Πολιτική της Μοζαμβίκης
Η Μοζαμβίκη ήταν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μια μονοκομματική δημοκρατία. Όλες οι εξουσίες βρίσκονταν στα χέρια του FRELIMO (Frente de Libertação de Moçambique)("Μέτωπο Απελευθέρωσης της Μοζαμβίκης"). Ωστόσο, το Νοέμβριο του 1990 ψηφίστηκε νέο Σύνταγμα που καθιέρωνε την πολυκομματική δημοκρατία. Το νέο Σύνταγμα όρισε ως ανώτατο όριο παρουσίας του στο αξίωμα του Προέδρου τις τρεις διαδοχικές πενταετείς θητείες και εισήγαγε τον θεσμό του Κοινοβουλίου, με περιορισμένο δικαίωμα βέτο επί των αποφάσεων του προέδρου.
Εκτελεστική εξουσία
ΕπεξεργασίαΤο πολίτευμα της χώρας είναι Κοινοβουλευτική Προεδρική Δημοκρατία. Αρχηγός Κράτους είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος εκλέγεται με καθολική ψηφοφορία από το λαό για πενταετή θητεία. Η εκτελεστική εξουσία ασκείται επίσης από τον Αρχηγό της Κυβέρνησης (Πρωθυπουργός) και το Υπουργικό Συμβούλιο. Πρόεδρος είναι ο Αρμάντο Γκεμπούζα από το 2005 και Πρωθυπουργός ο Αλμπέρτο Βακίνα.
Νομοθετική εξουσία
ΕπεξεργασίαΗ νομοθετική εξουσία ασκείται από τη Βουλή (Εθνοσυνέλευση), που απαρτίζεται από 250 μέλη. Αυτά εκλέγονται κάθε πενταετία με καθολική ψηφοφορία από το λαό. Η Βουλή συστάθηκε για πρώτη φορά το 1994. Επίσης υπάρχουν και τοπικές Συνελεύσεις. Οι πολίτες και των δύο φύλων αποκτούν δικαίωμα ψήφου στην ηλικία των 18 ετών.
Δικαστική εξουσία
ΕπεξεργασίαΤο Ανώτατο Δικαστήριο είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των σοβαρών υποθέσεων, ενώ λειτουργούν και επαρχιακά, περιφερειακά και δημοτικά δικαστήρια.
Πρόεδρος της Μοζαμβίκης
ΕπεξεργασίαΠρωθυπουργός της Μοζαμβίκης
Επεξεργασία
Πολιτικές συνθήκες
ΕπεξεργασίαΕκλογές
ΕπεξεργασίαΟι πρώτες εκλογές διεξήχθησαν στη χώρα το 1994 . Πρόεδρος, με 53% των ψήφων εξελέγη ο Ζοακίμ Τσισάνο. Παράλληλα, ψηφίστηκε και η σύσταση Εθνοσυνέλευσης, απαρτιζόμενης από 250 μέλη. Υπέρ της δημιουργίας της Βουλής ψήφισαν 129 αντιπρόσωποι του Μετώπου Απελευθέρωσης της Μοζαμβίκης (FRELIMO), 112 αντιπρόσωποι από το Κίνημα Αντίστασης της Μοζαμβίκης (RENAMO) και 9 από τρία άλλα μικρότερα κόμματα, που ίδρυσαν τη Δημοκρατική Ένωση (UD). Από την ίδρυσή της, το 1994, η Εθνοσυνέλευση κατάφερε να αποδεσμευτεί από την εκτελεστική εξουσία.
Έπειτα από καθυστερήσεις, το 1998 διεξήχθησαν οι πρώτες τοπικές εκλογές, με το κυριότερο κόμμα της Αντιπολίτευσης, RENAMO, να μη μετέχει στις εκλογές, επικαλούμενο προβλήματα και λάθη στη διαδικασία εγγραφής των ψηφοφόρων. Η συμμετοχή ήταν πολύ χαμηλή και τις έδρες κατέλαβαν ανεξάρτητοι.
Στη συνέχεια, η κυβέρνηση προχώρησε στον επανασχεδιασμό του εκλογικού Νόμου, ο οποίος ψηφίστηκε με ομοφωνία, το Δεκέμβριο του 1998. Στις 3-5 Δεκεμβρίου του 1999 διεξήχθησαν οι δεύτερες γενικές εκλογές, με υψηλό ποσοστό συμμετοχής. Οι διεθνείς παρατηρητές συμφώνησαν ότι η διαδικασία των εκλογών είχε κυλήσει ομαλά και ήταν καλά οργανωμένη. Με μικρή διαφορά της τάξης 4% ο Πρόεδρος Τσισάνο επανεξελέγη, έναντι του Αλφόνσο Ντλακάμα από το RENAMO-Εκλογική Ένωση. Η Αντιπολίτευση δεν αναγνώρισε το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών και προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο, χωρίς αποτέλεσμα. Τον Ιανουάριο του 2000 ο Σισάνο ανέλαβε Πρόεδρος για μία ακόμη πενταετή θητεία. Το FRELIMO αύξησε την πλειοψηφία του στην Εθνοσυνέλευση, με 133 επί συνόλου 250 εδρών έναντι 116 για τον συνασπισμό RENAMO-UE και μία έδρα για έναν ανεξάρτητο υποψήφιο.
Το Νοέμβριο του 2003 διεξήχθησαν και οι δεύτερες τοπικές εκλογές, αυτή τη φορά με συμμετοχή των FRELIMO, RENAMO-UE και ανεξαρτήτων κομμάτων. Η συμμετοχή στις εκλογές ήταν 24% έναντι 15% για τις πρώτες δημοτικές εκλογές. Το FRELIMO κέρδισε 28 δήμους και την πλειοψηφία σε 29 δημοτικά συμβούλια, ενώ το RENAMO κέρδισε 5 δήμους και την πλειοψηφία σε 4 δημοτικά συμβούλια.
Η κυβέρνηση ενέκρινε νέο εκλογικό Νόμο το Μάιο του 2004. Οι γενικές εκλογές διεξήχθησαν στις 1-2 Δεκεμβρίου του 2004 και πρόεδρος εξελέγη ο υποψήφιος του FRELIMO , Αρμάντο Γκεμπούζα, με 64% των ψήφων. Ο αντίπαλός του, υποψήφιος του RENAMO, Αλφόνσο Ντλακάμα έλαβε το 32% των ψήφων. Στις ταυτόχρονες βουλευτικές εκλογές, το FRELIMO εξασφάλισε 160 έδρες στο Κοινοβούλιο έναντι 90 για το RENAMO και αρκετά άλλα μικρότερα κόμματα. Στις 2 Φεβρουαρίου του 2005 ορκίστηκε Πρόεδρος ο Γκεμπούζα. Το RENAMO και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης έκαναν λόγο για νοθεία και αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τα αποτελέσματα των εκλογών. Οι διεθνείς παρατηρητές επέκριναν με τη σειρά τους τη διαδικασία διεξαγωγής των εκλογών.
Το 2014 έγιναν γενικές εκλογές στις οποίες πρόεδρος εξελέγη ο Φιλίπε Νιούσι.
Περίθαλψη
ΕπεξεργασίαΑν και ανεπαρκείς, οι ιατρικές υπηρεσίες βελτιώνονται και παρέχονται δωρεάν από το κράτος. Η κυβέρνηση έχει ξεκινήσει εκστρατεία καταπολέμησης των λοιμωδών νόσων. Κυριότερες ασθένειες είναι η ελονοσία, η φυματίωση, η δυσεντερία, η ιλαρά, η πνευμονία, η ηπατίτιδα και το AIDS.[1] Το προσδόκιμο ζωής έφτανε(2003) τα 38 χρόνια και η βρεφική θνησιμότητα το 138%.
Εκπαίδευση
ΕπεξεργασίαΗ εκπαίδευση παρέχεται δωρεάν και είναι υποχρεωτική για τα παιδιά ηλικίας 6 ως 14 ετών. Πολλά παιδιά δεν πηγαίνουν σχολείο, επειδή εργάζονται σε γεωργικές εργασίες. Λειτουργούν τετραετή πρωτοβάθμια και επταετή δευτεροβάθμια σχολεία, αλλά η παρακολούθηση σε αυτά είναι πολύ χαμηλή, με αποτέλεσμα ο αναλφαβητισμός να υπερβαίνει το 55%. Ανώτατη εκπαίδευση παρέχει το Πανεπιστήμιο Εντουάρτου Μοντλάνε, στο Μαπούτο.
Διοικητική διαίρεση
ΕπεξεργασίαΗ αφρικανική χώρα υποδιαιρείται σε 10 επαρχίες (provincias) και μία πόλη που είναι πρωτεύουσα (cidade) με θέση επαρχίας.
Οι επαρχίες επιπλέον υποδιαιρούνται σε 129 περιφέρειες (distritos). Αυτές επιμέρους χωρίζονται σε "Postos Administrativos" και οι τελευταίες σε Localidades (κοινότητες), που είναι και ο κατώτερος όρος για διοικητική διαίρεση. Από το 1998 έχουν συσταθεί 33 "Municípios" (Δήμοι) στη Μοζαμβίκη.
Διεθνείς οργανισμοί
ΕπεξεργασίαΗ χώρα είναι μέλος της Κοινότητας Πορτογαλόφωνων Κρατών, της Κοινοπολιτείας, της Αφρικανικής Ένωσης, της Αναπτυξιακής Κοινότητας της Νοτιότερης Αφρικής (SADC), του ΟΗΕ , του Κινήματος Αδεσμεύτων (NAM), του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης και άλλων διεθνών οργανισμών. Το 1984 άρχισε ο απογαλακτισμός της χώρας από τη Σοβιετική Ένωση, με την ένταξή της στην Παγκόσμια Τράπεζα και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ «in.gr». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Ιανουαρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 2 Ιουλίου 2008.