιλικίας και η Ταρσός έγινε σημαντική βάση για επιθέσεις από ξηράς και θαλάσσης κατά της Ρωμαϊκής επικράτειας. Αυτό συνέβη ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της θητείας του Γιαζαμάν αλ-Χαντίμ ως κυβερνήτη της Ταρσού το 882–891. [1]

Πολιορκία Επεξεργασία

Λίγο αφότου νίκησε μια μεγάλη Ρωμαϊκή επίθεση εναντίον του το 883, [2] Γιαζαμάν συγκέντρωσε τις δυνάμεις του για μία μεγάλη επιδρομή κατά των Ρωμαϊκών επαρχιών της Ελλάδας. Σύμφωνα με τον Ρωμαίο ιστορικό του 11ου αι., Ιωάννη Σκυλίτζη, ο στόλος του Γιαζαμάν περιελάμβανε τριάντα κουμπάρια (μεγάλα πολεμικά πλοία σχεδιασμένα για πόλεμο καθώς και για μεταφορές) και εξαπέλυσε επίθεση στην πόλη Εύριπος (το Ρωμαϊκό όνομα της Χαλκίδας, που βρίσκεται στο στενό του Ευρίπου μεταξύ ηπειρωτικής Ελλάδας και το νησί της Εύβοιας). Ο Αυτοκράτορας Βασίλειος Α΄ ο Μακεδόνας είχε λάβει πληροφορίες για τις προθέσεις του Γιαζαμάν, ωστόσο ο κυβερνήτης του τοπικού θέματος της Ελλάδος, κάποιος Οινιάτης, προετοιμάστηκε καλά για να αντιμετωπίσει την επίθεση: συγκέντρωσε τα στρατεύματα της επαρχίας του, επισκεύασε τα τείχη και τοποθέτησε λιθοβόλους καταπέλτες επάνω τους. [3]

Ο Σκυλίτζης αναφέρει ότι οι από την Ταρσό εξαπέλυσαν διαδοχικές επιθέσεις στην πόλη, αλλά απωθήθηκαν από τους υπερασπιστές «με τις μηχανές τους για εκτόξευση λίθων, φλογοφόρων βλημάτων και βελών, για να μην πω για τις πέτρες, που πετιόταν από τα τείχη με τα χέρια», καθώς και από διάφορα είδη από δικά τους πλοία, εξοπλισμένα με ελληνικό πυρ, έτσι βύθισαν πολλά αραβικά σκάφη. Στο τέλος ο Γιαζαμάν τοποθέτησε μία μεγάλη ασπίδα μπροστά στις γραμμές των στρατευμάτων του, τη γέμισε με χρυσό και υποσχέθηκε να την απονείμει μαζί με εκατό κορίτσια στον πρώτο από τους άνδρες του που θα σκαρφαλώσει στον τοίχο. Όταν το είδαν αυτό οι πολιορκημένοι, κατάλαβαν ότι η τελική επίθεση ήταν επικείμενη και έτσι, φωνάζοντας για να ενθαρρύνουν ο ένας τον άλλον, ξεκίνησαν μία δική τους έξοδο. Η επίθεση ήταν επιτυχής, σκοτώνοντας πολλούς από τους πολιορκητές και τρέποντας τους υπόλοιπους σε φυγή. [4]

Ο Σκυλίτζης αναφέρει ότι και ο Γιαζαμάν έπεσε «στην πρώτη σύγκρουση», αλλά αυτό είναι ξεκάθαρα ένα λάθος ή μία σύγχυση, καθώς ο αλ-Ταμπαρί καταγράφει, ότι εξαπέλυσε περαιτέρω επιδρομές κατά της Ρωμανίας το 886 και το 888 και σκοτώθηκε το 891 κατά την πολιορκία του Ρωμαϊκού φρουρίου Σαλαντού. [4] [5]

Συνέπεια Επεξεργασία

Παρά τη Ρωμαϊκή επιτυχία, οι επιδρομές των Σαρακηνών συνεχίστηκαν αμείωτα και έφτασαν στο αποκορύφωμά τους στις αρχές του 10ου αι. με τις δραστηριότητες του Λέοντα Τριπολίτη και του Δαμιανού της Ταρσού, με αποκορύφωμα την λεηλασία της Θεσσαλονίκης, της δεύτερης πόλης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το 904. Μόνο μετά τη δεκαετία του 920 οι Ρωμαίοι άρχισαν να παίρνουν το επάνω χέρι, καταλήγοντας στην ανάκτηση της Κρήτης, της Κύπρου και τελικά της Ταρσού και της Κιλικίας, τη δεκαετία του 960 υπό τον Νικηφόρο Β΄ Φωκά. [1]

Βιβλιογραφικές αναφορές Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία